Στην πρόβα | «Πίσσα και πούπουλα» στο θέατρο Arroyo: η φάρσα του έρωτα σήμερα. Στη σκηνή ξεδιπλώνεται η ζωντάνια και η ενέργεια των χαρακτήρων, μέσα από εναλλασσόμενους σχηματισμών χώρων και διάθεσης. Οι ηθοποιοί συγκροτούν ένα ανσάμπλ δράσης και θέασης. Ενεργούν επί σκηνής επικοινωνώντας ταυτόχρονα ως υποκείμενα της δράσης αλλά και ως δέκτες-θεατές της σκηνής που δεν είναι άλλη από την ίδια τη ζωή. Έτσι το γκροτέσκο παραχωρεί τη θέση του στη φυσικότητα.
Το Arroyo έχει κέφια. Έρχεται η πρεμιέρα μια ολόφρεσκης, διασκεδαστικής σύγχρονης κωμωδίας με τον τίτλο-μότο «Πίσσα και Πούπουλα». Μια παράσταση φτιαγμένη από νέους ανθρώπους για νέους ανθρώπους. Το έργο είναι γραμμένο από τον Δημήτρη Καρά και το σκηνοθετεί η Σοφία Φυτιάνου. Νέοι άνθρωποι και οι ίδιοι, αφουγκράζονται τις αδιέξοδες σύγχρονες σχέσεις, και τις σηματοδοτούν με κέφι και διάθεση.
Αυτό το πηγαίο κέφι είναι που χαρίζουν απλόχερα και οι Κωνσταντίνα Δαούτη, Γιώργος Κουμούτσος, Δένια Μιμερίνη, Αναστασία Νάστια Ντεντιάεβα, Θωμάς Παπαδάκης, Νατάσα Παπανδρέου, Νικόλας Χατζηβασιλειάδης, οι επτά ηθοποιοί που τη στελεχώνουν.
Έργο γραμμένο στα πρότυπα της γαλλικής φάρσας, με ρίζες στον Φεϋντώ και τον Λαμπίς, περικλείει τον άνθρωπο μέσα στο σπαρταριστό σελοφαν περιτύλιγμα της διακωμώδησης. Έρωτες, απιστίες, αντιζηλίες, πολύ ποτό, πολύ μουσική, περισυλλογές, ψυχαναλύσεις, λούσα και κοσμήματα αλλά ταυτόχρονα και η φιλία σε κοινή πορεία με τη σύγκρουση των φύλων στο σύγχρομο κοινωνικό περιβάλλον είναι τα θέματα του.
«Το έργο «Πίσσα και Πούπουλα» ανήκει στο είδος της φάρσας, το οποίο συναντάται σε πολλές μορφές στην ιστορία του θεάτρου και του κινηματογράφου. Οι screwball comedies που άνθισαν στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1930 και εκπροσωπήθηκαν από διάφορους σκηνοθέτες (π.χ. Preston Sturges, Ernst Lubitsch, Howard Hawks) ρίχνουν μια σατιρική ματιά στις ανθρώπινες σχέσεις μέσα από φαρσικές καταστάσεις, συμπεριλαμβάνοντας στοιχεία φιλμ νουάρ. Η γαλλική φαρσοκωμωδία έγινε δημοφιλής στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα με βασικό εκπρόσωπο τον Georges Feydeau, του οποία τα έργα χαρακτηρίζονται από γρήγορες κωμικές πλοκές με θέματα μοιχείας, λανθασμένης ταυτότητας και παρεξηγήσεων. Συγκεκριμένα, κάθε κωμωδία του Feydeau λειτουργεί σαν μια καλολαδωμένη μηχανή, της οποίας όλα τα στοιχεία λειτουργούν σαν γρανάζια με μαθηματική —σχεδόν— ακρίβεια. Κάθε λέξη και κίνηση των χαρακτήρων έχει το ρόλο της στη δόμηση της πλοκής. Ο στόχος μου με το Πίσσα και Πούπουλα ήταν η συγγραφή ενός μοντέρνου κωμικού έργου που μεταφέρει τα στοιχεία της φάρσας στη σύγχρονη εποχή μέσα από τους διαλόγους, τη μουσική και την κίνηση, με μια μεγάλη ποικιλία χαρακτήρων με τους οποίους μπορεί να ταυτιστεί ο θεατής. Οι ιστορίες υφαίνονται μεταξύ τους έτσι ώστε κάθε γεγονός να οδηγεί στο άλλο σαν χιονοστιβάδα, καταλήγοντας σε μια μεγάλη σύγκρουση με πολλές εκπλήξεις και ανατροπές», θα μου πει ο Δημήτρης Καράς βάζοντας με στο πνεύμα της παράστασης.
