Aπό την Αντιγόνη Καράλη //

«Θεωρώ τον Δον Κιχώτη μια μεγάλη μορφή της λογοτεχνίας. Κρατώντας από αυτόν κυρίως το όνειρο και την φαντασία, που χωρίς αυτά η ζωή είναι απολύτως κενή, ελπίζω να έχω την δύναμη να διατηρήσω το όνειρο και την φαντασία μου ζωντανά». Ο Άκις Βλουτής, η ψυχή της «Εταιρείας Θεάτρου Συν Επί», μπορεί να οραματίζεται και να πράττει, κρατώντας ζωντανό το όνειρο του θεάτρου, ενός θεάτρου απαιτητικού αλλά ουσιαστικού, που δεν κάνει εκπτώσεις.

Διανύοντας τον 10ο χρόνο δημιουργικής παρουσίας στα θεατρικά δρώμενα, με ορμητήριο τη σκηνή του «Από Μηχανής Θεάτρου», προτείνει ένα συμπαγές ρεπερτόριο για τη θεατρική περίοδο 2016-17, το οποίο περιλαμβάνει τα έργα: «Ο Πίθηκος του Κάφκα» του Κόλιν Τίβαν (έναρξη 14 Οκτωβρίου), «Πάρτυ Γενεθλίων»του Χάρολντ Πίντερ (έναρξη 11 Νοεμβρίου) και «Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ» του Έντουαρντ Άλμπυ (έναρξη 3 Φεβρουάριου 2017). Ο ίδιος, καταφέρνει επιτυχώς να ισορροπεί στην τετραπλή ιδιότητα του παραγωγού, καλλιτεχνικού διευθυντή, πρωταγωνιστή και σκηνοθέτη.

Ο θίασος του έργου, «Πάρτυ Γενεθλίων» του Χάρολντ Πίντερ, που ανεβαίνει στις 11 Νοεμβρίου, στο «Από Μηχανής Θέατρο».

Παραγωγός, καλλιτεχνικός διευθυντής, πρωταγωνιστής και σκηνοθέτης: ποια ιδιότητα είναι η πιο «ζόρικη» και ποια κρύβει τις περισσότερες χαρές;

Ως καλλιτεχνικός διευθυντής προσπαθώ να φτιάχνω μια δραματουργία, συστήνω ένα ρεπερτόριο που έχει μια διαδρομή, μια ιστορία. Και αυτό αποτελεί μεγάλη ηδονή. Όμως, η πιο ζόρικη και η πιο επικοινωνιακή ιδιότητα είναι αυτή του ηθοποιού. Αλλά και η πιο πλήρης, γιατί δημιουργείς έναν ολόκληρο κόσμο.

Υπήρξε κάποια στιγμή που κερδίσατε χρήματα μέσα από το θέατρο;

Είχα την τύχη, την πρώτη χρονιά με την πρώτη παράσταση, «Η Φάρσα της οδού Γούολγουρθ» να έχει ουρές μέχρι την Πειραιώς. Την δεύτερη χρονιά η «Γυναίκα της Πάτρας» «έσπασε» ταμεία. Έκτοτε, σε γενικές γραμμές και δεδομένων των συνθηκών της εποχής μας, δεν μπορώ να πω ότι κερδίζουμε, αλλά κάπως τα καταφέρνουμε.

Πόσο έχετε ωριμάσει καλλιτεχνικά μέσα στη στέγη του «Από Μηχανής Θεάτρου»; Θεωρείτε ότι είστε καλύτερος ηθοποιός απ΄όταν ξεκινήσατε;

Νομίζω πως οι χώροι δεν επηρεάζουν την ωρίμανση και την εξέλιξη του ηθοποιού. Εξ ορισμού ο χρόνος κάνει κάτι τέτοιο. Δέκα χρόνια μετά, ελπίζω να είμαι καλύτερος ηθοποιός και κατ’ επέκταση καλύτερος άνθρωπος.

Ο Άκις Βλουτής και η Μίνα Αδαμάκη πρωταγωνιστούν στο «Πάρτυ Γενεθλίων» του Χάρολντ Πίντερ.

Τι ρόλο ελπίζετε -το δικό σας θέατρο, και τα θέατρα αυτής της κλίμακας-, να διαδραματίσουν στη θεατρική Αθήνα; Ποιος είναι ο κεντρικός τους ρόλος; Διαμορφώνουν αισθητική άποψη, είναι κοιτίδες πειραματισμού;

Δεν ξέρω τι κάνουν τα άλλα θέατρα. Προσωπικά και παρότι ο χώρος παίζει ρόλο, διότι περιορίζει τα μεγάλα κείμενα, κινούμαι λίγο πιο αναρχικά. Τολμώ να ανεβάσω έργα που κάποιες φορές μπορεί να πει κανείς ότι ασφυκτιούν στη σκηνή, αλλά όλα έχουν τον τρόπο τους. Ο μικρός χώρος θέλει πολλή μεγαλύτερη έρευνα για να στηριχτούν μεγάλα έργα και με αυτό το σκεπτικό πιστεύω πως έτσι κι αλλιώς θέλει αισθητική άποψη και μεγάλη προσπάθεια.

 

Mε ποιο κριτήριο επιλέγετε το ρεπερτόριο;

Ο τρόπος είναι μάλλον μικτός. Από την εποχή των σπουδών μου δημιουργήθηκε ένας πυρήνας έργων που θα ήθελα να παρουσιάσω. Παράλληλα, όμως υπάρχουν και οι άνθρωποι, που πολλές φορές παίζουν μεγαλύτερο ρόλο. Με έναν τρόπο «τυχαίο» αυτές οι δύο παράμετροι συναντιούνται.

