γράφει η Μαριλιάνα Ρηγοπούλου*//

Αισθάνομαι τόσο τυχερή, όταν έρχονται εκείνες οι ευλογημένες ώρες που διαπιστώνω ότι βρίσκομαι μπροστά σε μια παράσταση που αντικατοπτρίζει το αληθινό, γνήσιο, αυθεντικό θέατρο σε όλο του το μεγαλείο. Είναι η μυρωδιά εκείνου του θεάτρου που κατακλύζει όλες τις αισθήσεις σου, που έχει τη στόφα της αυθεντικότητας στις ερμηνείες και μια ομορφιά απαράμιλλης αισθητικής. Έτσι ακριβώς ήταν η παράσταση στο θέατρο « Αλκμήνη» με τίτλο: « Το πορτραίτο μιας Μαντόνα» βασισμένο σε πέντε μονόπρακτα του Τενεσί Ουίλιαμς και σκηνοθεσία της Κερασίας Σαμαρά.

Ο Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας Τενεσί Ουίλιαμς ο ιδιότυπος αυτός ρομαντικός ρεαλιστής με ευδιάκριτες ποιητικές φόρμες στον συμπυκνωμένο λόγο του, χρησιμοποιεί τους χαρακτήρες των έργων του ως το σημειολογικό εργαλείο έκφρασης των συμβολισμών του, όπως συνήθιζε και ο Πιραντέλλο.

•Ο Τενεσί Ουίλιαμς κινείται διαρκώς επί ξηρού ακμής ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα, ανάμεσα στην ψευδαίσθηση και το ρεαλισμό.

Τα περισσότερα έργα του, περιλαμβάνουν στοιχεία της ζωής του, είναι δική του βαθειά- εσωτερική ανάγκη να ξεφύγει από τη δική του θλιβερή πραγματικότητα, του παρόντα αλλά επί της ουσίας απόντα αλκοολικού πατέρα, της νοσηρής ευαισθησίας της μητέρας του, της ψυχασθένειας της αδελφής του και της δικής του ομοφυλοφιλικής ροπής, μέσω των ηρώων που κατασκεύαζε και των καταστάσεων που βίωναν, πάντα σ’ ένα περιβάλλον ψευδαισθήσεων.

Από αυτό το νοσηρό περιβάλλον προσπαθούσε να δραπετεύσει, άλλωστε ο ίδιος είχε πει πως : «Επειδή δεν με ικανοποιούσε η ζωή, είχα την ανάγκη να δημιουργήσω μια φανταστική ζωή», μάλιστα σε μια συνέντευξη που είχε δώσει ο ίδιος στον εαυτό του, δήλωνε πως η δουλειά του λειτουργούσε σαν είδος ψυχοθεραπείας για τον ίδιο.

Έτσι στα έργα του Τενεσί Ουίλιαμς θα δούμε πως ο φαντασιακός κόσμος των ψευδαισθήσεων που πλάθει, είναι ευδιάκριτος παντού, από τον τρόπο που μιλάνε οι ήρωές του, τα ρούχα τους, τη συμπεριφορά τους, μέχρι τους χώρους στους οποίους κινούνται καθώς και την άποψη που έχει ο κάθε ένας για τον εαυτό του.
Ωστόσο ενώ κινούνται στα μονοπάτια των ψευδαισθήσεων, οι χαρακτήρες του είναι τόσο ρεαλιστικοί σε όλες τους τις εκφάνσεις, ακόμα και στην έκφραση των συναισθημάτων τους που τοποθετούνται στην ίδια υψιπετή θέση των ηρώων του Στρίντμπεργκ, του Τσέχωφ, του Λόρκα.

Γι’ αυτό και οι ήρωές του μη μπορώντας να κατανοήσουν την εχθρική και σκληρή πραγματικότητα, ζούν μέσα στην ψευδαίσθηση που έχουν δημιουργήσει.

Στην προκειμένη περίπτωση: «Το πορτραίτο μιας Μαντόνα», έχουμε πέντε αριστουργηματικά μονόπρακτα σε μετάφραση και σκηνοθεσία της Κερασίας Σαμαρά και τη δραματουργική επεξεργασία από τον Ανδρέα Στάϊκο, όπου παρουσιάζονται πέντε ξεχωριστές και τόσο διαφορετικές μεταξύ τους γυναικείες παρουσίες η κάθε μία με τη δική της ζωή.

Η σκηνοθετική ματιά της Κερασίας Σαμαρά, τόσο διεισδυτική και συνάμα αναλυτική πάνω στο έργο του Τενεσί Ουίλιαμς, κατορθώνει να δώσει όλο το ιδιαίτερο χρώμα του κάτι που συμβαίνει εξαιρετικά σπάνια κι αυτό οφείλεται στην βαθειά μελέτη του συγγραφέα κι όχι στην επιφανειακή του προσέγγιση. Αναδεικνύει με αριστοτεχνικό τρόπο, θαρρείς και είναι συμφωνικό έργο, τη μεταπολεμική περίοδο μιας Αμερικανικής κοινωνίας, άκρως παρακμιακής, που όλα βυθίζονται στον άκρατο αβδηριτισμό τους, που το λαμπερό και πάμβοτο Αμερικάνικο όνειρο που τρέφει ελπίδες και συντηρεί όνειρα, εξαθλιώνει ανθρώπους μιας άλλης εποχής, παραγκωνίζει ήθη-έθιμα και αξίες διαμορφώνοντας μια νέα τάξη πραγμάτων σ’ ένα αέναο, φαύλο κύκλο τρυφηλής ζωής που προβάλλει.

