Γράφει ο Νικηφόρος Γκολέμης //

Εβδομάδα… τηλεοπτικού ενδιαφέροντος αυτή που μας αφήνει, με τη χώρα να εισέρχεται στον αστερισμό του «Κουφοντίνας show». Ούτε στα πιο τρελά του όνειρα δεν θα είχε φανταστεί το πάλαι ποτέ μέλος της 17Ν (και εξαιρετικός διαχειριστής των ταμειακών διαθεσίμων της οργάνωσης – κυρίως για τον εαυτό του) τέτοιον παροξυσμό γύρω από το πρόσωπό του. Δημοσιογράφοι, κάμερες, τηλεοπτικά συνεργεία έξω από το σπίτι του επί 48ώρου βάσεως και αναλυτική, λεπτό προς λεπτό κάλυψη των κινήσεών του.

Αυτό που ίσως να είχε «ψυλλιαστεί» ο Κουφοντίνας, αν και πιθανώς να μην τον απασχολεί διόλου, ήταν η αντίδραση του καλούμενου ως «φιλελεύθερου» πολιτικού χώρου στο άκουσμα της είδησης για τη χορήγηση της άδειας, η επιχειρηματολογία του οποίου κινήθηκε στο πλαίσιο του αναμενόμενου. Ακολουθώντας πιστά το μόνιμο δεξιό αφήγημα περί νταλαβεριού κυβέρνησης – τρομοκρατών και τη σύναψη «ανίερης» συμμαχίας για την αποσταθεροποίηση της χώρας, το επιχειρηματικό – μιντιακό στρατόπεδο προέβη σε μία εύκολη και «φτηνή» στοχοποίηση του Κουφοντίνα για τα πεπραγμένα του ως μέλος της 17Ν. Μόνο έτσι μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς την ενορχηστρωμένη επίθεση σε έναν προ δεκαπενταετίας καταδικασμένο που μέχρι προχθές δεν είχε δει ποτέ – έστω και προσωρινά – την πόρτα της εξόδου των φυλακών. Διότι το ελληνικό κράτος έχει ήδη βγάλει την ετυμηγορία του για τον Κουφοντίνα εδώ και πάρα πολλά χρόνια, ενώ και ο κάθε πολίτης ξεχωριστά έχει σχηματίσει προσωπική άποψη για τη 17Ν.

∠Δεν μπορείς να προβάλλεις την καταδίκη του Κουφοντίνα ως επιχείρημα για το απαράδεκτο της άδειας, αφού το κράτος που τον καταδίκασε, το ίδιο αυτό κράτος τού παρέχει την εν λόγω επιλογή

Το να επαναφέρεις λοιπόν ένα πρακτικά ανενεργό στον δημόσιο διάλογο πρόσωπο στην επικαιρότητα, με απώτερο στόχο να ασκήσεις μικροπολιτική επί του πολιτικού πτώματος, επειδή έκανε το μεγάλο «λάθος» να ασκήσει ένα δικαίωμα που του παρέχεται από το κράτος, είναι τουλάχιστον άτιμο. Όπως άτιμη είναι και η επίθεση στο Συμβούλιο των φυλακών Κορυδαλλού, το οποίο υπάρχει ακριβώς για να εξετάζει τα αιτήματα αυτά με κριτήρια επιστημονικά, μακριά από τις σειρήνες της α λα καρτ «ευαισθησίας» διαφόρων αυτόκλητων αναλυτών και δήθεν εκφραστών του κοινού περί δικαίου αισθήματος. Με απλά λόγια, δεν μπορείς να προβάλλεις την καταδίκη του Κουφοντίνα ως επιχείρημα για το απαράδεκτο της άδειας, αφού το κράτος που τον καταδίκασε, το ίδιο αυτό κράτος τού παρέχει την εν λόγω επιλογή.

Όλη αυτή η κινδυνολογία και η επιλεκτική ευαισθησία κρύβουν πίσω τους τη διαρκή – από καταβολής μεταπολίτευσης μάλιστα– προσπάθεια του δεξιού πόλου εξουσίας να καταλογίσει την τρομοκρατική βία στον εκάστοτε πολιτικό χώρο που στέκεται εμπόδιο για την αναρρίχησή του στις πολυπόθητες υπουργικές καρέκλες. Ποιος θα ξεχάσει άλλωστε την επί δεκαετίες βαθιά πεποίθηση ακόμα και επιφανών στελεχών της ΝΔ, ότι πίσω από τη 17Ν κρύβεται το ΠΑΣΟΚ και ο ίδιος (!) ο Ανδρέας Παπανδρέου; Ή, ακόμα περισσότερο, ποιος δεν έχει υπάρξει μάρτυρας στην αέναη προσπάθεια ταύτισης της Αριστεράς με την τρομοκρατία μέσα από ανυπόστατους εξισωτισμούς και αβάσιμους ισχυρισμούς; Η τελευταία επιχείρηση έχει μάλιστα ουκ ολίγες φορές οδηγήσει σε ιδεολογική σύγχυση διάφορες «αριστερόστροφες» τάσεις, οι οποίες έχουν εσφαλμένα παράσχει ασπίδα προστασίας σε τρομοκρατικές ενέργειες στην προσπάθειά τους να αποκρούσουν την ύπουλη αυτή τακτική του εξισωτισμού.

Ένα ενδιαφέρον πράγμα τουλάχιστον κατάφεραν να ψελλίσουν οι απανταχού «σοκαρισμένοι» με την άδεια Κουφοντίνα, το οποίο αναδεικνύει την τεράστια ανασφάλεια στην οποία βρίσκονται: Η άδεια στον Κουφοντίνα είναι, λένε, απαράδεκτη, διότι διατρέχεται ο κίνδυνος εκπαίδευσης και κατήχησης μιας νέας, ανερχόμενης γενιάς τρομοκρατών από τον ιδεολογικό τους πατέρα, όπως τον αποκαλούν. Μια ανησυχία που αν μη τι άλλο φανερώνει τα σαθρά θεμέλια του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος. Ένα σύστημα που παίρνει τον πολίτη του από μικρό παιδί και τον «διαπαιδαγωγεί» κατά τρόπο τέτοιο, ώστε να υπακούει άνευ περαιτέρω διερεύνησης στα κελεύσματά του και να θεωρεί όλους τους μηχανισμούς που του έχουν επιβληθεί ως φυσιολογικούς και ως μοναδική διέξοδο. Ένα σύστημα που συνδέει την επιβράβευση και την μετέπειτα επιστημονική / επαγγελματική προοπτική του νέου με το αναμάσημα παρωχημένων τσιτάτων για αξία της δημοκρατίας, δικαιώματα, ενωσιακά οφέλη. Ένα σύστημα που ενώ «αγκαλιάζει» τον πολίτη του για μια ολόκληρη ζωή φοβάται ένα 48ωρο του Δημήτρη Κουφοντίνα. Ποιος ο τρόμος και ποια η ανησυχία των συστημικών εκπροσώπων αν είναι όλα «καλώς καμωμένα» και δεν έχουν τη φωλιά τους λερωμένη; Γιατί, σε τελική ανάλυση, σιγά τον μεγάλο ιδεολόγο και καθοδηγητή Κουφοντίνα που θα μας ξεναγήσει στα… άδυτα του Μπετελέμ. Αλλού βασίζεται η ανησυχία τους…