Του Γιάννη Παναγόπουλου //

 

Στα «κλωστήρια» του έντυπου life-style δεν ήμασταν οι καλύτεροι ράφτες. Αν και, μάλλον, γνωρίζαμε την τέχνη της «ραπτικής» λέξεων. Το life-style δεν μας πήγε, δεν το πήγαμε ποτέ. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Θα δείτε, το τέλος σάς είναι γνώριμο. Ήταν τέλη δεκαετίας του ’90. Και είχε τελειώσει άλλη μια μέρα στο περιοδικό. Λέγαμε πως ήμασταν συντάκτες του αλλά όπως και να το κάνεις, όπως και να το δεις, δεν λες: «Είμαι δημοσιογράφος» σε έντυπο που κάθε μήνα έχει θέματα όπως «40 τρόποι να της βάλεις φωτιά στο κρεβάτι» ή «40 τύποι γυναικών που πρέπει να έχεις βγάλει νοκ – άουτ στο σεξ πριν πεις πως είσαι αληθινός, άντρας» ή «40 αιτίες που το one night stand είναι μακροχρόνια σχέση». «Τέλος πάντων» ή, καλύτερα, «Τέλος Κάποιων» γιατί λίγο αργότερα φεύγοντας από το περιοδικό, στο αυτοκίνητο της μητέρας μου, πηγαίνοντας τον Γιώργο Χατζηπαύλου σπίτι του στο αμάξι ακούγαμε Στέρεο Νόβα.

19

-«Θυμάσαι ποιο άλμπουμ ήταν Γιώργο;»

-«Το Σ.Κ.Α.Ζ.Η. ήταν. Ένας δίσκος με ζωντανές τους ηχογραφήσεις».

Σήμερα προσφέρεται και ως ανέκδοτο. Τότε δεν είχε καθόλου πλάκα. Στο αυτοκίνητο ακούγαμε μουσική δυνατά. Και πετάγαμε λεκτικές ντομάτες στο «life – style». Ήταν η εποχή του «Πετυχημένος ή Θάνατος». Στο «πετυχημένος» του «Πετυχημένος ή Θάνατος» βάλτε αστερίσκο. Γιατί τότε μονάδα μέτρησης του «Πετυχημένος» ήταν πόσα χρήματα θα βγάλεις πριν τα σαράντα, για να μην δουλέψεις ούτε σαράντα λεπτά μετά τα σαράντα (σου). Κάπως έτσι κυλούσε η ζωή στα «κλωστήρια» του έντυπου life – style τότε, στο φινάλε τις δεκαετίας του ’90. Εκείνος έμεινε στο περιοδικό μόλις 2–3 μήνες. Δεν άντεξε περισσότερο.

Είμαι στο «Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης». Είναι Σάββατο. Το ραντεβού με τον Γιώργο Χατζηπαύλου έχει κλειστεί για τις επτά το απόγευμα. Έφτασα νωρίς. Πάντα φτάνω νωρίς. Μην το ψάχνεις, ψυχαναγκασμός ολέ. Αν δεν φτάσω νωρίς και φτάσω ακριβώς είναι σαν να έχω αργήσει. «Τέλος Πάντων» και «Τέλος Κάποιων» μαζί. Βλέπω τις μεγάλες αφίσες που διαφημίζουν τις παραστάσεις του «Σχεδόν Σαράντα». Πω, πω, πω, τα έχω περάσει. Και αυτός είναι πολύ κοντά τους.

-Θυμάσαι εκείνη την περίοδο που δουλεύαμε στην φάμπρικα του life – style;

-Ναι. Κάνεις πλάκα; Ξεχνιούνται αυτά; Το περιοδικό δεν μας άρεσε αλλά κάναμε μια υποχώρηση του τύπου «πάμε παρακάτω, θα έρθουν καλύτερες μέρες». Υπέφερα εκεί. Και το έκανα από την πρώτη στιγμή που πέρασα στην αίθουσα σύνταξης του. Είχα απορρίψει τη θεματολογία του και απορήσει με τους ανθρώπους που εργάζονταν εκεί πιστεύοντας πως έκαναν κάτι. Έπαιρναν τους εαυτούς τους τόσο σοβαρά στη θέα του μάταιου. Θυμάμαι μια φορά ένας συντάκτης, στη διάρκεια τηλεφωνικής συνέντευξης, έκανε μια προσβλητική ερώτηση στη γυναίκα που βρισκόταν στη άλλη γραμμή. Εκείνη του έκλεισε το τηλέφωνο και εκείνος μετά από αυτό ήταν έξω φρενών και απαρηγόρητος μαζί. Δεν είχε σκεφτεί το αυτονόητο. Πως αν μια ερώτηση είναι προσβλητική, ο άλλος μπορεί να μην θέλει να την απαντήσει. Και πως αν η συνέντευξη γίνεται τηλεφωνικά, ίσως του κλείσει το τηλέφωνο στα μούτρα. Απλό δεν είναι;

