γράφει η Μαριλιάνα Ρηγοπούλου //

Συνταγή για Αχινοσαλάτα: «Κούπα κρυστάλλινη με κοράλλια αχινών, ριπές μελτεμιών, μια σταγόνα λεμονιού και μια σταγόνα από τη θάλασσα του Αιγαίου», απαιτητική συνταγή υψηλής γαστρονομίας για απαιτητικούς λάτρεις της ζωής και του έρωτα, με ευφυή αντίληψη των επίγειων απολαύσεων.

Στο θέατρο « Αλκμήνη» παρουσιάζεται το έργο του Ανδρέα Στάικου «Επικίνδυνες Μαγειρικές» σε σκηνοθεσία Κερασίας Σαμαρά.

Ο Ανδρέας Στάικος έχει γράψει πολλά θεατρικά έργα όπως: « Τα φτερά στρουθοκαμήλου», « Κλυταιμνήστρα», «Η αυλαία πέφτει», πολλά από τα οποία έχει σκηνοθετήσει ο ίδιος.

Οι «Επικίνδυνες Μαγειρικές» είναι ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα που έχει μεταφραστεί σε 34 γλώσσες, έχει διασκευαστεί για το θέατρο κι έχει ανέβει στην ComedieFrancaise στο Παρίσι όπως και σε πολλά άλλα θέατρα, έχει μεταφερθεί επίσης και στον κινηματογράφο σε σκηνοθεσία Βασίλη Τσελεμέγκου.

Όλη η υπόθεση του έργου περιστρέφεται γύρω από μια γυναίκα, ερωτική, πλανεύτρα, ξελογιάστρα τη Νανά, αντικείμενο πόθου για τρείς άντρες, το σύζυγό της και δύο εραστές τον Δαμοκλή και τον Δημήτρη.

Η Νανά είναι η επίγεια απόλαυση, αυτή που είναι ποθητή από όλους, ποιος κοινός θνητός δεν επιθυμεί, δεν επιδιώκει και δεν διεκδικεί τις επίγειες απολαύσεις. Ζει μέσα από τον έρωτα και τις γαστριμαργικές ηδονές, γι’ αυτήν έρωτας και φαγητό είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, όσο πιο περίτεχνα φτιαγμένο ένα φαγητό, τόσο πιο συγκλονιστική η απόλαυση κι όταν μάλιστα είναι φτιαγμένο από τα χέρια του εραστή της, τόσο πιο έντονο το πάθος, η φλόγα που θεριεύει στο μυαλό και το σώμα της.

Τόσο ο Δαμοκλής, όσο και ο Δημήτρης είναι δεινοί τεχνίτες της κουζίνας κι αυτό είναι που κάνει τη Νανά να εξαρτάται από αυτούς, αλλά και να τους χρησιμοποιεί κατά τις επιθυμίες της κι όλο αυτό το παιχνίδι συνεχίζεται αργά – βασανιστικά σ’ αυτό το περίπλοκο τρίγωνο Τέχνης μέχρις ότου οι δύο εραστές ανακαλύψουν ο ένας την ύπαρξη του άλλου, τότε τίθεται το μέγα στοίχημα ποιος θα κερδίσει τη Νανά μέσα από έναν αγώνα υψηλής μαγειρικής.

•Μέσα σ’ όλη αυτή την περιπέτεια, ένας υποκινητής και συνάμα διαμορφωτής των καταστάσεων, οι δύο εραστές στα χέρια του βρίσκονται σαν μαριονέτες κι εκείνος κινεί τα νήματα με τον ίδιο αδηφάγο και χειριστικό τρόπο όπως η Νανά, άρα το έπαθλο του ανήκει στο φινάλε.

Η Κερασία Σαμαρά, έχοντας στα χέρια της το έργο του Ανδρέα Στάικου «Επικίνδυνες Μαγειρικές», ένα κείμενο τόσο λειτουργικό, μορφολογικά- εξελικτικά άρτια δομημένο, μ’ ένα χιούμορ ευφυές και κομψό, δεν θα μπορούσε σκηνοθετικά να μην οικοδομήσει και μια αντίστοιχη παράσταση.

Η Κερασία Σαμαρά μέσα από την σκηνοθετική της προσέγγιση αναδεικνύει τον έρωτα σε όλες τις μορφές του.

