επιμέλεια: Αναστασία Νικολάου – ψυχολόγος – an_psychology@yahoo.com

Ο εγκέφαλος δεν κάνει διάκριση μεταξύ ενός σπασμένου οστού και μιας πονεμένης καρδιάς. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο κοινωνικός αποκλεισμός σχετίζεται, άμεσα, με την υγεία

Η ψυχολόγος Nαόμι Άιζενμπεργκερ παρατήρησε ότι συχνά περιγράφουμε την απόρριψη χρησιμοποιώντας όρους και εκφράσεις που προσιδιάζουν στον σωματικό πόνο: «Η καρδιά μου έσπασε», «Ένιωσα συντετριμμένος», «Πληγώθηκαν τα συναισθήματά μου», «Ήταν σαν ένα χαστούκι στο πρόσωπο». Περισσότερο από μεταφορές, αυτές οι εκφράσεις φαίνεται να αποτυπώνουν κάτι ουσιαστικό για το πώς νιώθουμε, με τρόπο που δεν μπορούμε να μεταφέρουμε άμεσα. Ανάλογες εκφράσεις υπάρχουν σε πάρα πολλές γλώσσες σε όλο τον κόσμο. Η Άιζενμπεργκερ αναρωτήθηκε γιατί. Θα μπορούσε άραγε να υπάρχει μια βαθύτερη σύνδεση μεταξύ σωματικού και συναισθηματικού πόνου;

Η ομάδα της Άιζενμπεργκερ παρατήρησε πως όσο μεγαλύτερη είναι η συναισθηματική δυσφορία, τόσο μεγαλύτερη και η εγκεφαλική δραστηριότητα που σχετίζεται με τον πόνο. Με άλλα λόγια, η κοινωνική απόρριψη πυροδότησε τα ίδια νευρωνικά κυκλώματα που επεξεργάζονται τον σωματικό τραυματισμό και τον μεταφράζουν στην εμπειρία που ονομάζουμε πόνο. Τα αποτελέσματα της έρευνας οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι ο εγκέφαλος δεν κάνει καμία διάκριση μεταξύ ενός σπασμένου οστού και μιας καρδιάς που πονάει. Η απόρριψη, μας λέει, στην πραγματικότητα πονάει.

•Η κοινωνική απόρριψη δεν χρειάζεται να είναι ρητή για να ενεργοποιήσει τον μηχανισμό πόνου του εγκεφάλου: απλώς βλέποντας μια εικόνα του πρώην συντρόφου σας ή ακόμα και ένα βίντεο με πρόσωπα που σας αποδοκιμάζουν ενεργοποιούνται οι ίδιες νευρικές οδοί με τον σωματικό πόνο.

Η σημασία του κοινωνικού πόνου ανάγεται στην εξέλιξη και την επιβίωση του είδους. Η ανθρώπινη ιστορία δείχνει πως οι κοινωνικές σχέσεις μάς κράτησαν κυριολεκτικά ζωντανούς. Ίσως, λοιπόν, ακριβώς όπως ο σωματικός πόνος, ο πόνος της απόρριψης εξελίχθηκε ως σήμα απειλής για τη ζωή μας. Και ίσως η φύση, κάνοντας μια έξυπνη συντόμευση, απλώς «δανείστηκε» τον υπάρχοντα μηχανισμό για τον σωματικό πόνο αντί να δημιουργήσει έναν νέο από την αρχή. Έτσι τα σπασμένα κόκκαλα και οι ραγισμένες καρδιές κατέληξαν τόσο στενά αλληλένδετα στον εγκέφαλό μας.

Λογικά λοιπόν, θα περίμενε κανείς ότι, όσο πιο σημαντική είναι η απόρριψη, τόσο ισχυρότερος είναι ο επακόλουθος πόνος. Ερευνητικά ωστόσο αποδεικνύεται ότι συμβαίνει και κάτι άλλο.

