Από την Αγγελική Κώττη //

Να είσαι σύγχρονος του Μαγιακόφσκι και να θεωρείς ότι ο μεγάλος Ρώσος ποιητής είσαι εσύ, είναι ασυγχώρητο. Θα μπορούσαν να διεκδικήσουν τον τίτλο ο Παστερνάκ και ο Μάντελσταμ, η Αχμάτοβα και ίσως κάποιοι ακόμα, αλλά ο Ντεμιάν Μπέντνι, με τίποτα. Αλλά, τον Μπέντνι τον… καταλάβαιναν οι μάζες και πουλούσε τα στιχάκια του σε εκατομμύρια αντίτυπα. Χοντροκομμένα στιχάκια, γλείφτικα όπως θα λέγαμε σήμερα στιχοπλοκήματα και σε καμία περίπτωση ποιήματα. Αλλά, αφού οι «μάζες» (εκ του μάσσω που λέει και ο δρ. Νίκος Μπελογιάννης, ζυμώνω δηλαδή) τον αγαπούσαν, ο παντελώς άγνωστος σήμερα Μπέντνι ανακηρύχθηκε προλετάριος ποιητής και είχε φιλίες και φωτογραφίες και αλληλογραφίες και συναντήσεις και με τον Λένιν και με τον Στάλιν. Μέχρι και ο μορφωμένος λογοτεχνικά Τρότσκι τον ευνοούσε…

Πριν συνεχίσουμε, ας δούμε ένα δείγμα. Το ποίημά του «Ολοταχώς» σε μετάφραση Πέτρου Μανιάτη (εκδόσεις «Δίαυλος»):

Οι σαπισμένοι κ’ οι δειλοί τις νίκες μας τρομάζουν «Μην πάτε τόσο βιαστικά προς το σκοπό!» φωνάζουν. Αλλά η γερή ατμομηχανή της ιστορίας τραβά Στο δρόμο της θριαμβευτικά.
Να! Δεκαπέντε πια σταθμούς περάσαμε και πάμε. Σίγουρος ο μηχανικός γερά το τραίνο τ’ οδηγά. Και ξεφωνίζουν οι δειλοί: «Θε μου! Για πού τραβάμε; «Ω, σώστε μας, γλυτώστε μας! Σφίχτε τα φρένα βιαστικά!»
«Ω! ακούστε! Τρίζουνε οι αρμοί! Ω! ιδέστε! Πάμε σε καταστροφή!»
Εμπόδια βάζουν οι δειλοί στου αγωνιστή το δρόμο, Μα δεκαπέντε χρόνια πια, για τον οχτρό σκληρά,Το δρόμο ανοίγουν σ’ οδηγό που δε γνωρίζει τρόμο Κι’ ολοταχώς το τραίνο πάει μπροστά!

thumbnail_969e027b-82d0-437e-9917-cf7cbfa8a69d
Δεν γεννήθηκε με αυτό το όνομα, το επέλεξε γιατί σημαίνει Ντεμιάν ο Φτωχός. Θεωρούσε όντως τον εαυτό του μεγάλο Ρώσο ποιητή όπως φαίνεται από μια επιστολή του στον Στάλιν. Και σε καιρούς που υπήρχε μεγάλη έλλειψη αγαθών και πρώτων υλών, ο Λένιν δίσταζε να δώσει εντολή για δημοσίευση έργου του Βλαδίμηρου Μαγιακόφσκι, αλλά δεν είχε κανέναν ενδοιασμό ως προς το να δημοσιευθούν σε εκατομμύρια αντίτυπα τα στιχάκια του «προλεταριακού» ποιητή. Επιπροσθέτως ο εν λόγω δημοσίευε στην Πράβντα και στην Ισβέστια και πληρωνόταν κι  από εκεί- έγινε πάμπλουτος εν καιρώ σοβιετικού καθεστώτος. Ο Βολόντια και οι φίλοι του προσπαθούσαν να ζήσουν όπως-όπως. Αυτό όμως έκανε την τέχνη του ακόμα ωραιότερη.
Ο Μπέντνι είχε διαμερίσματα στο Κρεμλίνο και όλα τα καλά. Αλλά όπως όλοι οι κόλακες, την πάτησε. Πρώτος μπελάς, ένα έργο του στο οποίο τα έβαζε με τη ρωσική εκκλησία και την κατηγορούσε ότι έφταιγε για το άθλιο επίπεδο ζωής του ρωσικού λαού πριν από την Επανάσταση. Δίκιο είχε. Αλλά είχε παραβλέψει πως ο Στάλιν φοίτησε σε θρησκευτικό σχολείο στην Τιφλίδα της Γεωργίας. Κι ο πατερούλης, κατά το κοινώς λεγόμενο, τα «πήρε».

Σαν να μην έφτανε αυτό, έγραψε και ένα-δυο χρονογραφήματα στα οποία καυτηρίαζε υπαρκτά προβλήματα στη σοβιετική κοινωνία. Του έκανε κριτική η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΣΕ (εκεί είχαν φτάσει, να ασχολείται η ΚΕ με λογοτεχνήματα) μα ο Μπέντνι δεν έπιασε το υπονοούμενο. Σίγουρος ότι θα δικαιωνόταν, με αδικαιολόγητη αυτοπεποίθηση, έγραψε στον Στάλιν. Εκείνος τον κατσάδιασε στην απαντητική επιστολή του. Μετά από όλα αυτά, τον διέγραψαν από το κόμμα, τον πέταξαν έξω από το Κρεμλίνο (αν και με σοφιστείες κατάφερε να το καθυστερήσει πέντε- έξι χρόνια) και έπεσε σε δυσμένεια. Λεφτά είχε, αλλά δεν είχε πια τη φήμη. Την οποία δεν θα έπρεπε να είχε αποκτήσει εξαρχής. Πέθανε από ασθένεια, (δηλαδή με «φυσικό» τρόπο) το 1945. Σήμερα δεν τον θυμάται κανείς.

Ούτε κι εγώ θυμάμαι για ποιο λόγο ξεκίνησα να γράφω αυτό το κείμενο. Είναι κάτι διαλείψεις, αδικαιολόγητες σύντροφε Στέλιο μου. Ποιος είναι αυτός; Έλα μου ντε…

thumbnail_439b9d12-35eb-49ae-9472-6e541b55d5c8