Του Παύλου Θ. Κάγιου

Αλλιώτικη νεανική κομεντί πάνω στη γενιά που ζει την εφηβεία της στο τελείωμα της χίπικης εποχής – αρχές του ’70 – είναι η «Πίτσα γλυκόριζα» και με βλάσφημες προθέσεις που, τελικά, γίνεται μια… καταραμένη γρανίτα από λεμόνι – με νεανικές φάρσες ηλικίας 50, και βάλε, ετών.

Στην Καλιφόρνια του 1973 μας μεταφέρει ο καλός σκηνοθέτης Πολ Τόμας Άντερσον – The Master, Θα Χυθεί Αίμα κι έχοντας φιλοτεχνήσει τα φιλμ Μανόλια, Boogie Nights, Αόρατη Κλωστή – φτιάχνοντας μια κομεντί που έχει όλη τη διάθεση να προσπεράσει κάθε σύμβαση των λεγόμενων ρομαντικών ταινιών ενηλικίωσης. Έχει όλα τα υλικά για να πετύχει η τούρτα – ηθοποιούς, σκηνογράφους, ενδυματολόγους, διευθυντή φωτογραφίας και σκηνοθέτη τον ίδιο. Μα του λείπει το σενάριο που έχει κάνει το λάθος – ούτε Έλληνας σκηνοθέτης να ήταν… – και το έχει γράψει μόνος του. Αποτέλεσμα; Να τρέχει πέρα-δώθε, πάνω-κάτω, να κάνει τρελές φιγούρες με έμπνευση, αλλά να μη μπορεί να καταλήξει κάπου και να χάνεται κλείνοντας την ιστορία του άδοξα και τετριμμένα. Κρίμα, γιατί η “Πίτσα γλυκόριζα” έχει πολλά στοιχεία που θα μπορούσαν να την απογειώσουν. Στην καλύτερη περίπτωση μπορείς να πεις ότι είναι μια γλαφυρή αναπαράσταση αναμνήσεων και ταυτόχρονα ένα γλυκόπικρο ερωτικό γράμμα στα σκιρτήματα μιας γενιάς που δεν μπορούσε να διαχειριστεί την πολιτισμική κληρονομιά των παιδιών των λουλουδιών και των χίπις που πέρασε στα χέρια της… Ε, κάτι είναι κι αυτό, γιατί δεν γίνεται, τελικά, μια αμερικανιά από τα ίδια.

Ήρωες της ταινίας είναι η Αλάνα και ο Γκάρι, δύο ανήσυχοι έφηβοι με ετερόκλητα ενδιαφέροντα και διαφορετικό ψυχισμό. H ιστορία διαδραματίζεται στην καρδιά μιας άγριας και γόνιμης πολιτισμικά και κοινωνικά εποχής για την Αμερική και στην αυγή της τελευταίας δεκαετίας που δημιούργησε γνήσια ρομαντικές γενιές. Η αναπτυσσόμενη βιομηχανία του θεάματος στη δεκαετία του ‘70, η αβεβαιότητα της νέας γενιάς που δεν πρόλαβε τον συναισθηματικό αντίκτυπο της δεκαετίας του ‘60 και η καπιταλιστική υπόσχεση του Αμερικάνικου ονείρου, καθορίζουν δομικά ένα σπάνιας ομορφιάς ειδύλλιο που θρέφεται από την ακεραιότητα της συναισθηματικής ευφυΐας των ηρώων.

Η Αλάνα αρχικά αντιμετωπίζει με τρυφερή καχυποψία τον Κούπερ αλλά ένα κάλεσμα για casting στη Νέα Υόρκη, όπου αναζητούνται ταλαντούχα παιδιά, θα αποτελέσει αφορμή για να ταξιδέψουν μαζί και να ξεκινήσουν μια πλατωνική σχέση που θα περάσει δια πυρός και σιδήρου προκειμένου να μετασχηματιστεί σε κάτι υποσχόμενο και λαμπερό.

Ο Γκάρι είναι ένα παιδί που έχει εμφανιστεί στην τηλεόραση και διαθέτει αρκετό σθένος και ωριμότητα ώστε να μπορεί να διεκδικήσει με περισσή αυτοπεποίθηση το ενδιαφέρον της Αλάνα. Τον Γκάρι υποδύεται ο Κούπερ Χόφμαν, ο γιος του αδικοχαμένου ηθοποιού Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν. Ο Πολ Τόμας Άντερσον έχει συνεργαστεί σε παλιότερες ταινίες του με τον Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, επομένως η σκυτάλη στον γιο του σπουδαίου ηθοποιού είναι πολύ «προσωπική» και φορτισμένη συναισθηματικά υπόθεση για τον ίδιο. Χρησιμοποιεί επίσης τον βραβευμένο με Όσκαρ Σον Πεν, στον ρόλο ενός βετεράνου ηθοποιού, τον μουσικό Τομ Γουέιτς σε ένα αδιανόητο cameo και τον Μπράντλεϊ Κούπερ στον πιο παρανοϊκό και απρόβλεπτο ρόλο της ζωής του, για να ορίσουν τις διαφορετικές γενιές, τα φαντάσματα και τις ψυχώσεις της Αμερικής, προσδίδοντας τιμιότητα στα κίνητρα των νεαρών ηρώων και φέρνοντας τον θεατή κοντά στη ρομαντική ιστορία, ώστε να οικειοποιηθεί τις αγωνίες του και να λαχταρά ένα καθαρτήριο φιλί για φινάλε.

Σενάριο-Σκηνοθεσία: Πολ Τόμας Άντερσον
Παίζουν: Αλάνα Χάιμ, Κούπερ Χόφμαν, Σον Πεν, Τομ Γουέιτς, Μπράντλεϊ Κούπερ, Μπένι Σαφντί