Μετά από κοινωνική απόρριψη οι άνθρωποι ενδέχεται να γίνουν πολύ πιο επιθετικοί, επιρρεπείς στην εξαπάτηση και την ανάληψη κινδύνων και απρόθυμοι να βοηθήσουν τους άλλους, χωρίς να δείχνουν τα αληθινά πληγωμένα συναισθήματά τους. Η εκδήλωση ωστόσο αρνητικών συμπεριφορών δεν είναι δεδομένη. Αντίθετα αυτό που κυρίως παρατηρήθηκε είναι ένα συναισθηματικό μούδιασμα που ακολουθεί την κοινωνική απόρριψη ως αμυντικός μηχανισμός στον ψυχικό πόνο. Οι άνθρωποι ως συνέπεια της απόρριψης μπορεί να νιώσουν αποπροσανατολισμένοι, να παραλύσουν, καθώς και να χάσουν την ικανότητά τους να σκέφτονται σωστά και να λαμβάνουν αποφάσεις. Είναι δυνατόν να αισθανθούν απομακρυσμένοι από το σώμα τους, σαν να κοιτούν τα πράγματα από απόσταση. Ο κόσμος να μοιάζει άγνωστος και περίεργος. Αυτή η κενή κατάσταση συνήθως δεν διαρκεί πολύ στο χρόνο. Τελικά, οι άνθρωποι ανασυγκροτούνται και θυμούνται ποιοι και πού είναι. Όσο φευγαλέες κι αν είναι, τέτοιες στιγμές σοκ, απόλυτου αιφνιδιασμού, αποκαλύπτουν κάτι για την απόρριψη και το ανοίκειο που συνήθως παραμένουν σε λανθάνουσα κατάσταση.

Είμαστε κάτι περισσότερο από κοινωνικά όντα. Δεν ζούμε μόνο με τους άλλους αλλά και μέσω αυτών και μέσα σε αυτούς. Μας τοποθετούν και μας προσγειώνουν στον κόσμο. Όταν μας βλέπουν, μας αναγνωρίζουν. Τελικά, τι είναι ταυτότητα εκτός από την αργή, δια βίου συσσώρευση βλέμματος: κοιτάμε έναν εαυτό μέσα από τα μάτια των άλλων ανθρώπων. Αυτό που βλέπουμε είναι, σε μεγάλο βαθμό, αυτό που οι άλλοι βλέπουν ή αυτό που εμείς πιστεύουμε ότι βλέπουν. Και όταν απομακρύνονται, τόσο γινόμαστε αόρατοι. Με έναν τρόπο παύουμε να είμαστε.

•Η απόρριψη μπορεί ακόμα να ελλοχεύει στον ίδιο τον ιστό της κοινωνίας. Ο καλύτερος προγνωστικός παράγοντας κατάθλιψης σήμερα στον Δυτικό κόσμο δεν είναι ένα γονίδιο, είναι το να είσαι φτωχός.

Η φτώχεια συνεπάγεται μια σειρά από παράγοντες κινδύνου – παιδική κακοποίηση, κατάχρηση ναρκωτικών, έγκλημα, ανεργία, κακή διατροφή, ανεπαρκή υγειονομική περίθαλψη – που έχουν συνδεθεί με διάφορες σωματικές και ψυχικές ασθένειες.

Ο δεσμός μεταξύ της υγείας και της κοινωνικής κατάστασης – είτε το μετράτε με το εισόδημα, την εκπαίδευση ή το επάγγελμα, είτε ακόμη και από το πού νομίζουν οι άνθρωποι ότι έχουν σχέση με άλλους – εμφανίζεται με αξιοσημείωτη συνέπεια σε χιλιάδες μελέτες. Όσο πιο έντονα άνισες οι κοινωνίες, με πιθανώς πιο απότομες κοινωνικές ιεραρχίες και μεγαλύτερες διαφορές θέσης, παρουσιάζουν χειρότερα αποτελέσματα στην υγεία.

