Του Παύλου Θ. Κάγιου //

Ο αγαπημένος Άγγλος ηθοποιός Ρούπερτ Έβερετ βρέθηκε στην Αθήνα για την πρεμιέρα της ταινίας του «Ευτυχισμένος Όσκαρ» που άρχισε να προβάλλεται από σήμερα στους κινηματογράφους.

«Ο Όσκαρ Γουάιλντ», λέει ο ίδιος, «άρχισε να με συναρπάζει από την ηλικία των 6, όταν η μητέρα μου, πριν κοιμηθώ τα βράδια, μου διάβαζε τον «Ευτυχισμένο Πρίγκιπα». Το θυμάμαι πολύ καλά. Η ιστορία με είχε αναστατώσει και μέχρι να φτάσει στο τέλος ήμουν απαρηγόρητος. Προερχόμενος από στρατιωτική οικογένεια ήταν ενδεχομένως η πρώτη φορά που άκουγα να μιλούν για Έρωτα και Πόνο και για το τρομερό τίμημά τους. Ο «Ευτυχισμένος Πρίγκιπας» υπήρξε καθοριστικό σημείο για εμένα. Το 1975 μετακόμισα στο Λονδίνο. Είναι δύσκολο να το διανοηθούμε σήμερα αλλά τότε το να είσαι ομοφυλόφιλος είχε γίνει νόμιμο μόλις 7 χρόνια πριν και η αστυνομία – εκμεταλλευόμενη την αμφισημία του νόμου του 1967 – συνέχιζε να κάνει εφόδους και να συλλαμβάνει ομοφυλόφιλους. Οπότε, όταν βρισκόμασταν στοιβαγμένοι σαν ζώα στις κλούβες, στον δρόμο για το αστυνομικό τμήμα όπου θα περνούσαμε το βράδυ, υπήρχε μια απτή αίσθηση ότι βαδίζαμε τα βήματα του Όσκαρ.  Αργότερα, όταν έγινα ηθοποιός, έπαιξα στο «Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ» που έγινε μεγάλη επιτυχία. Όταν ένας ηθοποιός ανακαλύπτει έναν συγγραφέα με τον οποίο μπορεί να συνδεθεί, τον οποίο μπορεί να ερμηνεύσει καλά και να τον κατακτήσει, είναι η αρχή μιας πολύτιμης σχέσης. Η επαφή μου με τα κείμενα αυτά σπινθηροβολούσε. Λίγα χρόνια αργότερα ερμήνευσα το «The importance of being Ernest» (στα Γαλλικά) στο Theatre national de Chaillot στο Παρίσι και ακολούθως έπαιξα σε δύο ταινίες που βασίζονταν σε έργα του Wilde – το «An ideal husband» και το «The importance of being Ernest».

•Κάπου εκεί η καριέρα μου φάνηκε να στερεύει – κυριολεκτικά εξανεμίστηκε σε μια βραδιά – οπότε άρχισα να γράφω. Αποφάσισα να γράψω έναν ρόλο για τον εαυτό μου. Εάν κανένας δεν με προσλάμβανε θα προσλάμβανα τον εαυτό μου. Ο Oscar Wilde μού φάνηκε ως ο ιδανικός ήρωας.

Όχι όμως ο φολκλορικός Όσκαρ, ο ιδανικός οικογενειάρχης, η ψυχή του cafe royal, αλλά ένας διαφορετικός, αυτός που το άστρο του είχε σβήσει, ο τελευταίος σπουδαίος λάτρης της περιπέτειας τον 19ο αιώνα, τιμωρημένος και παραμερισμένος από την κοινωνία, αλλά παρ’ όλα αυτά ζωντανός! Θα έγραφα για τα Πάθη του Oscar Wilde! Αφού λοιπόν με απέρριψαν σχεδόν όλοι οι σκηνοθέτες που υπάρχουν αποφάσισα να το σκηνοθετήσω μόνος μου».

Όταν ρωτήθηκε για το εάν γνώριζε εκ των προτέρων ότι η διαδικασία παραγωγής της ταινίας θα διαρκούσε 10 χρόνια, εάν θα προχωρούσε και εάν θα το ξαναέκανε στο μέλλον, ο Ρούπερτ Έβερετ απάντησε: «το να κάνεις μια ταινία είναι σαν να κάνεις ένα μωρό. Εκείνη τη στιγμή δεν θέλεις ούτε να το σκέφτεσαι αλλά αργότερα το αγαπάς τόσο πολύ που θέλεις να το ξανακάνεις. Επίσης κατά μία έννοια το ότι η όλη διαδικασία παραγωγής της ταινίας διήρκεσε τόσο πολύ τελικά βοήθησε στο να γίνει μια καλύτερη ταινία. Αν η ταινία έχει χαρίσματα, αυτά σε μεγάλο βαθμό οφείλονται σε αυτά τα 10 χρόνια προετοιμασίας».