“Αγάπη στα Σκουπίδια” –  Κεφάλαιο 1: Reunion.

Aπό τον Ελευθέριο Λεβαντή

Κάποτε είμαστε νέοι και νιώθαμε αθάνατοι  – και τότε παίρναμε σπάνια  χρόνο  να σκεφτούμε . Τώρα , στην επόμενη κατάσταση , σκεφτόμαστε περισσότερο , αλλά ποτέ δεν παίρνουμε τον χρόνο μας ,να κάνουμε και κάτι..

 

Michael Franks – Samba Blue

 

Είναι ένα δροσερό καλοκαιρινό βράδυ σε κάποια μεσογειακή μεγαλούπολη. Σε ένα από τα λάγνα τραπέζια κοσμοπολίτικου παραλιακού restaurant, ίσως στο πιο λάγνο, ίσως  στο πιο σκοτεινό, μια πολύ κομψή κυρία με γκρι ταγέρ και βαθύ ντεκολτέ, συζητάει σε έντονο ύφος με ένα καλοβαλμένο ηλικιωμένο κύριο. Εκείνη την βραδιά σε ένα σεπαρέ του εστιατορίου είχε συγκεντρωθεί, μετά από χρόνια, μια ομάδα παλιών συμμαθητών, που κοιτούσαν γύρω τους μελαγχολικοί – αυτό ήταν λοιπόν σαν να σκεφτόντουσαν;  Τίποτε δεν άλλαξε ποτέ, αλλά και τίποτε δεν θα ήταν πια το ίδιο.

Η M a r g o t κατέβασε την εφημερίδα και κοίταξε επίμονα τον Γέρο.

Άκου ,τα έχουμε πει πολλές φορές ,τελειώσαμε πια …. γύρνα στην οικογένεια σου , με περιμένουν και μένα κάτι δικοί μου,εδώ πιο κάτω..

– Ο γέρος ζήτησε τον λογαριασμό και σηκώθηκε εξοργισμένος – αϊ στα κομμάτια  τότε , της είπε !

– Δεν θέλω να χωρίσουμε έτσι ,είπε εκείνη – είπαμε : κάποτε εραστές ,τώρα να μείνουμε για πάντα φίλοι..

Ο γέρος κοίταζε αφηρημένος μακριά, , ενώ και οι παλιοί συμμαθητές κοίταζαν γύρω τους αμηχανα, σαν κάτι να περίμεναν ακόμα, κάτι ή κάποιον …

-Ξέρεις όμως κάτι Margot; Άστο, έτσι και αλλιώς δεν έχω πια περιθώρια.

Επιτέλους το κατάλαβες μετα τόσα χρόνια! Και γω κατάλαβα ότι σκέφτεσαι πάλι μόνο τον εαυτό σου και ότι ποτέ δεν μπήκες για λίγο στη θέση μου, ποτέ δεν σκέφτηκες τι σήμαινε για μένα να αφήσω την άνετη ζωή μου δίπλα του, για να σ ‘ακολουθήσω.

Ξάφνου ακούστηκαν φωνές και γέλια από τους συγκεντρωμένους – έκοβαν την τούρτα και γέλαγαν ανακουφισμένοι.

Οι φωνές δυνάμωσαν και το ζευγάρι γύρισε και κοίταξε την σύναξη ενοχλημένο. Την προσοχή τους τράβηξαν τρεις τύποι που στέκονταν ακίνητοι λίγο πιο δίπλα , απλά στέκονταν εκεί υπομονετικά – προφανώς κάτι τους κρατούσε εκεί, κάτι περίμεναν..

dinner-party

Σε λίγο ηρθε η σερβιτόρα .Ήρθε παρέα με ένα γιόγκικο tattoo στον λαιμό , και άλλο ένα κάτω από το δεξί αυτί .

-Είναι οι νεκροί τους ,μονολόγησε κοιτάζοντας προς τα εκεί ..Δεν ξέρει κανείς ότι είναι σήμερα εδώ – ούτε οι ίδιοι!

Ο γέρος θυμήθηκε τα νιάτα του και τις νεανικές του αναζητήσεις.

-Πόσο καιρό έχω να πάρω μια πραγματική πρωτοβουλία ..και τι απέγινε με την αρμονία της πέννας με το σπαθί από τον κώδικα των Ιαπώνων Δασκάλων – τι απέγινε αίφνης το σπαθί ;

-Και ξέρεις κάτι γέρο , του αντέτεινε η Margot , τελικά εκτός από τα μεγάλα λόγια δεν είσαι τίποτα ! Ποτέ δεν ανέλαβες την ευθύνη για τις συνέπειες των πράξεων σου , γιατί απλούστατα δεν έκανες ποτέ τίποτε – ever!

Εκείνος σηκώθηκε απότομα και αποφάσισε για μια φορά στη ζωή του για να αδράξει την ημέρα .. Κατευθύνθηκε προς την συγκέντρωση των παλιών συμμαθητών κρατώντας το μαχαίρι του steak του καλά κρυμμένο .Εκείνη την ώρα έφευγε από την αίθουσα ένας ψηλός διοπτροφόρος με ύφος διανοούμενου ,παρέα με ένα ξανθό χαμογελαστό κοντό ..

-Εσύ θα την πληρώσεις Φλώρε φώναξε ο γέρος ορμώντας..

_46829536_1920_getty