Του Νικηφόρου Γκολέμη //

Εβδομάδα εξελίξεων στο εγχώριο και διεθνές πολιτικό τοπίο, με τα περιθώρια για το κλείσιμο της αξιολόγησης να στενεύουν και να προκαλούν κλυδωνισμούς σε όλα τα επίπεδα.

-Στην Ελλάδα από τη μια, τα πράγματα μάλλον δεν αντιμετωπίζονται με τη δέουσα σοβαρότητα. Σε αυτό συνεπικουρεί και το γεγονός ότι τόσο η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση έχουν ακριβώς τις ίδιες αντιλήψεις όσον αφορά τον δρόμο που η χώρα πρέπει να ακολουθήσει. Με τη διαπίστωση της σύμπλευσης όμως δεν συσπειρώνονται οι κομματικές βάσεις και δεν μαζεύονται τα ψηφαλάκια, οπότε οι πολιτικοί παράγοντες της χώρας αναγκάζονται να επιστρατεύσουν την ευρηματικότητά τους και να «παραγάγουν» οι ίδιοι τις απαραίτητες διαφοροποιήσεις για τη χορήγηση του ζωτικού πολιτικού «οξυγόνου». Εγχείρημα που μέχρι ώρας δεν στέφεται με τη δέουσα επιτυχία, οπότε μοιραία ασχολούμαστε με το αν ο Μητσοτάκης σκοπεύει να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας και αν ο Τσακαλώτος έχει δικαίωμα να πηγαίνει στο γήπεδο, για να βλέπει τον ΠΑΟΚ. Ειδικά το τελευταίο πρόκειται για ζήτημα υψίστης σημασίας που απασχολεί τον ελληνικό Λαό όσο κανένα άλλο και πιστοποιεί τη «σοβαρή» αντιπολίτευση που ασκεί η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

3-19

-Επειδή όμως στον υπόλοιπο κόσμο τα πράγματα λειτουργούν αρκετά διαφορετικά, τον τελευταίο καιρό το ζήτημα της Ελλάδας έχει αναθερμανθεί και οι κινήσεις στη διεθνή πολιτική σκακιέρα παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, με την τριγωνική σχέση Ελλάδας – Γερμανίας – ΔΝΤ να είναι αυτή που καθορίζει εν πολλοίς τις όποιες εξελίξεις. Η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους αποτελεί βασικό αίτημα του ΔΝΤ, ώστε αυτό να εξακλουθήσει να παραμένει στο πρόγραμμα, με τη Γερμανία να μην θέλει ούτε καν συζητήσει μια τέτοια προοπτική. Από την άλλη, μια αποχώρηση του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα θα ισοδυναμούσε με καταστροφή για τη γερμανική κυβέρνηση. Η γερμανική πλευρά στην παρούσα φάση επιθυμεί και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο κι όλα αυτά με φόντο τις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου. Και εξηγούμαι:

Η βαθιά πεποίθηση της πλειοψηφίας της γερμανικής κοινωνίας ότι επί μια επταετία ο Γερμανός φορολογούμενος «χαρίζει» λεφτά στους τεμπέληδες Έλληνες (προσέγγιση που πόρρω απέχει από τα πραγματικά οικονομικά δεδομένα, αλλά ας όψεται η Bild και οι τοπικοί κομματικοί παράγοντες – τσαρλατάνοι) δένει επί της ουσίας τα χέρια της γερμανικής κυβέρνησης. Από τη μια μεριά, εαν «κουρέψει» ελληνικό χρέος θα κάνει «σκόντο» στον τεμπέλη Έλληνα, ενώ από την άλλη, αν το ΔΝΤ αποχωρήσει από το πρόγραμμα, η γερμανική  κυβέρνηση θα χάσει την οικονομική και επικοινωνιακή κάλυψη που η συμμετοχή του Ταμείου τής παρέχει. Παράλληλα, μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργήσει αυτομάτως την ανάγκη για ένα νέο πακέτο βοήθειας, αυτήν τη φορά αποκλειστικά από πόρους της ΕΕ. Στην παρούσα πολιτική συγκυρία και με φόντο τις επερχόμενες εκλογές, ακόμα και ένα ευρώ προς την Ελλάδα ισοδυναμεί με πολιτική αυτοκτονία της Άνγκελα Μέρκελ. Ενδεχόμενη πρότασή της για βοήθεια στην Ελλάδα θα προκαλέσει κύμα αναβρασμού στους βουλευτές του κόμματός της, οι οποίοι θα αρνηθούν να δώσουν θετική ψήφο, φοβούμενοι τις αντιδράσεις στις περιφέρειές τους που θα έθεταν σε σοβαρό κίνδυνο την επανεκλογή τους.

Ήδη τα ποσοστά του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (SPD) έχουν εκτοξευθεί από την ημέρα που ανακοινώθηκε ότι υποψήφιος για την καγκελαρία απέναντι στην Μέρκελ και το  CDU/CSU θα είναι ο πρώην πρόεδρος του ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς. Σε πρόσφατες δημοσκοπήσεις μάλιστα, το SPD κερδίζει γύρω στις 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες, περνώντας ορισμένες φορές ακόμα και μπροστά από το CDU. Στη δημοτικότητα των πολιτικών αρχηγών τα πράγματα είναι ακόμα πιο ευνοϊκά για τον Σουλτς, αφού εμφανίζεται αισθητά δημοφιλέστερος από τη νυν καγκελάριο. Η ραγδαία άνοδος του SPD θα αποδειχθεί κατά την άποψή μου πρόσκαιρη και σύντομα η νυν καγκελάριος θα ανακτήσει τα – δημοσκοπικά – ηνία, ιδιαίτερα κατά την προεκλογική περιόδο, όταν ο Σουλτς θα αναγκαστεί να παρουσιάσει το πρόγραμμά του και να «τσαλακωθεί» (ας μην ξεχνάμε ότι λόγω της παρουσίας του στα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα παραμένει «άφθαρτος» στο εσωτερικό της χώρας του). Παρ’ όλα αυτά, η παροδική αυτή άνοδος του SPD οξύνει την αβεβαιότητα στο εσωτερικό του CDU, τα στελέχη του οποίου βλέπουν τις βουλευτικές τους καρέκλες να βρίσκονται εν κινδύνω και ως εκ τούτου θα κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να τις υπερασπιστούν.

Μέσα σε όλην αυτήν την αναταραχή, η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση και περιμένει πότε κάποιος εκ των δύο «μαχητών» θα υψώσει λευκή σημαία και θα ανάψει το πράσινο φως για να «εισρεύσουν» μερικές σταγόνες νερό στο «αφυδατωμένο» ελληνικό κράτος. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι την ώρα που ο ελληνικός Λαός δοκιμάζεται σκληρά για πολλοστή φορά και βλέπει το εισόδημά και την αγοραστική του δύναμη να μειώνεται κάθε μέρα και περισσότερο, οι εταίροι δανειστές μας σφυρίζουν κλέφτικα και παίζουν στην πλάτη του παιχνίδια εξουσίας. Αλλά, από τη στιγμή Ελλάδα επέλεξε να συμμετάσχει σε τέτοιας φύσης και τέτοιου είδους στοχεύσεων διακρατικούς οργανισμούς, είναι αναγκασμένη να πηγαίνει με τα «νερά» των ισχυρών. Ως πότε όμως;