του Γιάννη Παναγόπουλου //
“Καθίστε”, είπε, δείχνοντας την καρέκλα που θα καθόμουν. Και μετά είπε: “Αυτό είναι ένα μικρό κάτι για εσάς” αφήνοντας μια σοκολάτα με ολόκληρα αμύγδαλα στο τραπέζι δίπλα μου. Γυρνώντας την πλάτη, βηματίζοντας προς το δικό του κάθισμα, ο ζωγράφος Σωτήρης Σόρογκας πήρε αυτή τη συνέντευξη στα χέρια του λέγοντας “Ξέρετε, νομίζω πως δεν υπάρχει τίποτα καινούργιο να πω. Τα έχω πει όλα αρκετές φορές. Δηλαδή για το πώς μεγάλωσα και ποιες δυσκολίες αντιμετώπισα”. Πολύ καλά. Το εννοώ πολύ καλά. Πλέον μπορώ να απλώσω το σώμα μου στην καρέκλα που πρόσφερε πιο ήρεμος. Το “Δεν υπάρχει τίποτα καινούργιο να πω για μένα. Τα έχω πει όλα” είναι από μόνο του, ολόκληρη, συνέντευξη. Ο Σόρογκας είναι ένας άνθρωπος με χαμογελαστό βλέμμα και ευγένεια στον ήχο της φωνής του. Όταν μιλά για την τέχνη, την πολιτική, τη μαγεία του έρωτα, η ευεξία που προκαλεί ο “σταθερός ενεστώτας” αυτού του σπάνιου ανθρώπου είναι ισόποσα σημαντικός ίσως με τις ρίζες, το σώμα, την εξέλιξη του καλλιτεχνικού του έργου. Ο χρόνος περνά. Κοιτώ την ξαπλωμένη σοκολάτα που μου προσέφερε. Θα πάρω ένα κομμάτι αργότερα, σκέφτομαι, την ώρα που ρωτώ να μάθω περισσότερα γύρω από το “Δεν υπάρχει κάτι καινούργιο να πω για μένα” του. Το ότι δεν υπάρχει κάτι καινούργιο να πείτε για εσάς είναι καινούργιο για εμάς. Ας ξεκινήσουμε από αυτό παρακαλώ.
-Είστε σίγουρος πως ό,τι ήταν να πείτε για εσάς και το έργο, σας έχει ήδη λεχθεί;
-Πιστεύω πως ναι. Έχω ήδη πει πάρα πολλά. Γιατί ο ζωγράφος οφείλει να σιωπά για την προσωπική του ζωή και κυρίως για το έργο του. Τι επιδιώκει να ζωγραφίσει, ποιο το νοηματικό ή συναισθηματικό περιεχόμενο των έργων του ή τι επιθυμούσε να μεταδώσει. Ο Μπρακ ήταν πολύ αυστηρός επ’ αυτού. Έλεγε ότι ο ζωγράφος πρέπει να κόβει τη γλώσσα του. Όλοι έχουμε ακούσει αστείες ιστορίες με ύφος φιλοσοφίζον και βαρύγδουπο για το τι θέλει να πει ο ίδιος με τα έργα του. Όμως σχεδόν πάντοτε τις προθέσεις των περισσοτέρων μας τις παίρνει ο αέρας και χάνονται, ενώ σπανίως μορφοποιούνται σε κιβωτό που τις περιέχει. Το έργο – κιβωτός πρέπει άλλωστε να βρει και τον τρόπο να εξακτινώνεται στους ανθρώπους και στις εποχές. Δηλαδή πρέπει να έχει και διάρκεια. Αυτές όμως είναι δύσκολες κουβέντες που δεν είναι του παρόντος.
-Στο παρελθόν έχετε μιλήσει για τις αριστερές καταβολές της οικογένειάς σας.
-Ο συγχωρεμένος ο πατέρας μου ήταν αρτεργάτης. Ένας απλός άνθρωπος που τον οικειοποιήθηκε η αριστερά με στοιχεία αγιοσύνης που τον οδήγησαν στην τότε αριστερά με καθοδηγητή τον Πλουμπίδη. Έγινε και Γενικός Γραμματέας του σωματείου των Αρτεργατών. Μου έλεγε: Πλουτοκρατία, στρατοκρατία, παπαδοκρατία οι τρεις πυλώνες συγκρότησης του αστικού καθεστώτος που εκμεταλλεύεται τον εργάτη και συντηρεί την αδικία του κόσμου. Τη βεβαιότητα αυτή την είχε μέχρι που πέθανε το 1982, δεν μπόρεσε να την αποβάλει.
