από την Κλέα Χρήστου //

Παρακολουθώ χρόνια τώρα τη δουλειά του Μανώλη Γαλιάτσου, σε όλες τις κατά καιρούς διακυμάνσεις των μουσικών του αναζητήσεων και πάντα την εύρισκα ξεχωριστή κι εξαιρετική. Με την τελευταία του όμως δουλειά, Η Ζωή σε 11 ποιήματα του Γιώργου Βέη, νομίζω ότι εμφανίζεται πιο πρωτότυπος και ταυτόχρονα πιο κατασταλαγμένος από ποτέ. Αυτή τη φορά, ο Μανώλης Γαλιάτσος ασχολείται με τα ποιήματα ενός σπουδαίου μας ποιητή και νομίζω ότι και οι δύο θα πρέπει να αισθάνονται υπερήφανοι κι ευτυχείς. Ο συνθέτης συναντά έναν σπάνιο ποιητή και ο ποιητής ευτυχεί να δει τους στίχους του να ενδύονται από νότες εξαίσιες.

-Η Ζωή, ξεκινά με μια αυτόνομη ορχηστρική σύνθεση, με τον εύλογο τίτλο “Ανασαίνω”. Μια μελωδία που θα ευχόσουν να σημαδεύει το ξεκίνημα της ζωής, της ζωής μας, γιατί μας δίνει βαθιές ανάσες, γρήγορα όμως αντιλαμβάνεσαι ότι η ήρεμη φυσικότητα της μελωδίας έκρυψε πίσω της μίλια αληθινής ζωής, πριν συμπεράνεις ότι σηματοδοτεί απλά την έναρξή της. Πρόκειται μάλλον για απόσταγμα εμπειρίας και καθαρής συγκίνησης κι αυτό είναι, τελικά.
-Αμέσως μετά, έρχεται “Η Χαρά Της Ζωής”, ένα θαυμάσιο ποίημα του Γιώργου Βέη, τραγουδισμένο απ’ τον ίδιο τον συνθέτη. Εδώ, η ποίηση του λόγου και της μουσικής συναντά την αιχμηρότητα των ήχων και μια λέξη κλειδί, μια λέξη δύσκολη για μελοποίηση, “οι σταροκόρακες”, μελοποιείται και, θα ‘λεγε κανείς, προσωποποιείται. Ναι, τους ακούς και τους βλέπεις τους σταροκόρακες και το τοπίο των ήχων ανοίγει, για να μας τους δείξει χαρούμενους στην επίγνωση της επικίνδυνης ελευθερίας τους. Ένας ολόκληρος κόσμος ανοίγεται αναπάντεχα μπροστά μας μέσα από τα μάτια ενός πτηνού και η δύναμη της μουσικής και της ποίησης, δημιουργούν απ’ την αρχή τον κόσμο για μας.

 

-Ακολουθεί “Η Παιωνία”, μια δυνατή, μινιμαλιστική ορχηστρική σύνθεση, η οποία εισάγει αιφνίδια το έργο σε ηλεκτρικές εντάσεις και λειτουργεί ως προπομπός για το επόμενο τραγούδι, την “Απορία”. Ο νους και η ψυχή γεμίζουν από τη μελοποιημένη φράση: “Μήπως απ’ τον πόθο μας λείπει η σοφή μουσική;”.  Και, για να πιάσω το νήμα της σκέψης του ποιητή: Μήπως απ’ τη ζωή μας λείπει -χρόνια τώρα- η μουσική, έχοντας καταλάβει τον αντίστοιχο χώρο “υποχρεωτικά υποκατάστατα”, δηλαδή κακή ή μη μουσική;

-Στη συνέχεια, η “Ειλικρίνεια”: Μια μοναδικά ξεχωριστή στιγμή. Στην εισαγωγή, οι νότες μας ανοίγουν τον “πρώτο κόσμο”, τον αρχέγονο, αυτόν που ήταν κάποτε στις κολώνες ενός ναού του Απόλλωνα, για να συνεχίσει να υπάρχει στο πρόσωπό σου, στα πρόσωπά μας. Και οι στίχοι του Γιώργου Βέη, αγγίζουν αυτό που υπήρχε πάντα: το αόριστο και το τόσο ορατό. “Μόλις μια γραμμούλα στα ερείπια των ναών του Απόλλωνα”, με τη φωνή του συνθέτη. Κι αμέσως μετά, η Μαριάνθη Σοντάκη, με φωνή σοπράνο, το απογειώνει στο στερέωμα. Το τραγούδι ολοκληρώνει τη μυσταγωγία του με την “υπόσχεση διαρκείας” ενός ζευγαριού.

