Γράφει η Αλεξάνδρα Κερασιώτη (Dipl.-Psych.) ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια, MSc, PhD //

Κορονοϊός, μια απειλή από τη μακρινή Κίνα, που μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα έγινε οικεία έννοια σε μικρούς και μεγάλους. Όταν αντιμετωπίζουμε μια απειλή, οι ενήλικες αποφεύγουμε να μιλήσουμε στα παιδιά θεωρώντας ότι θα τα φοβίσουμε. Συχνά αναρωτιόμαστε το κατά πόσο είναι σε θέση να κατανοήσουν τι συμβαίνει λόγω των περιορισμών της γνωστικής τους εξέλιξης. Αυτή η αποφυγή έχει σαν αποτέλεσμα τα παιδιά να αγνοούν τι συμβαίνει πραγματικά, να αδυνατούν να εκφράσουν συναισθήματα και σκέψεις και να βρίσκονται εγκλωβισμένα σε μια κατάσταση σύγχυσης, αγωνίας και μοναξιάς.

Η «εισβολή» του συγκεκριμένου ιού στη ζωή μας δημιούργησε ένα Πριν και ένα Μετά ανατρέποντας την υφιστάμενη ισορροπία σε όλους τους τομείς. Η πανδημία μπορεί να λειτουργήσει ως τραυματικό γεγονός θέτοντας μικρούς και μεγάλους σε μια συνεχή κατάσταση επαγρύπνησης μπροστά στον ενδεχόμενο κίνδυνο.

Τα παιδιά έρχονται αντιμέτωπα με ζητήματα που είναι κοινά για όλους, ωστόσο καλούνται να ανταπεξέλθουν και σε δυσκολίες που αφορούν στις δικές τους αναπτυξιακές ανάγκες.

Οι αντιδράσεις τους σε τραυματικά γεγονότα ποικίλλουν, δίχως να υπάρχει σωστός ή λάθος τρόπος στάσης και αντίδρασης. Η έκθεση σε μια χρόνια κατάσταση, όπως ο κορονοϊός, σε συνδυασμό με την παρατεταμένη απομόνωση και την ανατροπή της καθημερινής ρουτίνας προκαλούν πολλά διαφορετικά συναισθήματα στα παιδιά, όπως αισιοδοξία, θλίψη, ενοχή, θυμό, φόβο, σύγχυση και αγωνία, καθώς και ψυχοσωματικές εκδηλώσεις. Οι ποικίλες εκδηλώσεις των συμπτωμάτων διαφέρουν ως προς τη διάρκεια και την ένταση. Η υποκειμενική αξιολόγηση και ερμηνεία της κατάστασης παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο στην ύπαρξη συμπτωματολογίας ή μη.

Συνηθισμένες αντιδράσεις σε παιδιά όλων των ηλικιών είναι το άγχος, που εκδηλώνεται συχνά με τη μορφή υπερέντασης απέναντι σε οικεία στο παιδί πρόσωπα. Γενικά, η ύπαρξη θυμού αποτελεί υγιή αντίδραση, η οποία χρειάζεται ωστόσο να εκφράζεται με αποδεκτό τρόπο. Μεγάλος αριθμός παιδιών παραπονιέται επίσης για βαρεμάρα, που συνδέεται με την προσπάθειά τους να βρουν μια ισορροπία μεταξύ των αλλαγών σε πολλούς τομείς της ζωής τους που εξελίσσονται με διαφορετικό ρυθμό. Οι διαρκείς αλλαγές σε συνδυασμό με την κυρίαρχη αβεβαιότητα οδηγούν σε σύγχυση, που θα καθιστά αναγκαία την επιβεβαίωση από τους ενήλικες ότι οι ειδικοί προσπαθούν να βρουν μια λύση που θα μας προστατέψει.

•Ο ψυχικός πόνος που διακατέχει τα παιδιά εκφράζεται με διαφορετικό τρόπο ανάλογα την ηλικία τους. Παιδιά μικρότερης ηλικίας, που δυσκολεύονται να λεκτικοποιήσουν τις ανησυχίες τους, εμφανίζουν ευερεθιστότητα, δυσκολίες στη συγκέντρωση και εκδραματίζουν όσα βιώνουν μέσω παιχνιδιού και ζωγραφικής. Επίσης, μπορεί να εκδηλώσουν φόβο για αντικείμενα ή καταστάσεις που παλαιότερα δεν τα φόβιζαν καθώς και να παλινδρομήσουν σε συμπεριφορές παιδιού μικρότερης ηλικίας

