γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

πηγή: dimarinos

Ζείτε καιρό εδώ; Δύο ημέρες που την βλέπω να περπατάει με άνεση στο σαλόνι του σπιτιού, αφού με είχε ενημερώσει πως δεν γίνεται να βγει έξω για τις επόμενες δεκατέσσερις ημέρες, προσπαθώ να θυμηθώ από πού την ξέρω. Πόσο δυσπιστούν τα μάτια μ’ αυτά που βλέπουν. Κυρίως, όμως, μ’εκείνα που δεν βλέπουν.

Ζούσατε και πριν εδώ; Με άκαμπτη σοβαρότητα μου απάντησε πως δέκα χρόνια αυτό είναι το σπίτι της. Δεν θυμόταν να είχε μετακομίσει πρόσφατα. Γενικώς δεν της αρέσουν οι μετακινήσεις. Το ίδιο κι εμένα. Δεν της το είπα για να μην την πληγώσω. Ποιος μοιράζεται το διαμέρισμά του με κάποιον άγνωστο; Τα χέρια της είναι υπομονετικά ήρεμα όταν ανοίγει το ψυγείο, όταν βάζει ένα ποτήρι νερό, ακόμη κι όταν πηγαίνει στην τουαλέτα.

Η οικειότητά της με τον χώρο είναι τυφλή. Η πρώτη κρίση στη σχέση μας ξεκίνησε όταν με ρώτησε πώς βρέθηκα εδώ. Την απάντηση την έδωσε μια ξεχασμένη φωτογραφία πάνω στο σκρίνιο. Αυτή, εγώ, η εκκλησία, τριγύρω κόσμος να μας χειροκροτεί. Δηλαδή; Εμείς; Τόσα χρόνια; Της απάντησα πως δεκατέσσερις ημέρες είναι ένα τίποτα, θα περάσει κι αυτό. Επέμεινε: τόσα χρόνια το ξέρατε και δεν μου είπατε τίποτα. Κι εγώ τώρα το μαθαίνω, της απάντησα. Το δέχθηκε. Υποσχεθήκαμε μετά τη λήξη της καραντίνας να ψάξει ο καθένας δικό του διαμέρισμα. Στο μεταξύ, ανοίγει το ψυγείο μου, τρώει από τα φαγητά μου, αλλάζει κανάλι στην τηλεόραση ενώ βλέπω ειδήσεις.