Συνέντευξη στον Γιάννη Παναγόπουλο //
Κοίτα την Ελένη Τσαλιγοπούλου. Σε μια εποχή που αποθεώνει το στιγμιαίο, εκείνη κυκλοφορεί το άλμπουμ «Των φίλων τα σπίτια» με 16 τραγούδια. Είναι πράξη αντίστασης αυτό. Ζητά από το κοινό να επιστρέψει στην εποχή που η μουσική ήθελε τον χρόνο της. Που το τραγούδι δεν κρινόταν από τα πρώτα δύο, τρία λεπτά διάρκειάς του αλλά ίσως ζητούσε περισσότερες από μία ή δύο ακροάσεις μέχρι να ονομαστεί «απαραίτητο» στους ακροατές του. Δεν είναι πως η Ελληνίδα ερμηνεύτρια αρνείται τις εντολές του παρόντος, με πρώτη εκείνη που λέει πως το σήμερα δεν αντέχει να περιμένει το αύριο και το χθες είναι αρχαιολογία. Είναι πως η Ελένη Τσαλιγοπούλου, όπως λέει, θέλει ν’ ακούσει τους διπλανούς νέους που συνθέτουν μουσική γιατί εκεί βρίσκεται η δροσιά που θα ανανεώσει το ελληνικό τραγούδι. Αυτό, δηλαδή, που υποστηρίζει με θέρμη τα τελευταία τριάντα χρόνια της ζωής της.

-Αυτή η περίοδος είναι μια τράνζιτ στιγμή για εσάς; Έχετε νέο άλμπουμ. Σε λίγο ξεκινάτε περιοδεία. Πώς θα περιγράφατε το παρόν σας; 

-Γεμάτο πρόβες. Έχω ένα αίσθημα δημιουργίας, συνδυασμένο με ελαφρύ άγχος. Επιστρέφω στη δισκογραφία με άλμπουμ 16 τραγουδιών ύστερα από επτά ολόκληρα χρόνια. Ήταν λιγάκι παλαβούτσικο όλο αυτό. Να κυκλοφορήσω «δουλειά» με τόσα πολλά κομμάτια. Προφανώς ήταν επιλογή μου. Η παρέα των ανθρώπων που συνεργαζόμαστε μεγάλωσε. Ήρθαν νέοι φίλοι. Ήρθαν νέα πρόσωπα. Άκουσα τα τραγούδια τους, κάποια μου άρεσαν πολύ, τόσο που δεν θα ήθελα να μην τα συμπεριλάβω στο νέο μου δίσκο. Όταν διαλέγω τραγούδια την προσοχή μου κλέβει η ένταξή τους στις ζωντανές παραστάσεις. Είναι μια επιλογή που ήρθε και έγινε φυσικά.

-Έχω την αίσθηση, σιγά την αίσθηση δηλαδή, πως όλο και λιγότεροι προσέχουν τα άλμπουμ. Κάνουμε λες και ένα ή δύο τραγούδια ενός καλλιτέχνη μπορούν να θεωρηθούν ολοκληρωμένο δισκογραφικό βήμα. 

-Δεν θα διαφωνήσω με αυτό. Ο κόσμος εκπαιδεύτηκε ν’ ακούει τραγούδια και όχι άλμπουμ, όπως κάναμε κάποτε.

-Σε σας, στη δική σας περίπτωση, αυτή η εντολή γιατί δεν έπιασε τόπο; 

-Τραγουδώ τριάντα ολόκληρα χρόνια. Είναι επιλογή να βγάλω άλμπουμ με όσα τραγούδια θέλω. Δεν έχει σημασία αν είναι πέντε ή οκτώ ή είκοσι οκτώ. Ο κόσμος ίσως δεν εμπιστεύεται πια τα άλμπουμ. Κανένα πρόβλημα. Μπορεί να έχει γίνει ακολουθητής της τάσης που λέει πως πλέον ακούμε μόνο τραγούδια, όχι ολοκληρωμένες δισκογραφικές δουλειές. Αυτό μπορεί να είναι ένα δεδομένο εξέλιξης. Η τελευταία, δεν έχει φέρει μόνο ωραία πράγματα. Εχει φέρει και άλλα που τελικά δυσκολεύουν τις ζωές μας. Υπάρχουν φορές που νομίζω πως βιώνουμε μια εποχή παρατεταμένης αναμονής. Περιμένουμε να δούμε ποιο θα είναι το επόμενο βήμα στη μουσική. Ποιος θα είναι ο επόμενος τρόπος που θα την ακούμε.