Για παράδειγμα, ενδέχεται να εμφανίσουν φόβο αποχωρισμού από τους γονείς κατά τον βραδινό ύπνο ή συμπεριφορά έντονης προσκόλλησης, κλάμα, ευερεθιστότητα, κρίσεις πείσματος και εναντιωματική συμπεριφορά. Ορισμένα παιδιά ενδέχεται να παρουσιάσουν διαταραχές στη σίτιση και στον ύπνο, έλλειψη ενέργειας (κόπωση, δυσκολίες στην κοινωνική αλληλεπίδραση, αυτοαπομόνωση/απόσυρση) και έντονη ανάγκη για προσοχή από τους γονείς. Μεγαλύτερα παιδιά και έφηβοι μπορεί να εμφανίσουν ευερεθιστότητα, αντιδραστική συμπεριφορά καθώς και τάση απομόνωσης. Συχνά μπορεί να καταφεύγουν σε συμπεριφορές αποφυγής από τη δύσκολη πραγματικότητα, όπως έντονη ενασχόληση με ηλεκτρονικά ή διαδικτυακά παιχνίδια.

•Κάθε κρίση συνδέεται επίσης με την απώλεια σε πραγματικό και συμβολικό επίπεδο, γεγονός που χρειάζεται να έχουμε στο νου μας. Η απώλεια ενεργοποιεί το δεσμό παιδιού-γονιού, αφού μπροστά στην πραγματική ή ενδεχόμενη απειλή το παιδί αποζητά οικείες φιγούρες πρόσδεσης για να ανακουφιστεί ψυχικά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η απώλεια είναι πολυεπίπεδη αφού αφορά σε πολλούς τομείς της ζωής ενός παιδιού. Η σχολική ρουτίνα έχει διαταραχθεί, αφού έχει πάψει να υφίσταται σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης

Η απώλεια της σχολικής φοίτησης έχει επιφέρει μεγάλες αλλαγές στην καθημερινότητα των παιδιών. Αρχικά, κυριαρχούσε χαρά, αφού η απουσία καθημερινής παρουσίας στο σχολείο και εργασιών προσομοίαζε την κατάσταση των διακοπών. Στο πέρασμα των ημερών άρχισαν τα παιδιά να συνειδητοποιούν και τις αρνητικές συνέπειες αυτής της αλλαγής, όπως τη βαρεμάρα, τη νοσταλγία φίλων, αγαπημένων εκπαιδευτικών και όμορφων στιγμών. Μετά τις πρώτες βδομάδες ξεκίνησαν με διαφορετικό ρυθμό τα σχολεία την επικοινωνία με τους μαθητές τους. Σε κάποιες περιπτώσεις η επικοινωνία διενεργείται μέσω διαδικτυακής αποστολής ασκήσεων σε τακτά χρονικά διαστήματα, σε άλλες με διαδικτυακά online μαθήματα και σε κάποια άλλα συνεχίζεται η απουσία επαφής με τους εκπαιδευτικούς. Η έναρξη της διαδικτυακής επικοινωνίας εκπαιδευτικών και μαθητών κατέστησε αναγκαία την προσαρμογή των παιδιών από τη μια μέρα στην άλλη σε μια νέα πρωτόγνωρη διδακτική πραγματικότητα. Η δια ζώσης επαφή με τον εκπαιδευτικό και τους συμμαθητές περιορίστηκε σε μια οθόνη υπολογιστή με ό,τι τεχνικό και κοινωνικό περιορισμό μπορεί να έχει η συγκεκριμένη συνθήκη. Παιδιά μικρότερης ηλικίας έχουν ανάγκη από τη συνεχή παρουσία ενός γονέα για το συντονισμό των ηλεκτρονικών μέσων όταν κάνουν μάθημα, επίσης πρωτόγνωρη κατάσταση για εκείνα.

Όσον αφορά στο σχολικό στρες τα παιδιά που αγχώνονταν με τα μαθήματα είχαν ηρεμήσει τις πρώτες μέρες της καραντίνας. Η επαναλειτουργία των σχολείων οδήγησε εκ νέου σε αύξηση του άγχους λόγω της προσπάθειάς τους να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση και να ανταπεξέρθουν στις σχολικές απαιτήσεις. Σε περιπτώσεις κοινωνικού άγχους ή σχολικού εκφοβισμού τα μικρότερα παιδιά ενδεχομένως ανακουφίστηκαν από τη διακοπή της σχολικής φοίτησης, ενώ τα μεγαλύτερα μπορεί να συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν φαινόμενα bullying, που λαμβάνουν χώρα διαδικτυακά (cyberbullying).

