Προσοχή! Εύθραυστον! | Φένια Παπαδόδημα. Εξομολογήσεις που μετατρέπονται σε αναμετρήσεις. Με τους εαυτούς, με τους άλλους. Εντός κι εκτός. Με την προσοχή που δίνουμε σε ένα πολύτιμο κρύσταλλο. Γιατί τι άλλο, ειναι η ψυχή από ένα διάφανο κρύσταλλο. Κάποτε θολό. Κάποτε βρώμικο. Κάποτε λαμπερό. Πάντα όμως κρύσταλλο. Άνθρωποι της τέχνης σε δέκα ερωτήσεις-δέκα ιστορίες που μοιάζουν προσωπικές, μπορεί να αφοράν όμως όλους. Α, και μια ερώτηση για την ίδια την Τέχνη. Πως αλλιώς…
Φένια Παπαδόδημα– Ηθοποιός/Σκηνοθέτρια/Τραγουδίστρια/Συγγραφέας. Την περίοδο αυτή παίζει μουσική και ερμηνεύει στο Θέατρο Μπέλλος τον «Ξεπεσμένο Δερβίση» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη σε σκηνοθεσία Κατερίνας Γεωργουδάκη.
Μια ιστορία που με συνοδεύει… Αγαπώ ιδιαίτερα τα έγχορδα όργανα, όλα όσα θυμίζουν άρπα η αρχαίες κιθάρες, λύρες, κι ακόμη αγαπώ όλες τις αφρικάνικες άρπες, το γκόνι, την κόρα. Αποφάσισα λοιπόν ότι για να παίξω καλύτερα αυτά τα όργανα κι εφόσον ήξερα ήδη πιάνο, θα είχε ενδιαφέρον να μάθω άρπα κλασσική. Έτσι νοίκιασα μία με το μήνα και καθώς δεν μπορούσα να την αποχωριστώ, το καλοκαίρι βρέθηκα να την κουβαλάω όπου και αν πήγαινα με τον καλό μου για να μπορώ να παίζω. Ένα καλοκαίρι βρεθήκαμε στην Αμοργό , ταξιδεύοντας μ’ ένα μικρό σχετικά αυτοκίνητο , φορτωμένο με χίλια πράγματα πάνω από τα οποία βάλαμε την άρπα. Μία παλιά άρπα Erard, ιδιαίτερα βαριά. Στο μικρό δωματιάκι που μέναμε, χωρίς ρεύμα , δίπλα σ’ ένα κοπάδι κατσίκες, με τον ανοιχτό ουρανό και το μαγικό φεγγάρι της Αρκεσίνης μελετούσα όσο μπορούσα. Ήμουν αξιοθέατο για τους γείτονες που ζούνε ακόμη στη δεκαετία του 50 και απορούσαν πως και την κουβαλούσα αυτή την ντουλάπα!…Η μαγεία όμως που έβγαινε από τις χορδές τις νύχτες ήταν θεραπευτική… Εκεί κατάλαβα γιατί όλοι, στην αρχαία Ελλάδα είχαν μία μικρή έστω, άρπα στο σπίτι και όταν σκοτείνιαζε έπαιζαν, ακόμη κι αν δεν ήξεραν μουσική.
Ένα πρόσωπο που με σημαδεύει… Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης είναι στ’ αλήθεια ένα πρόσωπο που μ’ έχει σημαδέψει εδώ και πολλά χρόνια . Από τότε που ζούσα στο Παρίσι. Γιατί φέρει χωρίς και ο ίδιος να το ξέρει μία αληθινή μαγεία. Αυτό το πρίσμα μέσα από το οποίο η καθημερινότητα γίνεται αιωνιότητα, το ασήμαντο γίνεται συμπαντικό συμβάν, και χωρίς λες να το έχει καν επιθυμήσει, στην καθαρότητα και την ωραιότητα του λόγου του συναντιούνται και αγγίζονται τόσο διαφορετικοί κόσμοι, γαλαξίες…Η αρχαία Ελλάδα με τον Βυζηινό, ο Όμηρος με τον Σεφέρη. Η Ελλάδα με τον κόσμο όλο.
Μια κατάσταση που με τσακίζει… Να ανακαλύπτω ένα κρυμμένο πρόσωπο που με στεναχωρεί και με απογοητεύει σε ανθρώπους στους οποίους ανοίχτηκα με υπερβολική εμπιστοσύνη. Γενικά οι ανατροπές των σχέσεων που δεν μπορούν να σωθούν με τίποτα, γιατί δεν εξαρτάται από μένα την ίδια αλλά από τον τρόπο με τον οποίον έχει ο άλλος επιλέξει να με βλέπει. Αυτό με δυσκολεύει πολύ στο φιλικό και συγγενικό μου περιβάλλον, γιατί τελικά δεν μπορούμε να στραγγαλίσουμε την ελευθερία του άλλου ακόμη και αν έχει επιλέξει να μας απορρίψει.
