Ο Manu Dibango θύμα του νέου κορονοιού. Ο θρυλικός Καμερουνέζος σαξοφωνίστας που όρισε τον afro-jazz ήχο έφυγε από τη ζωή στην Γαλλία – Παρίσι – σε ηλικία 86 ετών.

Ο Manu Dibango ήταν πολίτης του κόσμου και ο άνθρωπος που κατάφερε να συνδυάσει αφρικάνικους, αμερικάνικους, ευρωπαϊκούς, ακόμα και techno ήχους, ξεκινώντας την καριέρα του με την παγκόσμια επιτυχία «Soul Makossa» (1973) που άλλαξε μια για πάντα τη ντίσκο της Δύσης. Ένας ρυθμός που επηρέασε τη σύγχρονη ποπ μουσική, από τον Μάικλ Τζάκσον στο «Wanna Be Startin’ Somethin’», μέχρι την Rihanna στο «Don’t Stop the Music».

Είχε συνεργαστεί με τους πάντες, από τον Φέλα Κούτι μέχρι τον Χέρμπι Χάνκοκ

•Το Soul Makossa θα γινόταν το διαβατήριο του για μια διεθνή καριέρα

Γεννημένος στις 12 Δεκεμβρίου του 1933 στην Ντουάλα του Καμερούν, πήρε τα πρώτα του μουσικά ακούσματα στην εκκλησία των προτεσταντών, όπου η μητέρα του ήταν υπεύθυνη της χορωδίας. Στα 15 του οι γονείς του τον έστειλαν σχολείο στην Γαλλία. Στα 17 του άρχισε πιάνο και μερικά χρόνια μετά σαξόφωνο. Τον είχε κερδίσει το ρεύμα της τζαζ που μεταπολεμικά έφτασε στην Ευρώπη μέσα από μουσικούς, όπως ο Ντιουκ Έλινγκτον και ο Λούις Άρμστρονγκ. Έχοντας γρήγορη εξέλιξη ως μουσικός έγινε μέλος ενός τζαζ γκρουπ με αρχηγό τον καταξιωμένο τότε συνθέτη και κιθαρίστα Francis Bebey που σύντομα τους έκανε γνωστούς στη τζαζ κοινότητα του Παρισιού. Το ‘56 μετακόμισε στις Βρυξέλες. Εκεί όχι μόνο έμαθε να παίζει βιμπράφωνο, αλλά διεύρυνε και το μουσικό του λεξιλόγιο, ώστε να περιλαμβάνει και Δυτικοαφρικανικές φόρμες- και κυρίως το «μακόσα», τον ήχο της πατρίδας του. Άρχισε να θέλει να αναδείξει μέσα από την τζαζ και το φανκ την παράδοση της Αφρικής. Το 1960 συμμετείχε σε τουρνέ στην Ευρώπη με τους African Jazz μια μπάντα που ηγείτο ο συμπατριώτης του Joseph Kabasale που επίσης είχε τις ίδιες μουσικές ανησυχίες και ο οποίος τον «παρέσυρε» για ένα διάστημα πίσω στην Αφρική (στο Κονγκό ως το 1963 και στο Καμερούν αργότερα). Η γνωριμία τους και η συνεργασία τους αντανακλούσε και ένα γενικότερο κλίμα της εποχής, με πολλές αφρικανικές χώρες να ξυπνούν και να διεκδικούν μια ταυτότητα μετά από 500 χρόνια δουλείας και άγριας αποικιοκρατίας. Η μουσική (και οι μουσικοί) ήταν από τα πρώτα πολιτιστικά αγαθά που θα έφταναν στην Ευρώπη και θα εμπλούτιζαν την, ανερχόμενη τότε, σόουλ με νέες φωνές και νέους ήχους.