Ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι των Χίπις δεν περίμεναν ότι το πρώτο φεστιβάλ Γούντστοκ, πίσω στο 1969, θα προσέλκυε κοντά στο μισό εκατομμύριο ανθρώπους. Κανείς δεν περίμενε, επίσης, πως το γεγονός θα ξεπερνούσε τον σκοπό του. Δεν ήταν μια απλή σειρά συναυλιών καλλιτεχνών και συγκροτημάτων ροκ μουσικής. Ήταν ένα ραντεβού της νεολαίας των ΗΠΑ με το χρόνο. Η αντικουλτούρα της δεκαετίας του 1960 βγήκε στο προσκήνιο.

Το Γούντστοκ του 1969 πραγματοποιήθηκε από τις 15 ως τις 18 Αυγούστου στην 600ων στρεμμάτων φάρμα του Max Yasgur στο Μπέθελ της Νέας Υόρκης. Θεωρείται ως ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα του εικοστού αιώνα.

Ο Max Yasgur

Από την επιλογή της τοποθεσίας μέχρι τις διαπραγματεύσεις με τους μουσικούς, οι διοργανωτές της συναυλίας αντιμετώπισαν εμπόδια. Πολλοί κάτοικοι διαφώνησαν με τον «τρόπο ζωής» των περίεργων νέων που θα συνέρρεαν στην περιοχή τους. Έκαναν χρήση ναρκωτικών, εξέφραζαν ευθαρσώς την αντίθεσή τους στον πόλεμο του Βιετνάμ.

Το κοινό του Γούντστοκ

Στη διάρκεια του πρώτου Γούντστοκ τίποτα δεν κύλησε ομαλά: έβρεχε καταρρακτωδώς, η πρόσβαση στον τόπο των συναυλιών ήταν δύσκολη από τη λάσπη που είχε δημιουργηθεί στο δρόμο, οι οργανωτές δεν είχαν προβλέψει τον εφοδιασμό του φεστιβάλ με φαγητά και ποτά. Η εκτεταμένη χρήση ουσιών, τόνισε το χάος που επικράτησε. Ωστόσο, το γεγονός έμεινε στη συλλογική μνήμη της ροκ κουλτούρας ως μυστικιστική εμπειρία. Το “I was at Woodstock” είναι ένα ενεργό σύνθημα που εξακολουθεί να νοηματοδοτεί την ουσία της ροκ μουσικής.

Το πλήθος του φεστιβάλ αποτελούνταν από «Χίπις», τη νεολαία που στεκόταν αντίθετα στον πόλεμο του Βιετνάμ, υποστηρικτές των πολιτικών δικαιωμάτων και πολλούς άλλους που ένιωθαν απόκληροι του «σύστηματος». Η εκδήλωση, η οποία είχε προβληθεί ως γιορτή της «Αγάπης και της Ειρήνης» θεωρείται ως μια από τις πιο συναρπαστικά γεγονότα στην ιστορία της μουσικής.

Οι χίπις του Γούντστοκ ενσωμάτωσαν την DIY λογική στην εμφάνιση τους. Τα τζιν, το απόλυτο σύμβολο της εξέγερσης που προτιμούσαν οι Μάρλον Μπράντο και Τζέιμς Ντιν τη δεκαετία του 1950, φορέθηκαν με διαφορετικό τρόπο. Άλλα παντελόνια βάφτηκαν, άλλα ξεφτίστηκαν, άλλα κεντήθηκαν και μπαλώθηκαν, σηματοδοτώντας ένα νέο είδος αισθητικής εξέγερσης.

Τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες φορούσαν ξεφτισμένα τζιν με καμπάνα, πουκάμισα βαμμένα με γραβάτα, πουκάμισα εργασίας, σανδάλια και κορδέλες στο κεφάλι. Οι γυναίκες πήγαιναν συχνά ξυπόλυτες και κάποιες απλά δεν φορούσαν σουτιέν. Ήταν μια πράξη διαμαρτυρίας στον πουριτανισμό της εποχής που ήθελε τη γυναίκα περικυκλωμένη από βαρετές στιλιστικές εντολές.

Ξεκινώντας το 1967 οι κατασκευαστές καλτσών της εποχής, όπως η Mary Quant (η οποία ίδρυσε την Pamela Mann Legwear) συνδύασαν το στυλ ντυσίματος «Flower Power» και την Pop Art για να δημιουργήσουν ένα κολάν που θα γοήτευε το γυναικείο κοινό που απολάμβανε την ψυχεδέλεια.

Στη διάρκεια του Γούντστοκ η ιδέα της πολυπολιτισμικότητας αποθεώθηκε σε όλα τα μέτωπα. Από τη συναυλία του Ινδού δεξιοτέχνη του σιτάρ Ραβί Σανκάρ μέχρι την εμφάνιση του κοινού. Πολλοί φορούσαν παραδοσιακά ρούχα στο Νεπάλ, την Ινδία, το Μπαλί, το Μαρόκο και άλλες αφρικανικές χώρες.

πηγή: rhp rhp

εικόνες: Time Life Pictures / Getty Images / Pinterest / Flickr / BoredPanda