Από την Αγγελική Κώττη //
Πάλι τα ίδια και τα ίδια, θα μου πεις, φίλε./ Όμως τη σκέψη του πρόσφυγα τη σκέψη του αιχμάλωτου τη σκέψη/ του ανθρώπου σαν κατάντησε κι αυτός πραμάτεια/ δοκίμασε να την αλλάξεις, δεν μπορείς.(….)
Όμως ο τόπος που τον πελεκούν και που τον καίνε σαν το πεύκο, και τον βλέπεις/ είτε στο σκοτεινό βαγόνι, χωρίς νερό, σπασμένα τζάμια, νύχτες και νύχτες/ είτε στο πυρωμένο πλοίο που θα βουλιάξει καθώς το δείχνουν οι στατιστικές,/ ετούτα ρίζωσαν μες στο μυαλό και δεν αλλάζουνε/ τούτα φύτεψαν εικόνες ίδιες με τα δέντρα εκείνα/ που ρίχνουν τα κλωνάρια τους μες στα παρθένα δάση/ κι αυτά καρφώνουνται στο χώμα και ξαναφυτρώνουν·/ρίχνουν κλωνάρια και ξαναφυτρώνουν δρασκελώντας/ λεύγες και λεύγες·/ ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων το μυαλό μας.

Γιώργου Σεφέρη, «Τελευταίος σταθμός».

Στις 24 Οκτωβρίου 1963 ανακοινώθηκε η είδηση της απονομής Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Γιώργο Σεφέρη.

σεφερης `1

«28 προς 29 ώρα 1 ½ μ. μεσονύκτιον η Δέσπω εγέννησεν υιόν». Με τα γράμματα τού παππού Πρόδρομου στην οικογενειακή εγκυκλοπαίδεια, η γέννηση αυτή, όπως όλες οι γεννήσεις, έδειχνε χαρά. Η ιστορία και η κοινωνική θέση της φαμίλιας προοιωνίζονταν ένα καλό μέλλον για το νεογέννητο, που ξεπρόβαλλε με την ανατολή ενός αιώνα. Ακριβώς στα 1900. Κανείς δεν μπορούσε, φυσικά, να προβλέψει πως ο «υιός» θα ήταν το πρώτο Νόμπελ Ποίησης της Ελλάδας: ο Γιώργος Σεφέρης.

Ο Γιώργος Σεφέρης γεννήθηκε ξημερώνοντας 29η Φεβρουαρίου στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας και βαφτίστηκε έξι εβδομάδες μετά, «εις τον Μητροπολιτικόν Ναόν», την Αγία Φωτεινή. Μεγάλωσε σε μια πόλη που απεχθανόταν- αν δεν μισούσε- με μοναδικές διαφυγές τα καλοκαίρια στα Βουρλά, όπου ήταν το εξοχικό τους και το σπίτι των παππούδων του. Η πόλη ήταν για εκείνον «το ανυπόφορο σχολειό, τα πεθαμένα βροχερά κυριακάτικα απογεύματα πίσω απ’ το τζάμι∙ η φυλακή. Ενας κόσμος ακατανόητος, ξένος και μισητός. Η Σκάλα ήταν ό,τι αγαπούσα.» Οπου Σκάλα, η Σκάλα Βουρλών (σημερινή Urla iskelesi) με το σπίτι της αρχοντικής γιαγιάς από τους Τενεκίδηδες (σόι της μητέρας του ποιητή) όπου ο ίδιος, η Ιωάννα και ο Άγγελος, τα μικρότερα αλλά πολύ κοντινά του σε ηλικία αδέρφια, περνούσαν τα καλοκαίρια μέχρι το 1912.

•Ο Γιώργος Σεφέρης έφυγε από τη ζωή στις 20 Σεπτεμβρίου 1971

Από την περίφημη ομιλία του στο BBC ενάντια στην Χούντα.
Από την περίφημη ομιλία του στο BBC ενάντια στην Χούντα.

«Όταν κοιτάζω καμιά φορά τα χρόνια εκείνα, δεν υπάρχει, νομίζω, στη Σμύρνη ένα πρόσωπο, ένα τοπίο, μια γωνιά που να μπορώ να θυμηθώ με στοργή. Η Σκάλα ήταν ολωσδιόλου διαφορετική υπόθεση» συνεχίζει ο Σεφέρης. «Μια περιοχή περιχαρακωμένη, κλειστή, όπου έμπαινα σαν μέσα σ’ ένα περιβόλι της Χαλιμάς, όπου όλα ήταν γοητεία. Εκεί οι άνθρωποι, θαλασσινοί και χωριάτες, ήταν δικοί μου άνθρωποι. Οι δρόμοι, τα δέντρα, τ’ ακρογιάλια, ήταν οι δρόμοι τα δέντρα τ’ ακρογιάλια μιας δικής μου χώρας.» (Γιώργος Σεφέρης, Χειρόγραφο Σεπτεμβρίου 41).

Το σπίτι της Σμύρνης δεν μπόρεσε ούτε ο ίδιος να το αναγνωρίσει, κάμποσες δεκαετίες μετά την καταστροφή. Αλλά, τα σπίτια στη Σκάλα Βουρλών (το δικό τους και των παππούδων) είναι εκεί, και θυμίζουν σήμερα- έστω και αν έχουν μετατραπεί σε ξενοδοχείο- το πέρασμα των Σεφεριάδηδων όπως και του ελληνισμού από την Ιωνία.

«Πορτρέτο Γ. Σεφέρη» δια χειρός Γιάννη Ψυχοπαίδη.
«Πορτρέτο Γ. Σεφέρη» δια χειρός Γιάννη Ψυχοπαίδη.

Μόλις ο πρωτότοκος της οικογένειας, ο ποιητής δηλαδή, έμπαινε στην εφηβεία του, στα 1914, οπότε ξεκίνησε και ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, αναγκάστηκαν να φύγουν για την Αθήνα∙ το πολιτικό κλίμα δεν τους σήκωνε, ο πατέρας του Στυλιανός Σεφεριάδης είχε πατριωτική δράση. Επιπλέον, ήταν βενιζελικός. Περάτωσε εδώ τις εγκύκλιες σπουδές του και έκανε εγγραφή στη Νομική, αλλά βρέθηκε στο Παρίσι, όπου και τέλειωσε το Πανεπιστήμιο. Διπλωμάτης καριέρας, μοίρασε τη ζωή του ανάμεσα στη διπλωματία και στην ποίηση, γράφοντας, μεταφράζοντας αλλά και μελετώντας.

Ο Γιώργος Σεφέρης, όπως και η οικογένειά του, υπήρξε πρόσφυγας. Ο ίδιος, επιπλέον, υπήρξε και μετανάστης. Τι θα είχε συμβεί αν η Ελλάδα τού είχε γυρίσει την πλάτη; Ο κόσμος θα είχε στερηθεί έναν πολύ σημαντικό- συμπαντικό ποιητή και η χώρα τη δόξα ενός Νόμπελ, και μάλιστα του πρώτου.

άνοιγμα