Ένας πολύ σοβαρός λόγος είναι το αυτό που ονομάζεται «άγχος κοινωνικής θέσης». Η βασική επίγνωση εδώ είναι ότι η κοινωνική θέση φέρει μια σιωπηρή κρίση της αξίας κάποιου για την κοινωνία. Όσο πιο ψηλά ανεβαίνεις στη σκάλα, τόσο περισσότερο σεβασμό και θαυμασμό κερδίζεις από τους γύρω σου. Αντίθετα, το να είσαι χαμηλότερα στην ιεραρχία συνεπάγεται αποτυχία να ανταποκριθείς στα πρότυπα επιτυχίας της κοινωνίας. Η απόρριψη εδώ μπορεί να είναι σιωπηρή, αλλά, αν μη τι άλλο, αυτό την κάνει ακόμη πιο ολέθρια γιατί δεν αμφισβητείται. Δεχόμαστε την κοινωνική ανισότητα με τον τρόπο που εισπνέουμε μολυσμένο αέρα ή τη δικαιολογούμε ως αξιοκρατική. Έτσι, αν βρεθείτε κοντά στον πάτο, μπορεί να αισθανθείτε ανάξιοι, απελπισμένοι και αβοήθητοι.

Ένας αυξανόμενος αριθμός ερευνητών αναγνωρίζει τώρα ότι οι απειλές για την κοινωνική μας ταυτότητα, όπως η αρνητική αξιολόγηση από άλλους, μπορεί να επηρεάσουν κρίσιμα την υγεία μας.

Το ανησυχητικό με την κοινωνική θέση είναι ότι είναι πάντα σχετική. Η σχετικότητα αυτή παράγει περισσότερους ηττημένους παρά νικητές. Είτε οι άνθρωποι ζουν σε μια καλύβα με χωμάτινο πάτωμα και χωρίς εγκαταστάσεις υγιεινής είτε σε ένα σπίτι τριών υπνοδωματίων με ψυγείο, πλυντήριο και τηλεόραση, η χαμηλή κοινωνική θέση αντιμετωπίζεται κατά κύριο λόγο με προκατάληψη. Όσο ψηλά και να ανέλθει κανείς κοινωνικά διαπιστώνει ότι το σημείο αναφοράς συνεχώς μετατοπίζεται, η κορυφή έχει ωθηθεί ψηλότερα, κάποιος είναι πάντα από πάνω σου. Το κοινωνικό στάτους είναι ένα παιχνίδι που δεν μπορεί να κερδηθεί, επειδή ο στόχος συνεχίζει να κινείται, ένα παιχνίδι στο οποίο κάθε επιτυχία μπορεί να είναι και αποτυχία και κάθε νικητής να είναι και ηττημένος.

•Τα συστήματα κυριαρχίας είναι ο τρόπος με τον οποίο οργανώνουμε την κοινωνική εμπειρία. Αν δεν μπορούμε να καταργήσουμε τις ιεραρχίες, ίσως μπορούμε να τις εξισώσουμε. Οι κοινωνίες που κατορθώνουν να ενσωματώνουν ισότιμα τους ανθρώπους απολαμβάνουν καλύτερη υγεία και μακροζωία.

Δεν πρέπει ακόμα να παραβλέπει κανείς το γεγονός ότι το βίωμα της κοινωνικής απόρριψης εσωτερικεύεται. Ακόμα και όταν εκλείψουν οι εξωγενείς παράγοντες που το προκαλούν, το ίδιο το άτομο μπορεί να ζει ως κοινωνικός απόκληρος μέσα στο ίδιο το μυαλό του.

Εκεί η απόρριψη αποκαλύπτεται στην πιο ύπουλη εκδοχή της. Επιβιώνει, τροφοδοτούμενη από τη φαντασία. Το να αντιλαμβάνεσαι τον εαυτό σου ως απομονωμένο σημαίνει να σε απορρίπτουν ξανά και ξανά, ακόμη και όταν στην πραγματικότητα κανείς δεν σε υποτιμά. Γίνεσαι ο άνθρωπος που σε απορρίπτει βιώνοντας στη συνέχεια αυτό το συναίσθημα της απόρριψης, σαν ένας συνεργός στην πιο σκληρή και οδυνηρή πράξη αυτοτιμωρίας.