«John Wick: Κεφάλαιο 4». Να που φτάσαμε στο τέταρτο φιλμ του πετυχημένου φραντσάιζ, που απέκτησε εδώ και μια δεκαετία περισσότερους φανατικούς θαυμαστές και απ’ όσους έχει ξεκάνει ο Τζον Γουίκ ή καλύτερα Κιάνου Ριβς, ο οποίος, μαζί με την καριέρα του, κατάφερε να ανανεώσει και τις παρεξηγημένες – ίσως και όχι αδικαιολόγητα – ταινίες δράσης, πολεμικών τεχνών, βίας και αίματος.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να παραμιλούν από ενθουσιασμό, με το τελευταίο κεφάλαιο των περιπετειών του Τζον Γουίκ, αλλά το πιθανότερο αυτό γίνεται από την ένδεια που παρατηρείται στο συγκεκριμένο είδος και γενικότερα από την αμερικάνικη παραγωγή, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα Όσκαρ που κέρδισε πριν λίγες ημέρες η απλώς ενδιαφέρουσα ή σωστότερα περίεργη ταινία «Τα Πάντα Όλα».

 Ωστόσο, πρέπει να παραδεχθούμε ότι το «John Wick: Κεφάλαιο 4» παραμένει πιστό και συνεπές σε αυτό που ξεκίνησε πριν έντεκα χρόνια, δηλαδή μία αυθεντική κινηματογραφική διασκέδαση, με δυνατές δόσεις ξέφρενης βίας, πελάγη αίματος, ελκυστικές, στυλιζαρισμένες σκηνές μαχών, έναν γοητευτικό ήρωα, σκοτεινό και συνάμα ρομαντικό. Ένα φιλμ που ανάμεσα στις χορογραφημένες μπουνοκλωτσιές, χαρίζει και στιγμές αυτοσαρκασμού, ενός «βρόμικου» χιούμορ, που τις περισσότερες φορές βρίσκει στόχο. Εντάξει, κάποιοι θα πουν και για τις σεναριακές ακροβασίες, ορισμένους χάρτινους χαρακτήρες ίσως και για πολλά άλλα. Ποιος νοιάζεται όμως, όταν η διασκέδαση και η αδρεναλίνη φτάνει στα ύψη;

 Το στόρι ξεκινά από τη Νέα Υόρκη, για να απλωθεί στην Οσάκα, το Παρίσι και το Βερολίνο, τρεις πόλεις που παίζουν σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια του Γουίκ να εκδικηθεί την Υψηλή Τράπεζα και ταυτόχρονα να εξασφαλίσει την ελευθερία του. Όσο η ιστορία προχωρά, τόσο περισσότερα μαθαίνουμε για το παρελθόν του Γουίκ, χωρίς όμως να καταλαβαίνουμε τα πάντα γι’ αυτόν. Άλλωστε προέχει το ξεκαθάρισμα με την Υψηλή Τράπεζα και με έναν εγκληματία με αγγελικό πρόσωπο.

 Περιπέτεια εκδίκησης και απελευθέρωσης, που έχει για μια ακόμη φορά τη χάρη της, τα ζητούμενα να είναι πάντα εκεί και τα στάνταρ μίας απενοχοποιημένης διασκέδασης κοντά τριών ωρών (μάλλον υπερβολικής διάρκειας), αν και ορισμένες φορές φαίνεται να σκοντάφτει σε κάποιες λακκούβες σοβαροφάνειας, χωρίς όμως ιδιαίτερα προβλήματα. Η δράση, που ξεκινά σχεδόν άμεσα και φτάνει μέχρι το εντυπωσιακό φινάλε, η συμμετοχή δεύτερων χαρακτήρων, που εμπλουτίζουν το βίαιο μοτίβο και δίνουν ανάσα στον Κιάνου Ριβς, ο οποίος φαίνεται ιδανικός για τις ταινίες του είδους, καθώς μπορεί να μην πολυξέρει να «παίζει», αλλά γνωρίζει να ποζάρει στον φακό και να καλύπτει τις απαιτήσεις του σκηνοθέτη Τσαντ Σταχέλσκι, ενός πρώην κασκαντέρ, που βρήκε τον προορισμό του και μαζί το χρυσό δισκοπότηρο της βίαιης περιπέτειας.

 ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο John βρίσκει τον τρόπο να νικήσει την Υψηλή Τράπεζα. Πριν όμως κερδίσει την ελευθερία του, ο Wick πρέπει να αντιμετωπίσει έναν εχθρό με πανίσχυρες συμμαχίες σε όλη την υφήλιο και δυνάμεις που θα μετατρέψουν παλιούς φίλους σε εχθρούς.

Σκηνοθεσία: Τσαντ Σταχέλσκι,
Πρωταγωνιστούν: Κιάνου Ριβς, Ίαν Μακ Σέιν, Ντόνι Γιεν, Σκοτ Άτκινς, Μπιλ Σκάρσγκαρντ, Κλάνσι Μπράουν, Λόρενς Φίσμπερν, Μάρκο Ζαρόρ, Λανς Ρέντιγκ κα.

πηγή: amna.gr