Του Γιάννη Παναγόπουλου //

Αν έχεις πίστη στη σοκολάτα, στη μουσική, στα περιοδικά, στην πλάση στιγμιαίων  λεκτικών όρων, το πράγμα ρολάρει μόνο του. Ας πάρουμε το πράγμα από την αρχή. Το σοκολάτα παίζει γερά στην γνωριμία μας με τον Στέφανο Τσιτσόπουλο. Γνωριστήκαμε κάποτε στη Βαρκελώνη  πίνοντας καφέ και τρώγοντας τάρτες παχιάς σοκολάτας στο “Mauri” -Ράμπλα Καταλούνια. Ο Στέφανος είναι δημοσιογράφος, παραγωγός στο ραδιόφωνο, συγγραφέας, σοσιαλμιντιάρχης και «σεφ» μιας ιντελεκτουέλ μαγιάς που φλασάρει από την Θεσσαλονίκη, δεν πολυκαταλαβάνουν οι Αθηναίοι, αλλά τους αρέσει να ακούν. Ακούω τον Στέφανο κάθε πρωί στο ραδιόφωνο. Διαφωνώ μαζί του. Συμφωνώ μαζί του. Η συνέντευξη μαζί του είναι ένας ποταμός λέξεων, εικόνων, τεντωμένου χιούμορ, πειραγμάτων, συμφωνίας, διαφωνίας. Δεν του αρέσουν οι My Bloody Valentine. Μου αρέσουν οι My Bloody Valentine.

-Ντρεπόμουν να βάζω φωτογραφίες μου στο timeline του facebook. Από τη στιγμή που στήσαμε το fragile, άρχισα να το κάνω. Το πήρα απόφαση όταν είδα πως εσύ πόσταρες δεξιά και αριστερά, το ένα και το άλλο και το άλλο του άλλου. Το έκανα, τα likes πήραν τα πάνω τους. Μια χαρά. Γιατί δουλεύει έτσι το πράγμα; 

-Τέλειο αυτό το «γιατί δουλεύει έτσι το πράγμα». The «it» thing, που γίνεται και «eat thing», «να εγώ εδώ με ντάκο, σπεντζοφάγια και τσιπουράκια». Χμ, δεν ξέρω, μόνο εικασίες μπορώ να κάνω. Αν κι έχω καταλήξει πως το fb είναι σαν την κιθάρα! Άλλοι την πιάνουν και «ακομπανιάρουν» το παρεάκι στα ουζάκια, σαν εκείνον τον μαλάκα τον θείο τον μερακλή στα οικογενειακά τραπέζια που έπαιζε Φώτη Πολυμέρη, άλλοι σαν τον Έλβις στο «Blue Hawaii» ποστάρουν «σόλο» από ηλιοβασιλέματα και γκομενάκια, κοκτεϊλάκι και Αν Μάργκαρετ από την Καλαμαριά να μου ζήσεις, άλλοι με ποιητική διάθεση ανεβάζουν στίχους ή εσώψυχα ακατάληπτα τύπου «ποιος Ντίλαν, ρε γατάκια, Σούζι εδώ από τη χώρα της μοναξιάς». Αν και για μένα μπορώ να μιλήσω και να δώσω ένα drive για τον «σκρολαριστή» του timeline μου. Ανεβάζω τραγούδια, λόγω της εκπομπής μου στον Fly 104, σαν κάλεσμα για να μαζευτεί η φυλή, προς… «Συντονιστείτε». Δίνει πόντους, τσεκαρισμένα πράγματα η υπενθύμιση, που πάραυτα μεταφράζεται σε ακρόαση. Ταγκάρω βιβλία, ταξίδια, αρχιτεκτονική, εικαστικά που παρακολουθώ και στέκια, μπάρες ή κλαμπ, που αγαπώ, παλιά ή καινούρια, κι ανακαλύπτω στις περιπλανήσεις στο άστυ. Είμαι υπέρμαχος του fb, θεωρώ πως πρέπει να μοιράζονται όσα κατέχει ο καθένας μας εν είδει πληροφορίας. Ακόμα και η μικρή γλυκιά ή αφόρητα εγωπαθής ναρκισσιστική μαλακία των ανθρώπων, καθώς επικολυρικώς «διηγείται» την εποποιία της. Μέσο είναι και μάλιστα το απόλυτο «υπερμέσο» για τη στιγμή που ανταλλάσσουμε αυτές τις λέξεις αναμεταξύ μας, το fb. Πληροφορεί, υπερθεματίζει, καντηλιάζει, καθρεφτίζει τάσεις, ακόμα κι αν οι χρήστες σκηνοθετούν την εικόνα ή μεθοδεύουν τη γλώσσα. Το ίδιο κάνω και με τις εκδρομές μου και κάτι μοσχομυριστές θράκες σε κοκορετσάδικα ή σπα loungerie που με παρασέρνει η Βάγια, ειδικά τα καλοκαίρια ή τα Σαββατοκύριακα. Ανεβάζω επίσης τα άρθρα μου, μιας και το λινκ των φίλων με την Άθενς Βόις που με φιλοξενεί, χαρίζει στο Μέσο μου περισσότερα «χτυπήματα», αλλά αυτός είμαι «εγώ». Για τους άλλους, τι να πω! Ένα like κι ένα Yolo κυβερνούν τον κόσμο όλο! Κι ένας ζόφος κι ένα ψόφος είναι ο Ζούκερμπεργκ ατόφιος!

01-sxedia2
Τέτοιον καιρό, πέρσι, όταν βγήκα στους δρόμους καλεσμένος από τη Σχεδία, για να πουλήσουμε παρέα το περιοδικό των αστέγων.

