Του Γιάννη Παναγόπουλου //

Κάθε κίνηση που κάνει, που θα κάνει ή που μόλις έκανε έχει σημασία. Επικοινωνεί κάτι.  Και το λέω έτσι γιατί ο θεατράνθρωπος Κώστας Φιλίππογλου μπορεί να παίξει με μια σωματική λεπτομέρεια και να σε κάνει να γελάσεις ή να σε κάνει να προβληματιστείς ή να σε κάνει να σκεφτείς. Μπορεί να σε κάνει και να την μιμηθείς. Σκέφτομαι πως για εκείνον σκηνή δεν είναι μόνο η σκηνή του θεάτρου. Σκηνή μπορεί να είναι και ο τρόπος που τα δάχτυλά του σφίγγουν ένα φλιτζάνι καφέ σε ένα καφέ μια ανύποπτη στιγμή. Ή ο τρόπος που θα πιάσει μια χειρολαβή στο μετρό. Αυτός ο άνθρωπος με το σπινθηροβόλο βλέμμα, ενσωμάτωσε το σωματικό δημιουργικό θέατρο στη ζωή του, έκανε καριέρα «πάνω» του σε Ελλάδα, Ευρώπη και Η.Π.Α. «Σήμερα» ο Κώστας Φιλίππογλου σκηνοθετεί,  συνδιασκευάζει, μαζί με την Δήμητρα Κονδυλάκη, ερμηνεύει ρόλο στο «Μαύρο Χιόνι – το ημερολόγιο ενός μακαρίτη» που ανεβαίνει στο «Θέατρο Πόρτα». Συναντηθήκαμε στο κέντρο της Αθήνας μια μέρα που έβρεχε. Είναι πολλές οι μέρες αυτού του χειμώνα που βρέχει. Μερικές από αυτές έχουν πραγματικό ενδιαφέρον αν τις ζεις με τους κατάλληλους ανθρώπους.

-Καταρχάς συγχαρητήρια για την παράσταση.

-Ευχαριστώ. Πότε την είδες;

-Την περασμένη Κυριακή.

-Α καλά, ωραία ήταν, είχε κόσμο. Όταν ξέρεις πως ο κόσμος περιμένει να σε δει σε παρασύρει. Είναι όμορφο αυτό.

-Φαντάζομαι πως αυτό είναι κάτι που δεν το ακούς πρώτη φορά. Η κίνηση των ηθοποιών ήταν μαγική. Υπήρχε μια πλαστικότητα πάνω τους. Σαν ο θεατής να βλέπει ένα ζωντανό βίντεο κλιπ ή φιλμ που οι κινήσεις των ηθοποιών έρχονται μέσα από οπτικά εφέ.

-Με ενδιαφέρει πολύ το σωματικό δημιουργικό θέατρο. Είναι κάτι που το έκανα και στο εξωτερικό. Οι κινήσεις των σωμάτων ζωντανεύουν κινησιολογικά τις προθέσεις των ηρώων. Περιγράφουν με περισσότερη σαφήνεια όσα αισθάνονται. Αυτή η λογική θεάτρου μάς βοηθάει να δώσουμε στον θεατή μια κινηματογραφική χροιά. Υπάρχουν στιγμές που ο ήρωας στο «Μαύρο Χιόνι» τρέχει. Αν τον βάζαμε να τρέχει κανονικά δεν θα μας έφτανε το θέατρο. Αντ’ αυτού μελετήσαμε με λεπτομέρεια τις κινήσεις που κάνει ένας άνθρωπος τρέχοντας. Στην ουσία ο ηθοποιός δεν μετακινείται. Μένει στο ίδιο σημείο δίνοντας την εντύπωση πως τρέχει. Αυτή η λογική έχει μεγάλη λεπτομέρεια στην κίνηση. Και έχω την τύχη να δουλεύω με τον Τάσο Δημητρόπουλο για τρίτη φορά. Με βοηθάει να βάζω την απόλυτη λεπτομέρεια στην κίνησή του. Δεν είναι ένας χορευτής. Δεν του ζητώ κάτι περισσότερο από αυτό που είναι. Να είναι ηθοποιός. Το ότι το  σωματικό του λεξιλόγιο είναι πλούσιο μού δίνει την ευκαιρία να τονίζω λεπτομέρειες. Μου αρέσει να μπαίνω στο συλλογικό ασυνείδητο των θεατών με αυτό τον τρόπο. Το κάνω καιρό τώρα. Στην Επίδαυρο, στις σκηνές που συνεργάζομαι…