Τα παιδιά όλων των βαθμίδων χάνουν επίσης σημαντικές στιγμές από τη σχολική ζωή, που έχουν αξία για την κοινωνικοποίησή τους, όπως σχολικές εκδηλώσεις, πάρτι και εκδρομές. Τα παιδιά της τρίτης λυκείου θλίβονται σε μεγάλο βαθμό που έχασαν την ευκαιρία για την πενταήμερη, μια εκδρομή που ονειρεύονται συνήθως πολλά χρόνια πριν την πραγμάτωσή της.

Επίσης, τα παιδιά έχουν χάσει φίλους, την επαφή τους με εκπαιδευτικούς, αγαπημένες καθημερινές δραστηριότητες και παιχνίδια στο σχολείο, καθώς και εξωσχολικές δραστηριότητες που τους ευχαριστούσαν. Για τα μικρότερα παιδιά η απώλεια αφορά στην έλλειψη συμπαικτών για τα παιχνίδια τους, ενώ σε παιδιά που βρίσκονται στην προεφηβεία/ εφηβεία αφορά στην απώλεια σημαντικών άλλων, των φίλων τους και ενδεχομένως και των πρώτων διαπροσωπικών τους σχέσεων. Αν για τα παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας η διακοπή του σχολείου και των εξωσχολικών τους δραστηριοτήτων περιόρισε στιγμές ευχάριστης ενασχόλησης και εκτόνωσης, στους εφήβους περιόρισε τη δυνατότητα ανεξαρτησίας και τη δόμηση του δικού τους κοινωνικού ιστού, που θα τους βοηθήσει στην ανάπτυξη της αυτονομίας τους έναντι της οικογένειας. Μικρότερα παιδιά ενδέχεται να απολαμβάνουν τη συνεχή παρουσία των γονιών τους στο σπίτι, αν εκείνοι στην παρούσα φάση δεν εργάζονται ή δουλεύουν από το σπίτι, ενώ παιδιά στην εφηβεία νιώθουν εγκλωβισμένα, αφού βιώνουν έναν περιορισμό της ιδιωτικότητάς τους.

Οι έφηβοι καταφέρνουν ωστόσο με τη βοήθεια των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ή διαδικτυακών παιχνιδιών και πλατφορμών, με τα οποία είναι σε μεγάλο βαθμό εξοικειωμένοι, να επικοινωνούν και να συνδέονται με τους φίλους τους. Ο βαθμός χρήσης του διαδικτύου έχει αυξηθεί κατακόρυφα σε όλες τις ηλικίες παιδιών σε σχέση με το παρελθόν δίχως να προβληματίζει όσο παλιότερα τους ενήλικες. Στο διάστημα του εγκλεισμού μικρότερα παιδιά με αφορμή την ανάγκη για επικοινωνία και επαφή με συνομηλίκους και συγγενικά πρόσωπα εξοικειώθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα με τη βοήθεια των ενηλίκων με σύγχρονες μορφές επικοινωνίας, όπως η βιντεοκλήση.

Μέσα στις απώλειες αγαπημένων προσώπων συγκαταλέγεται και η ξαφνική διακοπή της επικοινωνίας με παππούδες και γιαγιάδες, που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες. Οι μητρικοί και πατρικοί γονείς αποτελούσαν συχνά πρόσωπα φύλαξης των μικρότερων παιδιών, τα οποία λόγω των περιορισμών της γνωστικής τους εξέλιξης δυσκολεύονται να αντιληφθούν τα αίτια αυτών των ξαφνικών αλλαγών και αντιδρούν έντονα. Μεγαλύτερα παιδιά που κατανοούν τους κινδύνους που διατρέχουν οι ηλικιωμένοι μπορεί από την άλλη να αγχώνονται φοβούμενα μήπως τα αγαπημένα τους πρόσωπα αρρωστήσουν και πεθάνουν.

