επιμέλεια – Αναστασία Νικολάου ψυχολόγος /

[email protected]

Ο αυταρχισμός έχει αποδειχθεί επιβλαβής για την ευημερία των ανθρώπων. Βρίσκεται στον αντίποδα μιας δίκαιης, ελεύθερης κοινωνίας. Και, όταν οι αυταρχικοί κυβερνούν τη ζωή μας, είτε μέσω της πολιτικής, είτε της εκκλησίας, είτε είναι σύντροφοί μας, είτε γονείς μας, οι επιλογές είναι λιγοστές.

Για την ακρίβεια ερχόμαστε αντιμέτωποι με το δίλημμα να συμμορφωθούμε ή να υποστούμε τις συνέπειες της ανυπακοής μας. Συνέπειες που αποτυπώνονται ανάγλυφα στην ίδια την ψυχική μας κατάσταση.

Ο αυταρχισμός μπορεί να οριστεί ως ένα είδος απόλυτης υποταγής στην εξουσία. Δεν υπάρχει ελευθερία αμφισβήτησης ή συμβιβασμού.

Δεν υπάρχει κανένας σεβασμός στην αποδοχή του διαφορετικού. Η υπακοή αποτελεί την πρωταρχική αρετή. Οι άνθρωποι που είναι πρόθυμοι στη συμμόρφωση ή στην υποταγή στον αυταρχικό κανόνα, τείνουν να έχουν άκαμπτες πεποιθήσεις σχετικά με τις προσωπικές και τις πολιτικές ελευθερίες.

Επικροτούν την αστυνόμευση, την επιτήρηση και τις ακραίες μορφές ελέγχου και υποστηρίζουν τον περιορισμό ή ακόμη και την τιμωρία ατόμων που δείχνουν σημάδια “αδυναμίας”. Η βία και η κυριαρχία προβάλλονται και υιοθετούνται ως ιδανικά δύναμης και αρετής.

Πικάσο – Γκερνίκα*(1937)

Αυτό μπορεί κατά κάποιον τρόπο να προσδίδει μια αίσθηση ασφάλειας. Υπάρχει μια ψευδαίσθηση ελέγχου. Το άγχος του αγνώστου ή η ασάφεια να καταλάβεις πράγματα για τον εαυτό σου παύουν να υπάρχουν.

Οι καταπιεστικές απαιτήσεις συμμόρφωσης μειώνουν τις συγκρούσεις. Ταυτόχρονα, όταν υφίσταται σύγκρουση, ο αυταρχικός είναι συνήθως σίγουρος για το δικό του ηθικό υψηλό επίπεδο και διακατέχεται από μία ακλόνητη πεποίθηση αυτοδικαίωσης.

Οι αυταρχικοί τείνουν επίσης να οδηγούνται από θυμό, μίσος και ανάγκη τιμωρίας. Συνδέονται με άλλα άτομα που συμμερίζονται τα ίδια αισθήματα, ιδεολογίες και πρακτικές.

Παρά την τάση τους για αυστηρούς κανόνες και τιμωρία, οι κανόνες αλλάζουν συνεχώς, ώστε να είναι σύντονοι με το εγώ και τα συμφέροντα τους. Εξυπηρετούν δηλαδή μια μικροπολιτική και όχι μεγαλύτερα ιδανικά και ιδεώδη.

Επί της ουσίας οι αυταρχικοί άνθρωποι επιζητούν μια δικαιολογία για να απελευθερώσουν την οργή τους. Στοχεύοντας στον εκφοβισμό αποκτούν μια αίσθηση δύναμης και ελέγχου μετατοπίζοντας τους δικούς τους φόβους σε άλλους.

Μπορεί να ζούμε μέσα σε μια δημοκρατία και να έχουμε μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, αλλά να βιώνουμε τον αυταρχισμό ως κοινωνία. Έχουμε δικαστικό σώμα, αυστηρούς νόμους, σωφρονιστικό σύστημα, σώματα ασφαλείας, στρατό. Κρατούμε σε καμπς ανθρώπους που αιτούνται άσυλο και έχουμε αυστηρή πολιτική για τους μετανάστες. Η διαφορετικότητα μας τρομοκρατεί. 

Κρίνουμε οποιονδήποτε από την «άλλη πλευρά» και ο φόβος βρίσκεται στη ρίζα τόσων πολλών αποφάσεών μας. Τα εκπαιδευτικά μας συστήματα, η ιατρική, η ψυχική υγεία, η αστυνομία και οι κυβερνητικές πολιτικές έχουν σχεδιαστεί για να υπαγορεύουν και να ενισχύουν τις αξίες της συμμόρφωσης. Δεν υπάρχει χώρος για συζήτηση, διαφωνία ή εναντίωση.

Η πλειοψηφία των ανθρώπων που αντιτίθενται ενεργά στον αυταρχισμό θα χλευαστούν ως ψυχικά ασθενείς. Μπορεί ακόμα να θεωρηθούν εγκληματίες. Μπορεί να εξοστρακίζονται ως προβληματικοί, να ετικετοποιούνται ως αντιεξουσιαστές ή και να δαιμονοποιούνται ως την ίδια την ενσάρκωση του κακού.

Ίσως δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός της αύξησης του ποσοστού των ψυχικών ασθενειών και της χρήσης ουσιών σε όλο τον κόσμο. Ταυτόχρονα έχουμε έξαρση στην εγκληματικότητα, την παραβατικότητα και τις φυλακίσεις. Οι άνθρωποι ωστόσο εμφανίζονται λιγότερο ικανοποιημένοι και περισσότερο ανήσυχοι.