Μας δείχνει τον έρωτα τον τρυφερό που μοιράζεται η Νανά με τους εραστές της, στις πιο ιδιαίτερες στιγμές τους που η απόλαυσή του είναι μια ρομαντική φαντασμαγορία αργή και γοητευτική.

Μας μιλά για τον συζυγικό έρωτα που έχει φθαρεί κι έχει οδηγηθεί στην απόλυτη ρουτίνα, κουραστική, βαρετή, ψυχοφθόρα.

Μας προβάλλει τον έρωτα τον φλογερό, τον γεμάτο πάθος, όταν η Νανά με τους εραστές της στροβιλίζεται σ’ αυτή την αέναη αόρατη δίνη που τους συνεπαίρνει σε μια άλλη διάσταση όπως λέει και ο Τάσος Λειβαδίτης: «….κι η αγάπη μας ήταν η απέραντη σκάλα που ανέβαινα πάνω απ’ το χρόνο και το Θεό και την αιωνιότητα ως τ’ ασύγκριτα, θνητά σου χείλη».

 

Η σκηνοθετική ματιά της Κερασίας Σαμαρά τόσο διεισδυτική και αναλυτική, αποκαλύπτει και τις πιο μικρές λεπτομέρειες που προκύπτουν από τη σύνδεση των γευστικών απολαύσεων και των ηδονών της σάρκας καθώς και στα δύο επίπεδα υπάρχει η δοκιμή, το εφήμερο και η πλάνη.  Μέσα από τη μορφή της Νανάς, αναδεικνύει την αντιπροσωπευτικότερη υπόσταση της γυναικείας φύσης, της θηλυκής, της πιο αρχέγονης μορφής του Έρωτα.

Όταν ο εραστής της ο Δημήτρης λέει πως: « Η Νανά είναι μια λυσσσασμένη Θεά», αυτός είναι ο έρωτας ο αδηφάγος, ο δακέθυμος κάποιες στιγμές, «Του Έρωτα μέγα κακό σπαράζεις τους ανθρώπους» έλεγε η Μήδεια κι η Νανά ως άλλη Άελλα τους παρέσυρε στον έρωτά της, τόσο βολικά χειριστικό για εκείνη, τόσο εφήμερο μα και τόσο ζοφερό γι’ αυτούς που ο ένας αγνοεί την ύπαρξη του άλλου εραστή και ζούν το δικό τους όνειρο, τη δική τους πλάνη, μέχρι τη στιγμή της αποκάλυψης, μέχρι τη στιγμή που ανακαλύπτουν πόσο ερεβώδες, παρασκηνιακό και στυγνό υπήρξε το παιχνίδι της αγαπημένης τους.

Ωστόσο κανείς τους δεν αντέχει στην ιδέα πως μπορεί να χάσουν τη Νανά από τη ζωή τους, ο έρωτας της απόγνωσης, της εγκατάλειψης «…. Ολόκληρη ένα τρέμουλο μ’ αδράχνει και νιώθω από το θάνατο λίγο ν’ απέχω καθώς σαλεύει το μυαλό στη σκέψη πως μπορεί πλάι μου να μην σ’ έχω» έλεγε η Σαπφώ.

•Η Κερασία Σαμαρά εμβαθύνοντας έτι περισσότερο σκηνοθετικά στο σημειολογικό μέρος του έργου, ρίχνει άπλετο φως πρώτον στην ανάγκη των ανθρώπων να ερωτευτούν, να αισθανθούν, να αγγίξουν ο ένας τον άλλο να μοιραστούν κι όπως έλεγε κι ο Αριστοφάνης στο Συμπόσιο Του Πλάτωνα: « Είναι λοιπόν ο έρωτας μέσα στη φύση μας από τα παλιά τα χρόνια. Αυτός παλεύει να επαναφέρει κάθε άνθρωπο στην πρώτη, στην αρχαία του μορφή. Αυτός μας κάνει συνέχεια να αναζητάμε το κομμάτι που μας λείπει για να γίνουμε ολόκληροι. Και μόνο όταν δύο κομμάτια ενωθούν και γίνουν ένα, τότε μόνο η ανθρώπινη φύση στον πόνο της βρίσκει γιατρειά».