Η σκηνή του Arroyo χρωματίζεται από τον αποδομημένο κύβο του Ρούμπικ (σκηνικά και κοστούμια Λουκία Ανάγνου), σε ένα εξαιρετικό συμβολισμό του άλυτου της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης και της πολυπλοκότητας και πολυχρωμίας του έρωτα και της συντροφικότητας. Οι τρεις ηρωίδες, αναζητούν το ταίρι τους, τυπικά και ουσιαστικά, αναπτύσσουν «νόμιμες» ή «παράνομες» σχέσεις σε αυτήν την προσπάθεια να επικοινωνήσουν και να ταυτιστούν, μέσα από τις σύγχρονες σύνθετες διεργασίες στις οποίες εισβάλλουν και άλλοι κοινωνικοί ή οικονομικοί παράγοντες. Το αποτέλεσμα είναι μια σπαρταριστή σάτιρα, η οποία δεν είναι ούτε μακρινή και απόμακρη, αλλά σημερινή, φρέσκια με ποπ ατμόσφαιρα και αφορά τον σημερινό νέο.
Η σκηνοθέτρια Σοφία Φυτιάνου θα συνηγορήσει σε αυτό: «Οι σύγχρονες σχέσεις καθορίζονται από πρότυπα και προσδοκίες που επιβάλλονται από πολλές κατευθύνσεις, όπως η οικογένεια, η κοινωνία, η pop κουλτούρα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Έτσι, όλο και περισσότεροι άνθρωποι προσπαθούν να υποταχθούν σε αυτά τα πρότυπα και να προβάλουν μια χαρούμενη και εντυπωσιακή εικόνα, η οποία πολλές φορές ελάχιστη σχέση έχει με την πραγματικότητα. Η παράσταση ρίχνει μια σατιρική ματιά στις σχέσεις και στα πρότυπα που επικρατούν γι’ αυτές. Πηγαίνει τον θεατή σε ένα ταξίδι που αναδεικνύει με κωμικό τρόπο τις παράλογες καταστάσεις που δημιουργεί αυτός ο τρόπος ζωής, καθώς και την επίδραση που έχει στην ψυχολογία και στις διαπροσωπικές τους σχέσεις».
Στη σκηνή ξεδιπλώνεται η ζωντάνια και η ενέργεια των χαρακτήρων, μέσα από εναλλασσόμενους σχηματισμών χώρων και διάθεσης. Στη σκηνή ξεδιπλώνεται η ζωντάνια και η ενέργεια των χαρακτήρων, μέσα από εναλλασσόμενους σχηματισμών χώρων και διάθεσης. Οι ηθοποιοί συγκροτούν ένα ανσάμπλ δράσης και θέασης. Ενεργούν επί σκηνής επικοινωνώντας ταυτόχρονα ως υποκείμενα της δράσης αλλά και ως δέκτες-θεατές της σκηνής που δεν είναι άλλη από την ίδια τη ζωή. Έτσι το γκροτέσκο παραχωρεί τη θέση του στη φυσικότητα. Μεταμφιέσεις, συμμαχίες, υποψίες, αμφιβολίες, ανατροπές και διαψεύσεις συνωμοτούν στην ανθρώπινη νομολογία της φάρσας. Στο τέλος, θα ανακαλύψουμε δικές μας πλευρές μιας ανθρώπινης αναποφασιστικότητας, αμφιταλάντευσης σε επιλογές, διχογνωμίας και προσωπικών διλλημάτων.