-Γιατί το, λέμε τώρα, να τρως το καλοκαίρι καρπούζι στην Αντίπαρο έχει σημασία για τον άλλο;

-Αυτό πρέπει να μας το απαντήσει ο «άλλος», που όμως είμαστε εμείς, εγώ, εσύ, όλοι. Συστήνω τον «Κύκλο» του Ντέιβιντ Έγκερς, μυθιστόρημα κορυφαίο που πραγματεύεται την εποχή αυτή της διαφάνειας. Όσο για την Αντίπαρο και το καρπούζι, μια χαρά είναι αν θέλεις να το μοιραστείς μαζί μου. Ακίνδυνο, ηδονοθηρικό, ημερολόγιό σου είναι το fb, ανέβασε ό,τι θες. Εκεί που δεν υπάρχει απάντηση είναι στο αντίθετο αυτής της «φιλειρηνικής» τάσης. Η πολεμοχαρής δηλαδή συμπεριφορά των ΕΛΑσιτών του διαδικτύου, των cyber Βελουχιώτηδων που μοιράζουν μίσος, ψόφους και ταξικό πόλεμο! Μια χαρά είναι το καρπουζάκι κι η Αντίπαρος μπροστά σε κάτι «Βάρκιζα τέλος»! Βάρκες και καρπούζια και φεγγαράδες, ναι, make love, not war, άκου εκεί Βάρκιζα τέλος!

-Έχεις φανταστεί από ποια στιγμή και μετά μπορεί να τον νοιάζει;  

-Πάλι για τον εαυτό μου ως «χρήστη», «πάροχο» αλλά και «καταναλωτή» ύλης μπορώ να μιλήσω ξεκάθαρα. Με ενδιαφέρουν τα πάντα, Γιάννη. Και καμιά φορά χαίρομαι πιο πολύ με καρπουζάκια στην Αντίπαρο και νυχάκια κόκκινα στη Νάξο, από κάτι βαθυστόχαστα τσιτάτα είτε εμφυλιοπολεμικής τύφλωσης είτε απάρτου και αγαμίλας γωνίας, που αναρτούν διάφορες «καταραμένες» ψυχές, που αντί να τραβήξουν να χαθούν όπως ο Ρεμπό στην Αβησσυνία, ή ο Μπόουλς στην Ταγγέρη (σιγά μην έχουν τα guts!), κάθονται στον καναπέ τους και επιδεικνύουν συμπεριφορά κομπλεξικού σπυριάρη εφήβου, που μισεί τους πάντες, που έξω εκεί παίζουν μπασκετάκι ή γκομενιάζουν, χλευάζοντας δήθεν που σπαταλούν τον χρόνο τους, ενώ, και καλά, τούτος προτιμά να μένει μέσα και να γοητεύεται από τον Μέλιο του Λουντέμη. Δεν ξέρω ποιον ενδιαφέρει, αλλά απεχθάνομαι τον Μέλιο του Λουντέμη, φοράω φανέλα Χακλμπέρι Φιν και Χόλντεν Κόλφιλντ...

02-stefanos-tsitsopoulos-1
Black Rebel Motorcycle Club: το πιο αγαπημένο μου χρώμα και το μοναδικό ζευγάρι γυαλιών που το φοράω χωρίς να το χάσω είκοσι συναπτά χρόνια. Wayfarer, ρε φίλε.

-Τώρα που γράφω τις ερωτήσεις σου ακούω Adrian Younge. Η Lætitia Sadier έχει την ποπ υπερφωνάρα των τελευταίων 20 χρόνων; 

-Οι Stereolab, ρε φίλε, είναι από τα λίγα πράγματα που αντέχουν ακόμα από όλη την nineτίλα, η Ναταλία με τα αγγελικά φωνητικά, αυτή η αγάπη για το Παρίσι του Γκεϊνσμπούργκ αλλά και τις σαν κυματοθραύστης κιθάρες, ο πειραματισμός -σύζευξη του αβαντ-γκάρντ με την ποπ, τα ηλεκτρονικά σύνθια, αντάμα με την Brit pop, με συγκινεί ακόμα. Και σόλο, με το κιθαρόνι της, όπως έπαιξε ενώπιον μόνο εκατό ανθρώπων πέρσι στη Θεσσαλονίκη, η Ναταλία είναι μια ψύχωση, μια νεύρωση, ένας Έρως ατελείωτος, τρανό παράδειγμα πως ο θεός μπορεί και να υπάρχει…

-Πότε θα πούμε πως τα social media έχουν καταλάβει οριστικά τις ζωές μας; 

-Κοίτα, συμβαίνει οι άνθρωποι να είναι πλέον και πομποί και δέκτες, με την τόση υπερσύνδεση. Έχουν την ευκαιρία να τα πουν και να διαδραματίσουν, πιστεύουν, έναν ρόλο στα γεγονότα. Ξανατονίζω το «πιστεύουν». Θεωρούν. Εν μέρει σωστό, ναι, η κοινωνία των πολιτών. Αλλά στο fb, ειδικά με τους 5000 φίλους μάξιμουμ, που όσο και να δείχνει μεγάλο το νούμερο/επιρροή, είναι πάλι ψευδαίσθηση και αυταπάτη: αλγοριθμικώς τσεκαρισμένο, σε 200 «τοίχους» το πολύ φτάνει το «κήρυγμα», και εσύ γράφε τα άγραφα και πόσταρε τα αποστάριστα. Δέχομαι αυτό που λες περί «κατάληψης», αλλά αυτό συμβαίνει με ανθρώπους που «παραδόθηκαν» συνειδητά στο ψηφιακό, μιας και στο πραγματικό της ζωής βίωναν μια έλλειψη. Δουλειά που δεν διάλεξαν, σχέση που διαψεύστηκε, απωθημένα ή όνειρα που δεν ευοδώθηκαν, ω, είναι πανεύκολο εκεί «μέσα» να ζήσεις όπως πραγματικά ήθελες αλλά η ζωή δεν σου το χάρισε, σε αντίθεση με τον Ζούκερμπεργκ που κυριολεκτικά σε «νιώθει» και σε «διαβάζει». Φυσικά με το αζημίωτο…

03-cramps1
Τα ηρωικά χρόνια του Μύλου: γνώρισα από κοντά όλα τα παραμύθια της εφηβείας μου. Το συγκεκριμένο με τους Cramps τίποτα και κανένας δεν μπόρεσε να το σβήσει.

-Έχεις άποψη για το πώς θα είναι η εξέλιξή τους; 

-Θυμάσαι τον «Νευρομάντη» του Γκίμπσον; Πόσο προφητικός, τι βιβλιάρα! Κάπως έτσι θα γίνει: οι μόνες δραστηριότητες ως στιγμή που είναι αδύνατον να ικανοποιηθούν από τα σόσιαλ είναι το φαγητό και η αφόδευση. Όλα τα άλλα καλύπτονται και με το παραπάνω: φλερτ, ψηφιοποιημένα γαμησάκια/ρεύσεις/εκσπερματίσεις, μουσική, θέατρο, σινεμά, εκδρομές μέσω εμπειρίας του άλλου που περπατά το μονοπάτι κι εσύ το διασχίζεις νοερά μαζί του. Τι θα γίνει όμως αν, όπως στον «Νευρομάντη», κατασκευαστεί το «γάντι» που, φορώντας το, μπορείς να ζεις και να βιώνεις τα πάντα και ως αίσθηση απτή και πραγματική; Κοίτα στα καταστήματα τεχνολογίας αυτή τη φάση με τις μάσκες/ γυαλιά που φορούν τα πιτσιρίκια και βουλιάζουν σ’ αυτή την «εμπειρία». Δανεική αλλά και τόσο customized για το είναι τους.

-Το τελευταίο διάστημα γράφεις, κάνεις ραδιόφωνο, έχεις D.J.λίκια και τραγουδάς. Ρε πούστη μου, τι είναι αυτό; Τι ώρα ξυπνάς; Τι ώρα κοιμάσαι; Τι ώρα δεν δουλεύεις; 

-Δεν νιώθω πως δουλεύω! Και την ίδια ώρα πληρώνομαι ικανοποιητικά για αυτό το «δεν δουλεύω», που πίσω του κρύβει ώρες παιξίματος στο ράδιο ή στα μπαρ, όπως και απίθανα ωράρια σε πάλκο ή υπολογιστές που γράφω τα άρθρα μου. Κι ακούω ώρες μουσική για να φτιάξω τα σετ και διαβάζω τόνους βιβλία για να μην κολλήσω στα ίδια και τα ίδια και βλέπω σινεμά και σειρές και ταξιδεύω αιωνίως περιπλανώμενος κι όχι να γράφω ένσημα «καθιστικά» ή να παρακαλώ να έρθουν οι μέρες της άδειας, όπως κάνουν «συνάδελφοι» ή νορμάλ άνθρωποι τακτοποιημένοι σε ωράρια nine to five. Βέβαια θα έλεγα πως «φτύνω αίμα», αν δούλευα σε γκισέ τράπεζας ή λαντζέρης σε εστιατόριο ή ταμίας σε σούπερ μάρκετ. Αυτά είναι σκληρές δουλειές, όχι η δικιά μου. Αλλά, ρε Γιάννη, με ελέησε η ζωή να βιοπορίζομαι από τη μουσική, τις λέξεις σε ραδιοφωνική ή γραπτή μορφή κι όλα όσα προσευχήθηκα αλλά κι αγωνίστηκα να μου συμβούν μικρός. Στην Ξάνθη, εκεί στα τέλη του ’70 που άκουγα τους Talking Heads κι έλεγα μέσα μου «κάνε, Θεέ μου, αυτόν τον στίχο Same as it ever was να μην τον ζήσω ποτέ. Κάνε, Θεέ μου, να φύγω από τη βρωμόπολη και να γυρίζω αιώνια ή όσο με πάρει εκεί έξω στο σύμπαν και στις πόλεις και να ανταμώσω με τους μύθους μου, τις πόλεις που σπαρταρούν οι νύχτες και οι μουσικές και οι λογοτεχνίες. Γι’ αυτές που τραγούδησαν οι New Order κι έγραψε ο Χάντερ Τόμσον». Ε, ευτύχησα να μου συμβεί, όχι ως κωλοφαρδία αυτοεκπλήρωσης μιας προφητείας, αλλά με «σκληρή δουλειά», που παρά του ότι είναι δουλειά, εντούτοις δεν τη βλέπω έτσι. Ζωή τη βλέπω, γι’ αυτό και «ζώντας» περισσότερο δείχνει σαν να «δουλεύω» περισσότερο, μιας και το ένα τροφοδοτεί το άλλο.

04-conniente
Στη σκηνή με τους Monie & Monie Conniente: Κι όμως, κι όμως, θα τα βρούμε πάλι, είμαστε μεγάλοι και θα τα μπαλώσουμε. Κι όμως, κι όμως, στοίχημα θα βάλω, θα ‘ρθει κάτι άλλο και θα ξελασπώσουμε.

-Το περασμένο καλοκαίρι στη Σίφνο ήμασταν διάφοροι γύρω από τραπέζι. Δείπνο, αλκοόλ, παρέα τ’ άστρα κτλ κτλ. Κάποια στιγμή ο φιλελέ της παρέας άκουσε το Spanish Bombs από ιντερνετικό ράδιο. Είπε «τραγουδάρα». Φρίκαρα. Είπε και το “Oh my corazon” που ακούγεται στο κομμάτι λες και η ντομάτα που έσφιγγε το στόμα του ήταν καλλιεργημένη σε φάρμα των Ζαπατίστας. Τo Spanish Bombs μιλά για τον Ισπανικό εμφύλιο. Και το ακούν κάτι τύποι που τον χειμώνα φορούν αμπέχονα. Είναι οι «φιλελέ» τα νέα «ταγάρια» της πόλης;

-Χα, το πιάνω το υπονοούμενο/statement/βαθιά πολιτικο-υπαρξιακή ερώτηση: μπορείς να τριπάρεις με Στράμερ ή και Last Drive, μιας και θεωρώ τον Καλοφωλιά το μόνο συνεπές στραμερικό πρότυπο, αν είσαι φιλελέ κι όχι αναρχοαριστερολελέ; Παρένθεση: τις μέρες του ελληνικού δημοψηφίσματος, παρέα με έναν «Όχι», που μπορεί να μας χώριζε η από μέρους του πεποίθηση πως ο Γιάνης με ένα νι είναι η απάντηση στην κρίση, αλλά μας ένωνε η μετεφηβική καύλα- ακρόαση του Santinista των Clash, παρέα λοιπόν και καβγαδίζοντας ανηλεώς, πιάσαμε στο τέλος, αφού γίναμε τελείως κουλουβάχατα να μακαρίζουμε που ο Στράμερ ευτυχώς πέθανε! Αν είναι δυνατόν! Γιατί σκέψου, αν ζούσε να ήταν με το Όχι, οπότε ο Τσιτς που τον λάτρεψε θα πληγωνόταν σφόδρα, ενώ αν ήταν με το Ναι, θα απογοητεύονταν ο άλλος, ο ρεβολουσιόνας. Σου μιλώ για παράκρουση, άκου εκεί «καλά που δεν ζει Στράμερ, ευτυχώς, για να μην τοποθετηθεί». Εντελώς βλήματα. Ήταν κι η εποχή που ο άλλος κοινός Θεός μας, με αυτόν τον φίλο μου τον Όχι, ο Μπράιαν Ίνο, ήταν φόλα Βαρούφας και Grexit. Αλλά δεν μου πήγαινε η καρδιά να του κρατήσω μανιάτικο ή «να τον διαγράψω από fbφίλο», ούτε τον Ίνο τη λατρεία ούτε τον Ζαν το παιδί του Όχι. Με την ίδια λογική, που είναι πολύ «κνίτικη» και «μαζί μας ή εναντίον μας», εκείνη την ταινιάρα του Ίστγουντ, το Grand Torino, που διδάσκει τι θα πει αποδοχή, ενσωμάτωση, ουμανισμός και πολυφυλετικός κοσμοπολιτισμός, δεν έχει δικαίωμα να την αποθεώνει ο αριστερολελέ, επειδή τη γύρισε ο Κλιντ ο Τραμπ-αρίφας; Τώρα σχετικά με τις ντομάτες της Ζαπατίστας, αμφιβάλλω αν στην Τσιάπας μπορούν να σκοράρουν ποικιλίες σαν της Σίφνου ή της Σαντορίνης. Τι πάει να πει αυτό; Πως επειδή η Σαντορίνη είναι φιλελέ νησί, δεδομένου πως τα γκρούβαλα τα εξαρχειώτικα πάνε Ανάφη ή Αμοργό, ντε και καλά θα ψάχνουμε την ντομάτα την τσιαπένια οι μεν και την καπιταλουά οι δε; Να μην φρικάρεις όταν κάποια από τα «σύμβολα» τα οικειοποιούνται οι «άλλοι». Τι να κάνω που Ramones φορά ως κι η Τάμτα και κούρεμα μοϊκάνα έχει κι ο Μουζουράκης, που σιγά μη λάτρεψε το κοινοβιακό πανκ των Crass. Πέρασε εκείνος ο καιρός του βιβλίου «Υποκουλτούρα – το νόημα του στυλ». Οι λέξεις και τα σύμβολα ανήκουν σε όλους, που με τη στάση τους τα επανανοηματοδοτούν. Να πάλι ο θεός Γουίλιαμ Γκίμπσον και η ηρωίδα Κέιτ της «Αναγνώρισης Προτύπων». Μιλάμε ο τύπος είναι μια ζωή δέκα εποχές πέρα από την εποχή του! Αμπέχονα φορούν οι φιλελίτσες, γιατί πρώτη τα λάνσαρε η άλλη Κέιτ, η Μος, για τα H&M. Και Armani κανονικά πρέπει να φοράει η Γεροβασίλη του Σύριζα, αντί για αυτά τα βουκολικά κολάν και τις ταγιερούμπες τις μπροκάρ, γιατί ο σοσιαλισμός ή θα είναι πλουσιοπάροχος για όλους ή για κανέναν, όπως μας δίδαξε ο πρόεδρας Μάο.

-Είναι το Aperol η Sangria του μεσοαστού; 

-Άντε πάλι, μαλάκα μου, ούτε ο Κωστόπουλος να έστελνε τις ερωτήσεις (!), ή μάλλον ο Άρης ο Δαβαράκης την εποχή του «Εργοστάσιου», όμως όχι την πρόσφατη, που δήλωσε πως εργάστηκε εμμίσθως ως τρολ του Παππά. Τότε που, αν δεν φορούσες Τίμπερλαντ, δεν έμπαινες στο κλαμπ! Όποιος θέλει να πίνει ό,τι θέλει. Ελεύθερα και στην υγεία του! Δηλαδή Σανγκριά την εποχή του Φράνκο έπιναν μόνο οι Δημοκρατικοί; Ανάποδα: αν ο μέγας Ντουρούτι και οι αγωνιστές -με όλα τα γράμματα κεφαλαία- της ταξιαρχίας τους γούσταραν Καμπάρια με σόδες ή να καπνίζουν καπνούς τούρκικα Κάμελ, domestic blend, τα παλιά, τα γαμάτα, τα καθαγιασμένα, τι; Θα του τη λέγαμε για μη τήρηση των κανόνων της καλής και ορθής και ευαγγελικής συντροφικότητας; Μεταξύ μας τώρα: το Απερόλ είναι το νέο Cinzano, το ρακόμελο η νέα Σανγκριά και ο διαχωρισμός σε φιλελέ, ταγάρια, νενέκους, δοσίλογους, γερμανοτσολιάδες, σκύλους Κανέλους ή Λουκάνικους, είναι κεκαλυμμένος πετροκωστοπουλισμός, πίσω από τον οποίο η δήθεν αντισυμβατική, μα κάργα ημιμαθής συντηρητική αριστερά, όπως και η πληκτική και αμόρφωτη δεξιά, αναπαράγουν το γνωστό παιχνίδι του μίσους, που σήμερα μάς ξαναφέρνει στα πρόθυρα ενός νέου εμφυλίου. Μέσα από το δίλημμα ρακόμελο ή απερόλ επισκιάζεται το αληθινό μεταρρυθμιστικό πρόβλημα της χώρας, για με ή χωρίς γλυκάνισο, που εννοείται πως αν κάποτε επέλθει η αξιολόγηση, θα μένει μόνο το χωρίς, γιατί το άλλο δεν θέλω να το βλέπω ούτε ζωγραφιστό!

-Πιάσε την εικόνα. Ο δογματισμός των «Φιλελέ», άσχετα αν μιλούν μπροστά σε τζάκι πίνοντας καλό κόκκινο κρασί στη σωστή θερμοκρασία, στο σωστό ποτήρι, μου θυμίζει το κόλλημα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς που δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί της. Ό,τι λέει είναι το σωστό. Τι λες γι’ αυτό;

-Λέω πως είτε εξωκοινοβουλευτική είτε κοινοβουλευτική, η αριστερά είναι ένα δόγμα, όπως η χριστιανοσύνη η ορθόδοξη ή η καθολική, το Ισλάμ, άκακο ή τζιχαντιστικό, άρα εξ ορισμού θα διαχωρίζουμε τον κόσμο σε κατέχοντες τη μόνη αλήθεια και ασεβείς που πρέπει να «συμμορφωθούν». Σε αντίθεση με μας τα ταλαίπωρα ριζοσπαστικά φιλελεούδια, που δηλώνουμε -εγώ δηλαδή, ο εξής ένας- άθεος, αγνωστικιστής, γιατί όχι, ας το δούμε κι αυτό και, ναι, ας το συζητήσουμε.

05-stef-floriniotis
Go west! Με Γιάννη Φλωρινιώτη, που έπρεπε ο Χατζιδάκις να τον βαφτίσει cult, για να περάσει.

-Πηγαίνοντας στη συγκέντρωση των «Παρατηθείτε» το περασμένο καλοκαίρι στο Σύνταγμα, για δουλειά – αλλιώς δεν θα πήγαινα, η ατάκα που ακουγόταν περισσότερο από τις άλλες ήταν «Εμείς δεν είμαστε σαν αυτούς». Μάλιστα. Το «αυτούς» σημαίνει μια πόλη που ο εικοσάρης δεν πρέπει να αντιδρά; Το «εμείς», η πόλη θα πάθει ασφυξία από τους επιτυχημένους; Που θα παρτάρει μόνο η «κοινή λογική»; 

-Για δουλειά στους «Παραιτηθείτε»; Να ζητήσεις ανθυγιεινά ένσημα. Βασικά στου Χειμωνά πήγες, οπότε πάρε κι από μένα ένα σαμπάτικαλ για να στανιάρεις. Σε θαυμάζω, φίλε! Εγώ δεν είμαι σαν αυτόν, όπως κι εσύ δεν είσαι σαν αυτούς, άρα εγώ κι εσύ δεν είμαστε σαν εκείνους που ακόμα αναρωτιούνται, όπως στην ταινία «Life of Brian» αν είμαστε το Απελευθερωτικό Μέτωπο της Ιουδαίας ή οι Μαχητές που παλεύουν για την Απελευθέρωση του Ιουδαϊσμού, μπορεί όμως και να σεχταρίζουμε-φλερτάρουμε με τους Ιουδαίους μαχητές της Απελευθερωτικής Μετωπικής Μάχης για τη Διαιώνιση της Μαλακίας από όπου κι αν Προέρχεται. Είτε από τον Δρογώση, είτε από τον Χειμωνά! Κι ο εικοσάρης μια χαρά τη βλέπει τη δουλειά και προτιμά καινούριο τάμπλετ από την Black Friday ή σνικεράκι σπέσιαλ σαν του Φαρέλ Γούιλιαμς παρά να πίνει ρακόμελα ψευτοεπαναστατικά μολότοφ ή απερολάκια, ένα σκασμό λεφτά στα τρεντουράδικα. Κοινή λογική έχουν μόνο οι έφηβοι κι ας τους λέμε ανώριμους. Είναι λιγουλάκι ανώριμοι ή, καλύτερα, δεν έχουν γράψει χιλιόμετρα εμπειρίας, αλλά και ταυτόχρονα είναι σοφά τα πιτσιρίκια και, αν εξαιρέσεις κάτι βάνδαλα των Εξαρχείων ή κάτι μαμόθρεφτα του κολεγίου, μια χαρά τη σακουλεύονται κι όπου ακούν πολλή καινοτομία ή εξωστρέφεια, ή συντροφικές κινηματικές διαδικασίες και πολιτιστικό ένθετο Αυγής, τους επιβραβεύουν δια του στρίβειν για το πλησιέστερο Ζάρα.

06-stef-theodorakis
Με τον «πράκτορα του Μπόμπολα», που μας συνδέει μια βαθιά εκτίμηση και φιλία.

-Τέλη 90’s αρχές 00’s έμπλεξες με το lifestyle. Τι θυμάσαι από εκείνη την εποχή;

-Θυμάμαι τα πάντα: από τότε έως και σήμερα η λέξη life style ήταν και θα είναι βρισιά, γιατί υποτίθεται τα περιοδικά αντί να αναλύουν Κίρκεγκορ ή να μας μυούν στην ποίηση του Αναγνωστάκη, εκείνα έγραφαν για δέκα τρόπους να κάνεις σεξ στο πίσω κάθισμα ή πώς να γίνεις ο Γκουσγκούνης της παρέας και να σηκώσεις όλο το «μαλλί»! Όλοι αυτοί βέβαια οι κλαψιάρηδες δεν ξέρουν πως ο Αναγνωστάκης ήταν πέρα από Προυστ και φόλα ΠΑΟΚ, άρα μπορούσε να επικοινωνήσει και με το τρέντι χουλιγκάνι που διάβαζε «Κλικ», αλλά και με τη δυσκοίλια αριστερή δεσποσύνη που κορύφωνε μόνο με καρέ του Αγγελόπουλου κι όχι με Τίνα Σπάθη ή Σουγκλάκο στο «Χόμπι μου ο βιασμός». Όλη αυτή η δαιμονοποίηση, λες και τα περιοδικά ήταν ιλουστρασιόν παράμετροι της Διάπλασης των Παίδων του Ξενόπουλου γραμμένη από δημοδιδασκάλους κι όχι μια νεανική παρόρμηση που γραφόταν από παιδιά που αγαπούσαν τη Μαντόνα για παιδιά που θέλανε κάτι περισσότερο από τραγουδιστικές νουθετήσεις του Μίκη Θεοδωράκη, ω, Μαργαρίτα Μαργαρώ, περιστεράκι στον ουρανό, ω, πλιζ, πήγαινε αμόλα αλλού την κουτσουλιά σου! Μια χαρά ήταν το life style. Που μετά ενηλικιώθηκε και από την πρώτη αμοράλ περίοδο έβγαλε εντυπάρες όπως ήταν η περίοδος του «Κλικ» του Γεωργελέ, αλλά εκεί, το βιολί τους οι κατηχήτριες του πολίτικαλ μάγκαζιν κορέκτ, που εκμαυλίζει και αποσυντονίζει τη νεολαία μας. Από τι, ακόμα αναρωτιέμαι…

-Ρε συ, στήριξες με κείμενα και ατάκες το Ποτάμι. Και το έκανες από την πρώτη στιγμή. ΟΚ. Εκείνη την «πρώτη στιγμή» αγκαζέ με τον Θεοδωράκη, ήθελα να στο ρωτήσω από τότε αυτό, έσκαγε και ο Νίκος Δήμου ως ανθυποπνευματικός της όλης φάσης. Ο Δήμου, τα κείμενά του δηλαδή, τι λένε σε σένα; 

-Πες εσύ: ο Δήμου είναι το πρόβλημα που δεν ψήφισες Ποτάμι; Γιατί μετά θυμάμαι πως διαγράφτηκε, και κακώς διαγράφτηκε και μαλακία του Σταύρου, που για μερικά πατριωτικά ή εκκλησιαστικά ψηφαλάκια τον έστειλε. Όπως και του Τσίπρα για τον Φίλη, που του έδωσε πασαπόρτι λόγω Ιερώνυμου. Γιατί ο Δήμου είναι συνεπέστατος σε αυτά που χρόνια λέει και γράφει. Και μένα ώρες ώρες μου φαίνεται στεγνός και διδακτικός, αλλά άπειρες φορές συμφωνώ μαζί του σε όλα περί κανονικότητας και Διαφωτισμού και κοινής λογικής, που την έλλειψή της περιγράφει, έστω και γεροντουά. Σε αντίθεση με τον Ζουράρι και τα εθνικιστικά ή τα αρχαιόκαβλα, που τώρα κυβερνάει κιόλας, ή τις ένα κάρο μαλακίες του Σλαβόι Ζίζεκ, ή του Πολ Μέισον που είναι ο Ράμφος του Σύριζα, μιας και σου αρέσει τόσο να παίζουμε με το απερόλ και τα ρακόμελα, τα ταγάρια ή τις κινηματικές διαδικασίες. Μια ο Μπόμπολας, μια ο Δήμου, αλλά το βασικό ήταν ένα: το Ποτάμι έπρεπε να σπιλωθεί γιατί αλλιώς κινδύνευαν και ο Μπόμπολας να μην παίρνει τα έργα, που τώρα, δόξα τω Τσίπρα, δεν υπάρχει θέμα, όλα τα παίρνει, αλλά και ο μέγας διανοούμενος της Αυγής Θανάσης Καρτερός να απομαγεύει τα πλήθη, πουλώντας αντιιμπεριαλισμό μέσω άρνησης του Χάρβαρντ και της αριστείας. Μια χαρά είναι ο Δήμου…

07-stefanos-imagine-2
Pasolini is me, Accattone will be.

-Τι σου τη σπάει περισσότερο στον Σύριζα; 

 -Ό,τι μου τη σπάει και στη δεξιά: όσο και να εχθρεύονται αναμεταξύ τους, το ίδιο πελατολόγιο εξυπηρετούν: δημόσιους υπάλληλους, κρατικοδίαιτους κομματικούς στρατούς που χωρίς κανένα ένσημο καπαρώνουν θέσεις και μου γαμούν το είναι μέσω φορολογίας για να τρέφονται στο διηνεκές. Κι άντε η δεξιά, μια ζωή χαρσισλαμού (στα ξανθιώτικα, τεμπέλα) και τέτοια ήταν! Αλλά να έρθεις μετά κι εσύ, η Καισιαρινή η αντάρτισσα και η Περιστέρα η Μπαζιάνα με το σιθρού επίσκεψη στην Κίνα και το μπαρμάνι ο Καρανίκας και να συνεχίσεις να μου γαμάς το είναι, εγώ τους θρέφω, κι αντί για Άδωνη και Μανωλίδου δηλαδή, η Κονιόρδου η τραγωδός κι ο Πάντζας ο κωμικός – θες να συνεχίσω; Δεν έχω θέμα, αλλά το σταματώ εδώ γιατί κάνει δηλώσεις σε λίγο η Άννα η Βαγενά, άλλος πνευματικός άνθρωπος. Και για να επανέλθω στην ερώτηση περί Νίκου Δήμου: είμαστε δηλαδή σίγουροι πως ο Νίκος Δήμου ήταν ό,τι χειρότερο μπορούσε να μας συμβεί, τότε που οι άλλοι, οι κακοί, «σκότωναν τα όνειρά μας»;

-Αν τώρα ήταν 80’s, θα τον είχες ψηφίσει; 

-Αν τώρα ήταν 80s θα ζούσαν κι ο Κύρκος και ο Παπαγιαννάκης. Κι η Αυγή θα έγραφε για τα «Αστραφτερά Πεδία» της Σώτης Τριανταφύλλου, αντί να τη σπιλώνει και να της κάνει εμπάργκο λογοκρισία. Ή να μην της στέκεται της Σώτης η Αυγή όταν ομοϊδεάτες της, της Αυγής, είτε της πετούν αυγά είτε την αναγκάζουν να αλλάξει γειτονιά, γιατί τα Εξάρχεια είναι δικά τους. Κι αν δεν ήξερα τι παπά πουλάει η αριστερά, τι όραμα κι απελευθέρωση μέχρι με ρεσάλτο να κάνει ντου στο κράτος και, αντί από τον πλούσιο όπως έταξε, να τα παίρνει από τον πρόσφυγα και να μοιράζει το κατά κεφαλή που μας δίνει η Κομισιόν για την περίθαλψή του στα παρεάκια-εργολάβους της, μπορεί και να την ψήφιζα. Όπως την ψήφιζα δηλαδή και τότε. Αλλά τώρα ξέρω, ενηλικιώθηκα, και εγώ είμαι που ακόμα τιμώ τον Τζο Στράμερ, όχι αυτοί: Without people you’ re nothing. Και ο Τσίπρας δεν νοιάζεται για τους  ανθρώπους που δεν ανήκουν στον κομματικό του στρατό.

08-aggelakas
Στο Residents με τον Γιάννη Αγγελάκα.

-Στην Ελλάδα υπάρχουν πλέον καλοί γραφιάδες. Υπάρχουν και καλές μπάντες. Υπάρχουν και καλές ταινίες. Καλό θέατρο. Και καλά μπαρ. Αν το δεις έτσι, όλα πάνε καλά; 

-Πάνε όλα όπως πήγαιναν: για κάθε Λάνθιμο, βγαίνουν δέκα σκυλούδες σαν την Πάολα, όπως παλιά, για κάθε Στέρεο Νόβα ρέφαραν και σήκωναν την μπάνκα τριάντα Βανδή και είκοσι Γαρμπή. Θέλω να πω πως υπάρχουν οι βιότοποι του εναλλακτικού, πάντα με ρίσκο, ιδρώτα, αγάπη για το άλλο, το διαφορετικό, το αισθητικώς πλησίον στη Σύλβια Πλαθ και τον Αντονιόνι. Μα για κάθε Αμαλία Μουτούση κεφάλι θα παίρνει πάντα η Μιμή Ντενίση, γιατί πουλάει η Σμύρνη κι όχι η Σάρα Κέιν. Τίποτα δεν πάει καλά, όπως και δεν πήγαινε. Απλώς το εναλλακτικό θα ανθίζει πάντα, εις πείσμα. Και τώρα ίσως λίγο πιο εύκολα, μιας και λόγω κρίσης και πανζουρλισμού που επήλθε στα θεάματα πίστας, οι μικρές σκηνές μπορούν να φανούν. Αμφιβάλλω όμως κατά πόσο μπορούν να βιοπορίσουν τους ανθρώπους τους. Και στην τελική, τι Νταλάρας, τι Μαρινέλλα, τι Μποφίλιου, πάλι στη σούμα κερδισμένο είναι το «ποιοτικό», αυτή η μάστιγα. Ασχέτως εάν εγώ είμαι με τον Larry Gus…

09-paul-mason
Με τον Πολ Μέισον, τον Ράμφο του Σύριζα. Μπορεί να διαφωνώ, αλλά στο τελευταίο του βιβλίο για τον μετακαπιταλισμό νομίζω ότι όπως κανένας άλλος περιγράφει το τι πραγματικά συνέβη με την κατάρρευση της Lehman Brothers.

-Τι σκέφτεσαι όταν ακούς το: «Οι παρέες γράφουν Ιστορία»;

-Σκέφτομαι την 4AD και την Creation στην Αγγλία, και το καφέ Ντε Φλορ του Καμύ και του Βιάν στο Παρίσι και την Μυροβόλο Άνοιξη, το καφενείο στην Καβάλα, που άραζε με την κομπανία του ο Αργύρης Μπακιρτζής. Και τον Σαββόπουλο, που τον θεωρώ ποέτα γκράντε, ασχέτως αν η «πρώτη φορά αριστερά» αλλά και η «δεξιά για πάντα» δεν πρόκειται εν ζωή να του  στήσουν ένα άγαλμα ψηλό σαν το αντίστοιχο της «Ελευθερίας» στην Αμερική. Να το στήσουν εδώ, στη Θεσσαλονίκη. Να το βλέπουν οι πρόσφυγες οι κατατρεγμένοι από τα χοτ σποτ ή οι ξένοι που έρχονται αναζητώντας μια νέα πατρίδα, κι ο ξεναγός να λέει, «να, αυτός είναι ο Νιόνιος, ο ποιητής που μέσα του αστράφτουν ο Λεονάρντ Κοέν κι ο Πεντζίκης, σαν ενιαίοι και ομοούσιοι, Ανατολή και Δύση, γλέντι και μελαγχολία, φίλοι και εχθροί, ένα τίποτα είμαστε, ένα τίποτα δεν είμαστε».

-Στη σκηνή, στις παραστάσεις που δίνουν οι Monie Monie Conniente τραγουδάς. Πρώτη φορά τραγουδάς; 

-Μόνο τραγουδάω. Εκτελώ δηλαδή. Δεν υπάρχει ούτε αυτοσχεδιασμός από πλευράς μου, ούτε κάτι που να παραπέμπει σε μια free wheeling φάση. Λέω μπλουζ του Screamin’ Jay και μερικά του Κουρτ Βάιλ και του Αλ Γουίλσον, αντικριστά με Σαββόπουλο και θρακιώτικες μπαϊντούσκες. Πειθαρχώ κοινώς ερμηνευτικά, ώστε το αυτοσχεδιαστικό να ανήκει όλο στον Διογένη Δασκάλου. Αυτός είναι ο φρόντμαν, αυτός κάνει το stand up, αυτός πρέπει να το ανατινάξει. Αλλά για να το κάνει, η μπάντα πίσω, πρέπει να στέκεται μετρονομημένη! Πρώτη φορά τραγουδώ τόσο πολύ, εννοώ κάθε Παρασκευή, από τις 28 Οκτωβρίου που ξεκινήσαμε. Παλιά τραγουδούσα με τους Xaxakes, αλλά μόνο δυο τραγούδια: το Walk on the Wild Side του Λου και το Heroes του Bowie. Ήταν σαν ιεροτελεστία, ήμουν το άτυπο μέλος της μπάντας που άνοιγε τα λάιβ με dj set όπου κι αν έπαιζαν, οπότε αυτά τα δύο τραγούδια ήταν και κάτι σαν επισφράγιση μιας φιλίας και μιας άδολης αγάπης, ανάμεσα σε μένα και τον Νάστα. Ακόμα αγαπιόμαστε κι ας μην πολυανταμώνουμε λόγω φόρτου δουλειάς.

-Ο κόσμος από τη σκηνή πώς είναι; 

-Ο κόσμος των Monie Conniente εννοείς. Οκ, δεν είναι και το κοινό που θυμάται τον εαυτό του να χαρακώνεται όταν η Poison, ο Lux και οι Cramps έπαιζαν το Bikini Girls with Machine Guns, ούτε οι χίπστερς που θα γνέψουν «κουλ» όταν η Bjorg θα παίξει το Hyperbaland. Είναι κόσμος που έρχεται για να γελάσει, να πιει, να περάσει χαρούμενα, μεγάλης, άντα και πάνω, ηλικίας. Πώς να είναι πάνω στη σκηνή! Ωραία, τους βλέπεις να κρατάνε το ρεφρέν, να ζητάνε κι άλλο, όταν ο Δίο μιλά για τον ΠΑΟΚ, τα Σέρρας ή τα αγγλικά του Τσίπρα και το Θεσσαλονίκη ερωτική πόλη, τους βλέπω να ξεκαρδίζονται, απλός κόσμος. Έρχεται για να περάσει καλά και φεύγει έχοντας περάσει καλά.

-Βλέποντάς σε εκεί, στη σκηνή, είχα την αίσθηση της αναπαράστασης, χωρίς το σωστό ρεπερτόριο. Δηλαδή πως δίπλα σου θα ήθελες να ήταν rock μουσικοί. Να παίζατε κάτι σαν My Bloody Valentine και από κάτω να ήταν κοινό που θα ζούσε το όλο πράγμα στο 120%. Κάνω λάθος; 

-Ωχ, My Bloody Valentine: δεν έχω ακούσει όχι μόνο ένα, αλλά ούτε ένα, ποτέ τραγούδι τους. Αναπηρία έχω και μάλιστα πάνω από 70 τοις εκατό για τα δεδομένα του ίντι κοινού, έτσι; Ούτε ένα. Αν και πιάνω το νόημα της ερώτησης, ειδικά αν αντί για τους Valentine έλεγε Slowdive, ή Mary Chain, ή Ride: κοίτα, είμαι και μουρλός, θέλω να πω, μεγαλώνοντας και ξεπερνώντας τη φάση «ροκ κοινό», που λίγοι νομίζω από δαύτους θα παραδεχτούν πως το «Μαργούδι κι ο Αλεξανδρήs», η θρακιώτικη μπαϊντούσκα που λέγαμε, είναι ισοδύναμης συναισθηματικής και ρυθμικής έντασης με το This Charming Man των Smiths, γιατί απλούστατα το ροκ κοινό είναι κολλημένο στη ροκίλα του και αδυνατεί να πιάσει άλλες εντάσεις. Μεγαλώνοντας λοιπόν, δεν έχω τέτοια κολλήματα. Κι όχι μόνο στη μουσική. Καραγάτσης και Ίρβιν Γουέλς, Σκαμπαρδώνης και Ρικ Γκαρθ Χάλμπεργκ – παρεμπιπτόντως η «Πόλη στις Φλόγες» με μάγεψε, Τόμας Μαν, Χωμενίδης, Σώτη και Blondie αντάμα με Χρόνη Αηδονίδη – μέσα μου όλα παράγουν ισοδύναμες εντάσεις.

Xaxakes ή Monika;  

-Xaxakes. Γιατί δεν έχουν καμιά φιλοδοξία για καριέρα. Αυτό άλλωστε τους στέρησε και τη δυνατότητα να τους ακούσει ο Bowie όσο ζούσε. Γιατί είναι ρομαντικός ο Νάστας, μέθυσος, δανδής, ηδονιστής και καουμπόη του διαστήματος. Σέβομαι τη Μόνικα, όπως και κάθε πλάσμα που παλεύει σ’ αυτή τη σκυλοκρατούμενη χώρα, να ζήσει με αξιοπρέπεια, αν και νομίζω πως την κοπάνησε μόνιμα για τα εξωτερικά. Και μπράβο της…

10-stef
Φωτογραφημένος από τη Βάγια. Αγορεύω ως συνήθως. Ή τη ζαλίζω κυριολεκτικά τον έρωτα αμπελοφιλοσοφώντας με το γνωστό παπαρολογικό στιλ μου.

-Ποιοι ήταν οι Sex Pistols της Ελλάδας;

-Έβλεπα τις προάλλες τον Τζόνι Ρότεν υπέρβαρο και χάλι να σέρνει ένα καρότσι έξω από ένα σούπερ μάρκετ στο Λος Άντζελες. Να μην τύχει σε κανέναν μας τέτοια παρακμή! Αλλά εσύ εννοείς εκείνους τους Pistols, τότε. Μπα, δεν υπήρξε κάτι τόσο ντανταϊστικό, ιδρωμένο, τσαμπουκαλεμένο και αποφασισμένο όπως τα «Πιστόλια» στην Ελλάδα. Κι αν παντού επικρατεί αυτό το σκυλέ ή το εντεχνουάρ ψευδοποιητικό, είναι γιατί ποτέ δεν σείστηκε η πατρίς από έναν θρασύ, αμάσητο και απελπισμένο ήχο, όπως εκείνων. Αυτό πληρώνουμε, αν και για στάσου, από μια άποψη ήταν οι Τρύπες. Γιατί όχι; Το «Για την Πατρίδα» μια χαρά στέκεται σαν ισόποσο και ισοδύναμο του «Don’t know what I want, but I know how to get it», και μην σου πω ότι οι κιθάρες του Ασκληπιού Ζαμπέτα μια χαρά τάπα ρίχνουν στις καραγκιόζικες του Στιβ Τζόουνς.

Primavera Sound ή Sonar;

-Αν πω Glanstonbury, που πήγα κιόλας κάποτε, θα είμαι εκτός πλαισίου; Γιατί για τα άλλα μόνο διαβάζω! Αν και το Primavera μού μοιάζει πιο συμβατό με τα γούστα μου, το Sonar βγάζει μια ψαγμενουάρ για το ψαγμενουάρ άποψη, που με κάνει να το βλέπω ολίγον δύσπιστα. Από την άλλη, βρε Γιάννη, φεστιβάλ να είναι κι ό,τι να ‘ναι, εκεί θα κολλήσουμε; Μπύρα, κορίτσια, σκηνή, φώτα και μουσική, και όπου μας βγάλει!

-Ραδιόφωνο ή περιοδικά;

-Ραδιόφωνο. Και μην ζητάς επεξήγηση, ή μάλλον πάρε: μόνος, εσύ και οι δίσκοι. Γιατί όπου μπλέκονται εμπορικοί διευθυντές, αρτ νταϊρέκτορες, διορθωτές και αρχισυντάκτες, το πράγμα γίνεται περίπλοκο, άρα και κουραστικό. Ειδικά αυτή την εποχή που ο Ζούκερμπεργκ επιβάλλει αναγνωστικές συνήθειες των 200 λέξεων μάξιμουμ κι εγώ θέλω τουλάχιστον τρεις χιλιάδες για να υμνήσω τους Spiritualized. Κανένας πια άλλωστε δεν θέλει να διαβάζει στα περιοδικά για τους Spiritualized και γι ‘ αυτό ίσως δεν βγαίνουν πια και τα περιοδικά. Ενώ στο ράδιο, έστω και στη ζούλα, τσουπ, σπρώχνεις ένα τους!