Του Νικηφόρου Γκολέμη //

Εβδομάδα συμφωνίας για μελλοντική… συμφωνία αυτή που μας αφήνει, αφού οι απαιτήσεις των δανειστών για τη νομοθέτηση προληπτικών μέτρων έγιναν τελικώς δεκτές από την ελληνική κυβέρνηση. Έτσι, ανοίγει ο δρόμος για το κλείσιμο της αξιολόγησης, με τους εκπροσώπους των «θεσμών» να επιστρέφουν στην Αθήνα, ώστε να ξεκινήσουν οι ανάλογες διαπραγματεύσεις.

Η κυβέρνηση έσπευσε βέβαια να… χρυσώσει το χάπι της αποδοχής των προληπτικών μέτρων, υποστηρίζοντας ότι το δημοσιονομικό ισοζύγιο αυτών θα είναι ουδέτερο. Η ουσία όμως είναι ότι η ελληνική πλευρά έδωσε και δεν πήρε τίποτα. Με τη νομοθέτηση των προληπτικών μέτρων, δεσμεύτηκε πρακτικά να εφαρμόζει τις εκ των έξω υποδεικνυόμενες μεταρρυθμίσεις και μετά το πέρας του τρέχοντος προγράμματος το 2018 (αφού 3,5% πλεόνασμα φαντάζει με βάση τα στοιχεία αδύνατο). Το «τυράκι» του ουδέτερου ισοζυγίου φαίνεται αρκετά ελκυστικό, ωστόσο πίσω του κρύβεται μια μεγάλη παγίδα: Ενώ τα προληπτικά μέτρα θα ενεργοποιούνται κάθε φορά που δεν θα πιάνουμε τον στόχο του 3,5% (σ.σ. ίσως για πάντα), τα αντίμετρα θα εξαρτώνται μοιραία από τις αντοχές του κρατικού προϋπολογισμού. Με απλά λόγια, εάν το ταμείο καταλήξει στο… μείον, οι νομοθετημένες μεταρρυθμίσεις θα εφαρμοσθούν κανονικά, αλλά για τις απαιτούμενες ελαφρύνσεις πιθανώς να μην υπάρχει… σάλιο!

-Το πιο ανησυχητικό βέβαια είναι το γεγονός ότι το τοπίο μέχρι το 2019 κάθε άλλο παρά διαυγές κρίνεται. Εκτός του ότι συμφωνήσαμε για μέτρα, το περιεχόμενο και το ύψος των οποίων παραμένει άλυτο μυστήριο, δεν γνωρίζουμε καλά – καλά αν θα υπάρχει πρόγραμμα και αν το ΔΝΤ θα συμμετέχει σε αυτό. Εξάλλου, το πραγματικό παιχνίδι παίζεται στο μπρα ντε φερ Ευρώπης – ΔΝΤ. Διότι μπορεί το Ταμείο να ανέκρουσε προσωρινά πρύμναν όσον αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους, πλησιάζοντας έτσι τη «γραμμή Σόιμπλε», το βέβαιο όμως είναι ότι θα επανέλθει κάποια άλλη χρονική στιγμή που ίσως οι περιστάσεις θα ευνοούν περισσότερο την προώθηση και την επιβολή της αντίληψης αυτής στους Ευρωπαίους. Παράλληλα, το ερώτημα που πλανάται στον ευρωπαϊκό ουρανό είναι ένα και σαφές: Τι θα γίνει όταν, με τη λήξη του τρίτου μνημονίου, η Ελλάδα θα αδυνατεί να δανειστεί από τις αγορές. Και η χρηματοδότηση ενός τέταρτου μνημονίου από αμιγώς ευρωπαϊκούς πόρους προκαλεί πολλαπλά εγκεφαλικά τόσο στους θεσμούς της ΕΕ όσο και στις κυβερνήσεις του κάθε κράτους – μέλους ξεχωριστά.

-Για τον ελληνικό Λαό, το ερώτημα είναι βεβαίως εντελώς διαφορετικό. Και δεν είναι άλλο από το «πού βαδίζουμε κύριοι». Το 2019 μπορεί να φαντάζει ακόμα μακρινό, αλλά το τέταρτο μνημόνιο είναι μάλλον αναπόφευκτο. Πώς λοιπόν μετά από 9 χρόνια δημοσιονομικής προσαρμογής θα αναγκαστούμε να καταφύγουμε για τέταρτη φορά σε χρηματοδότηση από τον μηχανισμό στήριξης; Πού θα φθάσει το γαϊτανάκι των περικοπών και της φτωχοποίησης; Γιατί η οικονομία της χώρας, αντί να βελτιώνεται «μεταρρυθμιζόμενη», βαίνει επί τα χείρω; Πολύ απλά διότι στο υπάρχον οικονομικό πλαίσιο η ανάκαμψη ισούται με όνειρο καλοκαιρινής νύχτας. Η χώρα της μηδενικής παραγωγής και της αέναης κατανάλωσης θα νιώθει στο πετσί της τις επιπτώσεις της συμμετοχής της στην νομισματκή ένωση και το «σκληρό» ευρώ. Κι όσο ο Έλληνας αδυνατεί να κατανοήσει ότι το πρόβλημα δεν αφορά τη λογιστική, αλλά την άσκηση της πολιτικής, θα καταφεύγει σε μαθητευόμενους μάγους, «καταρτισμένους» τεχνοκράτες και «σπουδαγμένους» διαχειριστές, μόνο και μόνο για να βιώνει την απογοήτευση λίγους μήνες μετά.

-Η επόμενη μέρα βρίσκει επομένως τη χώρα σε δυσμενέστερη θέση από εκείνη που βρισκόταν πριν τη συμφωνία. Πέρα από τους οικονομικούς κινδύνους, η Ελλάδα δέχθηκε και διαπραγματευτικό «χαστούκι», αφού πλέον προστίθεται στο διαπραγματευτικό της μητρώο μια παραχώρηση από τη μεριά της, χωρίς οποιοδήποτε αντάλλαγμα. Λαμβάνοντας υπόψη την εν λόγω στάση της ελληνικής πλευράς, δεν αποκλείεται οι δανειστές να προσεγγίσουν ακόμα σκληρότερα τη διαπραγμάτευση, χωρίς να φοβούνται ενδεχόμενο τερματισμό των συνομιλιών. Το μήνυμα από το πολιτικό κατεστημένο προς τους δανειστές έχει σταλεί: Είμαστε απελπισμένοι και θα κάνουμε ό, τι ζητήσετε. Μήπως είναι καιρός να στείλει κάποιο μήνυμα και ο ελληνικός Λαός;