-Ακούγοντας αυτό το καινούργιο CD του Μανώλη Γαλιάτσου, σχεδόν δεν ψάχνω να βρω τι όργανα παίζουν, να “ανακαλύψω” τους εξαιρετικούς σολίστες που συμμετέχουν, γιατί πάνω απ’ όλα εδώ υπάρχει ένα έργο. Δεν επιχειρώ να δώσω έναν ορισμό, να βάλω μια ετικέτα, να το κατατάξω κάπου, γιατί εδώ τα στερεότυπα καταρρίπτονται, απλά γιατί δεν πρέπει να υπάρχουν. Άλλωστε και ποτέ δεν μπορούσες να τον κατατάξεις κάπου, γιατί ο Μανώλης Γαλιάτσος δεν είναι τραγουδοποιός, δεν προσφέρεται για βιαστική εκτόνωση, είναι συνθέτης. Εμπνέεται από τον κόσμο του, αφουγκράζεται τους παλμούς της ζωής και με το ταλέντο του μας προσφέρει μια καινούρια, συναρπαστική ανάγνωσή της.

-Συνεχίζοντας την ακρόαση του δίσκου, ο συνθέτης με ζεστή φωνή αναδεικνύει κάθε στιγμή τους στίχους. “Πλατεία Αμερικής”, ένα σπουδαίο ποίημα για την εξάρτηση, την κάθε λογής εξάρτηση, ίσως. “Λάβαρο της πείνας” και η επανερχόμενη μελοποίηση της λέξης “λάβαρο”, μετατρέπεται σε πένθιμο ύμνο των διαψεύσεων, των όποιων -ιδεολογικών ή άλλων- διαψεύσεων, οδηγώντας βαθμιαία στο συγκλονιστικό μουσικό φινάλε, με μια εικόνα ανθρώπινου μεγαλείου κατά τη στιγμή της πτώσης: “Με τα Φύλλα Χλόης αγκαλιά”. Και μια σπίθα αντίστασης, στον σοφά τοποθετημένο καταληκτικό στίχο: “Ανυπόταχτο Χάρλεμ, ματωμένο Μπρονξ”.
Ακολουθεί ένα ακόμα εξαιρετικό ποίημα, μια ακόμα εξαιρετική μουσική στιγμή: “Πάλη”. Ανταύγειες δημοτικής ποίησης και μέλους, απαλλαγμένη από κάθε παραδοσιολατρεία, σε κάνει να επανεκτιμάς τις δυνατότητες περασμένων εκφραστικών μορφών να αντηχούν στις σύγχρονες ευαισθησίες μας. Η διαφορά ίσως είναι ότι η μουσική και η Μαριάνθη Σοντάκη, με απροσποίητη φωνή, μεταφέρουν ως εμάς “το βελούδο των αγρών, πορτοκαλιές κατάφορτες” και όχι ένα παραδοσιακό αξίωμα. Μέχρι τη στιγμή βέβαια της ανυπέρβλητης “μεταμόρφωσης” μουσικής και φωνής, προκειμένου να εκτοξευθούν με ένταση στο “χάος”.

-Ιδιαίτερη μνεία για το τραγούδι με τον τίτλο “Εύθραυστον”. Φέρνει στον νου την “Προέλευση του Κόσμου”, τον πίνακα του Κουρμπέ. Ό,τι πιο ποιητικό και ερωτικό έχουμε ακούσει τα τελευταία χρόνια. Όπως θα έπρεπε να είναι τα ερωτικά τραγούδια χωρίς να προσβάλλουν. Οφείλεται στον στίχο, στη μουσική και στην εξαιρετική ερμηνεία του Αντρέα Καρακότα. Αδύνατον να ακούσετε πώς ανέρχεται την κλίμακα από “τα σπλάχνα του παντός” μέχρι τα ουράνια και να μην σκιρτήσετε. Εδώ, οι ανάσες του τραγουδιστή μετατρέπονται σε μουσική και το πάθος του γίνεται ο παλμός της ίδιας της αφήγησης, το “άμετρο” αυτής της “κράτησε λίγο ακόμη την ανάσα” εξομολόγησης.
-Ακόμα μια ξεχωριστή στιγμή, έχει για τίτλο “Η Φενάκη Της Μουσικής”. Η δύναμη της μουσικής συνδυάζεται με εκείνη των στίχων. Με τα κρουστά να δίνουν τον βηματισμό στον πόλεμο που θ’ ακολουθήσει και μετά μέσα στο ίδιο τραγούδι, στο ίδιο ποίημα, έρχεται η νοσταλγία, η αγάπη, η ανάμνηση, τα εφηβικά μας χρόνια, το τραύμα, η απώλεια. Ο λυρισμός του Μανώλη Γαλιάτσου, έρχεται και πάλι να φέρει δάκρυα στα μάτια. Μια κορυφαία σύνθεση, που αιφνιδιάζει τις αισθήσεις και ανατρέπει τις αντιλήψεις μας για τα εκφραστικά όρια του τραγουδιού.