-Ας ψηλαφίσουμε το μέλλον. Το επόμενο βήμα στη μουσική ποιο είναι; 

-Είναι λίγο φοβιστικό αυτό που θα πω. Στο μέλλον μπορεί να μη βγαίνουν καν άλμπουμ μουσικής. Ίσως μοναδική εξαίρεση αποτελέσουν εκείνα που θα περιέχουν αφιερώματα στους παλιούς και μεγάλους ερμηνευτές – συνθέτες – στιχουργούς. Βγάζουμε πια ένα, δυο τραγούδια. Επιθυμούμε να γίνουμε κατανοητοί στον κόσμο όσο πιο γρήγορα γίνεται. Αυτό το έκανα και εγώ στο παρελθόν. Τα τελευταία επτά χρόνια κυκλοφόρησα τρία σινγκλ. Μια χαρά πήγαν. Ο κόσμος συνέχισε να με ακούει. Δεν σκέφτηκε πως έκανα πίσω. Όμως αυτό δεν κάνει καλό στο τραγούδι γενικότερα. Ο κόσμος πρέπει να ανακτήσει την εμπιστοσύνη του σ’ εκείνο. Όλες αυτές οι δισκογραφικές δουλειές που μπήκαν σε εφημερίδες, περιοδικά την περασμένη δεκαετία, δεκαπενταετία ήταν ένα ξεπούλημα. Και τώρα χωρίς ΑΕΠΙ το πράγμα θα γίνει ακόμα πιο δύσκολο. Το τραγούδι στο μέλλον; Πώς θα είναι οι τραγουδίστριες και οι τραγουδιστές στο μέλλον; Τι θα τραγουδάμε στο μέλλον; Σε ποια γλώσσα θα τραγουδάμε στο μέλλον; Τι να πω για όλα αυτά; Η δική μου αίσθηση λέει πως στο μέλλον η ελληνική γλώσσα θα γίνεται ολοένα και υποδεέστερη.

-Αναφέρεστε στη μη εξέλιξή της; 

-Βέβαια. Το Ιντερνετ. Ενας χαοτικός κόσμος που δεν έχει κάτσει ακόμα, που δεν έχει κατανοηθεί ακόμα. Λειτουργούμε σ’ ένα συγκεκριμένο περιβάλλον συγκεκριμένων λέξεων. Τα λάικ έγιναν μετρητές της αποδοχής των πράξεών μας. Μου λένε ότι πρέπει να έχεις Ινσταγκραμ, την ίδια στιγμή που εγώ δεν καταλαβαίνω τον λόγο που πρέπει ν’ ανεβάζω ή να στέλνω φωτογραφίες δεξιά κι αριστερά. Δεν είναι τεχνικό το θέμα. Αν μπορώ να το κάνω; Μπορώ. Ο λόγος που πρέπει να το κάνω ποιος είναι; Αυτό δεν καταλαβαίνω. Ποιος είναι ο λόγος να «σηκώνουμε» φωτογραφίες για να δείξουμε πως είμαστε στη θάλασσα ή το βουνό;

-Η μαζική κουλτούρα είναι επιθετική; Το δίλεπτο ή το πεντάλεπτο που αντέχει μια εικόνα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να πάρει όσα περισσότερα λάικ έγινε το ευαγγέλιο της ζωής μας; Ζούμε τη νίκη της εικόνας έναντι του πραγματικού; 

-Σε μένα όλα αυτά μου φαίνονται τρελά.