-Υπήρξε περίοδος που η αριστερά έμοιαζε να γνωρίζει τα πάντα. Πως είχε μια απάντηση για κάθε ερώτηση. Δεν είχε σημασία ποια μπορεί να ήταν αυτή. Η άποψή της ήταν κάτι σαν πιστοποίηση ποιότητας της σκέψης.
-Βίωσα αυτό το ιδεολόγημα με τη λογική πως οι αριστεροί είμαστε οι προνομιούχοι του πνεύματος. Πως γνωρίζαμε πολύ περισσότερα από άλλους που λόγω αλλοτριώσεως ή από έλλειψη γνώσεως δεν μπορούν ν’ αντιληφθούν. Αυτό είχε συμβεί και σε μένα μέχρι περίπου τα μέσα της δεκαετίας του 1980 όπου ο κλονισμός αυτής της βεβαιότητος είχε συντελεστεί.
-Τι συνέβη τότε;
-Αυτές οι αλλαγές δεν συντελούνται τόσο εύκολα. Έρχονται αργά. Μετά από μια άλλη οπτική του κόσμου, αλλά διαβάσματα, άλλες εικόνες, άλλους φίλους. Με τον Στέλιο τον Ράμφο, μεγάλο γνώστη των πατερικών κειμένων και της ηλιόλουστης ορθοδοξίας όπως την έλεγε ο ποιητής Νίκος Καρούζος, επισκέφτηκα για πρώτη φορά το Άγιον Όρος. Μόνο με τις τοιχογραφίες του Πανσέληνου στο Πρωτάτο ή του Θεοφάνη στη Μονή Σταυρονικήτα, διαπίστωσα πόσο θαυμαστά πράγματα είχα στερηθεί από έναν ηλίθιο δογματισμό. Υπάρχει ακόμα βορείως των Πρεσπών αλλά εντός της FYROM ένα μικρο μουσείο απίστευτης ομορφιάς και σπουδαιότητας. Τέσσερις ή πέντε αμφίπλευρες εικόνες συγκροτούν κάτι εξόχως μοναδικό και ανεπανάληπτο που μένει για πάντα κάτι ξεχωριστό.
-Πώς σας ακούστηκε η φράση: “Aριστερόστροφος ο πιο επικίνδυνος φασισμός” που είπε ο Μίκης Θεοδωράκης στο συλλαλητήριο για τη Μακεδονία στην Αθήνα;
-Μιλάτε για γεγονός που έδωσα και εγώ το «παρών». Η φράση του Μίκη Θεοδωράκη ήταν εύστοχη. Γιατί ο αριστερόστροφος φασισμός είναι επενδεδυμένος με μια αγαθή πρόθεση. Για μένα ο Θεοδωράκης στο συλλαλητήριο ήταν συγκινητικός και αληθινός. Είναι προς τιμήν του που τόλμησε να πει “Όχι” σε μια βεβαιότητα που βίωσε έντονα, που πρωτοστάτησε, που πρωταγωνίστησε. Αγαπώ και τον Γιώργο Καραμπελιά καθώς και τη γυναίκα του Χριστίνα που χρόνια ατελείωτα αγωνίστηκαν για ιδανικά αξιοσύνης και αξιοπρέπειας όμοια με του Θεοδωράκη και τόσων άλλων. Βοηθάω και εγώ όσο μπορώ τον Καραμπελιά για την έκδοση ενός πολύ καλού περιοδικού, το “Νέος Λόγιος Ερμής”, που δημοσιεύει κάθε τρεις μήνες επί τρία τώρα χρόνια υπέροχα κείμενα για μια ανανεωμένη ελληνική παράδοση. Το πνευματικό κέντρο στην οδό Ξενοφώντος 4 λειτουργεί αρκετά χρόνια απρόσκοπτα χάρη στη γενναιοδωρία κυρίως και την ασταμάτητη εργασία του.
-Σε τι ελπίζετε;
-Στο αίσθημα της αυτοσυντήρησης του λαού μας. Οι δύο μεγάλες πρόσφατες διαδηλώσεις νομίζω πως αντανακλούν ένα ανυποχώρητο αίσθημα αγάπης για την πατρίδα, την ορθοδοξία και την ελληνική ιδιαιτερότητα, η οποία συνεχώς και μεθοδικά υπονομεύεται από τις δήθεν προοδευτικές δυνάμεις, τους εθνομηδενιστές ή τους διεθνιστές, θλιβερά κατάλοιπα άλλων καιρών. Θα χρειαστούμε πιστεύω μια κυβέρνηση να αγαπάει τον τόπο και την τρισχιλιετή πνευματική της παράδοση, την αναβάθμιση της παιδείας, την προστασία της γλώσσας και την εθνική μας ιδιαιτερότητα.