της Σώτιας Παπαμιχαήλ //

Λένε πως τα παραμύθια είναι μόνο για παιδιά. Ψέματα! Τα παραμύθια είναι για όλους. Για μένα που ξεχνιέμαι στο φανάρι με ένα τραγούδι και χάνομαι και δε βλέπω πια αν είναι κόκκινο ή πράσινο. Για σένα που κολλάς το πρόσωπό σου στο τζάμι του λεωφορείου μετρώντας πόσοι πεζοί περπατάνε σκυφτοί, πόσοι χαμογελάνε και τι να σκέφτεται το κορίτσι με τα κόκκινο αδιάβροχο. Για εκείνον που δε βγάζει την ομπρέλα με τις πρώτες σταγόνες της βροχής και χορεύει όταν οι άλλοι στέκονται κάτω από τα υπόστεγα για να μη βραχούν. Και τούτο το βιβλίο ένα παραμύθι είναι. Τα “Παπούτσια με Φτερά” της Μαρίας Παπαγιάννη, εκδόσεις Πατάκη, είναι φτιαγμένα από τα υλικά του παραμυθιού που μας λείπει κι αναζητάμε και δεν τα παρατάμε.

Tα παραμύθια θέλουν μάτια κλειστά. Κλείσε τα μάτια σου λοιπόν και άκου. Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ο Άρης, η Ρόζα κι ο Καρλίτο. Ένας ψαράς που σκάρωνε στο σκοτάδι ποιήματα και παραμύθια για ξεχασμένα φτερά πουλιών, ένα κορίτσι που σημείωνε όλες τις άρες μάρες κουκουνάρες που άκουγε στο ημερολόγιο της κι ένα αηδόνι που το αγαπούσανε οι γάτες. Ποιες γάτες; Ο Ρεμπώ, η Πλαθ, ο Ελυάρ, η Σαπφώ, η Γουλφ. Και πού ζούσανε όλοι αυτοί; Μα στο βασίλειο των γάτων. Είχαν και φίλους το αγόρι που αγαπούσε ένα χρυσόψαρο, την κυρία Λυπημένη που έψαχνε τον Γκαμπίτο της, την Άννα με τον κρυφό ντοματόκηπο, την Ειρήνη που είχε έναν Μικρό Παράδεισο, το κορίτσι που ήθελε τόσο να την καλέσουν για τσάι, το αγόρι με το κομμένο σανδάλι, την κυρία Παράξενη που είχε ξεχάσει πώς είναι να χορεύεις φλαμένγκο στη Σεβίλλη.

Mην ανοίγεις τα μάτια. Μη βιάζεσαι. Τι; Σου λέω ψέματα και παιδικές βλακείες. Άκου, λοιπόν, την ιστορία κι αλλιώς. Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ο Άρης, η Ρόζα κι ο Καρλίτο. Ένας ψαράς που δουλεύει τις νύχτες για να μεγαλώσει την άρρωστη κόρη του. Για να ξεφύγει γράφει στίχους, διαβάζει ποίηση και λέει παραμύθια στη μικρή Ρόζα. Για να της κάνει το μαύρο άσπρο και το υπόγειο που μένουν βασίλειο των γάτων. Ο Ρεμπώ, η Πλαθ, ο Ελυάρ είναι αδέσποτα γατιά της γειτονιάς. Η Ρόζα, η κόρη του πονάει πολύ μα το κρύβει γιατί ντρέπεται για τον πόνο της. Το αγόρι που αγαπούσε ένα χρυσόψαρο, ο Χασίμ είναι ένα προσφυγόπουλο από το Πακιστάν. Η Άννα μια άστεγη πιανίστρια που μένει σε αμάξι, η Ειρήνη μια πασιονάρια ψιλικατζού. Ο Άρης και η Ρόζα ζούνε σε μια γειτονιά γεμάτη, άστεγους, μετανάστες, κουρασμένους και ματαιωμένους γείτονες που θέλουν να συνεχίσουν, να ζουν. Μόνο ο Καρλίτο δεν αλλάζει.

Nα σταματήσω; Θες να γυρίσω στο παραμύθι; Στο είπα, τα παραμύθια δεν είναι μόνο για μικρά παιδιά. Είναι φτιαγμένα για όλους, για μένα και για σένα μα δεν είναι πάντα ζαχαρένια. Δεν μπορώ να σταματήσω, τώρα, να μη στα πω όλα χαρτί και καλαμάρι γιατί ο Άρης όταν δεν ψαρεύει τις νύχτες και δεν πίνει για να ξεχάσει, προσπαθεί να φτιάξει ένα παραμύθι για το κοριτσάκι του που κουράζεται πολύ όταν περπατάει και κουτσαίνει κι υποφέρει. Γιατί το κοριτσάκι του, στον ύπνο του φοράει παπούτσια με φτερά και παλεύει για τα όνειρα των άλλων και για όσα δε θέλουν να ξεχάσουν και για τις γλώσσες, τα παραμύθια και τα τραγούδια των κυνηγημένων αυτού του κόσμου που δεν πρέπει να χαθούν. Γιατί το κοριτσάκι του, στον ξύπνιο της μοιράζεται τη μέρα της με τον Χασίμ και τη μαμά του που φοβάται να ζει στην καινούρια τους πατρίδα, με την Ειρήνη που τα βάζει με τους άντρες με τα μαύρα που γυρίζουν στη γειτονιά και κυνηγάνε τα παιδιά που έφτασαν τρομαγμένα από άλλες χώρες, με τη γειτόνισσα Έλλη και τη Λουίζα που άφησε ένα όνειρο μισό και με την Άννα που τη βοηθάει να αρχίσει πάλι από την αρχή. Κι ας είναι βαρύ το πόδι της μικρής του Ρόζας κι ας ζυγίζει εφτά χιλιάδες κιλά κι ας πονάει, δε σταματάει να περπατάει στους δρόμους αυτής της πόλης, να γυρίζει, να μυρίζει, να ρωτάει, να χαρίζει ό,τι έχει κι ό,τι μπορεί. Δε σταματάει μέχρι να νυχτώσει και να τρυπώσει πάλι στα όνειρά της μέχρι το πρωί.

Δεν έχει κεφάλαια αυτό το βιβλίο. Μην ψάχνεις κανόνες. Έχει στιγμές και λέξεις που κρέμονται από τα δέντρα κι όταν μεγαλώσουν θα γίνουν ποιήματα. Δεν έχει αρχή, μέση και τέλος από αυτά που έχεις συνηθίσει. Είναι μια εκδρομή. Μια ανάσα από εξοχή. Δεν έχει ήρωες με ονόματα βαριά. Μην ψάχνεις ούτε τέτοιους. Είναι ένα παραμύθι για μένα που ψάχνω για πασχαλίτσες ανάμεσα στις πλάκες του πεζοδρομίου, για σένα που ανοίγεις πριν το ξυπνητήρι για να δεις το ξημέρωμα και για εκείνον που κάθε μέρα βοηθάει την ίδια κυρία που με το μπαστουνάκι της προσπαθεί να περάσει τη μεγάλη λεωφόρο. Είναι το παραμύθι μας.