
Το νέο άλμπουμ «Theory of Mind» των Blend Mishkin και Soul Sugar είναι ένας soul-funk-dub δυναμίτης. Πως τα κατάφεραν τόσο καλά;
φωτογραφίες: Φώτης Τζανάκης
Ο Blend Mishkin με καλούσε σπίτι του στο Κουκάκι όταν είχε έτοιμα κομμάτια για το νέο του άλμπουμ. Και κάθε φορά που έφευγα απ’ αυτό, απορούσα πώς μέσα από ένα στενό τριάρι μπορούσε να βγει τόσο “ανοιχτή” στον ήχο του κόσμου μουσική! Ο δίσκος Theory Of Mind, που ο Αθηναίος συνθέτης και παραγωγός ηχογράφησε με τον οργανίστα – λάτρη του Hammond – Παριζιάνο Soul Sugar, παίζει να είναι μια από τις καλύτερες soul – funk κυκλοφορίες του τελευταίου χρόνου. Και επειδή τα καλά νέα πρέπει να ταξιδεύουν, πρώτα λέμε πως επειδή τα βινύλια του Theory of Mind τέλειωσαν, εξαντλήθηκαν, σύντομα θα επανατυπωθούν
Το στόρι του Blend Mishkin στη μουσική έχει ειπωθεί ξανά και ξανά. Η ζωή του θα μπορούσε να είναι ένας in progress αστικός μύθος γύρω από το πώς ένας άνθρωπος με διαχρονικά διψασμένη διάθεση να ζήσει τη μουσική από κάθε πόστο, καταφέρνει για περισσότερα από τριάντα χρόνια να στέκεται στον μουσικό ενεστώτα της εποχής του. Η συνέντευξη μαζί του δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι μια νοσταλγική “αναπαράσταση” του παρελθόντος. Αφορά το νέο του άλμπουμ, τη συνεργασία που είχε με τους θρύλους της πρώτης (χρονικά) περιόδου της Αθηναϊκής punk – rock σκηνής Stress, αλλά και τους τρόπους που ο ήχος των μεταναστών από την Τζαμάικα κατάφερε να αποθεωθεί από το κοινό του δυτικού κόσμου
– Και να που βγάζεις έναν ακόμα δίσκο. Η ιδέα πίσω από το Theory of Mind ποια είναι;
-Δεν υπάρχει κάποια βασική ιδέα πίσω από αυτό. Όπως σε όλα τα προηγούμενα άλμπουμ, έτσι και εδώ, πρόκειται για ένα ημερολόγιο όπου καταγράφω προσωπικές σκέψεις, γεγονότα και εμπειρίες. Για τον ακροατή κάθε κομμάτι είναι μια πρόσκληση να βάλει το δικό του νόημα.
– Ο Soul Sugar έχει τη δική του πορεία στη μουσική. Στο βιογραφικό του υπάρχουν συνεργασίες με τους Kid Loco, The Mighty Mocambos, Shawn Lee, Dr Lonnie Smith. Πώς συναντηθήκατε;
-Ήξερα τη μουσική του Soul Sugar και αυτός τη δική μου και ακολουθούσαμε ο ένας τον άλλον μουσικά πολλά χρόνια. Συναντηθήκαμε τυχαία μια φορά στον Βόλο και από τότε κρατήσαμε επικοινωνία. Το 2023 κάναμε μαζί ένα κομμάτι που βγήκε μόνο του ως single (Amarat in C). Πέρσι του πρότεινα να φτιάξουμε και άλλα κομμάτια και αρχίσαμε να ανταλλάσσουμε ιδέες. Στις περισσότερες περιπτώσεις έγραφα το θέμα, το μπάσο και έστηνα μια δομή, αυτός αντικαθιστούσε τα πλήκτρα μου με το όργανο, το clavinet, το ηλεκτρικό πιάνο του ή ό,τι άλλο χρειαζόμασταν. Μετά μου έστελνε πίσω τις ηχογραφήσεις του και εγώ έκανα την ενορχήστρωση καλώντας και άλλους μουσικούς να πάρουν μέρος. Συμμετέχει ο Βασίλης Νιτσάκης στο μπάσο, ο Δημήτρης Στεργίου και ο Eugenio Negri στα τύμπανα, ο Γιώργος Μπούκης και ο Φώτης Τζανάκης στις κιθάρες, οι Georges Perin, Thaliah, Jeffrey Diop και η Fae Simon στα φωνητικά. Με τον Soul Sugar έχουμε κοινές μουσικές επιρροές. Μας αρέσουν τα ιταλικά και γαλλικά soundtracks του ’60 και του ’70, τα ορχηστρικά reggae του Jackie Mittoo και του Byron Lee και οι προσμίξεις της Τζαμαϊκανικής μουσικής με τη Soul, το Funk και την Jazz. Μέσα από τις μελωδίες και τα demos που ανταλλάξαμε δημιουργήσαμε έναν ήχο που ανήκει αποκλειστικά σε μας.
