Από την Αντιγόνη Καράλη //

Η «Προδοσία» του Χάρολντ Πίντερ, ένα από τα σημαντικότερα έργα του σπουδαίου Βρετανού δραματουργού και από τα πιο αγαπητά έργα του στη χώρα μας, ανεβαίνει στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά, τη Δευτέρα, σε μια παράσταση-περιήγηση στον χώρο και τον χρόνο.

Στους τρεις ρόλους του έργου τρεις σημαντικοί ηθοποιοί της νεότερης γενιάς, οι Γιώργος Γλάστρας, Μαρία Σκουλά και Νίκος Ψαρράς, στην πρώτη τους συνεργασία με τον σκηνοθέτη Γιάννη Μόσχο.

Το έργο παρακολουθεί τη δεκαετή διαδρομή της ερωτικής σχέσης ενός άντρα (Τζέρρυ) με τη σύζυγο τού καλύτερού του φίλου (Έμμα και Ρόμπερτ). Ο συγγραφέας αφηγείται την ιστορία των τριών ηρώων του μέσα από εννέα σύντομες σκηνές, χρησιμοποιώντας μια ευφυή ανατροπή: οι σκηνές ακολουθούν ανεστραμμένη χρονολογική σειρά.

Το έργο ξεκινά με τη συνάντηση των δύο πρώην εραστών, δύο χρόνια μετά τη διακοπή του δεσμού τους, και πηγαίνει πίσω στον χρόνο, για να καταλήξει τη μέρα που ξεκινά ο «παράνομος» δεσμός τους, δέκα χρόνια πριν.

Ο Πίντερ, ήδη από τον τίτλο που επιλέγει, δίνει ένα «πρώτο ισχυρό στίγμα των προθέσεών του» εξηγεί ο Γιάννης Μόσχος. «Μπορεί το έργο του να εξιστορεί τη μακρόχρονη, παράνομη, σχέση ενός άντρα με τη γυναίκα τού καλύτερού του φίλου, αλλά το θέμα του δεν είναι η απιστία. Πρόκειται για προδοσία. Αλλά ποια είναι η προδοσία στην οποία αναφέρεται ο τίτλος;» αναρωτιέται ο ίδιος.

«Στην προδοσία της συζυγικής πίστης; Tης φιλίας; Tης εμπιστοσύνης; Tης αλήθειας; Tων ιδανικών; Ο συγγραφέας φροντίζει βέβαια να μη δώσει μία και μόνη απάντηση στο ερώτημα, αφήνει στον καθένα μας να δώσει τη δική του απάντηση».

Η απάντηση τού σκηνοθέτη σχετίζεται με το «παιχνίδι του χρόνου που χρησιμοποιεί ο Πίντερ για την αφήγηση του ιστορίας του: οι εννέα σκηνές της “Προδοσίας” ακολουθούν ανεστραμμένη χρονολογική σειρά, το έργο ταξιδεύει από το παρόν προς το παρελθόν, ξεκινάει δύο χρόνια μετά τον χωρισμό των δύο εραστών και καταλήγει εννέα χρόνια πριν, στην αρχή της σχέσης τους. Και για μένα εκεί βρίσκεται ο πυρήνας του έργου: στην προδοσία που επιφυλάσσει ο χρόνος για τον καθένα από εμάς, στο πώς ο χρόνος διαβρώνει αυτό που είμαστε, πώς αλλάζει -χωρίς να το συνειδητοποιούμε- τα πιστεύω μας, τα ιδανικά μας, τα αισθήματά μας. Είναι σαν ο συγγραφέας να βάζει έναν καθρέφτη απέναντί μας και να μας αποκαλύπτει, αφοπλιστικά, πόσο διαφορετικές εκδοχές του εαυτού μας υπάρχουν μέσα στον χρόνο».

