Από τον Μιχάλη Καφαντάρη //
Εδώ και τρία χρόνια τουλάχιστον γυρίζω μια ταινία με τον παράξενο τίτλο “ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΑΥΤΟΣ Ο ΤΕΛΗΣ ΣΤΕΦΑΝΗΣ”.
Μαζί μου έχω μια συμμορία με όλη τη σημασία της λέξης, μπροστά και πίσω από την κάμερα.
Δεν μας χρηματοδοτεί κανένας (ακόμα τουλάχιστον) κι όμως η συμμορία συνεχώς μεγαλώνει.
Ο τίτλος καταρχήν είναι κλεμμένος από ατάκα που ακούγεται σε μια ταινία του ελληνικού κινηματογράφου του ’60 με τίτλο «Όταν λείπει η γάτα» σε σκηνοθεσία Σακελλάριου.
Το γιατί διάλεξα αυτόν τον τίτλο είναι κάτι που δεν μπορώ να αποκαλύψω ακόμα.
Το θέμα της έχει να κάνει πίσω απ’ όλα με μια ομάδα τεχνικών, σκηνοθετών, αλλά και άλλων που είχαν σχέση με τον ελληνικό κινηματογράφο της εποχής.
Υπάρχει ένας μύθος που λέει λοιπόν ότι αυτή η ομάδα μαζεύτηκε και έγραψε ένα σενάριο με σκοπό να το γυρίσει μυστικά στην Ελλάδα και, ύστερα, να το προβάλει στο εξωτερικό ως διαμαρτυρία για τη στασιμότητα του ελληνικού σινεμά, την ώρα που διεθνώς γινόταν της πουτάνας στο εξωτερικό με τα καινούρια ρεύματα και τις ιδέες που εμφανίζονταν στη μεγάλη οθόνη.
Η ταινία δεν γυρίστηκε ποτέ ή τουλάχιστον δεν έχουν βρεθεί ακόμα πλάνα της.
Μετά από μια έρευνα που μου πήρε τουλάχιστον δύο χρόνια (λόγω τεμπελιάς κυρίως), κατάφερα να μαζέψω κάποια λίγα στοιχεία για το πώς θα μπορούσε πιθανόν να μοιάζει αυτό το σενάριο και ξεκίνησα να το κατασκευάζω από την αρχή με σκοπό να το γυρίσω ηχητικά και οπτικά με τον ίδιο τρόπο που θα γυριζόταν τότε. Δηλαδή με τις τότε κινηματογραφικές τεχνικές και με τον ίδιο μυστικό τρόπο.
Μεγάλο μέρος των γυρισμάτων έχει πραγματοποιηθεί στο ιστορικό κτίριο της ΦΙΝΟΣ που άνοιξε για μας μετά από πολλά χρόνια.
Ελπίζω σύντομα να έχουμε ολοκληρώσει τα γυρίσματα γιατί οι συντελεστές, που τους πιο παλιούς από αυτούς τους τραβάω παραπάνω από τρία χρόνια ίσως, έχουν αρχίσει να χάνουν την υπομονή τους και με βρίζουν.
Τους έταξα ότι θα πάρουμε βραβείο στις Κάννες αλλά δεν έπιασε.
Εξακολουθούν να με βρίζουν.
Αν θα έπρεπε να περιγράψουμε σε μια φράση την υπόθεση του σεναρίου η φράση θα ήταν: “Οί κομπάρσοι μιας ζωής είναι οι πρωταγωνιστές κάποιας άλλης.”
Όχι, μισό λεπτό …
Τώρα που το σκέφτομαι θα ταίριαζε και το: “Ο Θεός κάνει την παραγωγή, ο Διάβολος τη σκηνοθεσία, τα σενάρια τα γράφουν οι άνθρωποι”.
Τώρα βέβαια θα μου πείτε ότι αυτό το τελευταίο θα μπορούσε να το έχει πει και ο Καζαντζάκης. Όπως και να έχει, στο σενάριο εμφανίζεται να το λέει, σαν καουμπόης, όπως εμφανίζεται και η Μπέσυ Σμίθ, η Αυτοκράτειρα των Μπλουζ, να ζητιανεύει στο σταθμό του τραίνου στην Αθήνα του 60, όπως εμφανίζεται και ο Χιώτης σε …
Ώπα. Παρασύρθηκα και δεν πρέπει να πω άλλα προς το παρόν.
Το μόνο που θα πω είναι πως έχουμε πρόβλημα με την αφίσα της ταινίας. Η ιδέα ήταν από την αρχή να μπουν μέσα όσοι εμφανίζονται, αλλά από τότε που άρχισε να φτιάχνεται μέχρι σήμερα έχουν αυξηθεί και πραγματικά δεν ξέρω πώς θα χωρέσουν όλοι τους.
Αυτά είναι όλα όσα μπορώ να πώ μέχρι στιγμής.
Τα καλύτερα τα άφησα για αργότερα.
Προς το παρόν, τα καλύτερα απλώς έρπονται.