γράφει ο Γιάννης Παναγιωτόπουλος //

Προχτές βλέπαμε μια σειρά εποχής στην τηλεόραση. Μια φοβερή αρρώστια είχε πέσει σε μια πόλη της βόρειας Ευρώπης γύρω στο 700 μ.Χ και οι άνθρωποι έπεφταν νεκροί ο ένας μετά τον άλλο. Όσοι δεν είχαν αρρωστήσει ακόμα, στοίβαζαν πτώματα σε κάρα και ετοίμαζαν μαζικές καύσεις. Και τότε σκέφτηκα ότι ο νέος κορονοϊός δεν είναι η πρώτη πανδημία που βρίσκει τον πλανήτη γη.

Προφανώς δεν ανακάλυψα και την Αμερική με αυτή τη συνειδητοποίηση. Πανούκλες, χολέρες, ιοί, ας μη μιλήσουμε για την πείνα, έχουν υπάρξει η αιτία για να χαθούν πολλά εκατομμύρια άνθρωποι μέσα στους αιώνες. Το πιθανότερο είναι ότι ο νέος κορονοϊός δεν είναι και η τελευταία πανδημία. Μέσα στις μεγάλες αλλαγές που έχει επιφέρει στις ζωές μας και φυσικά στον πόνο που έχει προκαλέσει στους πάσχοντες και τους οικείους τους, έχει ενδιαφέρον να σκεφτεί κανείς πως παρά την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας και των σούπερ εξελιγμένων εργαλείων επικοινωνίας, συνεχίζουμε να είμαστε πολύ μικροί μπροστά στην ιστορία και τα αστείρευτα σενάρια που ξετυλίγονται μέσα στα χρόνια. Σαφώς και με την πρόοδο της επιστήμης ανταποκρινόμαστε καλύτερα ως ανθρωπότητα σε τέτοιες προκλήσεις – ποιος ξέρει πόσους θα είχε σκοτώσει ο covid-19 αν είχε ξεσπάσει το 1800; – αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός πως είμαστε ακόμα ευάλωτοι (και) ως προς τις πανδημίες.

Κι ενώ εμείς οι γήινοι, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ανάλογα με τη γεωγραφική μας θέση, έχουμε αρχίσει να βιώνουμε τις σοβαρές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, ενώ μέχρι τον περασμένο Δεκέμβρη την τοποθετούσαμε πρώτη στις επερχόμενες για την ανθρωπότητα απειλές, ήρθε η πανδημία του covid-19 να τα αλλάξει όλα. Πέρα από το εξαιρετικά επείγον της κατάστασης, υπάρχει και διαφορά φύσης.

•Η κλιματική αλλαγή είναι μια απειλή που έχει πίσω της “κακούς”. Στυγνούς επιχειρηματίες που στο όνομα της μεγιστοποίησης του κέρδους μολύνουν το περιβάλλον, κυβερνήσεις που δε νομοθετούσαν για την προστασία του και δεν επιβάλλουν ακόμα τις δέουσες κυρώσεις, ασυνείδητοι πολίτες που δημιουργούσαν ανεξέλεγκτες χωματερές… Με την κλιματική αλλαγή βλέπεις το κακό να έρχεται αλλά η οργή για τους “κακούς” υπερισχύει του φόβου κι έτσι δε νιώθεις τόσο ευάλωτος. Ξέρεις, ή νομίζεις ότι ξέρεις, τί σου φταίει. Με τον κορονοϊό όμως όχι.

Ίσως έφταιξαν οι απαράδεκτες πρακτικές συνύπαρξης ανθρώπων και άγριων ζώων στην Κίνα αλλά οκ, θα μπορούσε και να μη συμβεί όλο αυτό. Ικανή η συνθήκη αλλά όχι και απαραίτητη, ίσως έλεγε κάποιος ειδικός. Στο ίδιο μήκος κύματος σκέφτομαι ότι στην απειλή του κορονοϊού λείπει το ταξικό στοιχείο που για εμάς τους αριστερόστροφους τύπους είναι εργαλείο ερμηνείας των περισσότερων δεινών σε τούτο τον κόσμο. Η αντιμετώπιση των ασθενών μπορεί να είναι ταξική, η αιτία όμως της απειλής όχι. Δεν μπορώ να εντοπίσω τον “κακό”, νιώθω ευάλωτος.

•Κι ύστερα το “μετά”. Όταν ο κίνδυνος για τη δημόσια υγεία μειωθεί – ας ελπίσουμε τότε να έχουμε τις ελάχιστες δυνατές απώλειες σε ζωές – τί θα κάνουμε; Σε πόσο ακόμα δυσκολότερο στίβο θα κληθούμε να τρέξουμε, κολυμπήσουμε, λερωθούμε;

Είναι δεδομένο πως οι ισχυροί θα κοιτάξουν να ανακτήσουν γρήγορα το χαμένο για εκείνους έδαφος και όσον αφορά εμάς, τις κοινωνικές πλειοψηφίες, απλά να κρατήσουν τα προσχήματα. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα φέρουν μια μορφή μνημονίου για να μαζέψουν την οικονομία. Τότε εμείς τί θα κάνουμε; Θα χειροκροτούμε στα μπαλκόνια και θα βλέπουμε σειρές; Μετά από την τεράστια οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση 2008-2016, με αμφιλεγόμενες νίκες και σίγουρες ήττες στα μπαγκάζια μας, τί αποθέματα θα έχουμε στη μετα-κορονοϊού εποχή για να διεκδικήσουμε τις καλύτερες, για εμάς τους πολλούς, δυνατές λύσεις; Πόσες κρίσεις μπορούμε να αντέξουμε, ακόμα και εμείς οι ευέλικτοι εργαζόμενοι του δυτικού κόσμου; Θέλω να απαντήσω “όλες όσες θα μας έρθουν”. Αυτά σκέφτομαι για να νιώθω κάπως λιγότερο ευάλωτος.