του Άγη Αθανασιάδη //

πηγη: https://www.viewtag.gr 

Πατέρες και γιοί. Οι ιστορίες με τις σχέσεις πατέρων και γιών που έχουν κατακλύσει τη σύγχρονη λογοτεχνία, φαίνεται ότι θα κυριαρχήσουν και ως τάση στο παγκόσμιο σινεμά. Αφορμή γι’ αυτό το κείμενο δύο ταινίες πολύ διαφορετικές μεταξύ τους που όμως έχουν στο επίκεντρο την πατρική αγάπη και τις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ γονέα και παιδιού όταν αντιμετωπίζουν δύσκολες ή δραματικές καταστάσεις.

•Το αμερικάνικο φιλμ “Ένα όμορφο αγόρι” (“Beautiful Boy”) και το ισπανικό φιλμ “Ο γιος σου” (“Tu hijo”) δείχνουν πατέρες τρυφερούς και συζητήσιμους, πολύ μορφωμένους που αποτελούν πρότυπα για τους γιους τους, επιτυχημένους επαγγελματικά και εύπορους που αίφνης διαλύεται ο κόσμος τους, η εύπλαστη οικογενειακή ευτυχία πάει περίπατο και αντιδρούν ο καθένας με τον δικό του τρόπο.

Κοινό (και καθόλου τυχαίο) στοιχείο και στις δύο ταινίες οι οικογένειες είναι μεγαλοαστικές, χωρίς οικονομικά προβλήματα, όπου όλα στην αρχή παρουσιάζονται ειδυλλιακά.

Στο “Όμορφο αγόρι”, την πολύ ενδιαφέρουσα αλλά εξαιρετικά άνιση ταινία του Βέλγου σκηνοθέτη Φέλιξ φαν Χρόνιχεν, έχουμε μια αληθινή ιστορία, που αποτελεί μεταφορά στην μεγάλη οθόνη, δύο αυτοβιογραφικών βιβλίων που έγραψαν οι πρωταγωνιστές της ιστορίας, ο Ντέιβιντ Σεφ (που τον ερμηνεύει έξοχα ο πάντα καλός Στιβ Καρέλ) και του Νικ Σεφ (πολύ καλή ερμηνεία του ανερχόμενου Τιμοτέ Σαλαμέ – ενός ηθοποιού που θα μας απασχολήσει πολύ τα επόμενα χρόνια). Η σχέση πατέρα-γιου είναι το πιο ενδιαφέρον στοιχείο αυτής της (αρκετά ιλουστρασιόν) ιστορίας που όμως ξεφεύγει προς έναν ενοχλητικό διδακτισμό και μια αφόρητη ηθικολογία – λες και πρέπει να μας υπενθυμίζει συνεχώς “πόσο κακά πράγματα είναι τα ναρκωτικά”…

Παρακολουθούμε επί δύο ώρες, την προσπάθεια απεξάρτησης του νεαρού Νικ, από την χρήση ναρκωτικών με πολλά ups and downs στην συμπεριφορά του, που επηρεάζουν την σχέση του με την οικογένεια του πατέρα του (δεύτερος γάμος-υποστηρικτική στο έπακρο σύζυγος και δύο γλυκύτατα μικρά παιδιά, μητέρα απούσα μέχρι κάποιο σημείο, που μένει στο Λος Άντζελες). Ο Ντέιβιντ και ο Νικ μένουν σε ένα θαυμάσιο ξύλινο cottage, έξω από το Σαν Φρανσίσκο, έχουν μια εκπληκτική σχέση γεμάτη αγάπη, η οποία δοκιμάζεται μετά τις συνεχείς μεταπτώσεις στην συμπεριφορά του Νικ, που όλο προσπαθεί να ξεφύγει και όλο πέφτει μέσα σ’αυτή τη “μαύρη τρύπα” όπως την περιγράφει, που τον παρασύρει προς τα κάτω. Η ταινία έχει πολύ ωραίες σκηνές και φοβερή χημεία όταν παίζουν οι δύο πρωταγωνιστές, αλλά από τη μια η αρκετά επίπεδη εξέλιξη, και η σε πολλές στιγμές βιντεοκλιπάδικη αισθητική που λες και συνοδεύει κάποιο από τα ωραία τραγούδια του σάουντρακ της ταινίας (από Neil Young και David Bowie στους Mogwai, Sigur Ros και Massive Attack), σε κάνουν να αναρωτιέσαι για την επιλογή του σκηνοθέτη να μη δώσει το κέντρο βάρους στο πως αλλάζει η σχέση των δύο αντρών αλλά στο να ντύσει με άψογα λουστραρισμένες εικόνες την μουσική της ταινίας.