79052-176619

-Ας μιλήσουμε λίγο γι’ αυτό. Πότε μπήκες στην περιπέτεια του σωματικού θεάτρου;

– Δεν είχα καν τελειώσει την Δραματική Σχολή Θεοδοσιάδη όταν έφυγα στο Παρίσι. Εκείνο το ταξίδι πρέπει να έγινε το 1985. Δεν είχα χρήματα για αεροπλάνο. Έφυγα με το Magic Bus.  Εκεί θα με φιλοξενούσε φίλη που σπούδαζε Θέατρο στην Σορβόννη. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα βγει εκτός Ελλάδος. Στο Παρίσι, την πρώτη φορά, έμεινα αν δεν κάνω λάθος 3 εβδομάδες. Η βιντεοθήκη με θεατρικές παραστάσεις της σχολής ήταν ένα τεράστιο σχολείο για μένα. Φιλοξενούσε τα πάντα γύρω από το θέατρο της Γαλλίας, του κόσμου όλου. Μέχρι και παράσταση του Βογιατζή βρήκα. Ήθελα να μάθω περισσότερα για το είδος θεάτρου του Peter Brook. Στο Παρίσι εκείνης της εποχής ανακάλυψα κάτι που υποπτευόμουν. Πως το θέατρο, ο τρόπος που έκαναν θέατρο εκεί ήταν 30 – 40 χρόνια πιο μπροστά από εκείνο που κάναμε στην Ελλάδα. Εμείς είχαμε μείνει στο ρεαλιστικό θέατρο και εκεί η «αφαίρεση» της συμβατικότητας στις κινήσεις των ηθοποιών ήταν ήδη είδος γνωστό. Εκείνες οι τρεις εβδομάδες, τυχοδιωκτισμού, με κινητοποίησαν να μάθω περισσότερα γύρω από το παρόν του Θεάτρου, εκείνη την εποχή, στην Ευρώπη. Έφυγα από το Παρίσι με σκοπό να επιστρέψω εκεί.

-Και το έκανες..

-Εννοείται. Άρχισα να κάνω σεμινάρια με ανθρώπους στο μεγαλύτερο σχολείο της ζωής μου, τον θίασο Complicité. Μπορεί το όνομα να ακούγεται Γαλλικό αλλά είναι μια ομάδα από τη Βρετανία. Αυτό το πήγαινε – έλα Ελλάδα – εξωτερικό κράτησε αρκετό καιρό. Εγώ ήμουν μαγεμένος από όσα συνέβαιναν στις σκηνές των ευρωπαϊκών θεάτρων και παράλληλα διψασμένος να φέρω τα «νέα» τους στην Ελλάδα. Πρέπει να ήμουν 22 ετών όταν φέραμε, ρεφενέ, τον βοηθό του Peter Brook να μας διδάξει τις τεχνικές του. Από το 1998 μέχρι το 2010 ήμουν κυρίως στο εξωτερικό με την ομάδα Complicité. Οι παραστάσεις μας αποθέωναν το σωματικό θέατρο. Μαζί τη βρέθηκα σε τεράστια θέατρα στο Λονδίνο, στο Παρίσι, κάναμε παγκόσμιες περιοδείες. Οι παραγωγές τους ήταν τεράστιες. Η σκηνοθεσία ήταν γερά συνδεδεμένη με την εξέλιξη της τεχνολογίας  στο video projection, στα multimedia.