-Και μια ωραία μέρα ανοίγεις την πόρτα. Φεύγεις. Σε χάνω. Χρόνια αργότερα σε πέτυχα τυχαία σε ένα δισκάδικο στην Ομόνοια. Τι έκανες εκείνη την περίοδο;

-Την επόμενη της τελευταίας μέρας στο περιοδικό έφυγα για τη Λειβαδιά. Την πόλη μου. Κάθισα για λίγο εκεί και με τον φίλο μου τον Δημήτρη που είχαμε μια μπάντα, παίξαμε σε ένα «Αντιπολεμικό Φεστιβάλ» που γινόταν εκεί. Αυτό είχε μεγαλύτερο νόημα από κάθε μέρα που πέρασα στο περιοδικό. Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που έπαιξα μουσική ζωντανά. Ξέρεις, από πάντα μου άρεσε να γράφω κείμενα για διαφημίσεις. Μου άρεσε να γράφω ιστορίες που σε ελάχιστο χρόνο θα είχαν κάτι να πουν. Μου άρεσε επίσης κάθε μέρα να σκέφτομαι διαφορετικές ιστορίες. Ξέρεις, ποτέ δεν ήμουν από τους τύπους που τους άρεσε το γυμναστήριο, το ποδόσφαιρο ή η κατασκήνωση. Την μετά του περιοδικού περίοδο έπιασα δουλειά σε μια διαφημιστική και έψαχνα απεγνωσμένα να βρω ένα χόμπι. Μια μέρα πήγα στον χώρο της Λουκίας Ρικάκη. Ήταν το μοναδικό σημείο στην Αθήνα που είχε stand – up. Μου άρεσε πολύ. Σιγά – σιγά άρχισα να γράφω τις δικές μου ιστορίες. Ένα βράδυ της είπα πως έχω κάποια πράγματα έτοιμα και πως κάποιος άλλος θα μπορούσε να τους δώσει ζωή στη σκηνή του χώρου που εκείνη έτρεχε. Μου απάντησε πως αυτό ήταν αδύνατο. Πως τις ιστορίες μου έπρεπε να τις πω εγώ. Σάστισα. Ήμουν όμως μόνο 23 χρονών. Σκέφτηκα ακόμα και αν στην σκηνή πέσουν «λεμονόκουπες» θα ερχόταν η επόμενη μέρα που κανένας δεν θα με θυμόταν, γιατί κανένας δεν θα με γνώριζε.

-Ο χώρος της Ρικάκη ήταν ένα μεγάλο σχολείο για σένα;

-Ήταν, αλλά έγινε επίσης και το στέκι που έψαχνα να βρω στην Αθήνα. Από την Τετάρτη ως την Κυριακή που ήταν ανοιχτό πήγαινα εκεί. Έκανα και τα περάσματά μου στην σκηνή. Είχα και δωρεάν ποτά. Η Καλύτερη μου σου λέω.

1-Και μετά;