2«Ο Τζέρυ είναι ατζέντης για συγγραφείς και ποιητές, παιδικός φίλος του Ρόμπερτ και κουμπάρος του. Ερωτεύεται παράφορα τη γυναίκα του φίλου του με την οποία διατηρεί επτά χρόνια κρυφό δεσμό. Νοικιάζουν σπίτι, το επιπλώνουν, βρίσκονται τα απογεύματα και ζουν εκεί μια δεύτερη κρυφή ζωή. Είναι ένας άνθρωπος έντονος, με χιούμορ, με αφέλεια, με πάθος για τη ζωή, προδίδει τη φιλία για χάρη του έρωτα» λέει ο Νίκος Ψαρράς.

«Κάτω από τη ρεαλιστική επιφάνεια των πραγμάτων, καραδοκεί η απειλή, το διφορούμενο, γνώριμα χαρακτηριστικά του Πίντερ. Παρά τα παράφορα συναισθήματα, οι ήρωες δεν βγαίνουν εκτός εαυτού, δεν παραφέρονται, υπονοούν χωρίς να εκστομίζουν όσα αισθάνονται. Υπαινίσσονται περισσότερα από όσα λένε, κι αυτό έχει τεράστιο υποκριτικό ενδιαφέρον».

Ο Ρόμπερτ του Γιώργου Γλάστρα στην αρχή του έργου είναι 40 και γίνεται στο τέλος 32. «Στην Προδοσία ο Πίντερ χρησιμοποιεί μια εξαιρετικά ιδιοφυή αφηγηματική φόρμα, για την οποία και έχει ξεχωρίσει το έργο αυτό από τα υπόλοιπά του: ο Χρόνος των γεγονότων κυλάει προς τα πίσω και μεταθέτει το ερώτημα από το “τι θα συμβεί παρακάτω” στο “πώς;” και στο “γιατί;”. Ετσι αποκαλύπτει και το βάθος και την επιφάνεια της ανθρώπινης φύσης» σύμφωνα με τον πρωταγωνιστή.

«Αυτό που χαρακτηρίζει την Έμμα είναι η σταθερότητα» υποστηρίζει η Μαρία Σκουλά για τον ρόλο της. «Την παρατηρούμε να διαχειρίζεται τις δύσκολες καταστάσεις, που η ίδια απ’ ό,τι φαίνεται συνειδητά έχει μπει, με μια σκληρότητα που δεν είναι προσχεδιασμένη. Αγαπάει το ρίσκο. Την οδηγεί κάτι βαθύτερο, μια παρόρμηση και ξαφνικά μετά από χρόνια συνειδητοποιεί τι έχει προκαλέσει σε αγαπημένα πρόσωπα. Και παρ’ όλα αυτά συνεχίζει να υπερασπίζεται τις επιλογές της και να ακολουθεί τη φυσική φθορά των σχέσεων».

Στη νέα αυτή σκηνική εκδοχή της «Προδοσίας» οι θεατές περιηγούνται μαζί με τους ηθοποιούς σε διάφορους χώρους του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά (σκηνή, μπαρ, φουαγιέ, κλιμακοστάσια), όπου εξελίσσονται οι εννέα σκηνές του έργου.

Οι θεατές παρακολουθούν από απόσταση αναπνοής τα τρία πρόσωπα, βλέπουν μέσα από το μικροσκόπιο τις αλλαγές στη στάση και τη συμπεριφορά που επιφυλάσσει ο χρόνος για τους ήρωες, αυτή τη διαρκή «προδοσία» όλων μας απέναντι στους άλλους, αλλά και στον ίδιο μας τον εαυτό.

 «Είναι σαν ο συγγραφέας να βάζει έναν καθρέφτη απέναντί μας και να μας αποκαλύπτει, αφοπλιστικά, πόσο διαφορετικές εκδοχές του εαυτού μας υπάρχουν μέσα στον χρόνο» – Γ. Μόσχος

άνοιγμα1

Πηγή: www.ethnos.gr