Εβδομάδα διεθνούς ακτινοβολίας για τη χώρα μας αυτή που μας αφήνει, αφού ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Μπαράκ Ομπάμα μάς χάρισε -κατά την επίσκεψη εργασίας που πραγματοποίησε στην Ελλάδα- λίγη από την αστερόσκονη που τον περιβάλλει.

Μόνο η λάμψη έμεινε όμως από αυτό το διήμερο. Άντε και το βιντεάκι στην Ακρόπολη που αποτέλεσε ένα είδος διαφήμισης για τη χώρα μας. Έτερον ουδέν. Το αδιαμφισβήτητο εποικοινωνιακό χάρισμα του Μπαράκ Ομπάμα μπορεί να κέρδισε για λίγο τις εντυπώσεις και να καθήλωσε τους -ερωτευμένους με τον Πρόεδρο- Έλληνες αναλυτές, στην ουσία του πράγματος όμως ο Ομπάμα δεν προσέφερε απολύτως τίποτα παρά μόνον χαμογελαστές φωτογραφίες και γεμάτες στήλες παραπολιτικών.

Ιδιαίτερα ο περίφημος λόγος του στο ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, ο οποίος ποικιλοτρόπως επαινέθηκε από σύσσωμο τον μιντιακό κόσμο της χώρας ως ένας ύμνος στη δημοκρατία, ήταν ένα μνημείο ανακριβειών και υπεραπλουστεύσεων, τις οποίες, όσο κι αν ο χαρισματικότατος επικοινωνιακά πρόεδρος προσπάθησε να κρύψει κάτω από το χαλί με… σπανακόπιτες, φουστανέλες και Γιάννη Αντετοκούμπο, δεν ήταν δυνατόν να μην τις παρατηρήσεις. Αφήστε δε που τον τελευταίο τον γκαντέμιασε εντελώς, αφού στο τελευταίο παιχνίδι με τους Χιτ ήταν ωσεί παρών. Πέραν του όλου σόου για το πρόθυμο φιλοθεάμον κοινό λοιπόν, ο λόγος του Αμερικανού προέδρου ήταν ο καθρέφτης της αμερικανικής επεκτατικής πολιτικής: Χρησιμοποιώντας τη δημοκρατία ως «δούρειο ίππο» για την ανάμειξη των Ηνωμένων Πολιτειών στα εσωτερικά των κρατών και τονώνοντας το δημοκρατικό φρόνημα του ακροατηρίου με γενικόλογες και αναπόδεικτες παραδοχές, ο Ομπάμα επιχείρησε για πολλοστή φορά να μετριάσει το αρνητικό κλίμα και την επικοινωνιακή φθορά που δημιουργούν στις Ηνωμένες Πολιτείες οι ανά τον κόσμο επεμβάσεις τους.