Ποιος όμως είναι ο κόσμος του «Πίσσα και Πούπουλα»; Ποια είναι αυτά τα τυπάκια, που στην υπόκλισή τους θα έχουν γίνει φίλοι μας; Μου τους σύστησαν οι ίδιοι οι ηθοποιοί:
Νατάσα Παπανδρέου: Υποδύομαι τη Μαρίνα. Μια γυναίκα δυναμική, ανεξάρτητη, παρορμητική, εξωστρεφή που όμως την πετυχαίνουμε σε μία περίοδο που η προσωπική της ζωή δεν πάει πολύ καλά. Αυτό έχει αρνητικές συνέπειες και στη σχέση της με τις 2 κολλητές της που, αφενός αγαπάει, αφετέρου μέσα στην ανάγκη της να τις ξεκουνήσει, να είναι ειλικρινής αλλά και να ικανοποιήσει τα “θέλω της”, γίνεται άκομψη ενώ προδίδει χωρίς να το θέλει την Ελένη. Κοινώς τα κάνει μαντάρα. Προσπαθεί όμως να επανορθώσει.
Θωμάς Παπαδάκης: Υποδύομαι τον Δημήτρη, έναν αξιαγάπητο σπιτόγατο που νομίζει ότι έχει την ιδανική σχέση. Θα ανακαλύψει όμως με έναν κωμικοτραγικό τρόπο ότι στην πραγματικότητα η σχέση του βρίσκεται πολύ μακριά από αυτό που θα χαρακτηρίζαμε “ιδανική”. Θα προσπαθήσει να ξανακερδίσει όσα έχασε και να ανακαλύψει τον πραγματικό του εαυτό.
Δένια Μιμερίνη: Η Ελένη είναι ένα πλάσμα της φύσης, απόλυτα γειωμένο και συντονισμένο μέχρι που να μην είναι πια! Το σύμπαν της Ελένης βασίζεται στους νόμους του σύμπαντος και αν αναλογιστούμε πως ο Αντώνης και οι φίλες της είναι το σύμπαν της καταλαβαίνουμε πως το σύστημα είναι ήδη σε ταραχή! Θα βρει την πορεία της μέσω της εναρμόνισης ή θα ξεσπάσει;
Νικόλας Χατζηβασιλειάδης: Καλούμαι να υποδυθώ τον χαρακτήρα του Αντώνη. Ο Αντώνης κινείται ανάμεσα. Οι στόχοι του είναι πάντα παραπάνω από ένας και ο τρόπος για να τους πετύχει δεν είναι πάντα και ο σωστότερος. Οι ρυθμοί του είναι γρήγοροι. Τον ενδιαφέρει ο εαυτός του και τα υλικά αγαθά που μπορούν να του προσφέρουν μια άνετη ζωή. Η εξωτερική του εμφάνιση παίζει πρωτεύοντα ρόλο ως προς την επικοινωνία του με τους υπόλοιπους. Όλα για το “έχειν και το φαίνεσθαι”.
Κωνσταντίνα Δαούτη: Υποδύομαι την Τάνια, μια γυναίκα πολύ ρομαντική, που πιστεύει στον έρωτα και είναι αποφασισμένη να κάνει τα πάντα για να τον βρει. Επίσης, είναι πολύ καλή και αφοσιωμένη φίλη και αυτό είναι το βασικό στοιχείο του χαρακτήρα της που προωθεί την ιστορία. Κατά τη γνώμη μου, είναι ένας χαρακτήρας με πολύ ενδιαφέρουσα εξέλιξη μέσα στο έργο.
Γιώργος Κουμούτσος: Ερμηνεύω τον ρόλο του Μιχάλη. Ο Μιχάλης είναι ένας άνθρωπος σοβαρός και μετρημένος, πράγμα που τον κάνει να φαίνεται αυστηρός και απόμακρος. Όλοι μας γνωρίζουμε κάποιον σαν αυτόν. Είναι δικηγόρος, σκέφτεται λογικά και προσπαθεί να κάνει τις σωστές κινήσεις. Θα παρασυρθεί από τη ρομαντική και ενθουσιώδη Τάνια και θα έρθει σε σύγκρουση με τις αξίες με τις οποίες έχουμε μεγαλώσει και με τα πρωτόγνωρα συναισθήματά του.