•Στο σπίτι τα περισσότερα παιδιά έχουν χάσει επίσης την κανονικότητα. Η αναγκαστική συνύπαρξη όλης της οικογένειας νύχτα – μέρα οδηγεί σε εντάσεις και εκνευρισμό, μεγαλύτερη έλλειψη ιδιωτικότητας και περιορισμό του προσωπικού χώρου

Η ρουτίνα γευμάτων και ύπνου έχει διαταραχθεί και συνήθειες έχουν αλλάξει. Για παράδειγμα, τόσο ενήλικες όσο και παιδιά ξυπνούν και κοιμούνται αργότερα ή περνούν πολύ περισσότερο χρόνο από ό,τι πριν σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τηλεόραση ή τηλεφωνικές συνομιλίες. Η απώλεια οικονομικών πόρων (π.χ. ανεργία γονέων) και οι επακόλουθες συνέπειες που θα επέλθουν στη ζωή και καθημερινότητα των παιδιών δεν έχουν ακόμη έντονα διαφανεί στην ελληνική κοινωνία. Μέχρι στιγμής επίσης στη χώρα μας η φυσική απώλεια αγαπημένων προσώπων κυμαίνεται ευτυχώς σε χαμηλά ποσοστά.

Πώς μπορεί ο γονιός να αντιμετωπίσει τις ανάγκες του παιδιού του;

Η ύπαρξη μιας σχέσης μεταξύ παιδιού και γονιού που διακρίνεται για την αμεσότητα, την ποιότητα επικοινωνίας και τη συναισθηματική διαθεσιμότητα του γονιού αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την αντιμετώπιση κάθε είδους δυσκολίας. Στα παιδιά όλων των ηλικιών χρειάζεται να εξηγεί ο γονιός ότι είναι απολύτως φυσιολογικό να έχουν συναισθηματικές μεταπτώσεις και να κατακλύζονται κάποιες φορές από αρνητικά συναισθήματα. Απαραίτητο είναι ο ενήλικας να δείξει στο παιδί, μέσα από το δικό του παράδειγμα, ότι δε θα πρέπει να αρνείται ό,τι νιώθει, αλλά να προσπαθεί να εκφράζει το εκάστοτε συναίσθημά του με διάφορους τρόπους. Αναγκαία προϋπόθεση είναι η ενημέρωση του παιδιού για τα γεγονότα με απλό, εύληπτο τρόπο και με χρήση κατάλληλου για την ηλικία του λεξιλογίου. Τα παιδιά όλων των ηλικιών δε θα πρέπει να εκτίθενται σε υπερβολικό βαθμό σε μέσα μαζικής ενημέρωσης. Οι ενήλικες χρειάζεται πρόθυμα να απαντούν σε ερωτήσεις των παιδιών και να μη διστάζουν να παραδεχθούν ό,τι δε γνωρίζουν, δίνοντας ταυτόχρονα την υπόσχεση στο παιδί πως θα ψάξουν να βρουν τι συμβαίνει. Είναι επίσης απαραίτητο ο ενήλικας να διαβεβαιώνει το παιδί για την ασφάλειά του τονίζοντας γεγονότα και όχι εικασίες και υπενθυμίζοντάς του ότι άξιοι επιστήμονες φροντίζουν να βρεθεί το κατάλληλο φάρμακο και να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες αυτής της κατάστασης. Ο γονιός χρειάζεται να προτρέπει τα παιδιά να μιλήσουν για τα συναισθήματά τους δίνοντας τους χώρο και χρόνο γι’ αυτό. Σε περίπτωση που τα παιδιά εκφράζουν συναισθήματα ενοχής είναι σημαντικό ο ενήλικας να τα απενοχοποιεί τονίζοντάς τους ότι δεν ευθύνονται σε καμιά περίπτωση εκείνα για ό,τι συμβαίνει. Μεγάλη σημασία έχει η τήρηση της ρουτίνας που υπήρχε ή αν αυτό δεν είναι εφικτό, να οργανωθεί μια ρουτίνα προσαρμοσμένη στις νέες συνθήκες και ανάγκες της οικογένειας. Οι γονείς καλό είναι να μην παρέχουν πληθώρα υλικών αγαθών, παροχών και έξτρα δραστηριοτήτων στα παιδιά στην προσπάθειά τους να αναπληρώσουν τα ελλείμματα που μπορεί να έχουν προκύψει λόγω της πανδημίας, αφού αυτό συνηγορεί σε περαιτέρω σύγχυση και αποδιοργάνωση του παιδιού.