Ένα όνειρο που με «στοιχειώνει»… Θα μου άρεσε πολύ στ’ αλήθεια να γυρίσω τον κόσμο, να βρεθώ στα Ιμαλάια, να διασχίσω την Ινδία από τον Βορρά μέχρι τον Νότο. Θα μου άρεσε πολύ ν’ ακούσω όσο περισσότερες μουσικές εκεί, να γνωρίσω μουσικούς και τραγουδιστές, να τους ηχογραφήσω και να ζήσω από κοντά τον τρόπο με τον οποίον προσεγγίζουν τη μουσική, τον τρόπο με τον οποίο μαθαίνουν ένα όργανο. Το έχω κάνει εν μέρει παίρνοντας για πολλά χρόνια μαθήματα Καρνατικής μουσικής – έτσι ονομάζεται η μουσική της νότιας Ινδίας- στο Παρίσι, αλλά είναι πολύ διαφορετικό να ζεις εκεί και να πάρεις τον τρόπο με τον οποίον μαθαίνουν, βιώνουν τη μουσική. Θα πρέπει να είναι συγκλονιστική εμπειρία. Η Ινδία ήταν πάντα ένα δυνατό κάλεσμα για μένα.
Θραύσματα που με ολοκληρώνουν… Το να συνεργάζομαι με ανθρώπους που διαισθάνονται τον στόχο μου αν και ερχόμαστε από εντελώς διαφορετικούς πλανήτες και να συναντιόμαστε σε νησίδες μετέωρες στον χωροχρόνο αλλά καθοριστικές και για τους δυο μας.
Ένας ανεκπλήρωτος στόχος… Μικρή ήθελα πολύ να ασχοληθώ με το χορό και είχα όλα τα φόντα για να το κάνω. Τελικά όμως με κέρδισε το θέατρο και η μουσική.
Ένας εκπληρωμένος «έρωτας»... Πιστεύω ότι είναι ένα έρωτας που αντέχει τις μεταμορφώσεις του χρόνου, της ζωής κάθε νέας κατάστασης και αναγκαιότητας.
Τι δικό μου θα καταργούσα; Την ασταμάτητη ανάγκη μου για κίνηση και αλλαγή. Το γεγονός ότι βαριέμαι εύκολα.
Τι «ξένο» θα υιοθετούσα; Μία πιο ήρεμη, στρωτή και προβλέψιμη καθημερινότητα
Εγώ κι Εγώ… εχθροί ή φίλοι; Εγώ κι εγώ ακόμη γνωριζόμαστε προς το παρόν…Τα πρώτα εκατό χρόνια είναι δύσκολα.. Για να φτάσει κανείς στην καρδιά της προσωπικότητας του οφείλει πρώτα να μάθει να εκφράζει αγάπη, να μπορεί να πάρει αγκαλιά τον εαυτό του χωρίς να νιώθει αμηχανία. Τι να πω, νομίζω είμαι σε καλό δρόμο αλλά ακόμη πορεύομαι.
Στην τέχνη υπάρχει νέο και παλιό; Υπάρχουν αναγκαιότητες ανανέωσης των τρόπων απεύθυνσης, των συμβόλων, των κωδίκων, κάθε πιθανής φόρμας, όμως η δυναμική του αποτελέσματος δεν εξαρτάται μόνο από τη φόρμα ή από τον κώδικα τελικά. Γι’ αυτό και ο Παπαδιαμάντης είναι αυτός που είναι, δεν μπορεί να πει κανείς γιατί ο λόγος του έχει αυτή τη δύναμη. Διαχειρίστηκε τη γλώσσα μ’ έναν τρόπο αποκλειστικά δικό του, που δε πλησίασε κανείς από τους σύγχρονους του κι ας έγραφαν με παρόμοιο τρόπο. Άρα ναι, υπάρχει παλιό και νέο αλλά υπάρχει και το αόρατο που γίνεται ορατό με τρόπο που μας διαφεύγει.
Η Φένια Παπαδόδημα είναι ηθοποιός, σκηνοθέτις και τραγουδίστρια. Σπούδασε ηθοποιία στο Conservatoire National Superieur d’ Art Dramatique της Γαλλίας απ’ όπου αποφοίτησε το 1996 ενώ παράλληλα σπούδασε λυρικό τραγούδι, πιάνο, κλαρινέτο και βιολοντσέλο. Έχει παίξει σε παραγωγές του θεάτρου ONTEON, ΜΠΟΜΠΙΝΥ 93 σε έργα κλασικής τραγωδίας και σύγχρονου γαλλικού θεάτρου (Michel Deutch, Jean- Christophe Bailly), σε σειρές της γαλλικής τηλεόρασης αλλά και στον κινηματογράφο σε γαλλικές και ελληνικές παραγωγές. Στον κινηματογράφο έχει παίξει στις ταινίες: «Βαβυλωνία» του Κώστα Φέρρη (1986), «Potlatch» του Νίκου Βεργίτση (1987), «L’ appartement» του Gilles Mimouni (1995) και πρωταγωνιστεί στην ταινία του Πάνου Καρκανεβάτου «Χώμα και νερό» (1998). Επίσης σε μικρού μήκους ταινίες του Πάνου Καρκανεβάτου και του Samuel Dupuy. Ώς σκηνοθέτρια έχει γυρίσει ένα ντοκυμαντέρ για το γαλλογερμανικό κανάλι ARTE με τίτλο «Mettalica» και τέσσερις ταινίες μικρού μήκους. Οι τρεις από αυτές, «Pourquoi, puisque, mais…» (1993), «Et n’ oublies pas de dancer» (1997), «You are welcome» (1998) έχουν προβληθεί στο Φεστιβάλ Δράμας και έχουν κερδίσει βραβείο. Η τέταρτη γυρίστηκε το 1999 με τίτλο «Qui est-ce?».