του Γιάννη Παναγόπουλου //

Οι Xaxakes είναι κάτι σαν  μπαλαντέρ που μπαίνει και βγαίνει όποτε γουστάρει από τις παρτίδες της ζωής σου. Είναι συγκρότημα που ακούγοντάς το χορεύεις, φλερτάρεις, τα άστρα δείχνουν πιο όμορφα…Έχουν περάσει πολλές ώρες από το live που έδωσε αυτή η μπάντα στην Αθήνα. Ήταν punk, ήταν ποπ, ήταν μποσα – νόβα.  Είναι η μουσική. Είναι οι λέξεις. Είναι η σκηνή που σπινθηροβολά μηνύματα χαράς, αυτοσαρκασμού, ανεμελιάς όταν αυτή η μπάντα από την Θεσσαλονίκη ανεβαίνει πάνω της. Τώρα που γράφω όλα αυτά είναι σαν να μου κλείνω το μάτι. Καμία πονηράδα. Για όσο διήρκεσε η συναυλία αυτής της μπάντας η Αθήνα έμοιαζε κούκλα.
Το περασμένο Σάββατο κάπου 1000, ίσως και περισσότεροι, άνθρωποι ανέβηκαν (ή κατέβηκαν, όπως το πάρει κανείς) ως το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. To live των Θεσσαλονικιών Xaxakes είχε ώρα έναρξης τις 9.00 μ.μ. Έφτασα στο σημείο του δέκα λεπτά πριν εμφανιστούν. Τότε δεν πρέπει να ήταν περισσότερα από 300 άτομα κόσμος. Μα οι Xaxakes, με εισιτήριο, έκαναν sold – out σε μεγάλα κλαμπ. Αυτή είναι μια δωρεάν συναυλία. Μα τι συμβαίνει; Γιατί ο κόσμος δεν είναι εδώ;
Παίρνω θέση κάπου στη μέση του χώρου. Από εδώ βλέπω τα φώτα της Αθήνας να αστράφτουν μέσα στο σκοτάδι του Αττικού ουρανού. Η ώρα για τη συναυλία έρχεται. Περισσότερος κόσμος έρχεται. Ο Γιάννης Νάστας, τραγουδιστής, κιθαρίστας, συνθέτης, φορά κόκκινο κοστούμι και καφέ μπότες. Με την μπάντα του κατευθύνεται στη σκηνή. Η συναυλία ξεκινά. Στο τρίτο κομμάτι πάω μπροστά στη σκηνή. Θέλω να βλέπω τα πάντα. Να ακούω ακόμα και τους μουσικούς όταν μιλάνε για το επόμενο κομμάτι που θα παίξουν. Κοιτώ τον κόσμο γύρω μου. Βλέπω όμορφες γυναίκες και άνδρες που νιώθουν λες και είναι – είμαστε μια παρέα. Όσα ακούγονται από τη  σκηνή είναι ένα μανιφέστο σαρκασμού, αυτοσαρκασμού, τίμιας χαράς. Τα τραγούδια εναλλάσσονται και βλέπω, ακούω κόσμο να τα τραγουδά μαζί με το συγκρότημα. Οι Xaxakes απόψε έχουν κέφι. Και παίζουν υπέροχα. Άλλες φορές ροκάρουν, άλλες σιροπάρουν με ποπ μελωδίες, άλλες μποσανοβαφέρνουν. Ο κόσμος χαμογελά, χορεύει, τραγουδά. Αυτή είναι μια συναυλία που θα ήθελα να τελειώσει όσο πιο αργά γίνεται. Είναι ένα μπουκέτο ατάκες, συγχορδίες ρυθμών που κάνουν τον κόσμο να θυμάται τον καλό του εαυτό.
-Η συναυλία με τους Xaxakes στο I.Σ.Ν. κράτησε δύο ώρες. Ακούσαμε δύο διασκευές “Heroes” David Bowie και “Can’t Give You Everyting” των The Stylistics. Η μπάντα έπαιξε κάθε τραγούδι που την έκανε γνωστή. Δεν έκανε εξαιρέσεις σε καμία εποχή της. Από το γκράντε σουξέ “Monte  Carlo”, το γεμάτο πρόζα “Στα Ξαφνικά” ως το τελευταίο της τραγούδι, εκείνο που έκλεισε τη συναυλία “Αφού το Σάββατο…” που το γκρουπ δεν το έπαιξε λάιβ, δεν το ερμήνευσε αλλά το έβαλε ν’ ακουστεί λες και είχαμε πάρτυ και το διάλεξε ο D.J.
-Έχουν περάσει οκτώ, επτά χρόνια από την τελευταία φορά που οι Xaxakes κατέβηκαν στην Αθήνα για συναυλία. Μoιάζει σαν να μην έχει χαθεί τίποτα από την εποχή που το τραγούδι Fly ήταν φρέσκο, προσηλύτιζε φαν στο γκρουπ, λόγω στίχων, λόγω μουσικής. Μοιάζει σαν να μην έχει περάσει βράδυ από τη στιγμή που άκουσες για πρώτη φορά το “Μη Μαζί Γιατί” και σκέφτηκες πώς είναι δυνατόν η ποπ να κολλά τόσο καλά με ένα νταλκαδιάρικο στίχο;  Δεν ξέρω άλλο γκρουπ, άλλον καλλιτέχνη στην Ελλάδα που το κοινό θα του συγχωρούσε επτάχρονη απουσία από δισκογραφία και λάιβ. Ίσως οι Xaxakes να μην είναι μόνο μπάντα. Είναι το ροζ που νοσταλγούμε μέσα στον βαθύ γκρίζο κόσμο μας.
Viva και Ξαναviva στη ζωή σου, μας, τους.