Έχοντας στη φαρέτρα της η Κερασία Σαμαρά την εξαιρετική δραματουργική επεξεργασία από τον Ανδρέα Στάϊκο όπου κάνει τον συμπυκνωμένο συμβολισμών λόγο του Τενεσί Ουίλιαμς, δυναμικά άμεσο και λειτουργικό, κατορθώνει να δομήσει το ψυχογράφημα των χαρακτήρων που σκιαγραφούνται από τον συγγραφέα.

Πέντε μονόπρακτα, πέντε γυναίκες, πέντε προσωπικότητες με κοινό άξονα και σημείο αναφοράς το ζωηφόρο παρελθόν, το εξαθλιωμένο παρόν και τη ανυπαρξία ικμάδας φωτός, ελπίδας για αλλαγή στο μέλλον.

Μέσα από αυτές τις ηρωίδες η σκηνοθετική προσέγγιση της Κερασίας Σαμαρά, αναδεικνύει τους ήρωες του Τενεσί Ουίλιαμς, μιλά για τη μοναξιά, για τις ανθρώπινες σχέσεις πόσο ελλειπτικές γίνονται επικοινωνιακά, πόσα πάθη ανομολόγητα μπορεί να κρύβουν, πόσους αναστεναγμούς, πόση απόγνωση, πόση πικρία, πόση ευαισθησία, πόση λεπτότητα- καλλιέργεια, πόση αναλγησία και πόση προσπάθεια για μια λύση, μια λύση που δεν έρχεται κι αυτό μέσα στο τέναγος της εσωτερικής μοναξιάς τους στα δαιδαλώδη κάποιες φορές μονοπάτια χωρίς συνειρμική αλληλουχία των πιο σκοτεινών και μύχιων συλλογισμών τους.

Στηλιτεύει τον υφέρποντα συντηρητισμό της Αμερικανικής κοινωνίας που κάτω από το πέπλο του κατατρώγει ανθρώπους και συνειδήσεις, δίνει φωνή σε υπάρξεις μοναχικές, κατατρεγμένες, κάποιες από μεγαλοαστικές οικογένειες που ξέπεσαν που έχασαν την ακμαιότητα της προτεραίας κοινωνικής τους ζωής κι έμειναν με την ξεφτισμένη μεταξωτή ρόμπα τους σύμβολο μιας άλλης εποχής, μιας ξεχωριστής ευημερίας και μιας ανάμνησης πασπαλισμένης από πούδρα εκείνη της νοσταλγίας και των ονείρων κι ύστερα το σκληρό- στυγνό και αποτρόπαιο πρόσωπο μιας κοινωνίας που αρκετές φορές δεν αναγνωρίζει τίποτε άλλο παρά μόνο το χρήμα.

Μέσα στην ερεβώδη ατμόσφαιρα των χαρακτήρων, η Κερασία Σαμαρά κατόρθωσε να μιλήσει για όλα τ’ ανομολόγητα των ανθρώπων του τότε και του τώρα, δημιουργώντας μια παράσταση τόσο σύγχρονη κατ’ αντιστοιχία και να ξετυλίξει το κουβάρι των ανθρώπων που ζουν ανάμεσά μας, που ζούμε ανάμεσά τους, που δεν είναι άλλοι από την ίδια την κοινωνία μας.

 

•Στις τέσσερις εναλλαγές προσώπων βρίσκεται η Βέρα Κρούσκα, απλά συγκλονιστική. Αποκαλυπτική στα εκφραστικά της μέσα, με μοναδική χαρισματική ερμηνευτική ευχέρεια, που καθηλώνει το θεατή, μεταφέροντάς τον άμεσα στο χωροχρόνο όπου διαδραματίζονται όλες οι πράξεις του κάθε δράματος που κρύβει κάθε μοναχική και απεγνωσμένη ηρωίδα.

Κινείται με μοναδική ευελιξία σ’ έναν διακριτικό κλαυσίγελο κάποιες στιγμές, μ’ ένα χιούμορ κομψό, γοητευτικό όπως η ίδια, πραγματική « Μαντόνα», σκιαγραφώντας προσωπικότητες με δυναμική παρουσία επί σκηνής, όσο κι αν φαντάζουν αδιόρατα διακριτικές, δείχνοντάς μας με τις εναλλαγές των ερμηνειών της, τι σημαίνει σπουδαίος ηθοποιός, με στόφα αληθινού καλλιτέχνη, δαψίλεια υποκριτικού τάλαντου, που ξέρει να παίρνει μαζί της το θεατή, γητεύτρα των αισθήσεων του, μεγάλη Κυρία του θεάτρου ( σημαντική θεατρική μορφή).

