Ήταν το βράδυ της Δευτέρας 7 Απριλίου, όταν η Arooj Aftab εμφανίστηκε στο Κέντρο Πολιτισμού – Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, στο πλαίσιο του τρίτου εγχώριου WOW Women of the World festival. Ήμασταν ανάμεσα στο κοινό που την άκουσε

Ο μουσικός συντάκτης και blogger Βαλάντης Τερζόπουλος

εικόνες: Mariza Kapsabeli

Η Arooj Aftab δεν ανέβηκε στη σκηνή για να εντυπωσιάσει. Αντίθετα, κατάφερε να διεισδύσει στο συναίσθημα του κοινού, φωτίζοντας σκοτεινές πτυχές του. Όταν ολοκλήρωσε την εμφάνισή της, κανείς δεν θυμόταν ακριβώς τι είχε πει — αλλά όλοι έμεναν ακίνητοι, σαν υπνωτισμένοι. Ήρθε για να ανοίξει ρωγμές, να προκαλέσει μια εμπειρία ακρόασης που ξεπερνούσε τα όρια της μουσικής. Και το πέτυχε. Με το τέλος της συναυλίας και το σβήσιμο των φώτων, δεν ακούστηκε ούτε χειροκρότημα ούτε θόρυβος — μόνο εκείνη η σιωπηλή αίσθηση πως “κάτι συνέβη”, μια αίσθηση που κουβαλούσες για μέρες.

Εικόνα από τη συναυλία που έδωσε η Arooj Aftab στο KPISN

Η Aftab έχει φωνή που δεν “κρατά” σύνορα, που δεν δανείζεται είδη, αλλά τα ενσωματώνει, τα φιλτράρει και τα απογυμνώνει. Jazz, folk μινιμαλισμός, ανατολίτικες καταβολές και pop εσωστρέφεια αναπνέουν μέσα στα κομμάτια της, όχι ως επιρροές, αλλά ως φυσικές προεκτάσεις ενός εαυτού ανοιχτού στον κόσμο.
 
Η παρουσία της είναι ένα μάθημα συγκρατημένης δύναμης. Βγήκε στη σκηνή φορώντας καμπαρντίνα και σκούρα γυαλιά. Έμοιαζε να παρατηρεί τα πάντα πίσω από ένα λεπτό πέπλο απόστασης. Μα όταν αρχίζει να μιλά όλα φωτίστικαν αλλιώς: χιούμορ, απλότητα, μια παιδική αθωότητα που κάνει τα πιο βαριά της τραγούδια να μοιάζουν λιγότερο με θρήνους και περισσότερο με ψιθύρους από το μέσα δωμάτιο της ψυχής.
 
Μας σύστησε την μπάντα της (δεν συγκράτησα όλα τα ονόματα) μα η παρουσία τους ήταν ουσιαστική. Ο Πέτρος Κλαμπάνης στο κοντραμπάσο έπλεκε θεμέλια, σαν ρίζες που κρατούν τον ήχο στο έδαφος, ενώ ο κιθαρίστας και ο ντράμερ, σεμνοί και κομψοί, άφηναν τις σιωπές να μιλούν, δίνοντας χώρο στη φωνή να αιωρηθεί.
 
Το ρεπερτόριο που η Arooj Aftab παρουσίασε live στο κοινό της Αθήνας, δεν έμεινε στο πρόσφατο άλμπουμ της “Night Reign” όπως νόμιζα. Αντίθετα, άνοιξε πόρτες και σε προηγούμενες δουλειές της, με κομμάτια λες και ξεπήδησαν από κάποια εσωτερική τελετουργία. Το “Suroor” ήταν σαν ανάσα από κάρβουνο, το “Na Gul” μια προσευχή που ξέχασε τα λόγια αλλά κράτησε την ένταση. Το “Udhero Na” μύριζε λουλούδια που μαράθηκαν χωρίς να τους το πει κανείς, ενώ το “Last Night” έσταζε έναν μεθυστικό λυρισμό, σχεδόν ερωτικό. Στο “Whiskey” κυλούσε ένας ήχος υπόγειος και θολός σαν το ποτό του τίτλου, και το “Embody” έκλεισε τον κύκλο με μια αίσθηση απαλής ανάληψης.
 
Η μπάντα που συνόδευσε την Arooj Aftab στην Αθηναϊκή της συναυλία στο ΚΠΙΣΝ