-Μετά, το stand – up με απορροφούσε όλο και περισσότερο. Υπήρξε περίοδος που είχα δύο ζωές. Το πρωί δούλευα στη διαφήμιση και το βράδυ πήγαινα σε παραστάσεις στον ένα και μόνο χώρο που φιλοξενούσε το εκφραστικό είδος που είχα κολλήσει μαζί του. Κάποια στιγμή είπα πως θα ήθελα να ασχοληθώ αποκλειστικά μαζί του. Εκείνη την περίοδο, αρχές δεκαετίας του 2000, έγιναν δύο πράγματα που μου έδειχναν έναν δρόμο που θα μπορούσα να ακολουθήσω. Το πρώτο ήταν η απόφαση, αν και αδειούχος, να περάσω καλοκαίρι στην Αθήνα γράφοντας κείμενα για την επομένη Stand – Up σεζόν. Το άλλο, όταν τέλειωσε η δεύτερη σεζόν στις «Νύχτες Κωμωδίας», ήταν το τηλέφωνο που έκανε ο Σύλας Σεραφείμ λέγοντάς μου να στήσουμε μια παράσταση στο «House Of Art». Χώρος στου Ψυρρή, θα λέγαμε πως έγινε ό,τι ο Σταυρός του Νότου για τη μουσική, της Stand – Up κωμωδίας. Εκεί το πράγμα θα ξέφευγε από εκείνο που είχα συνηθίσει να κάνω. Δεν θα ήταν αυτοσχέδιες βραδιές που πέντε άνθρωποι θα έκαναν πέρασμα σε μια σκηνή και λέγοντας μια ιστορία θα ήθελαν να κάνουν τους άλλους να γελάσουν. Θα έπρεπε να δουλέψω παραπάνω γιατί θα έρχονταν άνθρωποι να δουν συγκεκριμένα ονόματα. Και θα είχαν συγκεκριμένες προσδοκίες. Να γελάσουν.

-Κάποια στιγμή σε είδα και στην τηλεόραση, σε κάτι σκετς.

-Ναι, στον Αντέννα. Την περίοδο του House Of Art το κανάλι μάς έκανε μια πρόταση. Να έχουμε την επιμέλεια σε κάτι σκετς. Υπήρχε ένα αγγλικό φορμάτ και μας είπαν να το κάνουμε στα ελληνικά. Όταν μου είπαν να παίξω στην τηλεόραση για μια ακόμα φορά είπα πάμε να το κάνουμε. Ακόμα και χάλια να πήγαινε, που πήγε καλούτσικα, εγώ θα μπορούσα να πάρω κάτι. Ας πούμε να βελτιώσω την ερμηνευτική μου στάση. Ή τον τονισμό της φωνής μου. Έτσι και έγινε. Η τηλεόραση με βοήθησε να ξεκλειδώσω πολλά πράγματα σε ό,τι αφορά την τοποθέτησή μου στη σκηνή. Μετά από όλα αυτά είπα πως το Stand – Up θα πρωταγωνιστήσει στη ζωή μου. Παραιτήθηκα από τη διαφημιστική που δούλευα. Άρχισα να γράφω μανιωδώς. Πρέπει να ήταν το 2007 αυτό.

-Έχει ενδιαφέρον ο τρόπος που διηγείσαι τη ζωή σου. Μιλάς λες και τη ζωή σου φωτίζει ένας λογικός ειρμός, χωρίς εντάσεις, χωρίς διλήμματα.

-Αλήθεια;

-Εντελώς αλήθεια.

-Έχουν παίξει διάφορα ζόρια κατά καιρούς. Αλλά πάω παρακάτω με τον δικό μου τρόπο.

-Σου αρέσει να ακούς τον κόσμο να γελά;

-Κοίτα, ένα από τα πράγματα που μου αρέσει στον τύπο κωμωδίας που κάνω είναι η αμεσότητα στην ανταπόδοση. Για παράδειγμα, η μουσική ή το θέατρο είναι κλάσεις ανώτερα συναισθημάτων που αποδίδουν στο κοινό. Στο Stand – up υπάρχουν άλλα πράγματα. Ακούς το αποτέλεσμα της δουλειάς σου στη σκηνή σε «πραγματικό» χρόνο. Υπάρχει ένας καταιγισμός μικρών ιστοριών που πρέπει να κάνουν τον άλλο να γελάσει. Το γνωρίζεις αυτό εκ των προτέρων. Ο χρόνος που χρειάζεσαι να εμπνευστείς κάτι, να το γράψεις, να το στήσεις στη σκηνή είναι πολύ – πολύ μεγαλύτερος από εκείνον που χρειάζεται για να τον ερμηνεύσεις. Στην πρώτη φάση υπάρχει πολύ στρες. Ξέρεις οι κωμικοί στη σκηνή συχνά δεν έχουν την ίδια αίσθηση που έχει το κοινό. Πάρε για παράδειγμα έναν άνθρωπο που κάνει stand – up και έχει κλείσει 200 εμφανίσεις τον χρόνο. Για εκείνον από τις 200 οι 20 και με το ζόρι θα είναι εκείνες που θεωρεί πως απέδωσε πραγματικά καλά. Θα υπάρξουν πολλές βραδιές που όταν σε ρωτήσει «Πώς σου φάνηκα;» και εσύ απαντήσεις «Ήσουν πολύ καλός», εκείνος δεν θα σε πιστέψει. Δεν είναι πως εσύ θα λες ψέματα. Είναι πως εκείνος δεν θα αισθανόταν πως ήταν πολύ καλός. Ίσως ούτε καν καλός. Ξέρεις, στην πραγματική ζωή μπορείς να ζητήσεις και να πάρεις πέντε δευτερόλεπτα απολυτής σιωπής. Στη ζωή στη σκηνή, κάνοντας Stand – Up, αυτό δεν συμβαίνει. Πέντε δεύτερα σιωπής από μεριάς του μπορούν να κοστίσουν ολόκληρη παράσταση. Οι παραστάσεις μας έχουν ποδοσφαιρικό χαρακτήρα. Οι φάσεις πρέπει να έχουν καταιγιστικό ρυθμό. Να πέφτουν η μία μετά την άλλη ασταμάτητα.

