Του Μιχάλη Καφαντάρη //

Χειμώνας-Άνοιξη-Καλοκαίρι, σχολικό έτος 1990-1991

… η “Ινδιάνα”, η ξακουστή και απρόσιτη δίμετρη καλλονή από το Πολυκλαδικό Φιλαδέλφειας που μια Παρασκευή – άγνωστο πως – βρέθηκε με μια φίλη της στο παρτυ του Φ. στον Άγιο Μάρκο, στα Κάτω Πατήσια.

Δύο παιδιά εκείνη τη νύχτα, αφού ήπιαν μέχρι που έγιναν μαγιονέζα, ξεκίνησαν ταυτόχρονα να την φλερτάρουν ώσπου στο τέλος βρέθηκαν να παίζουν άγριο ξύλο μπροστά της στη μέση του σαλονιού.

Η “Ινδιάνα” και η φίλη της έμειναν ατάραχες με την πλάτη στον τοίχο παρακολουθώντας τον καυγά ενώ όλο το παρτυ προσπαθούσε να τους χωρίσει. Στο τέλος τα δυο κοκοράκια βρίσκονταν τάβλα στο μπλε μωσαϊκό από το αλκοόλ και μέσα στα αίματα από τις μπουνιές, ενώ οι υπόλοιποι σαστισμένοι να έχουν σκύψει από πάνω τους για τις πρώτες βοήθειες. Η “Ινδιάνα” πέρασε σχεδόν πάνω από τα δυο πτώματα, με προσεκτικά βήματα για να μη λερωθεί και η φίλη της την ακολούθησε νομίζοντας ότι πάει για την εξώπορτα. Όμως Εκείνη, αντί για την εξώπορτα έψαξε την κουζίνα, δυο κουταλιές καφέ και ένα λεμόνι κομμένο στη μέση. Γύρισε στο σαλόνι, έδωσε στον έναν να πιει την αηδία και βοήθησε κρατώντας το οξυζενέ στους διπλανούς που ακόμα καθάριζαν τα αίματα του άλλου.

καφαντάρης άνοιγμα_

– Μα τι κάνεις; πάμε να φύγουμε… της είπε η φίλη της στο μπλαζέ. Και η Ινδιάνα απάντησε:

– Πώς θα φύγω έτσι ρε μαλάκα, τέτοιο ξύλο δεν έχει παίξει κανείς για μένα. Ποτέ.

… η Δ. από το 60ο Λύκειο Κυψέλης που έβγαλε ένα ανοιξιάτικο μεσημέρι βόλτα τον ονομαστό πισινό της στη Φωκίωνος Νέγρη, με ένα κατακόκκινο περφέκτο που στένευε απότομα στη μέση και τον τόνιζε ακόμα περισσότερο. Καθώς πέρναγε θριαμβευτικός και νωχελικός μπροστά από τα τραπεζάκια του “Σελέκτ” (σ.σ. καφετέρια στη Φωκίωνος Νέγρη) κάποιος της φώναξε δυνατά μπροστά στον κόσμο που είχε στρωθεί έξω και έπινε καφέ στον ήλιο:

-Που την πας τέτοια κωλάρα παιδί μου !!! … ”

Ο πισινός πάγωσε ακαριαία στη θέση του. Η Δ. γύρισε επιτόπου, κοίταξε τον τύπο και του φώναξε επίσης δυνατά:

– Άμα σου αρέσει να σου δώσω το τηλέφωνο του φίλου μου να σου κάνει και τον δικό σου κώλο έτσι…”

Όλο το Σελέκτ ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Εκείνη, αφού έκανε μια μικρή υπόκλιση, συνέχισε νωχελικά να ανηφορίζει τη Φωκίωνος .

καφαντάρης μέσα 1… η Ν. που είχε γεννηθεί η μισή στην Αμερική και η άλλη μισή μέσα στο συνεργείο του πατέρα της. Αν και 17 μπορούσε να κάνει μια Καβασάκι μπίλιες και να την ξαναδέσει. Φίλη ενός φίλου, τη γνωρίσαμε όταν πήγαμε 7 άτομα να τον βρούμε στο νησί του. Ανήλικοι, χωρίς δίπλωμα όλοι μας μπήκε στη μέση για να νοικιάσουμε κάτι παπάκια πενηντάρια σκέτα καμινέτα, από ένα μαγαζί στο λιμάνι και να κάνουμε τον γύρο του νησιού.

Πιάσαμε ο καθένας από ένα και μαρσάραμε πάνω κάτω για να το δοκιμάσουμε ενώ Εκείνη μας παρατηρούσε καθισμένη σε μια KZ1100R.

Έτοιμοι να ξεκινήσουμε, γυρνάει ξαφνικά και μας λέει:

-Λοιπόν, νοικιάστε ένα παπί λιγότερο. Εγώ τη διαδρομή την έχω κάνει εκατό φορές. Βαριέμαι. Κάποιος θα έρθει να κάτσει από πίσω μου στη μηχανή να μου κάνει παρέα

– Αυτοί είναι αληταράδες ρε, θα φας πολύ χούφτωμα… της είπε ο κοινός μας φίλος.

-Ναι έ; έκανε αυτή και καλά πονηρά. Ε, άμα είναι έτσι… μας έφερε όλους μια βόλτα με τα μάτια… θέλω στη μηχανή μου αυτόν.

Και έδειξε εμένα

Εγώ συνέχισα την πλάκα που ξεκίνησε η γκόμενα και με ύφος και καλά θριαμβευτή ύψωσα τα χέρια μου και ανέβηκα στη μηχανή, ενώ οι άλλοι στην ίδια πλάκα ξέσπασαν σε χειροκροτήματα και καλά θαυμασμού προς τον “εκλεκτό”.

καφαντάρης μέσα 2Ξεκινήσαμε πρώτοι αμίλητοι και από πίσω ακλουθούσαν τα παπάκια. Λίγα λεπτά αργότερα, σε μια στροφή που σταματήσαμε από το μποτιλιάρισμα, ανταλλάξαμε βλέμματα από έναν καθρέφτη έξω από ένα μαγαζί δίπλα μας. Μέσα στην πλάκα σκέφτηκα “Ρε λες να με γουστάρει στ’ αλήθεια;”. Τότε η Ν. μού χαμογέλασε με έναν τρόπο τόσο ιδιαίτερο που μου πήρε λίγα δευτερόλεπτα να καταλάβω, όσα δευτερόλεπτα δηλαδή πήρε και σε εκείνη να καταλάβει, την ώρα που δοκιμάζαμε τα παπάκια, όχι μόνο ότι ήμουν εντελώς άσχετος από μηχανές, αλλά και ότι δεν θα έλεγα τίποτα, για να γλιτώσω το δούλεμα με κίνδυνο να καρφωθώ στην πρώτη στροφή. Είχε βρει λοιπόν τρόπο να με προστατέψει και από τα δύο…

Το να μη θέλεις να μάθεις τι απέγιναν κάποιες γυναίκες όταν μεγάλωσαν είναι ένα εφηβικό δικαίωμα, από αυτά που αργά ή γρήγορα στεγνώνουν και τα μαζεύεις από την απλώστρα.

Το να θυμάσαι πώς ήταν πριν μεγαλώσουν όμως είναι μια σοβαρή ενήλικη υποχρέωση προς την Ιστορία.