Του Νικηφόρου Γκολέμη //
Με… εισβολή ξεκίνησε η εβδομάδα που μας αφήνει, αφού μέλη της Χρυσής Αυγής είπαν να… «μπουκάρουν» σε συνεδρίαση της ΕΣΗΕΑ σχετικά με τις μειονότητες.
-Το «ντου» στα γραφεία της ΕΣΗΕΑ συνέπεσε εντελώς τυχαία με την τοποθέτηση του τέως Υπουργού Δικαιοσύνης Νίκου Παρασκευόπουλου περί προσπάθειας ένταξης της Χρυσής Αυγής στο δημοκρατικό πλαίσιο. Κι αν με την πρώτη ματιά φαίνεται ότι ο πρώην Υπουργός επιχειρεί να ξεπλύνει τη Χρυσή Αυγή, μια δεύτερη ανάγνωση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Νίκος Παρασκευόπουλος μάς καλέι να αλλάξουμε ρότα. Δεν είναι η πρώτη φορά που κάποιος εκφράζεται με σκεπτικισμό απέναντι στην υπάρχουσα συνταγή αντιμετώπισης του νεοναζιστικού μορφώματος. Και τέτοιου είδους ανησυχίες είναι άκρως δικαιολογημένες, ιδιαιτέρως αν λάβουμε υπόψη τη σπασμωδική και άκρως αναποτελεσματική αντίδραση που επέδειξε το πολιτικό και μιντιακό κατεστημένο κατά την άνοδο της Χρυσής Αυγής, συμβάλλοντας εν τέλει στην εδραίωσή της στο πολιτικό σκηνικό. Από την πολιτική νομιμοποίηση που ΝΔ-ΠΑΣΟΚ προσέφεραν στην άκρα δεξιά (με τη συμμετοχή του Καρατζαφέρη στην κυβέρνηση Παπαδήμου) μέχρι τις ανεξέλεγκτες υστερίες των επίδοξων αντιφασιστών των τηλεπαραθύρων, η Χρυσή Αυγή κατόρθωσε όλο αυτό το διάστημα να συσπειρωθεί, να αποκτήσει εκλογική βάση και να οικειοποιηθεί την ταμπέλα του αντισυστημισμού, τίτλου τιμής στο υπάρχον πολιτικό πλαίσιο.
 
-Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα δεδομένα, η τοποθέτηση Παρασκευόπουλου φαίνεται δικαιολογημένη και η πρότασή του για σύγκλιση δημοκρατίας-Χρυσής Αυγής θα μπορούσε να θεωρηθεί βάσιμη επί της αρχής. Η σύγκλιση αυτή όμως δεν δύναται να πραγματοποιηθεί με τον τρόπο που περιγράφεται από τον πρώην Υπουργό. Η Χρυσή Αυγή δεν πρέπει να στηριχθεί από τα υπόλοιπα κόμματα σε μια προσπάθεια ένταξής της στο δημοκρατικό πλαίσιο, ούτε να σηκώσει άγκυρα για άλλες πολιτείες, δημοκρατικές. Διότι είναι αδύνατο να πεισθούν ξαφνικά για την αξία της δημοκρατίας οι τραμπούκοι και οι εγκληματίες. Η διαδικασία πρέπει να είναι εντελώς αντίστροφη. Η δημοκρατία είναι αυτή που πρέπει να κάνει τα βήματα προς τη Χρυσή Αυγή. Όχι βέβαια ιδεολογικά (αυτό θα ήταν καταστροφικό), αλλά σε επίπεδο βασικών δημοκρατικών αρχών. Η Χρυσή Αυγή θα πρέπει να εξαναγκαστεί, όχι να ασπαστεί τη δημοκρατία, αλλά να λειτουργήσει μέσα στο δημοκρατικό πλαίσιο. Να βγει δημόσια, να αναπτύξει τις απόψεις της και να δεχθεί την κριτική της για το μοντέλο, με βάση το οποίο πιστεύει ότι μπορεί να κυβερνήσει τη χώρα.
 
-Να μας πει ποιον υποστηρίζει στα ναυπηγεία, στα μεταλλεία, στους χώρους εργασίας και στον συνδικαλιστικό αγώνα. Να μας πει τι φιλολαϊκό και αντισυστημικό φέρνει μαζί της, όταν τα παίρνει από τους εργολάβους, προκειμένου να εξαφανίσει κάθε εργατική αντίσταση απέναντι στους μισθούς πείνας. Να μας πει ποιες συνθήκες εργασίας θα επιβάλει στις παραγωγικές μονάδες, όταν (με όλη τη χρονικοϋποθετική του σημασία) πάρει στα χέρια της τη διακυβέρνηση της χώρας. Να αναγκαστεί να… χορέψει, τώρα που μπήκε στον χορό. Τότε μόνο θα καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος όλο αυτό το μύθευμα περί αντισυστημισμού για μια οργάνωση που αποτελεί το μακρύτερο χέρι του συστήματος. Μέχρι τότε, θα συνεχίσουμε να μετράμε απαθείς από την πολυθρόνα του σπιτιού μας, πόσοι Πακιστανοί, πόσοι Αιγύπτιοι και πόσοι αντιφρονούντες έφαγαν ξύλο σήμερα.
 
