Στην Πολωνή συγγραφέα Όλγα Τοκάρτσουκ απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2018 και στον διάσημο Αυστριακό Πέτερ Χάντκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2019, αναπληρώνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο η Σουηδική Ακαδημία την περσινή μη απονομή του βραβείου.

Υπενθυμίζουμε πως το 2018 δεν ανακοινώθηκε Νόμπελ Λογοτεχνίας, για πρώτη φορά μετά από 63 χρόνια που λειτουργεί ο θεσμός στην Ακαδημία, εξαιτίας ενός σκανδάλου ανάρμοστης συμπεριφοράς που προκάλεσε σειρά παραιτήσεων των μελών της Σουηδικής Ακαδημίας, με αποκορύφωμα, πέρυσι τον Οκτώβριο, την καταδίκη σε διετή κάθειρξη με την κατηγορία του βιασμού για τον Ζαν-Κλοντ Αρνό, σύζυγο επιφανούς μέλους της Ακαδημίας -της Κριστίνα Φρόστερσον.

•Η 57χρονη Όλγκα Τοκάρτσουκ που γεννήθηκε το 1962 στην πόλη Βρότσλαβ της Πολωνίας, όπου ζει ως σήμερα, δημοσιεύοντας την πρώτη της ποιητική συλλογή το 1989, παράλληλα με το κυρίως επάγγελμά της, της ψυχολόγου και ψυχοθεραπεύτριας, έχει αναδειχθεί σε μια από τις επιφανέστερες προσωπικότητες των σύγχρονων πολωνικών γραμμάτων

Έχει γράψει μυθιστορήματα και συλλογές διηγημάτων, θεατρικά και κινηματογραφικά έργα. Έχει τιμηθεί τέσσερις φορές με την κορυφαία λογοτεχνική διάκριση της πατρίδας της, το Βραβείο Nike, και έχει λάβει πλήθος ευρωπαϊκών διακρίσεων. Η γραφή της συνδυάζει ιστορία και μυθοπλασία, αξιοποιεί αφηγηματικά στοιχεία της λαϊκής παράδοσης και αντανακλά την προσήλωσή της στον Καρλ Γιουνγκ. Ως ακτιβίστρια των Πρασίνων και αντεθνικίστρια, έγινε στόχος ακραίων στοιχείων με αφορμή το πολυσέλιδο μυθιστόρημα της «Τα βιβλία του Ιακώβ» (2014). «Το Αρχέγονο και άλλοι καιροί» της χάρισε το βραβείο Man Booker International Prize, το 2018.

Ο Αυστριακός Πέτερ Χάντκε που είναι πια ο Νομπελίστας του 2019, γεννημένος το 1942 στην Καρινθία της Αυστρίας, (η μητέρα του ήταν σλοβενικής καταγωγής και ο πατέρας του Γερμανός στρατιώτης), είναι γνωστός και αγαπητός στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό από πολλά θεατρικά και μυθιστορηματικά έργα: «Λάθος κίνηση», «Βρίζοντας το κοινό», «Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι», «Κάσπαρ» κ.α.

Σπούδασε νομικά στο Γκρατς, αλλά διέκοψε τις σπουδές του το 1966, όταν δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο «Σφήκες» και την ίδια χρονιά ανέβηκε στη Φρανκφούρτη, σε σκηνοθεσία Κλάους Πάιμαν, το θρυλικό θεατρικό του «Βρίζοντας το κοινό», που ανέβασε στις αθηναϊκή σκηνή η Μαρία Ξενουδάκη.

•Πέτερ Χάντκε – Πολυγραφότατος και χαλκέντερος συγγραφέας, έχει δημοσιεύσει δεκάδες μυθιστορήματα, νουβέλες και θεατρικά έργα και θεωρείται πια ένας από τους κλασικούς μοντέρνους του 20ού αιώνα. Έχει μεταφράσει, επίσης, ξένους συγγραφείς στα γερμανικά και μεταξύ άλλων τραγωδίες του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη. Η φιλοδοξία του «να δημιουργήσει μια σύγχρονη επική γραφή που θα απελευθερώνει την πραγματικότητα από τα τετριμμένα σχήματα πρόσληψης» είναι μια πραγματικότητα για την οποία έχει τιμηθεί με πολλά διεθνή βραβεία. Τάχθηκε κατά της διάλυσης της πρώην Γιουγκοσλαβίας και κυρίως κατά της αποκλειστικής ενοχοποίησης των Σέρβων για τον πόλεμο. Για το έργο του τιμήθηκε με τα βραβεία Μπύχνερ (1973) και Κάφκα (1979), από το 1985 ζει στη Σαβίλ, έξω από το Παρίσι και είχε προταθεί στο παρελθόν, αρκετές φορές για το Νόμπελ.

Τα πιο πρόσφατα βιβλία του που εκδόθηκαν είναι «Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι» από τις εκδόσεις Gutenberg το 2017 και «Η μεγάλη πτώση» το 2018 από το Βιβλιοπωλείον της Εστίας.
«Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι», θρίλερ και νηφάλια περιγραφή της σχιζοφρενικής φυγής από την πραγματικότητα, «η κόπωση της ύπαρξης», όπως έχει χαρακτηριστεί, καθόρισε δυο λαμπρές καριέρες: του Πέτερ Χάντκε και του Βιμ Βέντερς. Με κινηματογραφικό ρυθμό και στοιχεία αστυνομικού μυθιστορήματος, διαθέτοντας εκείνη την ζοφερή ατμόσφαιρα Κάφκα, καταγράφει το σχίσμα μεταξύ συνείδησης και πράξης.
Ο Μπλοχ, ένας πρώην διάσημος τερματοφύλακας πηγαίνοντας ένα πρωί στη δουλειά του σε ένα εργοστάσιο συμπεραίνει πως έχει απολυθεί. Αρχίζει να περιπλανιέται στους δρόμους της Βιέννης όπου τα πάντα του προκαλούν δυσφορία: Πηγαίνει σινεμά, πιάνει κουβέντα με την ταμία· την ξανασυναντά αργότερα και καταλήγουν σε ξενοδοχείο και την επόμενη, χωρίς προφανή λόγο, τη στραγγαλίζει. Φεύγει εσπευσμένα από την πόλη και καταλήγει σ’ ένα μικρό χωριό του αυστριακού νότου απ’ όπου έχει εξαφανιστεί ένας μουγγός μαθητής. Το βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1970, έγινε αμέσως bestseller, έκανε τον Χάντκε γνωστό σε όλο τον κόσμο και ώθησε τον Βιμ Βέντερς να γυρίσει την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία. «Ένα από πολλές απόψεις κλασικό έργο» όπως τονίζει ο Β. Γκ. Ζέμπαλντ, το οποίο επιτρέπει στον καθένα να το διαβάσει όπως νομίζει.
«Η μεγάλη πτώση», νουβέλα που κυκλοφόρησε πρόσφατα σε μετάφραση Σπύρου Μοσκόβου από την Εστία, είναι η ιστορία ενός αργόσχολου ηθοποιού, μια και μόνο μέρα, από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ. Ας μη ξεχνάμε ότι στα βιβλία του Πέτερ Χάντκε, τα ταξίδια και οι περιπλανήσεις, άσκοπες ή μη, είναι συχνά ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο και συνάδει με την διαρκή αίσθηση της αναζήτησης που αποπνέει η γραφή του.