16

-Έχεις άγχος στη σκηνή;

-Αυτό ας το ονομάσουμε φιλότιμη αγωνία.

– Ας πάρουμε τους καλύτερους. Τους Rolling Stones. Φαντάζομαι πως έχουν 200.000 βλέμματα συγκεντρωμένα πάνω τους στη σκηνή, άγχος θα έχουν;

-Θα μου επιτρέψεις. Καλύτερους θεωρώ τους Beatles.

-Ok, αλλά πες μου γι’ αυτό…

-Κοίτα, ας πούμε, αν σκάσουν οι Rolling Stones στη σκηνή και παίξουν ένα τραγούδι που το γνωρίζει όλος ο κόσμος, ακόμα και αν δεν το παίξουν τέλεια, χαμός θα γίνει. Σε ό,τι αφορά τη ζωή στη σκηνή εγώ αυτό επιμένω να το ονομάζω ως φιλότιμη αγωνία, γιατί πρέπει να δώσεις στον κόσμο αυτό που έχει έρθει να πάρει από σένα. Και πρέπει κάθε σεζόν να σκάω με νέα κείμενα. Δεν υπάρχει η σταθερή του κλασικού στο είδος μας. Οι Rolling Stones ή κάθε συγκρότημα που έχεις λόγους να δεις ζωντανά γνωρίζεις εκ των προτέρων πάνω κάτω το κομμάτι που θα σε ξεσηκώσει. Όταν κάποιος πληρώνει για να δει μια Stand – Up παράσταση γνωρίζει τον κύριο λόγο που τον σπρώχνει εκεί. Θέλει να γελάσει. Και από σκηνής πρέπει να κάνεις ό,τι μπορείς για να του δώσεις αυτό που θέλει.

-Ακούγοντάς σε έχω την αίσθηση πως ένας stand – up κωμικός χωρίς αυτοέλεγχο δεν πάει πουθενά. Είναι έτσι;

-Αυτοέλεγχος, μια μεγάλη κουβέντα. Τροφή για σκέψη είναι όσα νοηματοδοτεί η λέξη. Εντάξει, αν την είχα μπροστά μου θα ζωγράφιζα ένα βελάκι και θα έγραφα από κάτω την λέξη προγραμματισμός. Όλους μας νοιάζει μια παράσταση να βγει σχετικά καλά. Και διπλά της, τις λέξεις «σωστή επιλογή», στο πότε λες «ναι» και πότε «όχι». Κάποια στιγμή είχα γράψει ένα θεατρικό έργο. Ήθελα να το δώσω δεξιά και αριστερά για να δω αν μπορεί ν’ ανέβει. Το διαβάζω σήμερα και λέω καλύτερα που δεν ανέβηκε πουθενά. Ξέρεις, δεν είναι πάντα ευκαιρία μια πρόταση που ακούγεται «μεγάλη» τη στιγμή που λέγεται. Αν δεν μπορείς να την υπηρετήσεις εκείνη την στιγμή πρέπει να λες «όχι» γιατί αν πεις «ναι» μπορεί να λες «ναι» σε ένα μεγάλο λάθος.

