
του Γιάννη Παναγόπουλου //
Ταξιδεύουμε από την ηρωική δήλωση του “αντισηπτικού” Πατέλη, συμβούλου του πρωθυπουργού, περί τεμπέληδων με διδακτορικό τίτλο στην άλλη δήλωση περί δωρεάν εργασίας του γάτου Σάββα Πούμπουρα. Πόσο μακριά βρίσκεται ο ένας από τον άλλο; Και οι δύο υποψιάζομαι πως αυτοπροσδιορίζονται ως πετυχημένοι στις επαγγελματικές τους επιλογές. Και οι δύο απευθύνονται, με δικά τους λόγια, στο ίδιο κοινό. Τους τεμπέληδες.
Το αστείο με την περίπτωσή τους είναι πως λειτουργούν με όρους επιστασίας γύρω από τις προσδοκίες των στερημένων από την επιτυχία άλλων. «Για τις πιο πολλές δουλειές που μπορεί να κάνει κάποιος μετά τις σπουδές του, όχι απλώς δεν είναι απαραίτητο το διδακτορικό, αλλά είναι και κάτι το αρνητικό. Εγώ, δηλαδή, δεν θα προσλάμβανα κάποιον με διδακτορικό αν μου έκανε αίτηση, γιατί δείχνει πως είναι πιθανώς ένας άνθρωπος που δεν έχει απαραιτήτως όρεξη για δουλειά. Το διδακτορικό, αν θέλεις να το κάνεις καλά, απαιτεί μια αφοσίωση πέντε, έξι χρόνων στην πιο παραγωγική σου ηλικία. Οπότε είναι κάτι που ουσιαστικά σου καθυστερεί την καριέρα σου». Τις κουβέντες του, το πνεύμα του λόγου του ο Πατέλης μπορεί να το ονομάσει consulting και ο Πούμπουρας το: “ελάχιστοι είναι διατεθειμένοι να κάνουν τα πάντα για να βρουν δουλειά, όπως να δουλέψουν δωρεάν για μια εταιρεία. Μην κοιτάτε αυτό, κοιτάτε τι θα αποκομίσετε από την τριβή με την εργασία, από τον κύκλο που θα διευρύνετε. Από τις γνωριμίες που θα κάνετε μπορεί να βρεθεί μια άλλη ευκαιρία” ως “συμβουλή της πιάτσας”, αλλά παρακαλώ ας μην ξεφεύγουμε από το θέμα. Οι προθέσεις του ενός από του άλλου δεν απέχουν καθόλου. Μειωμένης λογικής είναι, μηδαμινής ενσυναίσθησης είναι.
Ο Πατέλης είναι κάτοχος διδακτορικού τίτλου από το Πρίνστον. Έτσι λέει. Έτσι γράφει το cv του. Ο λόγος του είναι γεμάτος από δεύτερα υπονοούμενα και καταραμένα υποθετικά σενάρια που γεννούν ερωτήσεις γύρω από τη δική του αφεντιά. Καθόλου άδικα μπορείς να αναρωτηθείς μετά από όσα είπε: Το δικό σας διδακτορικό πώς “αποκτήθηκε”; Εκτός από τις περιπτώσεις που τα διδακτορικά είναι εργολαβίες -με αντίτιμο- στις υπόλοιπες περιπτώσεις ο υποψήφιος τεμπελχανάς λιώνει από έρευνα για να γράψει και να παραδώσει τη διατριβή του. Η ανακήρυξή του ως διδάκτορας δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση. Είναι όνειρο ζωής συχνά χρηματοδοτούμενο από την οικογένειά του. Μπορεί να φανταστεί κανείς πως υπάρχει οικογένεια εκεί έξω που θα έδινε από το υστέρημά της χρήματα σε μέλος της απλά και μόνο για να πάρει διδακτορικό και μετά να αράξει;
Θα λέγαμε πως ο παθολογικός τεμπέλης συνειδητοποιεί τη ροπή του στην τεμπελιά από πολύ νωρίς. Δε χρειάζεται να φτάσει τα τριάντα ή τα τριάντα και κάτι για να παραδεχτεί πως είναι ανόρεχτος στην εργασία. Φαντάζομαι ότι καταλαβαίνει τον κύριο στόχο της ζωής του από πολύ νωρίτερα. Το αστείο είναι πως η τεμπελιά, η μειωμένη όρεξη για εργασία στην περίπτωση του Πατέλη, ακροθιγώς παρουσιάζεται και στη ζηλοτυπική, εντελώς παρανοϊκή της, διάσταση. Όλοι θέλουν να είναι τεμπέληδες. Είναι απλά βίτσιο κάποιων από εμάς να είμαστε δουλευταράδες. Εμείς οι χαμένοι, όμως, κυβερνάμε τον κόσμο. Και όχι μόνον αυτό αλλά επειδή ορίζουμε και τις ζωές σας εμείς λέμε τι είστε, ανεξάρτητα από το τι είμαστε εμείς και, κυρίως, πώς γίναμε “εμείς”.
Το λαγωνικό ο Πούμπουρας με το αστραφτερό βλέμμα αστικού ποιμένα, το τσακαλίσιο μυαλό και την εποχική καριέρα στη σόου μπιζ θέλησε να δώσει οδηγίες ζωής στους άμοιρους της γης ποντάροντας στην ηγεμονία της γεμάτης τσέπης. Ουσιαστικά λέγοντας ότι οι ελάχιστοι μπορούν να εργαστούν τσάμπα, εθελοντικά δηλαδή, αλλά με ωράριο εργαζόμενου πλήρους απασχόλησης, δέχεται πως το μεροκάματο είναι δικαίωμα του εργοδότη, όχι του εργαζόμενου, και πως προορισμός ζωής του είναι να είναι φιλικός προς το αφεντικό του.
Ανάμεσα στους δύο που αναφέρουμε παραπάνω σαν όραμα περίσσιας υστερίας σκάει η εικόνα με τους δικέφαλους του Στράτου “Ναιιιιι” Τζώρτζογλου. Αν όλα αυτά δεν είναι παρακμή, τι άλλο μπορεί να είναι;