Αναστασία Νάστια Ντεντιάεβα: Η κ. Νάσια ή Νάστια Καραμήτρου είναι κατά κύριο λόγο ένας άνθρωπος με όλα τα καλά και τα στραβά που έχει αυτή η έννοια. Το κωμικοτραγικό στοιχείο είναι ότι θέλοντας και μη είναι o άνθρωπος που θα κάνει την ζωή του άνω κάτω, προκειμένου να καταλάβει λίγο περισσότερο τον κόσμο αυτόν. Στο έργο επιβεβαιώνεται για την ίδια όπως και για όλους η φράση “δε ξέρεις τι σου ξημερώνει”.
Ο Δημήτρης Καράς που έπλασε αυτούς τους τόσο γήινους και συνάμα σουρεαλιστικούς χαρακτήρες, θα εξηγήσει: «Ο κάθε χαρακτήρας του έργου έχει τη δική του θεώρηση για τη ζωή και για τις ανθρώπινες σχέσεις. Αυτή μπορεί να προέρχεται από τον κοινωνικό και οικογενειακό του περίγυρο ή να επιτάσσεται από υπάρχοντα κοινωνικά πρότυπα. Παρ’ όλα αυτά, κατά τη διάρκεια του έργου, ο κάθε χαρακτήρας ανακαλύπτει ότι η κοσμοθεωρία του δεν συνάδει με τις πραγματικές του επιθυμίες και αυτό μπορεί να έχει περισσότερες αρνητικές παρά θετικές επιπτώσεις. Επομένως, ένα θέμα που θίγεται μέσα από το έργο είναι πως ο άνθρωπος δεν πρέπει να παραμένει περιορισμένος σε καλούπια και κοινωνικές επιταγές, αλλά να ανακαλύψει ο ίδιος το μονοπάτι που θέλει πραγματικά να ακολουθήσει στη ζωή του».
Η σκηνοθεσία της Σοφίας Φυτιάνου ακολουθεί το σπινθηροβόλο πνεύμα του έργου, μέσα τη δημιουργία μιας ασταμάτητης, καταιγιστικής ροής, υπηρετώντας τους κώδικες της κωμωδίας, έτσι όπως καταστάλαξαν στο πέρασμα του χρόνου από την Αττική κωμωδία έως τις ημέρες μας. Η ίδια θα δώσει το στίγμα της «Το κωμικό timing, αλλά και γενικότερα ο ρυθμός του έργου και οι εναλλαγές του ρυθμού αυτού, συμβάλλουν σε ένα αποτέλεσμα με σκηνικό ενδιαφέρον. Σίγουρα η επιτυχημένη -για τα δεδομένα του έργου- διανομή των ρόλων βοηθάει πολύ στη σκηνική μεταφορά του έργου από την πρώτη πρόβα μέχρι την τελευταία παράσταση. Η ικανότητα να προτείνεις ως σκηνοθέτης αλλά και να ενσωματώνεις αυτοσχεδιασμούς που προτείνουν οι ηθοποιοί μέσα στο έργο, η ακρίβεια και η καθαρότητα των κινήσεων μέσα στον χώρο, αλλά και η χρήση του στοιχείου της υπερβολής. Οι χαρακτήρες στη συγκεκριμένη κωμωδία —όπως και στις περισσότερες άλλες κωμωδίες— κινούνται σε κωμικά αρχέτυπα, για αυτό μπορούν και ειρηνευτικά να εντάξουν το στοιχείο της υπερβολής».