• Περιοδεύοντας στο εξωτερικό με τους Roots Evolution, βιώναμε ένθερμο feedback από το κοινό στις συναυλίες. Στην Ελλάδα, αντίθετα, αντιμετωπιστήκαμε ως κάτι ιδιαίτερο και «ξένο». Η Ελλάδα, άλλωστε, έχει εθισμό στη νοσταλγία και φόβο απέναντι στο καινούργιο
– Εσύ από την Αθήνα, ο Soul Sugar από το Παρίσι. Κυκλοφορήσατε ένα άλμπουμ που δύσκολα θ’ ακουστεί live. Όλοι θέλουν να βγάλουν άλμπουμ μπας και κλείσουν την επόμενη ζωντανή τους εμφάνιση. Εσείς είναι λες και κάνατε τη μισή δουλειά. Το να κυκλοφορείς μόνο ένα άλμπουμ χωρίς να μπορείς να το υποστηρίξεις ζωντανά τι είναι;
– Δεν θεωρώ πως μια μουσική που δεν εκτελείται ζωντανά από τους δημιουργούς της είναι ανολοκλήρωτη. Η καταγραφή της μουσικής και η διαδικασία της ηχογράφησης είναι για εμένα τα σημαντικά στάδια ενός έργου. Αυτό που με γοητεύει είναι η δημιουργία, η στιγμή που από το τίποτα έχεις κάτι. Και η δημιουργία είναι μια πολυδιάστατη, ζωντανή διαδικασία που δεν περιορίζεται απλώς στην κατασκευή ενός έργου, αλλά αφορά τη μετατροπή μιας εσωτερικής εμπειρίας σε μια μορφή που μπορεί να αγγίξει και άλλους.
– Στο Theory of Mind ο Soul Sugar παίζει Hammond. Ξέρεις τι; Σκεφτόμουν πως έχω πια συνηθίσει να ακούω κάτι σαν Hammond. Μιλώ για ηχογραφημένη μουσική που ακούω ή ακούγεται δεξιά και αριστερά, όπου μια κλαβιέρα ακούγεται σαν απομίμηση ήχου αυτού του τόσο κλασικού οργάνου. Είναι έτσι και για σένα αυτό;
– Δεν μπορώ να συγκρίνω τον ήχο του αυθεντικού οργάνου με κανένα ψηφιακό μέσο. Έχει τόσο μοναδικό χαρακτήρα και συμβάλλουν τόσοι νόμοι της φυσικής σε αυτό που ένα synth δεν μπορεί να το αναπαράξει πιστά. Παρόλα αυτά, έχω χρησιμοποιήσει πολλές φορές Hammond όργανο από synthesizers στο παρελθόν και μάλλον θα ξαναχρησιμοποιήσω γιατί δεν έχεις κάθε μέρα ένα αυθεντικό όργανο και, ακόμα και αν είχες, το παίξιμό του απαιτεί ιδιαίτερο χειρισμό.
• Οι Stress, μαζί με τους Panx Romana και τους Ex Humans, ήταν σημαντικά κεφάλαια της εφηβείας μου και, όπως είναι λογικό, ήταν τιμή να με καλέσουν (σ.σ. οι Stress) να κάνω την παραγωγή του ήχου στο νέο τους EP
– Έκανες την παραγωγή στο mini album που κυκλοφόρησαν οι Stress. Η ερώτηση έρχεται εύκολα. Τι είναι για σένα οι Stress; Και τι είναι οι Stress για την punk-rock σκηνή της Αθήνας; Τι θυμάσαι από τη συνεργασία σου μαζί τους;
– Οι Stress, μαζί με τους Panx Romana και τους Ex Humans, ήταν σημαντικά κεφάλαια της εφηβείας μου και, όπως είναι λογικό, ήταν τιμή να με καλέσουν να κάνω την παραγωγή του ήχου στο νέο τους EP. Γράψαμε τα τραγούδια στο Downstroke Studio του Θάνου Αμοργινού πέρυσι τον Ιούνιο, μέσα σε λίγες μέρες. Ήταν από τις καλύτερες μουσικές εμπειρίες που είχα ποτέ. Υπήρξαν στιγμές που ένιωθα ότι ο εφηβικός μου εαυτός έκανε high-five με τον τωρινό μου.
