Του Νικηφόρου Γκολέμη //

Πλούσια σε γεγονότα (και) η εβδομάδα που μας αφήνει, με το ενδιαφέρον να εστιάζεται στην εισβολή της ΧΑ σε σχολείο στο Πέραμα. Στον υπόλοιπο κόσμο, η ορκωμοσία Τραμπ συγκέντρωσε πάνω της τα φώτα της δημοσιότητας, επισκιάζοντας τις υπόλοιπες εξελίξεις.

Η επίθεση της Χρυσής Αυγής στο Πέραμα ήρθε να δώσει μια νέα διάσταση στις κινήσεις των ταγμάτων εφόδου, καθότι για πρώτη φορά υπήρξε οργανωμένη εισβολή σε σχολικό χώρο και μάλιστα σε χρονικό σημείο τέτοιο που οι μαθητές δεν είχαν ακόμα αποχωρήσει. Αφήνοντας κατά μέρος τα «κίνητρα» της επίθεσης, προκαλεί αν μη τι άλλο τεράστιο προβληματισμό το γεγονός ότι το νεοναζιστικό μόρφωμα διαθέτει πλέον τη δυναμική να «εκτελεί» τέτοιου είδους χτυπήματα. Δυναμική που δεν απορρέει τόσο από την ανοχή και τη φίλια προσκείμενη διάθεση που επιδεικνύουν οι αστυνομικές δυνάμεις απέναντι στη Χρυσή Αυγή και τις πρακτικές της (οι αστυνομικοί που βρίσκονταν κοντά στο σημείο τη στιγμή της εφόδου πετούσαν μεν… χαρταετό, αλλά – κακά τα ψέματα – δεν ανακαλύψαμε και την Αμερική) όσο από την απήχηση που βαθμιαία αυτές βρίσκουν στην ελληνική κοινωνία. Διότι ο Λαγός και η παρέα του δεν κινήθηκαν – κατά πως φαίνεται – αυθορμήτως και άνευ σχεδιασμού, αλλά έπειτα από πρόσκληση των ίδιων των γονέων του σχολείου.

Processed with VSCO with b5 preset

Λαμβάνοντας υπόψη την παραπάνω διαπίστωση, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η συζήτηση εισέρχεται σε ένα νέο πλαίσιο. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που η Χρυσή Αυγή καλείται από «αγανακτισμένους» συμπολίτες μας να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά, να «καθαρίσει». Η ανυπαρξία του κρατικού μηχανισμού σε όλα τα επίπεδα, η αδυναμία να παρέμβει προς το συμφέρον του πολίτη, να πείσει για τις αποφάσεις που λαμβάνει και να διασφαλίσει ότι οι ενέργειες στις οποίες προβαίνει είναι σωστά μετρημένες και οι όποιες συνέπειες ελεγχόμενες, δημιουργούν το κατάλληλο έδαφος για τη δράση της οργάνωσης. Όσο η αναποτελεσματικότητα εξακολουθεί να εντείνεται και το αίσθημα αδιεξόδου μεγαλώνει, όλο και περισσότεροι συμπολίτες μας θα βρίσκουν καταφύγιο στις ανοικτές αγκάλες του «αντισυστημικού» χρυσαυγιτισμού, ο οποίος όμως στην πραγματικότητα έχει να επιδείξει ως μόνες «αντιστασιακές» περγαμηνές τον προπηλακισμό της δασκάλας των καλλιτεχνικών. Βέβαια, το αυτί των κυβερνώντων δεν δείχνει να ιδρώνει, αφού αντί σχεδίου για την αντιμετώπιση της κατάστασης και την άρση των δυσλειτουργιών παράγονται ηρωίδες της μιας βραδιάς, τύπου Τατιάνας. Και όσο πηγαίνουμε στη μάχη ενάντια στον χρυσαυγιτισμό με μπροστάρη τις Τατιάνες, σφαλιάρες θα τρώμε…

Στο έτερο μεγάλο θέμα και την ορκωμοσία του νέου πλανητάρχη, αρκεί κανείς να ακούσει την προχθεσινή ομιλία του Ντόναλντ Τραμπ, ώστε να καταλάβει τους λόγους που κατάφερε να επικρατήσει απέναντι στη Χίλαρι Κλίντον. Κάθε λέξη της “inaugural address” του νεοεκλεγέντος Αμερικανού προέδρου διεπόταν από το ευθύ και σαφές οικονομικό μήνυμα που έστειλε καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας: Σύγκρουση με τα λόμπι της Ουάσινγκτον, ευημερία για όλους τους πολίτες και όχι για τους λίγους, δουλειές και καλύτερες αμοιβές για τον «παρατημένο» λευκό Αμερικανό. Ήταν αυτό ακριβώς που έλειπε από την υποψήφια των Δημοκρατικών, η οποία εξαιτίας της πολιτικής της σταδιοδρομίας και των σχέσεών της με τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά κέντρα, δεν μπορούσε σε καμία των περιπτώσεων να πείσει για την ύπαρξη ενός φιλολαϊκού οικονομικού προσανατολισμού. Εξάλλου, ένα ξεκάθαρο οικονομικό μήνυμα κατά την προεκλογική εκστρατεία ήταν αυτό που είχε εξασφαλίσει στον σύζυγό της την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Στην περίπτωση του Ντόναλντ Τραμπ βέβαια, το μήνυμα συνοδευόταν και από – τουλάχιστον αμφιλεγόμενες ως προς την ορθότητά τους – διαπιστώσεις όσον αφορά την τρέχουσα κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Διαπιστώσεις που επανέλαβε και κατά τη χθεσινή ομιλία, αφού ανέφερε μεταξύ άλλων ότι η Αμερική ξοδεύει τρισεκατομμύρια για να κάνει άλλες χώρες πλούσιες και να φυλάει τα σύνορά τους, αδυνατώντας ταυτόχρονα να πράξει κάτι ανάλογο και για την ίδια, καθώς κι ότι οι οικογένειες σε γκετοποιημένες περιοχές είναι «παγιδευμένες» στη φτώχεια και την εγκληματικότητα. Κι αν οι υπερβολικές αυτές εξαγγελίες φάνταζαν εκ πρώτης όψεως μια απλή βάση για το «χτίσιμο» του προεκλογικού του λόγου, είναι πλέον φανερό ότι θα έχουν αντίκτυπο και στην πολιτική που θα ασκηθεί – τουλάχιστον – κατά την επόμενη τετραετία. Καλό θα ήταν λοιπόν και για τους Ευρωπαίους ηγέτες να αρχίσουν να προσαρμόζονται στη νέα κατάσταση αντί να «εκπλήσσονται» και να «απογοητεύονται», αφενός διότι τα δεδομένα δεν αλλάζουν και αφετέρου διότι, σε τελική ανάλυση, κανείς δεν τους ρώτησε…

5