Οι υποκριτικές ικανότητες της Κερασίας Σαμαρά συνάδουν στον ίδιο υψηλό βαθμό με τις σκηνοθετικές, ενδύεται με περισσή άνεση, άλλοτε το κοστούμι μιας γυναίκας σοβαρής, οργανωμένης λειτουργικής που εργάζεται στην Πρόνοια, άλλοτε της σπιτονοικοκυράς με σκληρό πρόσωπο που διεκδικεί τα λεφτά της χωρίς ευαισθησίες και συναισθηματισμούς, άλλοτε την πιστή και γεμάτη φροντίδα ετών γραμματέα μιας πλούσιας κυρίας κι άλλοτε της φλογερής γυναίκας, γεμάτη ταπεραμέντο, ελκυστικής που ζει έναν έρωτα κρυφό, ένα πάθος άνομο, μια δακέθυμη αγάπη που ισοπέδωσε τα θέλω και τα όνειρά της.

Όλες αυτές οι εναλλαγές, τα διαφορετικά πρόσωπα που καλείται επί σκηνής να μετουσιώσει, αποδεικνύουν περίτρανα την κραταιά ευελιξία της να ενσαρκώνει απόλυτα και μοναδικά τους χαρακτήρες δίνοντάς τους υπόσταση και το ανάλογο ειδικό βάρος.

•Ο Ζαχαρίας Ρόχας θεωρώ πως είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα χαρακτήρων του Τενεσί Ουίλιαμς.

Παρότι στη συγκεκριμένη παράσταση οι χαρακτήρες που ενσαρκώνει έχουν μικρό κείμενο, ωστόσο κατορθώνει να αναδείξει το χρώμα της εποχής και το αυθεντικό άρωμα του Τενεσί Ουίλιαμς με την εκφραστική του λιτότητα και την καθαρότητα των κινήσεών του επί σκηνής, ώστε το αποτέλεσμα να συγκινεί λόγω της αυθεντικότητάς του.

•Σε μικρότερο ρόλο, αλά εξόχως λειτουργικό ο Γιώργος Αντωνόπουλος.

Μέσα σ’ ένα ευρηματικό σκηνικό από τον Κώστα Βελινόπουλο, όπου τα καμαρίνια τοποθετούνται επί σκηνής στο βάθος αυτής, ώστε όλες οι αλλαγές να συμβαίνουν μπροστά στα μάτια των θεατών, άλλη μια έκρηξη αλήθειας που συνηγορεί με την υπόλοιπη ατμόσφαιρα κι ένας καναπές που γίνεται άλλοτε κρεβάτι, άλλοτε ανάκλιντρο εξυπηρετώντας τις εκάστοτε λειτουργικές ανάγκες, για να αποτελέσει το βωμό της κάθε ιστορίας με κυρίαρχο το μπεζ χρώμα που φωτίζει τις σκοτεινές αυτές υπάρξεις.

Στο ίδιο πνεύμα και τα κοστούμια του Κώστα Βελινόπουλου σύμφωνα με το ύφος της παράστασης, αποπνέουν άρωμα μιας μεταπολεμικής εποχής. Η μουσική του Τάκη Μπαρμπέρη δίνει χρώμα στις σιωπές κάνοντάς τες απολαυστικά εκκωφαντικές και μαζί με τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς του Βαγγέλη Μούντριχα δημιουργείται το απόλυτο περιβάλλον ψευδαισθήσεων για μια Μαντόνα και για τους θεατές, ακόμα και τις στιγμές που εσκεμμένα η παράσταση μετατρέπεται σε πρόβα, προς βελτίωση και των πιο μικρών λεπτομερειών.
Τα πέντε μονόπρακτα του Τενεσί Ουίλιαμς είναι αποκαλυπτικά και μέσα σ’ αυτά αποκαλύπτονται και οι ίδιοι οι έξοχοι ηθοποιοί, γίνονται ένα με το χρώμα της Νέας Ορλεάνης, με το πιο εξαθλιωμένο και σκοτεινό πρόσωπό της, με τα πάθη και τις φοβίες της, με τους ψευτοσυντηρητισμούς και τους λαθρεπιβάτες ψυχών.

Εκεί στο θέατρο « Αλκμήνη» θα ζήσετε μια νύχτα στον κόσμο των ψευδαισθήσεων του Τενεσί Ουίλιαμς, που δεν νομίζω πως αρκεί, εκεί θα γευτείτε το απόλυτο αυθεντικό θέατρο κι όταν η μυρωδιά από το αλκοόλ και τα δαχτυλίδια του καπνού θα σας τυλίξουν σαν χάδι, όταν ο γοητευτικός ήχος της κορνέτας αγγίξει την ψυχή σας, ακούστε τη Μπλάνς να μονολογεί: « Δεν θέλω ρεαλισμό. Θέλω μαγεία».

Αυτή την παράσταση μην τη χάσετε!!

*Μαριλιάνα Ρηγοπούλου είναι εκπαιδευτικός, σοπράνο, κριτικός θεάτρου