Εν συνεχεία σχολιάζει τη ροπή των ανθρώπων προς την τρυφηλή ζωή, προς τον άκρατο συβαριτισμό, τη νωχέλεια, τις απολαύσεις, την καλοπέραση σε όλες τις μορφές της, ενώ ταυτόχρονα μέσα απ’ το χαρακτήρα της Νανάς, καυτηριάζεται μια άλλη πλευρά του αξιακού κώδικα του Έρωτα και των σχέσεων που αυτός δημιουργεί, μιλά για εκείνη τη μορφή ελευθερίας που συνδέεται άμεσα με την ηθική ελευθεριότητα, αποσκοπώντας στην αποσύνδεση και απεξάρτηση του ατόμου από κάθε κατεστημένη ηθική αρχή- συνθήκη που περιορίζει τις επιθυμίες του με τελικό στόχο την επίτευξη της απόλυτης ατομικής ικανοποιήσεως που θεωρεί ως την ανώτατη αξία.

Κι όλα αυτά δοσμένα με ένα γοητευτικό χιούμορ, με μια ιδιότυπη γλωσσική έκφραση και με μια αέρινη, άκρως απολαυστική σκηνοθετική οπτική, η Κερασία Σαμαρά δημιουργεί μια παράσταση που απογειώνει τις αισθήσεις.

•Στο ρόλο της θελκτικής Νανάς η Μαργαρίτα Πανουσοπούλου, αληθινά ερωτική οπτασία.

Η Μαργαρίτα Πανουσοπούλου ως άλλη Νανά του Ζολά, σαγηνεύει τους άνδρες, κανείς δεν μπορεί να της αντισταθεί, όλοι γίνονται δέσμιοι στον έρωτά της κι αυτή το ξέρει, το νιώθει και το χρησιμοποιεί, τους χρησιμοποιεί για την προσωπική της ευτυχία, για την απόλυτη απόλαυση των ηδονών της σάρκας και του οισοφάγου ή μάλλον για την πλήρωση των εγκεφαλικών της αναζητήσεων.

Η Μαργαρίτα Πανουσοπούλου, με χαρακτηριστική χρωματική ευχέρεια της χροιάς της φωνής της, με περισσή κινησιολογική ευελιξία επί σκηνής ως αίλουρος που αποπλανά, ως άλλη Σαλώμη που χορεύει το χορό των εφτά πέπλων, τους μαγεύει, κρατά τις ανάσες τους μέχρι τελικής πτώσεως, αυτοί νομίζουν στην αγκαλιά της, μα εκείνη ξέρει πολύ καλά πως θα είναι στα πόδια της.

Η Μαργαρίτα Πανουσοπούλου ως Νανά, έχει μια άλλη φιλοσοφία, άλλη θεώρηση ζωής όταν απόλυτα φυσικά λέει: « Πώς είναι δυνατόν ένας σύζυγος, να έχει τα ίδια δικαιώματα με τον εραστή», εδώ ξεχωρίζει η επαναστατική της φύση, πέρα από στερεοτυπικά πρότυπα ηθικής που καταδυναστεύουν την ελευθερία των αναζητήσεών της, των επιθυμιών της.

Η Νανά είναι κλεψίγαμος, ωστόσο έχει μια ξεχωριστή Τέχνη λόγου, συνειρμών και έκφρασης που δικαιολογεί απόλυτα τις πράξεις της και που οι εραστές της την ακολουθούν τυφλά εκτελώντας τις διαταγές της, ζητά «Ένα στιφάδο δρακρύβρεχτο», πόσο περισσότερο πάθος για ζωή, για έρωτα.

Η Μαργαρίτα Πανουσοπούλου μέσα από μια εξαιρετική ερμηνεία, ξεδιπλώνει αργά, με εσωτερική ενάργεια, με εκφραστική ομιλούντα δύναμη των ματιών και με φλογάτη έκρηξη των αισθήσεων την προσωπικότητας της Νανάς, οικοδομώντας ιδανικά την εικόνα της λάγνας, ταπεραμεντόζας γυναικείας φύσης, της γυναίκας σφετερίστριας του Έρωτα με όποιο τρόπο και μέσο.

•Στο ρόλο του Δαμοκλή ο Ζαχαρίας Ρόχας.