-Το ενδιαφέρον πάντως μετατοπίστηκε γρήγορα από την ΕΣΗΕΑ στη… Βουλή, με τον πρωθυπουργό να ανακοινώνει χριστουγεννιάτικο μποναμά για τους συνταξιούχους και να βάζει πονοκεφάλους στα εσωτερικά των κομμάτων όσον αφορά τη στάση που θα κρατούσαν στην ψηφοφορία. Μπορεί τα μέτρα να κινούνται στο πλαίσιο του γνωστού ανέκδοτου με τον… Χότζα και να ακροβατούν μεταξύ υποτυπώδους κοινωνικής ελάφρυνσης και υποκρισίας, αποτέλεσαν ωστόσο έναν άρτια εκτελεσμένο ελιγμό από τη μεριά της κυβέρνησης, ο οποίος φαίνεται να απέδωσε καρπούς. Γεγονός που αποδεικνύεται από τη στάση που παρουσίασε στην ψηφοφορία η Νέα Δημοκρατία, η οποία -αν και άλλαξε προηγουμένως καμιά δεκαριά φορές άποψη-, κατέληξε εν τέλει στο «παρών», με την αιτιολογία ότι η κυβέρνηση παραβιάζει τις συμφωνίες και προβαίνει σε μονομερείς ενέργειες.
 
-Το «παρών» αυτό ήταν μάλλον η πιο τίμια στάση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με γνώμονα τον ιδεολογικό χάρτη, στον οποίο κινείται. Με δεδομένη την ακλόνητη πίστη στον νεοφιλελευθερισμό και τις φλύκταινες που βγάζουν τα στελέχη της ΝΔ κάθε φορά που φθάνουν στα αυτιά τους ελαφρύνσεις, κοινωνικά μερίσματα και παρεκκλίσεις από τα συμφωνηθέντα, θα ήταν αρκετά υποκριτικό να δώσουν οι βουλευτές του κόμματος θετική ψήφο σε κάτι που δεν πιστεύουν. Εξάλλου, τη δεδομένη χρονική στιγμή, αυτός που κινείται πιο μακριά από τις ιδεολογικές του αξίες είναι ο ΣΥΡΙΖΑ με τις κυβερνητικές του πρακτικές. Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι το «παρών» της ΝΔ στην πενιχρή αυτή ενίσχυση των συνταξιούχων από την κυβέρνηση. Αυτό που οφείλει να μπει στην πολιτική ζυγαριά ωστόσο, είναι ο ιδεολογικός προσανατολισμός του κόμματος αυτός καθαυτός. Διότι, όταν ανέχεσαι και αποδέχεσαι σιωπηλά τέτοιες πρωτοφανείς παρεμβάσεις στα εσωτερικά του κράτους σου, όπως αυτή που επιχειρεί τη δεδομένη χρονική στιγμή ο Σόιμπλε, είσαι ο πλέον ακατάλληλος να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Παγιδευμένος στην κοντόφθαλμη λογιστική σου θεώρηση των πραγμάτων, θα δέχεσαι την οποιαδήποτε περιστολή της εθνικής σου κυριαρχίας αδιαμαρτύρητα, φοβούμενος μήπως… καταρρεύσει κάποια Αγία Συμφωνία και παραβείς τους όρους του… Ευαγγελίου των συμφωνηθέντων.
 
Η ευκολία που η Νέα Δημοκρατία αποδέχεται τις «μαχαιριές» στο σώμα της δημοκρατίας και της εθνικής κυριαρχίας είναι αυτή που καθιστά μια πιθανή κυβέρνησή της αδύναμη απέναντι στις ξένες παρεμβάσεις και αφήνει δυνάμει τον φτωχοποιημένο ελληνικό Λαό έρμαιο στις ορέξεις του κάθε Σόιμπλε. Παρά τις προσπάθειες λοιπόν που καταβάλλει η ΝΔ να εμφανισθεί στην κοινωνία ως μια πραγματική εναλλακτική, στην ουσία πρόκειται για ακόμα έναν –αποτυχημένο- διαχειριστή, από τους πολλούς που έχουμε υποστεί τα τελευταία χρόνια. Για πόσο καιρό ακόμα;

Processed with VSCO