Και αυτό δε θα μπορούσε παρά να ανοίξει μια κουβέντα για την κωμωδία , τους όρους της, τη συνθήκη της και βέβαια τους στόχους της, την ατμόσφαιρά της, και την ανταπόκρισή της στο κοινό. Χρειάζεται τελικά η ελαφρότητα στη ζωή μας;
Ο Δημήτρης Καράς θα επιχειρήσει να σώσει μια ιστορική κοινωνικοπολιτική διάσταση: «Η φάρσα είναι ιστορικά ένα είδος κωμωδίας το οποίο άνθισε και έγινε δημοφιλές σε περιόδους κοινωνικής, πολιτικής, και οικονομικής έντασης. Τα έργα του Georges Feydeau σημείωσαν μεγάλη εμπορική επιτυχία στα χρόνια που προηγήθηκαν της έναρξης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, τα οποία χαρακτηρίζονταν από μεγάλη αστάθεια και αβεβαιότητα. Οι κινηματογραφικές screwball comedies έγιναν δημοφιλείς στις ΗΠΑ στην περίοδο μεγάλης οικονομικής ύφεσης (Great Depression) της δεκαετίας του 1930, καθώς έδιναν μια διέξοδο σε μια περίοδο μεγάλης οικονομικής αβεβαιότητας, στηλιτεύοντας παράλληλα τα ανώτερα οικονομικά και κοινωνικά στρώματα. Έτσι και σήμερα, σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από πολλά παρόμοια προβλήματα, πιστεύω πως η ελαφρότητα που προσφέρει αυτό το είδος κωμωδίας είναι απαραίτητη για την ψυχολογική διαχείριση της πίεσης και του άγχους που όλοι βιώνουμε καθημερινά. Παρ’ όλα αυτά, η φάρσα δεν είναι απλώς ένα μέσον για να αποσπάσει την προσοχή μας από έναν κόσμο που κινείται με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Χάρη στη δομή που χαρακτηρίζεται από συμπτώσεις, παράλογες και υπερβολικές καταστάσεις, αντικατοπτρίζει και την αίσθηση που βιώνει ένας άνθρωπος που ζει μέσα σε έναν τέτοιο κόσμο.» για να συμπληρώσει η Σοφία Φυτιάνου: «Η μεγάλη προίκα της κωμωδίας, ήδη από την αρχαία Ελλάδα, είναι ότι μπορεί να μας κάνει να σκεφτούμε πάνω σε πολύ σοβαρά ζητήματα και να μας οδηγήσει μέσα από την ελαφρότητα σε σημαντικά συμπεράσματα τόσο κοινωνικά όσο και πολιτικά. Δυστυχώς, στην εποχή του μεταμοντερνισμού στην οποία ζούμε, η κωμωδία φαίνεται να μένει στο περιθώριο. Παρ’ όλα αυτά η κοινωνία την έχει και πάντα θα την έχει ανάγκη. Οι σκηνικοί κώδικες της κωμωδίας δεν της απαγορεύουν να μιλήσει για σοβαρά ζητήματα, αντίθετα της επιτρέπουν να το κάνει και μάλιστα με άμεσο τρόπο και σε ευρύ κοινό».
Eίναι αλήθεια πως το γέλιο, η ευχάριστη διάθεση λείπει πολύ από τη ζωή μας. Και είναι επίσης αλήθεια πως η κωμωδία έχει την ικανότητα να μιλά για τα «πολύ δύσκολα» όπως η μοναξιά, η αποξένωση και η δίψα για επαφή, με την ευφρόσυνη διάθεση ενός χαμόγελου ή ενός χαδιού. Και αυτό ακριβώς το απλό, το ανεπιτήδευτο και το αυθόρμητο συμβαίνει στη σκηνή του Arroyo.
Η παράσταση «Πίσσα και Πούπουλα» έχει πρεμιέρα το Σάββατο 2 Μαρτίου στο θέατρο Arroyo και θα παίζεται κάθε Σάββατο και Κυριακή στις 18:15. Εισιτήρια μπορείτε να προμηθευτείτε ΕΔΩ
Συγγραφέας: Δημήτρης Καράς
Σκηνοθεσία: Σοφία Φυτιάνου
Παραγωγή: Φως και Σκιά Α.Μ.Κ.Ε.
Σκηνικά και Κοστούμια: Λουκία Ανάγνου
Σχεδιασμός Φωτισμών: Γιώργος Αγιαννίτης
Μουσική: Δημήτρης Καράς
Video teaser και trailer: Δημήτρης Καράς
Φωτογραφίες: Αντώνης Μιμερίνης
Σχεδιασμός Οπτικής Ταυτότητας: Μακρίνα Οικονομίδου
Επικοινωνία: Χρύσα Ματσαγκάνη
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Κωνσταντίνα Δαούτη, Γιώργος Κουμούτσος, Δένια Μιμερίνη, Αναστασία Νάστια Ντεντιάεβα, Θωμάς Παπαδάκης, Νατάσα Παπανδρέου, Νικόλας Χατζηβασιλειάδης