– Ιστορικά, γιατί η Τζαμαϊκανή μουσική και η Βρετανική σκηνή του punk rock συναντήθηκαν;
Η σύνδεση ξεκινά αυτόματα καθώς η Τζαμάικα ήταν Βρετανική αποικία. Τις δεκαετίες του ’40 και του ’50, Τζαμαϊκανοί μεταναστεύουν κατά χιλιάδες στην Αγγλία που χρειάζεται εργατικά χέρια μετά τον πόλεμο. Οι οικογένειες που εγκαθίστανται σε διάφορες πόλεις της Αγγλίας φέρνουν μαζί τους και τη μουσική τους κουλτούρα. Στα ’60s η reggae και αρχικά το ska γίνονται τόσο δημοφιλή είδη που καλλιτέχνες όπως ο Prince Buster κατακτούν θέσεις στο τοπ 10 των βρετανικών τσαρτ. Τη δεκαετία του ’70 δημιουργούνται και σημαντικές μπάντες από παιδιά μεταναστών όπως οι Steel Pulse, οι Aswad και οι Matumbi του Dennis Bovell, που θεωρείται και ο πατέρας του βρετανικού reggae και του lover’s rock ιδιώματος, ενώ υπάρχει και μεγάλη άνοδος της κουλτούρας των Sound Systems, όπως παράλληλα συνέβαινε στην Τζαμάικα. Στα τέλη της ίδιας δεκαετίας εμφανίζεται το Punk. Ο Don Letts, παιδί Τζαμαϊκανών μεταναστών, είναι ένας από τους κύριους υπεύθυνους της σύνδεσης της reggae με το punk, ενώ ήταν ο DJ στο Roxy Club, τη Μέκκα του punk στο Λονδίνο. Μεταξύ των συναυλιών από punk groups παίζει dub και reggae δίσκους σε ένα αμιγώς λευκό κοινό, το οποίο οικειοποιείται και βρίσκει πολλά κοινά στον επαναστατικό χαρακτήρα της μουσικής. Αργότερα μπάντες όπως οι Clash πειραματίζονται με το Dub και την Reggae σε μεγάλο βαθμό. Μετά τη διάλυση των Sex Pistols, ο Johnny Rotten κάνει ένα ταξίδι στην Τζαμάικα για να υπογράψει νέα ταλέντα ως A&R της Front Line Records του Chris Blackwell μαζί με τον Letts. Ακόμα και ο Bob Marley γράφει το Punky Reggae Party γιατί καταλαβαίνει πόσα κοινά έχουν μεταξύ τους οι Punks και οι Rastafarians μέσα από την αντίστασή τους απέναντι στο κατεστημένο και οποιαδήποτε μορφή εξουσίας.
– Έχεις κάπου δύο χρόνια να κάνεις live με τους Roots Evolution, κάνεις συχνά DJ σετ. Είναι επιλογή αυτό;
Ναι, ήταν επιλογή μου να διακόψουμε για λίγο και να πάρουμε μια απόσταση. Μέσα στα 6 χρόνια που κράτησε η πρώτη αυτή φάση ταξιδέψαμε πολύ, κάναμε ένα τουρ στην Αγγλία παίζοντας σε φεστιβάλ και clubs, πολλά μικρά τουρ στα Βαλκάνια, ένα τουρ Ολλανδία – Βέλγιο και εμφανιστήκαμε σε δεκάδες συναυλίες μέσα στην Ελλάδα. Στο εξωτερικό βιώναμε ένα εντελώς διαφορετικό και ένθερμο feedback από τον κόσμο στις συναυλίες, στην Ελλάδα αντιμετωπιστήκαμε ως κάτι το ιδιαίτερο και το «ξένο». Η Ελλάδα έχει όμως εθισμό στη νοσταλγία και φόβο στο καινούργιο.
– Αν εξαιρέσεις το hard rock και το metal, οι ελληνικές μπάντες που βγάζουν αγγλόφωνο υλικό είναι εξαφανισμένες. Τι σου λέει αυτό;
Δεν υπήρξε ποτέ έδαφος στην Ελλάδα που να προσφέρει έστω τα βασικά για μια αγγλόφωνη μουσική σκηνή. Είναι ελάχιστες οι εξαιρέσεις. Η ελληνική μουσική, που κατά το μεγαλύτερο ποσοστό της εκφράζει τους ακροατές της μέσω του στίχου και όχι της μουσικής, ήταν, είναι και θα είναι το κυρίαρχο είδος εδώ.
– Από τα social media το έμαθα ότι το Theory of Mind ως δίσκος εξαντλήθηκε και ότι θα ανατυπωθεί. Οι πωλήσεις του από ποιες χώρες έρχονται;
Η αλήθεια είναι πως ήμασταν αρκετά επιφυλακτικοί και συγκρατημένοι όταν παραγγείλαμε στο εργοστάσιο κοπής. Στην πορεία βρέθηκε ένας διανομέας στο Παρίσι που πίστεψε πολύ στον δίσκο και έχει καταφέρει να το βάλει σε δισκάδικα σε όλο τον κόσμο. Τώρα ξανατυπώνουμε αντίτυπα γιατί υπάρχει μεγάλη ζήτηση.
– Έχεις σκεφτεί ποτέ να ηχογραφήσεις κομμάτι με ελληνικό στίχο;
Οι πρώτες μου μουσικές αγάπες ήταν στα αγγλικά. Μεγάλωσα με στίχους που μιλούσαν σε μένα με έναν τρόπο που, δυστυχώς, σπάνια βρίσκω στον ελληνικό στίχο. Δεν είναι θέμα γλώσσας καθαυτό, αλλά «πολιτισμικού DNA». Οι αγγλόφωνοι στίχοι μου προσφέρουν μια απελευθέρωση ρυθμού, εικόνας και ειλικρίνειας που νιώθω πιο κοντά στη δική μου εμπειρία.
Ακούστε / αγοράστε το Theory of Mind εδω: