του Γιάννη Καφάτου //

πηγή: https://www.viewtag.gr

Το βιβλίο του Τάσου Βαφειάδη «Οι Κρυμμένες Ιστορίες πίσω από τα Τραγούδια» – 100+1 αφηγήσεις για ό,τι δεν διακρίνεται με την ακρόαση (Εκδόσεις Ζήτη) είναι η καλυτερη ραδιοφωνική εκπομπή που μπορείς να …διαβάσεις. Είναι ένας απαραίτητος τόμος για τη βιβλιοθήκη κάθε μουσικόφιλου αλλά κι ένα βιβλίο που μπορείς να «ακούς» λίγο πριν κοιμηθείς. Το θες δίπλα στο κρεβάτι, στο κομοδίνο να κρύβει το ενοχλητικό ξυπνητήρι. Η ανάγνωση των ιστοριών που ανακάλυψε ο Τάσος Βαφειάδης είναι μια απόλαυση. Όσα τραγούδια ξέρεις τα «ακούς» διαβάζοντας, και φυσικά με την ιαματική λειτουργία της μουσικής, μέσα από τις γραμμές κάθε σελίδας ταξιδεύεις στην εποχή που άκουσες το κάθε κομμάτι. Όσα τυχαίνει να μην γνωρίζεις με ένα κλικ – πια – τα βρίσκεις στο δίκτυο και συνεχίζεις την ανακάλυψη.

•Έχει κάνει μια σπουδαία δουλειά ο Βαφειάδης που ξεφεύγει από μια τυπική καταγραφή «άχρηστων» πληροφοριών.

Σε μια εποχή που δεν ξέρεις τι να πρωτοδιαλέξεις από τις χιλιάδες πληροφορίες που προσφέρονται απλόχερα, «Οι Κρυμμένες Ιστορίες πίσω από τα Τραγούδια» είναι ένα μοναδικό index για τις μουσικές αναζητήσεις.

Ποιο τραγούδι έστειλε η NASA να το ακούσουν οι εξωγήινοι – αν υπάρχουν;
Ποιο τραγούδι απασχόλησε για 31 μήνες τους πράκτορες του FBI;
Ποιος διάσημος αυτόχειρας της ροκ-κουλτούρας έπαιξε live έξω από τη Θεσσαλονίκη πριν αυτοκτονήσει;

Εκ Θεσσαλονίκης ορμώμενος, ο Τάσος Βαφειάδης με το βιβλίο του έγινε ο ραδιοφωνικός παραγωγός που δεν υπάρχει στα ραδιόφωνα των playlist που εκφωνούν τον χορηγό, τον καιρό, και το κονσερβαρισμένο πρόγραμμά τους.

Σπουδαία τραγούδια και οι ιστορίες τους τροφοδοτούν τις αναμνήσεις μας!

-Σε μια εποχή που ό,τι θέλουμε να μάθουμε είναι ένα «κλικ» μακριά, πώς αποφάσισες να γράψεις ένα βιβλίο με πληροφορίες για τα αγαπημένα σου τραγούδια;

Μπορεί η ενημέρωση να είναι ένα κλικ μακριά, αλλά η εμπέδωση είναι περισσότερα. Αυτό ακριβώς ήταν που με ώθησε να καθίσω, να συγκεντρώσω και να γράψω ένα τέτοιο βιβλίο. Είχα κουραστεί με τους ρυθμούς που καταναλώνουμε την μουσική και γενικότερα την πληροφορία. Αυτό που εν γένει κάνουν τα βιβλία είναι να κατεβάζουν τους καθημερινούς μας ρυθμούς και να μας ταξιδεύουν. Ήθελα λοιπόν να χαμηλώσω λίγο τους ρυθμούς ακρόασης ενός τραγουδιού, γράφοντας μια ιστορία γι’ αυτό.

-Πιστεύεις ότι οι πληροφορίες ή οι ιστορίες είναι αυτό που μένει τελικά;

Νομίζω πως δεν μένουν οι πληροφορίες. Αν βέβαια διαβάσεις το βιβλίο δυο φορές, θα τις θυμάσαι. Δεν ήθελα να κάνω μια στείρα, ασπρόμαυρη καταγραφή πληροφοριών. Θεωρώ πως αυτό δεν θα είχε ενδιαφέρον, τουλάχιστον για μένα. Όμως μια ιστορία, μια αφήγηση είναι κάτι διαφορετικό. Έτσι, στην πορεία σκέφτηκα να χρωματίσω τις «άψυχες» πληροφορίες με σχόλια. Όχι πολύ χρώμα, λίγες πινελιές μονάχα. Δεν ήθελα να γράψω ένα βιβλίο που θα έμοιαζε σαν να διαβάζεις άρθρο της Wikipedia!

-Ποιο τραγούδι σε δυσκόλεψε περισσότερο για να αποτυπώσεις την ιστορία του;

Υπάρχουν κάποια τραγούδια που μου αρέσουν πολύ και ήθελα οπωσδήποτε να βρίσκονται μέσα στο βιβλίο. Ένα από αυτά είναι το “Day is done” του αγαπημένου μου Nick Drake. Δυσκολεύτηκα πολύ να βρω υλικό για το συγκεκριμένο. Τελικά, μέσα από μια βιογραφία του βρήκα κάποια στοιχεία και έπλασα μια ιστορία.

-Πώς «έμπλεξες» με τη μουσική;

Θυμάμαι μικρός τη μητέρα μου ν’ ακούει μουσική στην κουζίνα. Πάριο, Μαρινέλλα, Νταλάρα, Αλεξίου, τέτοια. Μετά, όταν βρέθηκε ένα ραδιοκασετόφωνο στα χέρια μου, άρχισα να αλλάζω μόνος μου τις συχνότητες στα FM και να σκαλώνω στους πειρατικούς σταθμούς που έπαιζαν ξένα τραγούδια. Όποια μου άρεσαν τα ηχογραφούσα σε κασέτες και τα ξανάκουγα. Δεν ήξερα ούτε τραγουδιστές, ούτε τίποτα, μόνο ηχογραφούσα και άκουγα. Σιγά-σιγά έμαθα καλλιτέχνες, σιγά-σιγά αγόρασα δίσκους, σιγά-σιγά έγραψα ένα βιβλίο.

-Ποιο είναι το πρώτο τραγούδι που θυμάσαι από παιδί; (πώς το άκουσες, τι σου προκάλεσε, κλπ)

Έχω την εικόνα ν’ ακούω στο αυτοκίνητο του πατέρα μου το “Αποκοιμήθηκα” του Στράτου Διονυσίου. Ήταν μεσημέρι, γυρνούσαμε από την Χαλκιδική από ένα οικογενειακό τραπέζι, είχε ζέστη, τα παράθυρα ήταν ανοιχτά και καθώς ήμουν ξαπλωμένος στην πίσω θέση στην αγκαλιά της μητέρας μου… αποκοιμήθηκα…

-Είσαι Θεσσαλονικιός, τελικά η Θεσσαλονίκη είναι ροκ-μάνα ή σκυλο-μάνα που απλώς έχει ροκ ξεσπάσματα;

Είναι σίγουρα ροκ-μάνα, αλλά νομίζω πως κυρίως είναι σκυλο-μάνα. Και για να μην είμαι άδικος με την Θεσσαλονίκη, νομίζω πως η χώρα είναι γενικώς σκυλο-τσιφτετελο-μάνα. Μέσα στον μικρόκοσμο και στις συναναστροφές μας, δημιουργούμε μια στρεβλή εικόνα για το τι πραγματικά συμβαίνει γύρω μας. Αν βγαίνουμε σε συγκεκριμένα μαγαζιά, βλέπουμε συγκεκριμένες ταινίες, πάμε σε συγκεκριμένα φεστιβάλ, έχουμε συγκριμένους φίλους, αληθινούς και διαδικτυακούς, έχουμε μια ψευδαίσθηση ότι όλος ο κόσμος έχει τα ίδια γούστα με μας. Δυστυχώς δεν έχει. Μια απλή βόλτα στα «απαγορευμένα» στέκια ένα Σαββατόβραδο, θα μας πείσει.

Κάτι πολύ βασικό για τη Θεσσαλονίκη είναι οι φοιτητές. Ο αριθμός τους είναι πολύ μεγάλος σε σχέση με το μέγεθος της πόλης (συγκριτικά με την Αθήνα), με αποτέλεσμα να δημιουργούν μια κρίσιμη μάζα, ένα γόνιμο έδαφος για να αναπτυχθούν ενδιαφέροντα και σημαντικά πράγματα, είτε από τους ίδιους είτε από τους ντόπιους. Κατά τα τ’ άλλα και πολιτικά η πόλη ήταν από παλιά συντηρητική.

-Θεσσαλονίκη – Αθήνα. Σαν τις ροκ προαιώνιες κόντρες τύπου Beatles Vs Rolling Stones. Τι ζηλεύει η ροκ Θεσσαλονίκη από τη ροκ Αθήνα; Τι σου λείπει εσένα προσωπικά από την Θεσσαλονίκη; 

Καλώς η κακώς, ο μισός πληθυσμός της χώρας βρίσκεται στην Αθήνα, οπότε εκεί γίνονται τα περισσότερα πράγματα. Η Θεσσαλονίκη, αλλά και οι άλλες πόλεις, νομίζω πως ζηλεύουν τις περισσότερες δυνατότητες προβολής ενός νέου δημιουργού και τα περισσότερα μαγαζιά που υπάρχουν στην πρωτεύουσα. Για παράδειγμα, η Θεσσαλονίκη έχει πεπερασμένα μέρη που μπορεί μια μικρή μπάντα να εμφανιστεί ζωντανά. Στην Αθήνα είναι περισσότερα.

Προσωπικά, μου λείπουν οι συναυλίες μικρών συγκροτημάτων που γίνονται στην Αθήνα και κάποιες θεατρικές παραστάσεις που δεν ανεβαίνουν πάνω. Ωστόσο, απολαμβάνω το τεράστιο παραθαλάσσιο μέτωπο και το συμμαζεμένο μέγεθος της πόλης μου.

-Η επιστροφή του βινυλίου. Πιστεύεις ότι πουλιούνται πολύ ακριβά ως είδος για «λίγους» πλέον τα βινύλια;

Πάντα το βινύλιο ήταν ακριβό χόμπι. Θυμάμαι στην εφηβεία μου όσα χρήματα είχα τα έδινα στους δίσκους. Η αγορά ενός δίσκου ήταν μια μικρή γιορτή. Παίρναμε λίγους και τους χαιρόμασταν. Η απληστία τα επόμενα χρόνια απαξίωσε τα τραγούδια, τους δίσκους και τη μουσική.

Κάποια άλμπουμ πουλιούνται σε πολύ ακριβές τιμές. Νομίζω πως πάνω από 20 ευρώ είναι πολλά χρήματα για έναν δίσκο την σημερινή εποχή. Οι εταιρίες βέβαια τους κάνουν έγχρωμους, βάζουν πόστερ και CD για να πιστέψουμε ότι αγοράζουμε κάτι παραπάνω και να δώσουμε τα χρήματα. Στην πραγματικότητα όμως αγοράζουμε 11-12 τραγούδια και ένα ωραίο μεγάλο εξώφυλλο. Προτιμώ να αγοράζω βινύλια ακόμα και σήμερα, αλλά αν έχει 25 ευρώ το βινύλιο και 15 το CD, θα προτιμήσω να πάρω το CD και να πιω και δυο μπύρες!

Τάσο θα ήθελα να μας συστηθείς μέσα από 10 τραγούδια, τα πέντε από αυτά που υπάρχουν στο βιβλίο και άλλα πέντε που δεν περιλαμβάνονται;

Κάπως δύσκολη ερώτηση, γιατί θα έχω τύψεις αύριο που δεν επέλεξα κάποια τραγούδια, αλλά θα το τολμήσω…

Μέσα από το βιβλίο:

Which side are you on? – Florence Reece
Many rivers to cross – Jimmy Cliff
Born to run – Bruce Springsteen
Always look on the bright side of life – Monty Python
Αύρα – Δημήτρης Παναγόπουλος

Έξω από το βιβλίο:

Talkin’ bout a revolution – Tracy Chapman
Youth against fascism – Sonic Youth
Free money – Patti Smith
Masters of war – Bob Dylan
People are strange – Doors

•Ανακαλύψτε το βιβλίο «Οι Κρυμμένες Ιστορίες πίσω από τα Τραγούδια» – 100+1 αφηγήσεις για ό,τι δεν διακρίνεται με την ακρόαση (Εκδόσεις Ζήτη) και στο Facebook