Ο αυταρχισμός οδηγεί σε κατάθλιψη, άγχος, χαμηλή αυτοεκτίμηση, δυσκολία ρύθμισης των συναισθημάτων, προβλήματα συμπεριφοράς, χρόνια αισθήματα ντροπής και ενοχές, εκφοβισμό, δυσκολία στα όρια, συμβιβασμούς και γενική αίσθηση ανικανότητας. Όλα αυτά ενισχύονται ιδιαίτερα, όταν το άτομο έχει την τάση να είναι λιγότερο υποτακτικό, λιγότερο συμμορφούμενο και θέτει διαφορετικές προοπτικές στη ζωή του παρεκκλίνοντας από ό,τι του ζητείται και θεωρείται σωστό.

Τα θύματα του αυταρχισμού κατηγορούν συχνά τον εαυτό τους. Έρχονται αντιμέτωπα με την έλλειψη ενσυναίσθησης, τον αποκλεισμό, την καταστολή και τη βία. Η ντροπή και ο φόβος γίνονται κεντρικές συναισθηματικές εμπειρίες. Κάποιες φορές, καθώς η χαμηλή αυτοεκτίμηση αρχίζει να προβάλλεται και να εξωτερικεύεται, συχνά δημιουργείται μια νέα αυταρχική προσωπικότητα.

Το παρατεταμένο άγχος και η τραυματική εμπειρία της ζωής κάτω από την αυταρχική εξουσία μπορεί να οδηγήσει σε αντίδραση στο σώμα, με την εκδήλωση ψυχοσωματικών συμπτωμάτων, ασθενειών και δυσλειτουργιών, όπως οι αγχώδεις διαταραχές, οι κρίσεις πανικού, αλλά και αυτοάνοσα νοσήματα.

Καθώς το σώμα και το μυαλό αρχίζουν να λειτουργούν κάτω από έντονο στρες, μπορεί να πιστέψετε ότι είστε «αδύναμοι», «ανασφαλείς» ή ότι χάνετε έναν «πόλεμο». Αυτό ωστόσο είναι εκδήλωση μιας εσωτερικής καταπίεσης. Είναι ο κύκλος του αυταρχισμού που επαναλαμβάνεται μέσα μας.

Η θεραπεία απαιτεί κάτι περισσότερο από απομάκρυνση από την αυταρχική φιγούρα της ζωής σας. Χρειάζεται να αμφισβητήσετε τους φόβους, την ακαμψία, τις προκαταλήψεις και το μίσος που αναπόφευκτα έχουν εσωτερικευτεί. Χρειάζεται να ανακτηθεί ανοχή στη συζήτηση και τη σύγκρουση. H ενσυναίσθηση πρέπει να αντικαταστήσει τον θυμό και την καταπίεση. Μερικές φορές απαιτούνται θεραπείες με επίκεντρο το σώμα για να εξουδετερώσουν την παρατεταμένη και χρόνια έκθεση στο στρες.

Όσο πιο ελεύθεροι, ανεκτικοί, υπομονετικοί, ευγενικοί, επιεικείς προσπαθήσουμε να είμαστε, αλλά και πρόθυμοι να αμφισβητήσουμε τις εξουσίες της ζωής μας, τόσο περισσότερο θα πλησιάσουμε την απλότητα του να γίνουμε ο αυθεντικός εαυτός μας στον δρόμο για μια ζωή νοηματοδοτημένη από εμάς τους ίδιους.

*Γκερνίκα – Ένα από τα διασημότερα ίσως έργα του Πάμπλο Πικάσο. Αυτός ο τεράστιος καμβάς (3,54×7,82μ.) περιγράφει την απανθρωπιά, τη βιαιότητα και την απόγνωση του πολέμου. Ήταν παραγγελία της δημοκρατικής κυβέρνησης της Ισπανίας για τη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού το 1937. Ο Πικάσο εμπνεύστηκε το έργο όταν, στις 26 Απριλίου της ίδιας χρονιάς, στα πλαίσια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, πληροφορήθηκε τα γεγονότα από την εφημερίδα Le Soir, ξεκίνησε το έργο στης 1η Μαΐου και το ολοκληρώνει στις 3 Ιουνίου του 1937. Ο Πικάσο απέφυγε να ζωγραφίσει αεροπλάνα, βόμβες ή ερείπια. Οι κυρίαρχες μορφές του έργου είναι ένας ταύρος και ένα πληγωμένο άλογο με διαμελισμένα κορμιά και τέσσερις γυναίκες που ουρλιάζουν κρατώντας νεκρά μωρά. Αρχικά ο Πικάσο πειραματίστηκε με χρώμα, αλλά τελικά κατέληξε στο άσπρο-μαύρο και αποχρώσεις του γκρι, καθώς θεώρησε ότι έτσι δίνει μεγαλύτερη ένταση στο θέμα. Πολλές φορές μετακίνησε φιγούρες και μορφές πριν καταλήξει στην οριστική τους θέση. «Η αφαίρεση του χρώματος και του αναγλύφου αποτελεί διακοπή της σχέσης του ανθρώπου με τον κόσμο: όταν διακόπτεται,δεν υπάρχει πια η φύση ή η ζωή»
πηγή: wikipedia