Από την Φραντζέσκα Ντόγκα //
Αν ο Πλάτωνας κι ο Σωκράτης είχαν ποδήλατο θα περνούσαν συχνά, όχι με μεγάλη ταχύτητα αλλά αργά και λίγο αφηρημένα. Θα ποδηλατούσαν χαλαρά δίπλα-δίπλα συζητώντας και θα σχολίαζαν πολλά για τον δρόμο αυτό.
Είναι εκείνος που ξεκινά με τις καλύτερες διαθέσεις, μέσα από τις πιο πολύβουες περιοχές της Αθήνας. Μα σαν κατηφορίσει και περάσει απέναντι απ’ τις γραμμές του τρένου η όρεξή του αλλάζει.
Από τη μία στροφή στην άλλη μεταμορφώνεται σε δρόμο-φάντασμα.
Σε εκείνο ακριβώς το σημείο είναι που, αν τον ακολουθήσεις κι εσύ, θα ‘ρθεις σε επαφή με τη βιομηχανική ερημιά.
Τότε η αίσθηση της εγκατάλειψης θα σε πλημμυρίσει βαθιά. Κάτι μέσα σου θα ψιθυρίζει να κλείσεις τα ματιά, να βιαστείς και να προσπεράσεις απλά.
Μα κι αν ακόμα η ιδιαιτερότητα του τοπίου δεν σ’ αγγίζει, σίγουρα η καρδιά σου θα πεταρίσει, έστω για λίγο, όταν ξαφνικά μέσα στην απόλυτη ησυχία εμφανιστεί μια τεράστια νταλίκα τυλιγμένη στη σκόνη ή όταν σου κλείσουν τον δρόμο μια συμμορία σκυλιών που δείχνουν να μην έχουν καθόλου καλές διαθέσεις.
Αν όλα αυτά συμβούν μαζί, ανακατεμένα με σκέψεις για το παρελθόν και το μέλλον, τότε μάλλον είναι γιατί η ψυχή σου πηγαίνει προς “Κούλουρη” από την Οδό Ορφέως που ξεκινάει από το Γκαζοχώρι και διασχίζει τον Βοτανικό και τον Ελαιώνα.
Η μελαγχολική αυτή διαδρομή όμως είναι αρκετά ενδιαφέρουσα αν μπορέσεις να τη δεις με “άλλο μάτι”. Σ΄αυτό το industrial σκηνικό θα βρεις σημάδια από διάφορες χρονικές περιόδους. Θα συναντήσεις την ανάπτυξη αλλά και την παρακμή, θα ανακαλύψεις ποταμούς και άγρια βλάστηση, αλάνες με γύφτικα τσαντίρια, μάντρες, πρακτορεία μεταφορών και ερειπωμένα εργοστάσια.
Η καλύτερη επιλογή είναι να τερματίσεις στην Ακαδημία του Πλάτωνος όπου θα αντικρίσεις μια όαση μέσα στα απομεινάρια της ιστορίας της πόλης.
Η Ορφέως, αν και πρωτοεμφανίζεται στους χάρτες μόλις στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ακολουθεί σε γενικές γραμμές την ίδια διαδρομή με το αρχικό τμήμα της «Στράτας της Κούλουρης». Του παμπάλαιου άξονα που συνέδεε την Αθήνα με το Πέραμα κι έπειτα με το νησί της Σαλαμίνας.
Σταματάμε σε ένα μισοκαμένο παλιό εργοστάσιο. Κάποιος περαστικός μάς λέει να μην μπούμε μέσα γιατί ίσως να ζουν άστεγοι μέσα. Όμως το graffiti στον τοίχο μάς κινεί την περιέργεια…
Η πρώτη εντύπωση, ένας σωρός με σκουπίδια και graffiti σ’ όλους τους τοίχους.
Πιο μέσα όμως ανακαλύπτουμε κάτι πολύ παράξενο. Χιλιάδες πολύχρωμα υφάσματα διπλωμένα και τοποθετημένα στο πάτωμα, σαν καλλιτεχνική εγκατάσταση.
Καθώς αναρωτιέμαι τι να έγινε εδώ, αισθάνομαι ότι κάποιος με παρακολουθεί…
Είναι ένα μικρό αναμνηστικό κουκλάκι από τους Ολυμπιακούς Αγώνες που γελάει πονηρά.
Φεύγουμε από το εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο και συνεχίζουμε να περιεργαζόμαστε την Ορφέως.
Αργότερα, αφήνουμε την Ορφέως για να κινηθούμε λίγο στον παράδρομο της Εθνικής Οδού.
Ο παράδρομος σε ένα σημείο στενεύει, εκεί συναντάμε το γαλάζιο πεζοδρόμιο σε στυλ δεκαετίας του ’60 ανήκει στο εργοστάσιο με τις γνωστές μας κλωστές “Πεταλούδα”.
Δίπλα σε μια αλάνα, μια οικογένεια τσιγγάνων έχει στήσει το νοικοκυριό της παράπλευρα της Εθνικής.
Αλλά στρίβοντας στην Οδό Αθηνάς, στα δεξιά μας ανακαλύπτουμε το dream Place…
Στα ΚΤΕΛ του Κηφισού ένας οδηγός λεωφορείου κάνει διάλειμμα.
Και να που τελικά που φτάσαμε στον προορισμό μας. Ακαδημία Πλάτωνος.