Μας μένουν οι σιωπές των βλεμμάτων πατέρα και γιου, η σκηνή που βρίσκει ο Νικ τα γραπτά του Ντέιβιντ και το ανολοκλήρωτο κεφάλαιο που τελειώνει με το “που πήγε το όμορφό μου αγόρι ;”, η τρυφερότητα στις αγκαλιές τους, αυτό το σπαρακτικό “everything” (μέρος του “είσαι για μένα τα πάντα”), ως σύνθημα αλλά και προσευχή, η ανδρόγυνη ομορφιά (που μοιάζει ψεύτικη κάποιες στιγμές) του Σαλαμέ, η προσπάθεια αποστασιοποίησης του πατέρα από τα προβλήματα του γιού που δεν δικαιολογείται επαρκώς από την εξέλιξη της ιστορίας σε μια ταινία που συγκινεί μεν, αλλά και σε αφήνει λίγο με την απορία στο βλέμμα στα εμφανή σεναριακά της κενά.

Στο Ισπανικό “Ο γιος σου”, μια ιστορία εκδίκησης με πολλά στοιχεία θρίλερ, παραγωγής Netflix, που σκηνοθέτησε ο αρκετά έμπειρος Miguel Angel Vivas, έχουμε κι εδώ μια πολύ τρυφερή και αγαπησιάρικη σχέση πατέρα και γιου, με όνειρα κι ελπίδες για το μέλλον, που όμως όλα θα αλλάξουν από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά και την σχέση ενός άλλου διαφορετικού πατέρα που προσπαθεί να προστατέψει τον γιο του από την εκδίκηση του πληγωμένου πρωταγωνιστή.

Η ιστορία εκτυλίσσεται στην υπέροχα κινηματογραφημένη Σεβίλλη της Ανδαλουσίας. Ο χειρουργός Χάιμε Χιμένεθ, μεσήλικας και πολύ επιτυχημένος που κάνει τζόκινγκ με τον 17άρη γιο του καθημερινά και ζει με την οικονομική άνεση που παρέχει το επάγγελμά του σε μια ήρεμη ρουτίνα, θα δει τον γιο του να μεταφέρεται σε κώμα στο νοσοκομείο που εργάζεται, μετά από μια επίθεση που δέχτηκε στο πάρκινγκ του κλαμπ στο οποίο σύχναζε. Η αστυνομία ελαφρώς αδιαφορεί, και ο Χάιμε αποφασίζει να βρει τους ενόχους της επίθεσης. Η σύζυγός του έχει παραλύσει συναισθηματικά και η μικρότερη κόρη, φαίνεται κάτι να γνωρίζει αλλά δεν μιλάει, ενώ η κοπέλα που μέχρι την επίθεση θεωρούσαν ότι, ήταν η φιλενάδα του γιου του, αποδεικνύεται ότι είχε χωρίσει μαζί του πριν λίγο καιρό.

Η ταινία που επικεντρώνεται στα συνεχή γκρο πλαν στο πρόσωπο του εκπληκτικού πρωταγωνιστή (στον ρόλο του Χάιμε, ο Jose Coronado) και στους χαρακτήρες, ενώ “παίζει” με τις αντιθέσεις, η φωτεινή Σεβίλλη σε αντίθεση με τον κόσμο της νύχτας που “εξερευνά” ο Χάιμε στις περιπλανήσεις του, η ηρεμία του ποταμού Γουαδαλκιβίρ και τα γεωμετρικά σχήματα του Καλατράβα σε αντίθεση με τον κόσμο του κλαμπ και την τεχνολογία που διαδραματίζει τον ρόλο της στην ιστορία, το συνεχές πλύσιμο των χεριών του Χάιμε σε αντίθεση με την κατρακύλα του στην κόλαση.

Ωραία ταινία – πολύ διαφορετική από αντίστοιχες αμερικάνικες του είδους, και μια ιστορία χωρίς αθώους, όπου όλοι είναι θύτες και θύματα. Ενδιαφέρουσα ιστορία, που δυστυχώς δεν απογειώνεται με πολύ ιντριγκαδόρικο φινάλε (που σηκώνει πολλή συζήτηση), σε μια ταινία που παρακολουθείς με αγωνία χωρίς όμως να σου προσφέρει κάτι παραπάνω από προβληματισμό για τα σκοτάδια της ανθρώπινης ψυχής αλλά και για το πόσο καλά γνωρίζουμε ακόμα και τους πιο κοντινούς και τους πιο αγαπημένους μας ανθρώπους.