•Επίσης, ο ενήλικας χρειάζεται να επιτρέψει «χαλαρότερα» όρια στη χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης αφού αποτελούν μέσο επικοινωνίας και σύνδεσης με τους συνομηλίκους. Αναγκαία κρίνεται ωστόσο η ύπαρξη σταθερών κανόνων σχετικά με τον επιτρεπόμενο χρόνο χρήσης του διαδικτύου και με τη ρουτίνα του ύπνου

Η καλλιέργεια σύνδεσης μεταξύ παιδιού και γονιών καθώς και κάθε δραστηριότητα που ενισχύει την επικοινωνία κρίνονται είναι σημαντικές στην παρούσα φάση. Για παράδειγμα, χρειάζεται οι γονείς να μοιράζονται με το παιδί τους γεύματα, στιγμές στην καθημερινότητα, δραστηριότητες εντός σπιτιού, παιχνίδια και συζητήσεις. Απαραίτητο είναι ο ενήλικας αφού συνδεθεί συναισθηματικά με το παιδί να προσπαθήσει να το καθοδηγήσει με ήπιο τρόπο όταν εκείνο εμφανίζει συμπεριφορά που παρεκκλίνει. Σημαντική στην παρούσα φάση είναι η παροχή μιας δεύτερης ευκαιρίας στο παιδί σε περίπτωση λάθους καθώς και η ύπαρξη ήπιων συνεπειών. Σχετικά με τους εφήβους δραστηριότητες που τους ηρεμούν και δημιουργούν σύνδεση μεταξύ εκείνων και των γονιών τους είναι η από κοινού παρακολούθηση τηλεόρασης/ ταινίας, η εκμάθηση από τους ενήλικες του τρόπου που παίζεται κάποιο videogame, μια βόλτα, η προετοιμασία ενός φαγητού ή γλυκού και συζητήσεις που δε στοχεύουν στο να δώσει κανείς συμβουλές ή να ασκήσει κριτική. Με κορίτσια στην εφηβεία η περιποίηση προσώπου και σώματος (μακιγιάζ, μανικιούρ) μπορεί να φέρει μητέρες κοντά στις κόρες τους. Κύριος στόχος των ενηλίκων χρειάζεται να είναι η συνήχηση με τα συναισθήματα του παιδιού, δηλαδή ο ενήλικας χρειάζεται να επικυρώσει ό,τι νιώθει το παιδί του, τονίζοντας ότι αποτελεί φυσιολογική αντίδραση σε μια μη φυσιολογική περίσταση. Σημαντικό είναι επίσης ο γονιός να δείξει στο παιδί ενσυναίσθηση, να το ενθαρρύνει να εκφράσει δύσφορα συναισθήματα εκφράζοντας κι εκείνος αντίστοιχα δικά του αρνητικά συναισθήματα. Σημαντικό είναι να εμφυσήσει κάθε γονιός στο παιδί του τη σημασία της αλληλεγγύης και της προσφοράς βοήθειας στο συνάνθρωπο με τα μέσα που ο καθένας διαθέτει. Σε αυτό καλείται ο γονιός να λειτουργήσει αρχικά ο ίδιος ως πρότυπο προτρέποντας το παιδί του, ιδίως τον έφηβο, να μιμηθεί το παράδειγμά του στις δικές του συνδιαλλαγές.

•Οι γονείς χρειάζεται να έχουν συναισθηματική ενημερότητα και επίγνωση για τους δικούς τους φόβους και τα διπλά μηνύματα, που μπορεί ασυνείδητα να προβάλλουν στα παιδιά τους. Αν δυσκολεύονται να διαχειριστούν την όλη κατάσταση και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά προβλήματα στην καθημερινότητα, χρειάζεται να αναζητήσουν οι ίδιοι στήριξη από κάποιον ειδικό

Ανάλογη στάση χρειάζεται να τηρούν και οι εκπαιδευτικοί δίνοντας έμφαση στο συναισθηματικό δεσμό τους με τα παιδιά. Μπορούν λοιπόν να επιτρέπουν κατά τη διάρκεια του μαθήματος την ύπαρξη χαλαρού κλίματος μεταξύ τους και να ενισχύουν την πρωτοβουλία των παιδιών στην επιλογή των ασκήσεων.

•Αναμφίβολα η πανδημία που βιώνουμε αποτελεί μια σοβαρή κρίση. Το κινέζικο ιδεόγραμμα για την κρίση προκύπτει από τα ιδεογράμματα του κινδύνου και της ευκαιρίας. Είναι σημαντικό να εμφυσήσουμε στα παιδιά τόσο την ενημερότητα σχετικά με τους κινδύνους που έχει η κατάσταση, όσο και την ευκαιρία να γνωρίσουν και να ανακαλύψουν πτυχές τόσο του εαυτού τους όσο και των σχέσεων τους με τους άλλους. Η σπουδαιότητα του σχετίζεσθαι, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης μπορούν να λειτουργήσουν ως εφόδια στη μάχη κατά του κορονοϊου