-Και ίσως είναι… 

-Ο γιος μου δεν το βλέπει έτσι. Ο ανιψιός μου το ίδιο. Ισα ίσα τα θεωρούν λογικά. Για μένα το ότι έβγαλα μια φωτογραφία και την πόσταρα παντού για να δείξω πως τελικά υπάρχω, είναι κουφό.

-Τα περισσότερα προφίλ χρηστών στα σόσιαλ μίντια είναι φωτογραφίες από παραλίες, κότερα, αεροδρόμια. Λες και κανένας ποτέ δεν μπήκε σε λεωφορείο ή σε βαγόνι του ηλεκτρικού ώρες αιχμής όταν θυμίζουν ανθρώπινες κονσέρβες. 

– Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους στην τηλεόραση, στον κινηματογράφο, όλο το εμπορικό σύστημα του τραγουδιού. Όλοι τους είναι γαμώ τις γκόμενες και γαμώ τους γκόμενους. Στο φινάλε λες: «Αυτή ή αυτός έχει πολύ καλή φωνή». Είτε ένας άνθρωπος είναι καλλιτέχνης, είτε δουλεύει νυχθημερόν για να τα βγάλει πέρα σ’ αυτή την πολύ δύσκολη ζωή, αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να δείξει όμορφος. Να έχει επίπεδη κοιλίτσα, γυμνασμένα χέρια, μπουτάκια μια χαρά, τίποτα δηλαδή.

-Να επιστρέψουμε στη νέα σας δουλειά; Λέγαμε πως ετοιμάζεστε για περιοδεία. Τι σημαίνει περιοδεία για εσάς; -Ας μιλήσουμε πρώτα για το παρόν. Αυτή τη στιγμή φτιάχνουμε το πρόγραμμα που θ’ ακουστεί στην περιοδεία μας. Με τους συνεργάτες μου συχνά αστειευόμενοι λέμε πως στις συναυλίες δειγματίζουμε τραγούδια. Από τη νέα δισκογραφική δουλειά «Των φίλων τα σπίτια» στο ραδιόφωνο θ’ ακουστούν ένα ή δύο ή τρία απ’ αυτά. Το «Τελευταίο φιλί» και το «Πονεί η καρδιά μου» έχουν πάρει τα πάνω τους, όμως περιμένω τις συναυλίες. Εκεί που το πράγμα είναι άμεσο. Με τους φίλους και συνεργάτες μου θα γυρίσουμε ανά την Ελλάδα. Εχουν προστεθεί νέοι μουσικοί στην παρέα. Εχουμε ένα νέο πρόσωπο που μας αρέσει πολύ. Οι περιοδείες είναι πολύ κουραστικές. Αν δεν ήταν η αγάπη του κόσμου που με ανανεώνει νομίζω πως θα ήταν πραγματικά καταναγκαστικά έργα. Ξυπνάς πολύ νωρίς το πρωί, ταξιδεύεις, φτάνεις κάπου κατάκοπος. Και αν οι συναυλίες είναι κολλητά η μία με την άλλη, το όλο πράγμα γίνεται πολύ, μα πάρα πολύ δύσκολο.

-«Των φίλων τα σπίτια». Ο τίτλος του άλμπουμ σας με στέλνει στο χιλιοειπωμένο «Οι παρέες γράφουν ιστορία». Φαντάζομαι πως με το τελευταίο δεν διαφωνείτε, έτσι δεν είναι; -Προφανώς και δεν διαφωνώ. Θα έλεγα πως το έχω νιώσει μπαίνοντας στον χώρο. Εκείνη την περίοδο με ρωτούσαν: «Κυρία Τσαλιγοπούλου, ποια γνώμη έχετε για τα κυκλώματα;». Και εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω τι εννοούσαν. Τι να πω; Ημουν πολύ τυχερή. Με τους συνεργάτες μου όλα αυτά τα χρόνια ό,τι έγινε, έγινε φυσιολογικά και αγαπησιάρικα. Αν αυτό εννοούσαν όταν έλεγαν τη λέξη «κύκλωμα», τότε θα έλεγα πως το δικό μου «κύκλωμα» ήταν και είναι τέλειο.