“Η Ζωή Από Κάτω”, για δύο κλασικές κιθάρες. Για να ξαναζήσουμε με τις νότες την “καθαρή” μουσική, τη μεγάλη συγκίνηση και για να θυμηθούμε ότι στη μουσική, εν αρχή ην η σύνθεση.

-Καθώς μπαίνουμε στην τελική ευθεία του έργου, οι αισθήσεις μας αγκιστρώνονται από τη φωνή του συνθέτη και της Μαριάνθης Σοντάκη στο τραγούδι “Εγγύτητα”. Υπόδειγμα αποσταγματικού μέλους και λόγου. Και για να γράψει κανείς για τα ποιήματα του Γιώργου Βέη, θα χρησιμοποιούσε έναν δικό του στίχο από την “Εγγύτητα”: “Τι δύναμη, τι θάρρος φέρνει την πεταλούδα στον θάνατο”. Στίχοι που σε σημαδεύουν, όχι μόνο για τη δόξα της εφήμερης ζωής μιας πεταλούδας, αλλά και την αιώνια εικόνα που αποτυπώθηκε μια για πάντα στα μάτια μας.

-Ανάμεσα σε τρεις ακόμα χαρισματικές μουσικές συνθέσεις: Την ηλεκτρική “Ο Ζεστός Θάνατος ΙΙ” και τις ακουστικές “Χρόνια” και “Lament”, το τραγούδι “Γνώση”. Τέλεια συνύπαρξη και αρμονία ανάμεσα σε συνθέτη και ποιητή. Θαυμαστή γεωμετρική ανάπτυξη της μελωδίας και βαθμιαία εξέλιξη μέχρι την κορύφωσή της απ’ τη μια και ο στίχος απ’ την άλλη, να διανύει παράλληλες διαδρομές. Από τη λυρική έναρξη: “Στις εκβολές του μεσημεριού”, μέχρι την τελική συνειδητοποίηση: “Εκεί όμως παίζεται κορώνα γράμματα ο όλεθρος”. Σπουδαία ερμηνεία από τον συνθέτη, με τα φωνητικά να τονίζουν τη σημασία ιδιαίτερων λέξεων.

-Δύο ακόμη τραγούδια για το τέλος: “Στον Ουρανό Της Σαγκάης”, ένα τραγούδι στοχαστικής αισιοδοξίας, ένα ποίημα για τη διπλή ευτυχία, αυθεντικό κομμάτι ζωής του ποιητή, από τις ανά τον κόσμο περιηγήσεις του. Ατόφια μουσική συγκίνηση και είναι και αυτή η τελευταία εικόνα με τους χαρταετούς…! Αν δεν μπορείς να πετάξεις μαζί τους, θες τουλάχιστον να τους αγγίξεις, καθώς ακούς τα ρυθμικά χτυπήματα του αέρα πάνω στα φτερά τους. Μια ακόμα εξαιρετική ερμηνεία από τον συνθέτη.

“Ενότητα Στη Βάση”: Προφανώς όχι τυχαία το τελευταίο τραγούδι του έργου. Ένα ποίημα που βγάζει τις ρίζες του στη μνήμη, τις ψυχές και το πνεύμα των νεκρών, για ν’ ατενίσει το μέλλον. Μια σύνθεση που νομίζεις ότι θέλει να περικλείσει όλη τη μουσική μέσα της. Συνεχείς εναλλαγές, ριζικές ανατροπές, απ’ το πρώτο μέχρι και το τελευταίο από τα οκτώ λεπτά που διαρκεί. Σκοτεινό και φωτεινό, λυρικό και βίαιο, πένθιμο και αισιόδοξο: Ελεγεία και ύμνος μαζί… Και μια εναρκτήρια κατάληξη: ΟΧΙ ΜΝΗΜΗ ΑΛΛΑ ΕΝΟΡΑΣΗ. Αυτό φαίνεται να είναι ένα μέγα μάθημα ζωής, όπως την έχουν ζήσει μέχρι στιγμής οι δύο δημιουργοί. Και τι μάθημα! Θες ν’ ανοίξεις τα μάτια για ν’ αρχίσεις να βλέπεις!
-Επιτέλους, μια μουσική δουλειά για να την ανακαλύπτεις διαρκώς και όχι για μία ακρόαση. Που αγγίζει τη μνήμη μας, γιατί δεν ακουμπά εκβιαστικά πάνω της. Και μας αποκαλύπτει τον κόσμο, όχι με τους συλλογισμούς που μας διέφυγαν, αλλά με τη δύναμη και την τόλμη της ενόρασής της.