-Μιλάμε για πράγματα που εφαρμόζεις σήμερα στις παραστάσεις σας στην Ελλάδα;

-Εδώ απλά προσπαθούμε με διάφορους τρόπους να πλησιάσουμε το οπτικό αποτέλεσμα των παραγωγών του εξωτερικού. Ένας προτζέκτορας εκεί μπορεί να κοστίσει και 60.000 ευρώ. Για μια παράσταση μπορεί να απαιτηθούν πέντε από αυτούς. Στην Ελλάδα 30.000 ευρώ μπορεί να είναι ο προϋπολογισμός ολόκληρης θεατρικής παραγωγής. Η τέχνη στην Ελλάδα δεν επιχορηγείται. Και όμως προσπαθούμε για το καλύτερο. Το απλό δεν είναι απαραίτητα φτωχό. Δεν το βλέπω έτσι. Στην Ελλάδα έχουμε προχωρήσει πολύ.

-Πότε διάβασες το θεατρικό μυθιστόρημα του Μιχαήλ Μπουλγκάκωφ που παρουσιάζετε στο Θέατρο Πόρτα;

-Το 1998 ή το 1999. Η ανάγνωσή του με βρήκε στο Παρίσι. Η Δήμητρα Κονδυλάκη  με φιλοξενούσε εκεί και εγώ με το που τέλειωσα το βιβλίο σκέφτηκα πως κάποια στιγμή θα ήθελα να το ανεβάσω ως έργο. Το κείμενο του Μπουλγκάκωφ είναι αυτοβιογραφικό. Ο ήρωας μπλέκεται στα γρανάζια της γραφειοκρατίας και στη διαμάχη των Στανισλάβσκι και Νεμίροβιτς-Ντατσένκο στο Θέατρο Τέχνης της Μόσχας επί Στάλιν. Αισθάνεται εγκλωβισμένος. Κάπως έτσι αισθανόμουν και εγώ όταν διάβασα το κείμενο. Η Αθήνα δεν ήταν ανοιχτή σε νέες θεατρικές προτάσεις και εγώ είχα αναγκαστεί να αναζητήσω την τύχη εκτός Ελλάδας. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε ας πούμε ένα Bios όπου θα μπορούσες να προτείνεις κάτι και να το ανεβάσεις χωρίς να χρειάζεται να πείσεις τους άλλους για τα σχέδιά σου. Ευτυχώς μετά από εκείνη την περίοδο ήρθε στην ζωή μου η Complicité προσφέροντάς μου καλλιτεχνικά άπλετο χώρο έκφρασης. Ο χρόνος έχει δικούς του κανόνες. Και ένα έργο που διάβασα πολλά χρόνια πριν σήμερα έγινε παράσταση.

-Έχεις στο νου σου να ανεβάσεις ένα νέο έργο που δεν ανήκει στο θεατρικό ρεπερτόριο αλλά με τις κατάλληλες επεμβάσεις θα μπορούσε να σταθεί σε θεατρική σκηνή;

-Ναι, ήδη υπάρχει κάτι που με ενδιαφέρει έντονα αλλά προς το παρόν είναι απλά μια σκέψη.

-Θέλεις πεις κάτι περισσότερο;