-Μέρος της πορείας σας στο τραγούδι έτρεξε και την εποχή που το «έντεχνο» τραγούδι θεωρήθηκε αυτόνομο μουσικό είδος. Το «έντεχνο», προσωπικά, δεν το κατάλαβα ποτέ. Οσο ποιητικά και να το δεις, το έντεχνο προϋποθέτει το άτεχνο. Δηλαδή, τα υπόλοιπα είδη μουσικής, πλην εκείνου που αυτοβαπτίστηκε «έντεχνο», τι ήταν; Μια αυθαίρετη διαίρεση ήταν, για μένα τουλάχιστον, όλο αυτό. Για εσάς; 

-Μιλάς για τη δεκαετία 1990. Ναι, αυτό που είπαμε «έντεχνο» τραγούδι ήταν μια αυθαιρεσία. Για μένα έντεχνο ήταν οι μεγάλοι μας έντεχνοι Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Ξαρχάκος, όπως επίσης και οι ποιητές μας από τις δεκαετίες του 1950, του 1960 του 1970. Απλά θεωρώ πως τη δεκαετία του 1990 υπήρξε ένας ιδανισμός, γιατί οι περισσότεροι κοιτούσαμε προς εκείνους τους μεγάλους που είπα πριν.

-Ακόμα και σήμερα: Χατζιδάκις εδώ. Χατζιδάκις σε λίγο. Χατζιδάκις εκεί. Μας είναι τελικά τόσο δύσκολο να παραδεχτούμε πως ο Χατζιδάκις πέθανε; 

-Αντικαταστάτες στους μεγάλους έντεχνους δεν θα βρούμε ποτέ. Στους τραγουδιστές αυτό συμβαίνει, όχι όμως σ’ εκείνους. Κατά τα άλλα είναι δύσκολο να ακούσουμε νέους ανθρώπους. Αυτό πρέπει ν’ αλλάξει. Κοίτα πώς λειτουργεί η δισκογραφία τα τελευταία χρόνια. Ολα μοιάζουν εκνευριστικά σέιφ. Το ραδιόφωνο παίζει μόνο πλέι-λιστ και ψάχνει εναγωνίως να σταθεί σ’ εκείνο το τραγούδι που είναι εύκολο να ακουστεί. Αυτή η σκοπιμότητα απορρίπτει τη δημιουργία. Οι σταθμοί επιλέγουν τραγούδια, δεν διαλέγουν τραγούδια όπως γινόταν παλιότερα. Οι παραγωγοί δεν ψάχνουν να αναδείξουν κομμάτια μουσικής. Δεν λένε πια τη γνώμη τους γι’ αυτά. Πες μου, λοιπόν, ποιος Μάνος Χατζιδάκις, ποιος Μίκης Θεοδωράκης θα μπορούσε να υπάρξει σήμερα; Η εποχή κινείται πολύ γρήγορα. Είμαι σίγουρη πως υπάρχουν ταλαντούχοι άνθρωποι που αγαπούν τη μουσική πολύ, δημιουργούν πάνω της και δεν είναι εύκολο ν’ ακουστούν. Εύχομαι ν’ αλλάξει αυτό. Πρέπει να οι νέοι άνθρωποι να μας δείξουν τη μουσική τους. Εχω δώσει τη ζωή μου σ’ αυτό που λέγεται τραγούδι. Και θέλω να δω ποιοι είναι οι νέοι άνθρωποι που το αγαπούν. Μουσική δεν είναι δημοφιλία και φράγκα. Δεν θέλω να γίνουμε μια γενιά δεινοσαύρων. Περιμένω τους νέους. Πρέπει να βγουν αυτοί οι νέοι άνθρωποι, οι νέοι εικοσάρηδες έξω. Θέλω ν’ ακούσω τα τραγούδια τους. Θέλω να με μάθουν τη μουσική τους. Μόνο έτσι το πράγμα θα πάει μπροστά.