Επεμβάσεις που σύμφωνα με το «κατά Ομπάμα» Ευαγγέλιο έχουν ως στόχο να «υποστηρίξουν εκείνους που μάχονται για τη δημοκρατία». Με βάση την κοινή λογική, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη όλων αυτών των «αυθόρμητων» δημοκρατικών κινημάτων της αραβικής άνοιξης και όχι μόνο, δύσκολα θα βρεις πλέον κάποιον τόσο αφελή που αδυνατεί να αντιληφθεί τα προφανή οικονομικά κίνητρα πίσω από τις επιχειρήσεις «εξάπλωσης της δημοκρατίας». Ακόμα όμως κι αν δεχθούμε την εξήγηση του Προέδρου –που ούτως ή άλλως πόρρω απέχει από την πραγματικότητα-, γεννιέται επακολούθως το εξής ερώτημα: Από πού πηγάζει τέλοσπάντων η νομιμοποίηση αυτής της «επιβολής» της δημοκρατίας; Ποιος δίνει το έναυσμα και πάνω σε ποιες αξίες βασίζεται; Απάντηση στο θεμελιώδες αυτό ερώτημα δεν ήρθε δια στόματος του πλανητάρχη, ο οποίος επέλεξε να το παρακάμψει, προβαίνοντας αντί απάντησης σε γενικόλογες αναφορές περί της αξίας της δημοκρατίας. Το ζητούμενο όμως, όπως προείπαμε, δεν είναι η δημοκρατία αυτή καθ’ αυτή, αλλά η νομιμοποίηση της επιβολής της. Διότι ακόμα και αν δεχθούμε ότι η αστακομακαρονάδα είναι καλύτερη από το… σπανακόρυζο, αυτό δεν καθιστά αυτομάτως δικαιολογημένη την κίνηση να αρπάξεις το σπανακόρυζο από τον κύριο στο διπλανό τραπέζι και να το αντικαταστήσεις με μια αστακομακαρονάδα που –κατά τη δική σου θεώρηση- αποτελεί μια γαστρονομική τελειότητα. Το ότι όλοι οι Λαοί του κόσμου προτιμούν τη δημοκρατία, επειδή έτσι διαπίστωσε στα… ταξίδια που έκανε ως Πρόεδρος αυτά τα οκτώ χρόνια, προκαλεί μάλλον θυμηδία παρά αποτελεί σοβαρό επιχείρημα. Ομοίως και η παράθεση της καντιανής θεωρίας περί μη διεξαγωγής πολέμου μεταξύ δημοκρατιών (εκεί πρέπει να γέλασαν μέχρι και οι… σημαίες πίσω απο τον Πρόεδρο), καθώς και οι ατυχείς παραλληλησμοί της δημοκρατίας με τη διπλωματία και την επιστημονική πρόοδο, τους οποίους διαψεύδει η πολιτική πρακτική και η ιστορία.

Η επίσκεψη αυτή προφανώς και προκάλεσε πληθώρα αντιδράσεων. Ένα διόλου ευκαταφρόνητο μερίδιο των πολιτών αντιτάχθηκε –ο καθένας με τον δικό του τρόπο και με τα μέσα που διέθετε- στη φρενίτιδα Ομπάμα. Ωστόσο, τις ημέρες πριν, αλλά και κατά την επίσκεψη του πλανητάρχη στην Ελλάδα, έλαβε χώρα μια λυσσαλέα επίθεση από σύσσωμο το μιντιακό κατεστημένο ενάντια στις αντιδράσεις αυτές. Τα ειρωνικά και εξυπνακίστικα σχόλια που είχαν ως αποδέκτη την αντίθετη άποψη και ως κατακλείδα το… «Φονιάδες των λαών, Αμερικάνοι» έδιναν και έπαιρναν τις ημέρες αυτές. Αλλά, ακόμα κι αν πάρουμε ως μέτρο το προαναφερθέν σύνθημα, τι ακριβώς ενοχλεί τους απαυδησμένους από την ελληνική γραφικότητα τιμητές; Διότι δύο είναι τα τινά που δικαιολογούν ένα τέτοιο κύμα αντίδρασης: Είτε οι Αμερικάνοι σταμάτησαν να είναι φονιάδες των Λαών, είτε οι φονιάδες απέκτησαν… συναυτουργούς.

ob

Την καταστροφική επιρροή που ασκούν οι Ηνωμένες Πολιτείες στους Λαούς του κόσμου ήρθε να πιστοποιήσει μια ημέρα μετά –σαν θεία δίκη- ο ηχηρός συμβολισμός της 17ης Νοεμβρίου. Να υπενθυμίσει την αδίστακτη πρακτική της επιβολής ολοκληρωτικών καθεστώτων και της υποβολής των πολιτών σε ένα μακροχρόνιο μαρτύριο στέρησης δικαιωμάτων και ελευθεριών, με μόνο στόχο τη διατήρηση μιας χώρας στη σφαίρα επιρροής τής εκάστοτε ιμπεριαλιστικής δύναμης. Διότι η αξία που –δεν- δίνει ο επεκτατισμός στην ανθρώπινη ζωή παραμένει η ίδια ανά τους αιώνες.