-Υπάρχει ένα βιβλίο που έφτασε τυχαία στα χέρια μου, το διάβασα και έχει να κάνει με τη γενετική. Είναι ένα επιστημονικό βιβλίο γραμμένο έτσι που μπορεί να το διαβάσει ο καθένας. Έχει μια ευθεία γραφή που μου αρέσει και θεωρώ πως διευκολύνει την παραγωγή διαλόγων. Οι σελίδες του ουσιαστικά μάς αποδεικνύουν πως όλοι είμαστε απόγονοι κάποιων λίγων πολύ συγκεκριμένων ανθρώπων. Είμαστε όλοι ξαδέλφια σ’ αυτόν τον πλανήτη και ένα τεστ DNA μπορεί να το αποδείξει. Εσύ και εγώ, τώρα που καθόμαστε απέναντι και έχουμε γεννηθεί στον ίδιο γεωγραφικό χώρο μπορεί να μην έχουμε τόσα κοινά. Μπορεί εσύ ή εγώ να έχουμε περισσότερα κοινά με έναν Τούρκο ή με έναν Ιταλό. Είναι απίστευτο πόσος διαχωρισμούς έχουμε επιβάλει ή μας έχουν επιβληθεί όλα αυτά τα χρόνια. Στην πραγματικότητα όμως συγγενείς μας είναι όλος ο πλανήτης. Θέλω αυτό το βιβλίο να γίνει έργο. Και θέλω οι θεατές του να αισθανθούν λες και ο ένας είναι ξάδελφος του άλλου. Δεν ξέρω πώς θα γίνει αυτό. Το λέω και το ξαναλέω, η τέχνη στην Ελλάδα δεν επιχορηγείται. Και για να ανέβει μια παράσταση σαν αυτή που περιγράφω, που χρειάζεται έρευνα, χρειάζονται ένα σωρό πράγματα που, μόνο, φορείς σαν το Εθνικό Θέατρο ή η Στέγη θα μπορούσαν να υποστηρίξουν. Υπάρχει και το άλλο. Δεν μου αρέσει οι άνθρωποι που δουλεύουν μαζί μου να δουλεύουν τσάμπα. Σε όλες τις παραγωγές που κάνουμε όλοι πληρώνονται. Δεν μπαίνω στην λογική της πληρωμής με ποσοστά. Θέλω όλα τα παιδιά που δουλεύουν μαζί μου να είναι καλυμμένα. Ακόμα και αν εγώ στο φινάλε δεν βγάλω μία θέλω να είμαι καθαρός με τους συνεργάτες μου.


-Αυτονόητο δεν είναι αυτό;

-Το παρόν πνίγει τους νέους ανθρώπους. Και αυτό που βιώνουμε σήμερα είναι εξωπραγματικό. Έχω φίλους στο εξωτερικό που δεν μπορούν να διανοηθούν τι είναι τα «capital controls». Ή να κατανοήσουν πως τα δύο τρίτα από τα τρία τρίτα που βγάζω τον χρόνο θα πάνε στην εφορία. Αν δεν κάνω λάθος, που δεν κάνω λάθος, προχτές άκουσα πως το χρέος της Ελλάδας έφτασε στο απόλυτο ρεκόρ στην σχέση χρέους – ΑΕΠ. Πού πάμε; Γνωρίζω πως οι αποφάσεις που αφορούν τη χώρα μας δεν παίρνονται στην χώρα μας αλλά αλλού, έξω από αυτή. Πρέπει κάποια στιγμή οι άνθρωποι να πάρουμε κάποιες αποφάσεις. Να πούμε φτάνει πια. Αυτή η λογική, αυτή η πολιτική δεν μας οδηγεί πουθενά. Είναι κάποιες φορές που σκέφτομαι πως ο λαός μας είναι απέραντα εφευρετικός. Όλη η οικονομία κινείται μέσα από την φοροδιαφυγή. Οι φόροι του που ζητούν να πληρώσει είναι δυσβάστακτοι. Αν ήταν λιγότεροι ίσως όλοι πλήρωναν κάτι. Όταν όσα χρήματα που έχουν περισσέψει τελειώσουν και το θέμα της επιβίωσης διογκωθεί θα υπάρξουν πραγματικές αντιδράσεις. Θα υπάρξουν άλλου είδους ενέργειες. Και η άνοδος της ακροδεξιάς θα είναι μια από αυτές.

 

-Η άνοδος της ακροδεξιάς, τουλάχιστον δημοσκοπικά, δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο.