Ποιος ο φετινός άξονας του ρεπερτορίου και η γενική φιλοσοφία του;

Τα δύο έργα στα οποία παίζω («Πάρτυ Γενεθλίων», «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ»), είναι γραμμένα στην ίδια εποχή, τέλη της δεκαετίας του ’50. Οι συγγραφείς τους (Πίντερ και Άλμπι) κουβαλούν μέσα τους τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, την αλλαγή ισορροπιών στον χάρτη του κόσμου μέσα σε δυο κυρίαρχα τοπία: ανατολικό –δυτικό μπλοκ /καπιταλισμός – κομμουνισμός. Αλλαγές κέντρων εξουσίας, τερατώδης εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας με επιδράσεις στην έννοια οικογένεια, θρησκευτικότητα, πίστη και αποθέωση όλων των υλικών status quo, με έναν προφητικό σχεδόν τρόπο, κάνουν τους δύο συγγραφείς επίκαιρους όσο ποτέ.

Aισθάνεσθε ότι έχει εγκαταλειφθεί από την πολιτεία το κομμάτι του θεάτρου που υπηρετείτε, δεδομένου ότι έχει καταργηθεί ο θεσμός των επιχορηγήσεων;

Θα ήθελα να κάνω μια μικρή αναδρομή. Να θυμηθούμε λίγο από πού ξεκινάει η θεσμός των επιχορηγήσεων και γιατί είναι ευθύνη όλων μας η απόλυτη διαστρέβλωσή του που οδήγησε και στην κατάργησή του. Η μεταπολίτευση μας οδήγησε στην χρυσή εποχή του ΠΑΣΟΚ με την Μελίνα Υπουργό Πολιτισμού, η οποία αφουγκράζεται τους καλλιτέχνες και θεσπίζει τον θεσμό των επιχορηγήσεων και των ΔΗΠΕΘΕ , προτείνοντας μία αντίστιξη στο τότε υπάρχον θέατρο, δίνοντας βήμα σε σημαντικότατους καλλιτέχνες που προχώρησαν πολύ την τέχνη του θεάτρου στην χώρα μας. Νομίζω στην πορεία των χρόνων -με στρατηγικές που δεν γνωρίζω ακριβώς- ο θεσμός κρίθηκε, κατακρίθηκε και εντέλει καταργήθηκε. Σήμερα δυστυχώς, έχοντας μια απόλυτη καταστροφή γύρω μας, είναι ουτοπικό να παρακαλάμε την πολιτεία –που βρήκε όμως ένα εκατομμύριο να δώσει στο Εθνικό Θέατρο και όχι στους επιχορηγούμενους θιάσους που τους οφείλει ένα ανάλογο ποσό εδώ και 4 χρόνια. Αλλά τι να πεις, όταν έχει εγκαταλειφθεί σε όλους τους τομείς ολόκληρη η Ελλάδα!

Μήπως είναι λίγο δον κιχωτικό αυτό που κάνετε; Θέατρο και παραγωγές με δικά σας χρήματα;

Εξαρτάται πως το βλέπει κανείς. Αν το δεις δον κιχωτικά όπως αυτό νοείται στην Ελλάδα, τότε εντάσσεται στην σφαίρα του φανταστικού- δηλαδή του μη πραγματικού. Με άλλα λόγια απολύτως ουτοπικό. Επειδή όμως θεωρώ τον Δον Κιχώτη μια μεγάλη μορφή της λογοτεχνίας, κρατώντας από αυτόν κυρίως το όνειρο και την φαντασία, που χωρίς αυτά η ζωή είναι απολύτως κενή, ελπίζω να έχω την δύναμη να διατηρήσω το όνειρο και την φαντασία μου ζωντανά. Και εύχομαι να έχω την τύχη να τον παίξω στην σκηνή –όνειρο ζωής.

Η κινητικότητα στο θέατρο αντανακλά το επίπεδο του πολιτισμού της χώρας; Μήπως ο θεατρικός κόσμος είναι πιο δραστήριος από τους άλλους καλλιτεχνικούς χώρους;

Σε έναν βαθμό σίγουρα αντανακλά το επίπεδο πολιτισμού, αλλά έτσι και αλλιώς όλος ο πολιτισμός είναι σε μια δεύτερη μοίρα. Το θέατρο είναι ο καθρέφτης μας, είναι όμως και ποίηση, είναι η κατάργηση του χώρου και του χρόνου. Αυτό είναι λυτρωτικό για τους θεατές, αλλά και για μας τους καλλιτέχνες. Χωρίς να έχω ακριβή εικόνα για τους άλλους καλλιτεχνικούς χώρους, φαίνεται ότι πράγματι το θέατρο είναι πιο δραστήριο.

Κρατάτε τη σκηνοθετική μπαγκέτα, στον «Πίθηκο» του Κάφκα. Αποτελεί στόχος σας, από δω και στο εξής, και η σκηνοθεσία;

Νομίζω πως από δω και πέρα θα συνεχίσω και με τις δύο ιδιότητες. Ωστόσο, δεν είναι η πρώτη φορά που σκηνοθετώ. Έχω παρουσιάσει στο παρελθόν την «Ιστορία των Μεταμορφώσεων» του Γιάννη Πάνου με την Ρούλα Πατεράκη. Επίσης τα «Φύλλα Ημερολογίου» του Κ. Χρηστομάνου με την Ρούλα Πατεράκη και τον Κοσμά Φοντούκη και σε συνεργασία με την Ρ.Πατεράκη, τον «Δαίμονα» της Μ. Ευσταθιάδη στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.

 

Πηγή: www.ethnos.gr