Ο Ζαχαρίας Ρόχας υποδύεται τον ένα εκ των δύο εραστών της Νανάς, το Δαμοκλή, άριστος γευσιγνώστης με ταπεραμέντο στη μαγειρική, λίγο μεγαλύτερης ηλικίας, βαθειά εξαρτημένος από τον έρωτά της, βιώνει πιο ουσιαστικά τον πόνο, καθώς στο βάθος γνωρίζει την αλήθεια όταν λέει: « Η άγνοια φέρνει ευτυχία».

Πράγματι μέχρι τη στιγμή της αποκάλυψης ότι υπάρχει κι άλλος εραστής, ήταν ευτυχισμένος, μετά συνειδητοποιημένος πια λέει πως: « Η Νανά γεννήθηκε για να δημιουργεί κερατάδες», ωστόσο αυτό δεν τον πτοεί ώστε να οπισθοχωρήσει της διεκδικήσεως.

Ο Ζαχαρίας Ρόχας λιτός με εκφραστική δεινότητα επί σκηνής, στιβαρός, ξεδιπλώνει όλα τα στάδια των συναισθημάτων που βιώνει, χαρά, ευτυχία, έρωτα, πάθος, συντροφικότητα, στοργή, μέχρι τη βαθειά οδύνη και την εκφράζει με όλο του το σώμα, μα και το λόγο του: «Ο έρωτας είναι οδυνηρός και εφήμερος, η ανάμνησή του πονάει» μας λέει ο Δαμοκλής.

«Ακόμα και η βαθιά λύπη, έρχεται και φεύγει. Ακόμα και η άγρια οργή υποχωρεί και εξαφανίζεται. Ακόμα και ο πόθος ο αχόρταγος έρχεται η ώρα που ησυχάζει. Του Έρωτα όμως η πληγή, μένει ανοιχτή ακόμα κι όταν το θηρίο απομακρυνθεί. Και κανείς δεν μπορεί να πει τί ήταν, πως ξεκίνησε και πως βυθίστηκε του θηρίου το κεντρί τόσο βαθιά μες στην ψυχή», Ερωτικός του Πλούταρχου.

Κι ύστερα πάλι επιβεβαιώνει το πόσο αλγεινός είναι ο έρωτας της Νανάς όταν λέει: « Είμαστε πτώματα και η Νανά ασελγεί στα πτώματά μας», γνωρίζει το παιχνίδι της εκμετάλλευσης που ασκεί πάνω τους, η σαγηνευτική αυτή ύπαρξη και τον πονά, μα δεν υποχωρεί, ξέρει μα επιλέγει μόνος του τη φυλακή του, προτιμά τον όλεθρο από την ελευθερία του ίσως μέσα από αυτόν να έρχεται η λύτρωσή του κι όλα αυτά μέσα από μια υπέροχη ερμηνεία, βαθιά εσωτερική με ψυχαναλυτικές προεκτάσεις που σκιαγραφούν την προσωπικότητα του Δαμοκλή.

Ο Άρης Παπαδημητρίου υποδύεται τον έτερο εραστή το Δημήτρη, πιο νέος, με ορμή, πάθος ασίγαστο εκρηκτικός στα θέλω του, στον έρωτά του με τη Νανά, εξίσου ταλαντούχος με τον Δαμοκλή στην Τέχνη της μαγειρικής, ακαταμάχητος, αντιμετωπίζει τα πάντα με την παρορμητικότητα των νεανικών του χρόνων.

Ο Άρης Παπαδημητρίου αναδεικνύει στο έπακρο το ρόλο του Δημήτρη που υποδύεται, εκφράζει την ορμή του με όλα τα εκφραστικά του μέσα εν δράσει και το πάθος του απορρέει από την αρρενωπότητά του και την δυναμική του επί σκηνής.

Ωστόσο κι ο ίδιος αποτελεί θύμα της ωραίας Νανάς, μέχρι που η φλόγα του τον οδηγεί να δημιουργήσει το πορτραίτο της αγαπημένης του, μια εξαιρετική εικαστική δημιουργία που φιλοτεχνήθηκε από τον Θανάση Παναγιώτου και κρύβει όλη τη λαχτάρα του και το όνειρο μέσα στο οποίο ζει.