-Ναι και αυτό είναι επίφοβο. Η Ολλανδία για παράδειγμα. Μια χώρα μη ξενοφοβική φλερτάρει έντονα με την ξενοφοβία. Μια σειρά απόψεων που βρίσκουν έξοδο στον δημόσιο διάλογο είναι παράλογες. Δεν είναι μόνο το θέμα τον προσφύγων. Είναι και οι απόψεις που κατά καιρούς ακούγονται για την Ελλάδα. Η παγκοσμιοποίηση έφερε μια, υποτίθεται, οικονομική ένωση όχι την διεθνοποίηση. Υπήρξαν άνθρωποι που απλά ήθελαν να ενώσουν τα κεφάλαιά τους και τίποτε παραπάνω. Τα κατάφεραν. Όπως και να έχει δεν μπορώ να κατακρίνω λαούς έτσι απλά και αβίαστα. Όσο ηλίθιες και αν είναι οι αποφάσεις που παίρνουν. Καταλαβαίνω το αίσθημα του φόβου που τους κατατρέχει. Και σε ένα βαθμό κατανοώ πως ανάμεσά μας έχουν ξυπνήσει ένστικτα που καταλήγουν στον ρατσισμό. Όμως πρέπει να κάνουμε κάτι γρήγορα. Πριν χτυπήσουμε το κεφάλι μας στον τοίχο του μίσους του ενός προς τον άλλο.

-Θα ακουστεί, μόνο, κοινότυπο, άλλα ο ρόλος του θεάτρου σ’ αυτή την περίπτωση ποιος είναι;

-Αυτός που ήταν πάντα. Από τα χρόνια που υπήρχαν μάγοι σε φυλές μέχρι τους υπερκαταρτισμένους περφόρμερ τού σήμερα. Να εκπαιδεύουν και να ψυχαγωγούν. Το ένα είναι πολύ κοντά στο άλλο. Η αγωγή της ψυχής είναι μέρος της εκπαίδευσής μας. Οι καλλιτέχνες δεν πρέπει γίνονται οι ευτελείς δούλοι της εξουσίας.

-Συμβιβασμούς δεν έχεις κάνει;

-Μικρούς ναι, αλλά δεν μπορώ να υποκύψω στον συμβιβασμό όπως τον εννοούμε. Αν γίνει αυτό οι παραστάσεις μου δεν θα είναι ίδιες. Δεν θα με αντιπροσωπεύουν. Το κοινό που με γνωρίζει απλά θα μου γυρίσει την πλάτη. Δεν θα με «ξαναγοράσει» γιατί δεν θα υπάρχει λόγος να το κάνει αυτό. Ξέρεις κάτι, αυτή η εποχή, με όλη την ανέχεια και την αδικία για μένα είναι προτιμητέα από εκείνη πριν δέκα χρόνια που δεν είχαμε ιδέα πού ζούσαμε. Δεν δεχόμουν τους ανθρώπους που ψήφιζαν ΠΑ.ΣΟ.Κ. ή Νέα Δημοκρατία και μετά από μια παράσταση έτρεχαν στα σκυλάδικα. Επέστρεψα από το εξωτερικό στην Ελλάδα το 2010. Τις φορές που ψήφισα δεν ψήφισα κόμματα εξουσίας.

-Το καλοκαίρι τι θα κάνεις; Τι θα ανεβάσεις;

-Αν με ρώταγες λίγα χρόνια πριν θα γνώριζα τι θα έκανα το ερχόμενο καλοκαίρι και τον επόμενο χειμώνα. Λογικά θα ανεβάσω τους «Βάτραχους» στην Επίδαυρο αλλά ακόμα ως σήμερα δεν είμαι σίγουρος αν θα γίνει αυτό. Το Φεστιβάλ Αθηνών δεν μπορεί να πληρώσει. Σου λέει πως δεν μπορεί να σου εξασφαλίσει το 100% της παραγωγής που σε καλεί να κάνεις. Από εκεί και πέρα είναι σαν να ξεκινάς ένα σαφάρι ανακάλυψης παραγωγού που θα δεχτεί να χρηματοδοτήσει την παράσταση. Στις μέρες μας το να ψάχνεις χρήματα δεν είναι καθόλου εύκολο. Οι περισσότεροι δεν έχουν. Και εκείνοι που μπορεί να έχουν δεν ρισκάρουν. Όμως όπως και να έχει μένω σ’ αυτό που είπα και πριν. Στην Ελλάδα υπάρχει θέατρο. Υπάρχουν παραστάσεις που αξίζουν την προσοχή του κοινού και άνθρωποι που πραγματικά μοχθούν για να τις ανεβάσουν. Σ’ αυτό μένω και συνεχίζω.

glitch_sharefile-31