-Τι κάνεις αυτό το διάστημα;

-Έχω παραστάσεις ως τον Απρίλιο. Και βιώνω το θέμα «Λίγο πριν τα σαράντα». Δεν ξέρω γιατί το σαράντα μας έχει κάτσει ως το νούμερο που σηματοδοτεί πολλά σημεία της ζωής μας. Γιορτάζουμε τις σαράντα μέρες πριν το Πάσχα. Ή γιορτάζουμε 40 μέρες μια γιορτή. Δεν ξέρω. Είμαι σχεδόν Σαράντα. Η αλήθεια είναι πως δεν μου πάει να λέω 39μιση.

Πληροφορίες γύρω από το «Σχεδόν Σαράντα»

cc-%ce%b1%cf%86%ce%b9%cf%83%ce%b1-%ce%b14Η τρίτη σόλο παράσταση του Γιώργου Χατζηπαύλου, με τίτλο, Σχεδόν σαράντα, είναι γεγονός. Με νέα κείμενα, νέες ιδέες και ανανεωμένη θεματολογία έρχεται να μας κάνει τον χειμώνα παραπάνω από απολαυστικό και γεμάτο γέλιο. Για πολύ περιορισμένο αριθμό παραστάσεων.

Μετά τις sold out παραστάσεις του τη σεζόν που πέρασε, ο Γιώργος επιστρέφει με μία παράσταση που χαρακτηρίστηκε από τις καλύτερες ελληνικές stand up comedy παραστάσεις και αναλύει όλα τα στάδια στη ζωή ενός άντρα αλλά και τη σχέση του με το άλλο φύλο, τη σημερινή εποχή και όλα τα παράξενα που βλέπουμε και βιώνουμε γύρω μας.

Θα παρακολουθήσετε μια αναδρομή σε όλες τις φάσεις της ζωής του άντρα μέχρι τα σαράντα που, μεταξύ άλλων, εξετάζει:

  • Το μυστήριο του “τι συμβαίνει μετά τα σαράντα”
  • Τι συνειδητοποιεί ένας άντρας στην εφηβεία
  • Ποια είναι τα 2 βασικά αξιώματα που πρέπει μια γυναίκα να γνωρίζει για τους άντρες
  • Ποια είναι τα 43 βασικά αξιώματα που ένας άντρας πρέπει να γνωρίζει για τις γυναίκες
  • Πώς θα είναι στα γεράματα οι γενιές που τώρα είναι σαραντάρηδες
  • Πώς λειτουργεί ο μικρός κάφρος που όλοι κρύβουμε μέσα μας
  • Πότε μεγαλώνεις πραγματικά (spoiler: Ποτέ)
  • Μια παράσταση που (δεν) θα μας διδάξει, που (δεν) θα μας προβληματίσει ΚΑΙ που θα μας κάνει να γελάσουμε ΠΟΛΥ!!!

 

Ημέρες & Ώρες παραστάσεων

  • Σάββατο 17/12, 21:30
  • * Κυριακή 18/12, 21:30
  • * Κυριακή 25/12, 21:30
  • * Κυριακή 01/01/2017, 21:30
  • * Σάββατο 07/01/2017, 21:30
  • * Κυριακή 08/01/2017, 21:30
  • * Σάββατο 14/01/2017, 21:30
  • * Κυριακή 15/01/2017, 21:30

ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ

* Γενική είσοδος: 8 ευρώ (προπώληση) 10 ευρώ (ταμείο την ημέρα της παράστασης) Μειωμένο: 8 ευρώ

Για τηλεφωνική αγορά εισιτηρίων με πιστωτική κάρτα καλέστε: 210 3418550 & 579, Δευ-Παρ 11:00 – 14:00 Σημεία Πώλησης Εισιτηρίων: Εισιτήρια προπωλούνται στα ταμεία του Ιδρύματος (Πειραιώς 206, Ταύρος), Δευ-Παρ 11:00 – 14:00, αλλά και μία ώρα πριν την έναρξη των εκδηλώσεων Εισιτήρια προπωλούνται στα Εκδοτήρια Ticket Services, Πανεπιστημίου 39 (Στοά Πεσμαζόγλου). Ωρ. λειτουργίας Εκδοτηρίων Ticket Services: Δευ. & Τετ. 09:00 – 17:00, Τρ., Πεμ. & Παρ. 09:00 – 20:00, Σαβ. 10:00 – 14:00 Εισιτήρια προπωλούνται και σε όλα τα καταστήματα Forthnet.

Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης – Πειραιώς 206, Ταύρος, Αθήνα ΤΗΛ: +30 210 3418550