Φτάνει στο αποτρόπαιο σημείο να σκεφτεί να δηλητηριάσει τον Δαμοκλή, όμως η ηθική του, η συνείδησή του απέτρεψε το απονενοημένο αυτό διάβημα, αλλά κανείς τους δεν μπήκε στη διαδικασία ούτε κ’ αν να σκεφτεί να δηλητηριάσει τη Νανά την πέτρα του σκανδάλου.

Ο Άρης Παπαδημητρίου χειμαρρώδης τόσο στο λόγο όσο και στις κινήσεις του, ενσαρκώνει άρτια το ρόλο του νεαρού εραστή.

•Ξεχωριστή μνεία θα ήθελα να κάνω στον Κωνσταντίνο Τζούμα, όπου υποδυόταν τον υποκινητή, το δικηγόρο του διαβόλου με φινέτσα, κομψότητα όπως πρέπει να είναι κάθε πρόσωπο που ουσιαστικά ελέγχει τα νήματα του παιχνιδιού προς ίδιον όφελος.

Θεωρώ πως ήταν ο δυσκολότερος ρόλος ως εξωτερικό πρόσωπο που σχολιάζει τα δρώμενα όπως όταν λέει χαρακτηριστικά: « Στο νέο ημερολόγιο θα υπάρχει γιορτή Δημητρίου και Δαμοκλέους ερωτομαρτύρων», με ένα γοητευτικό χιούμορ, καυστικό και παιγνιώδες ταυτόχρονα, μ’ έναν απαράμιλλο κυνισμό που ρέει τόσο φυσικά και αβίαστα επί σκηνής μέσα από κάθε άρτια κίνησή του, κάθε σχολιαστικό βλέμμα του, κάθε τονική του χρωματική διαφοροποίηση, με μοναδική άνεση και ευελιξία ο Κωνσταντίνος Τζούμας από τα πρώτα λεπτά της παράστασης, έχει κατακτήσει τη σκηνή και τους θεατές.

Αντιλαμβάνεται τον πόνο που βιώνουν οι δύο εραστές και τον σχολιάζει περιπαιχτικά λέγοντας: « Οι αγκαθωτές πριγκίπισσες ( εννοώντας τις αγκινάρες), τρώγονται μετά από οξύ πόνο».

Απευθυνόμενος στο Δημήτρη του λέει πως: « Είστε η συνέχεια της χλωμής πλέον ζωής μου» κι αυτό ήταν το κλειδί που ξεκλειδώνει το επτασφράγιστο μυστικό της παρουσίας του που κρατά ερμητικά φυλαγμένο μέσα στο προσωπικό του ημερολόγιο, δεν είναι απλά σχολιαστής, υποκινητής, αλλά είναι διεκδικητής του ερωτικού και λάγνου παιχνιδιού της Νανάς, το αντικείμενο του πόθου είναι δικό του κι η απόδειξή του η τελική αγκαλιά της Νανάς μαζί του, σε μια συναφή μαύρη ενδυματολογική αλληλουχία των νικητών του πάθους, μέσα σε μια φωτισμένη προθήκη να κοιτούν ειρωνικά και σαρκαστικά τους δύο εξαθλιωμένους, ηττημένους εραστές ( ευφυές σκηνοθετικό τέχνασμα της Κερασίας Σαμαρά).

Ένας bon viveur, ερωτευμένος με όλες τις επίγειες απολαύσεις, γαστριμαργικές, ερωτικές, πνευματικές, φιλοσοφικές, με την ίδια τη ζωή ο Κωνσταντίνος Τζούμας σε μια ερμηνεία απλά καθηλωτική.

Η ευρηματική μουσική του Τάσου Καρακατσάνη, έχει περισσότερο λειτουργικό ρόλο εξυπηρετώντας στο διαχωρισμό των σκηνών και όχι τόσο στην ενίσχυση των συναισθηματικών καταστάσεων που διαρθρώνονται επί σκηνής.

Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Κώστα Βελινόπουλου όχι μόνο ήταν συμβατά με το θέμα και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, αλλά και πολυλειτουργικά καθώς το κεντρικό μακρόστενο τραπέζι σε λιτές καθαρές γραμμές κινήθηκε σε ασπρόμαυρους τόνους και φωτισμό λευκό, παγερό σε αντιδιαστολή με τις καυτές νύχτες των εραστών.

Ένα τραπέζι που πέρα από την καθαρά λειτουργική μορφή του, μεταμορφωνόταν σ’ ένα κρεβάτι , το βωμό του έρωτα, στην ηδονική παλαίστρα.

