Ο Neil Young παραμένει εδώ και έξι δεκαετίες ένας από τους πιο αυθεντικούς και ασυμβίβαστους δημιουργούς της παγκόσμιας μουσικής σκηνής. Γεννημένος στις 12 Νοεμβρίου 1945 στο Τορόντο του Καναδά, ο Young μεγάλωσε ανάμεσα σε ραδιοφωνικούς ήχους, ιστορίες δρόμου και μια βαθιά ανάγκη να αφηγηθεί τον κόσμο μέσα από τις νότες του.

Από τα πρώτα του βήματα με τους Buffalo Springfield, στα τέλη της δεκαετίας του ’60, μέχρι τη συνεργασία του με τους Crosby, Stills, Nash & Young, ο Neil Young ξεχώρισε για την ειλικρίνεια της γραφής του και την απρόβλεπτη σχέση του με τον ήχο. Η συνεργασία του με τους Crazy Horse σφράγισε τον δικό του, απόλυτα προσωπικό, ηλεκτρικό ήχο — μια μίξη ωμής ενέργειας και μελωδικής μελαγχολίας.

Τα άλμπουμ «After the Gold Rush» (1970) και «Harvest» (1972) τον καθιέρωσαν ως ποιητή της καθημερινότητας, έναν καλλιτέχνη που μπορούσε να μιλήσει για την ελπίδα, την απώλεια και την αμερικανική ψυχή με την ίδια απλότητα που θα έγραφε ένα γράμμα σε φίλο. Ο ίδιος έχει πει ότι δεν γράφει τραγούδια για να εντυπωσιάσει, αλλά «για να καταγράψει εμπειρίες». «Φτιάχνω χρονικά», δήλωσε κάποτε. «Είμαι σαν χρονικογράφος μιας εποχής».

Η φωνή του — λεπτή, σχεδόν εύθραυστη — έγινε σήμα κατατεθέν. Η κιθάρα του, συχνά παραμορφωμένη, αγριεμένη, σε αντίθεση με τις γλυκές μελωδίες των στίχων του, εκφράζει μια μόνιμη εσωτερική πάλη: ανάμεσα στην τρυφερότητα και την οργή.

Πέρα από τη μουσική, ο Young δεν έπαψε ποτέ να είναι πολιτικά και κοινωνικά ανήσυχος. Από τα περιβαλλοντικά ζητήματα μέχρι την κριτική του στα μέσα ενημέρωσης και στις πολυεθνικές, οι τοποθετήσεις του είναι σαφείς και συχνά αιχμηρές: «Δεν εμπιστεύομαι την παραπληροφόρηση που προέρχεται από τις εταιρείες και τα μέσα τους. Δεν εμπιστεύομαι πολιτικούς που χρηματοδοτούνται από αυτές. Εμπιστεύομαι τους ανθρώπους. Και τη μουσική μου τη φτιάχνω γι’ αυτούς, όχι για υποψηφίους κόνγκρεσμεν».

 

Παρ’ ότι σήμερα είναι 80 ετών, ο Neil Young παραμένει ενεργός, οργισμένος και ποιητικός. Οι συναυλίες του μοιάζουν με τελετουργίες, γεμάτες συναισθηματική ένταση και σιωπές που λένε περισσότερα απ’ ό,τι οι λέξεις. Δεν τον ενδιαφέρει η μόδα ούτε η εμπορική αναγνώριση — η μουσική του είναι πράξη πίστης, μια ανάγκη να μείνει αληθινός απέναντι στον εαυτό του και στο κοινό.

Ο Young εισήχθη δύο φορές στο Rock & Roll Hall of Fame, όμως η πραγματική του επιβράβευση είναι η διάρκεια και η επιρροή του. Από τους Pearl Jam έως τον Bruce Springsteen, από τους Nirvana έως τους Wilco, όλοι τον αναγνωρίζουν ως πατέρα μιας ροκ ειλικρίνειας που δεν γνωρίζει εποχές.

Κάποτε είπε σε μια σπάνια συνέντευξη: «Τότε οι άνθρωποι έκλειναν τα μάτια και άκουγαν μουσική. Τώρα υπάρχουν τόσες εικόνες που τη συνοδεύουν. Εγώ θέλω να κρατήσω τη μουσική καθαρή».