Μερικά σκεύη πολυτελούς σερβιρίσματος των εδεσμάτων που τόσο ταλαντούχα ετοίμαζαν αμφότεροι οι εραστές και δύο ευρηματικές κολώνες φωτιστικά φτιαγμένες από κατσαρόλες στο βάθος.

Τα κοστούμια επίσης του Κώστα Βελινόπουλου αναδείκνυαν εξόχως την προσωπικότητα του κάθε ήρωα. Εν προκειμένω τα κοστούμια της Νανάς κινήθηκαν σε κόκκινους, άσπρους και μαύρους τόνους, τρία εξίσου δυναμικά χρώματα με θηλυκές φόρμες που πρόβαλαν έτι περισσότερο τη σαγηνευτική, ερωτική κι επικίνδυνη Νανά, ενώ τα θύματά της λιτά Δαμοκλής και Δημήτρης, άλλωστε η ψυχική τους φθορά αντανακλούσε παντού, με εξαίρεση τη φινέτσα και κομψότητα του ραδιούργου κυνικού υποκινητή.

Οι φωτισμοί του Βαγγέλη Μούντριχα, ενίσχυαν την ερωτική διάσταση της ατμόσφαιρας σε όλο της το μέγεθος, ολοκληρώνοντας την εικαστική αυτή πανδαισία.

« Επικίνδυνες μαγειρικές» για τρείς κι έναν που κατευθύνει το παιχνίδι, πόσο επικίνδυνες, τι αλληλουχία επικινδυνότητας μπορεί να κρύβει ο οργασμός της γεύσης με τον οργασμό του σώματος και της ψυχής, μια παράσταση που κινείται ανάμεσα στην κωμωδία και τη φάρσα, στο μεγάλο έρωτα και την πιο αποκρουστική του εκδοχή της εκμετάλλευσης, ανάμεσα στην αγάπη που τείνει να γίνει συντροφικότητα και στην επιφανειακή πλευρά της ηδονικής αναζήτησης, όπως στις « Επικίνδυνες σχέσεις» του Λακλό, όπου η γαλλική αριστοκρατία του 18ου= αιώνα ενέδιδε σε ηδονικές απολαύσεις, σε ερωτικά γεμάτα ίντριγκες παιχνίδια και δαιδαλώδη καλέσματα, μια παράσταση βγαλμένη θαρρείς από άλλη εποχή μα και τόσο σύγχρονη, θυμίζει κάτι απ’ το « Δεκαήμερο» του Βοκάκιου ή τον Ρακίνα και τον Μαριβώ που ξεδιπλώνει όλα τα γυναικεία τεχνάσματα ενώ ο ίδιος παραμένει κυνικός, ειρωνικός θεατής και συνένοχος κάποιες φορές.

«Δεν ξέρω πως αντιλαμβάνεσαι εσύ τον έρωτα, δεν είναι μόνο μούσκεμα χειλιών, φυτέματα αγκαλιασμάτων στις μασχάλες, συσκότιση παραπόνου, παρηγοριά σπασμών.

Είναι προπάντων επαλήθευση της μοναξιάς μας, όταν επιχειρούμε να κουρνιάσουμε σε δυσκολοκατάχτητο κορμί». Ντίνος Χριστιανόπουλος

Η κρυστάλλινη κούπα σας περιμένει για τη δική σας ακριβή συνταγή αχινοσαλάτας, άλλωστε τα υλικά γι ‘ αυτή τη συνταγή πάντα θα είναι σπάνια και συνάμα λυτρωτικά της ψυχής.

Θέατρο Αλκμήνη
Αλκμήνης 8-12, Γκάζι
Σταθμός ΜΕΤΡΟ Κεραμεικός
Τηλέφωνο: 210 3428650

Ημέρες & ώρες παραστάσεων
Παρασκευή – Σάββατο – Κυριακή στις 21:15

Τιμές εισιτηρίων
Γενική Είσοδος: 13€
Μειωμένο: 10€
Ατέλειες: 5€

Διάρκεια παράστασης
85 λεπτά

Προπώληση εισιτηρίων
Viva.gr

*Η Μαριλιάνα Ρηγοπούλου είναι εκπαιδευτικός, σοπράνο, κριτικός θεάτρου