Στην πρόβα | «Η Παυσίλυπος Χώρα της Αλισά» στο Θέατρο Φούρνος: τα αληθινά δάκρυα ενός παράλογου κόσμου. Μια Αλίκη λοιπόν όχι στη Χώρα των Θαυμάτων, που έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχουν πολλές τέτοιες (ίσως και καμία) αλλά στη Χώρα του Πολέμου (που υπάρχουν αμέτρητες τέτοιες). Μια Αλίκη που γίνεται Αλισά, χάνεται στην ασχήμια του πολέμου, περιφέροντας στους λαβυρίνθους του τη δική της εσωτερική ομορφιά.  Τα πρόσωπα και οι ήρωες που συναντά, απεκδύονται τη μυθολογική υπόστασή τους και γίνονται πρόσωπα γνώριμα και οικεία, οι έμποροι ψυχών και συνειδήσεων.

Ένα ολοκαίνουργιο θεατρικό έργο, εμπνευσμένο από το περίφημο παιδικό παραμύθι «Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων», σε μια διασκευή που περισσότερο έχει να κάνει με το παραλογισμό του σήμερα, φέρνει ο νέος σκηνοθέτης  Γιάννης Κόκας και η ομάδα «Άλμπατρος» στο Θέατρο Φούρνος από την Τετάρτη 24 Ιανουαρίου και κάθε Τρίτη και Τετάρτη στις 21:00. Μια δυνατή νεανική ομάδα βρίσκεται επί σκηνής:  Μαριλένα Μπαρταλούτσι, Μαριαλένα Γαριού, ο ίδιος ο σκηνοθέτης Γιάννης Κόκας, Δήμητρα Παπουρτζή, Μαρίνος Ορφανός.

Μια ομάδα η οποία παραδίνει το κλασικό έργο να αφεθεί σε μια κινηματογραφική σχεδόν δίνη σε μια παράσταση που χαρακτηρίζεται από ρυθμό και τις γρήγορες εναλλαγές δραματουργικών τόπων και σκηνών.

Η παραμυθένια ατμόσφαιρά δίνει τη θέση της στο ζόφο του πολέμου και η αλληγορία του Κάρολ παραδίνει τη σκυτάλη σε μια σκληρή και βίαιη πραγματικότητα που έχει γίνει συνήθεια και τρόπος ζωής. Το θέατρο εμπνέεται από τη ζωή, μπλέκεται μαζί της και την ενσαρκώνει χειροποίητα  σε ένα κοινωνικοπολιτικό statement, εργαλειοποιώντας τα έτσι κι αλλιώς σκοτεινά χαρακτηριστικά του  παραμυθιού του Λουί Κάρολ.

Έχοντας τελειώσει την πρόβα, έχοντας κάνει τις τελευταίες παρεμβάσεις  και παρατηρήσεις ο Γιάννης Κόκας, με μάτια ολάνοιχτα και καθαρά , που μπορείς να δεις μέσα τους τη λαχτάρα και το καθρέφτισμα του Θεάτρου θα μου πει: «Ψάχναμε να κάνουμε ένα έργο από τον Αύγουστο και είχαμε βρει τη διασκευή της «Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων» του Αμερικανού Νίλσον. Μετά όμως ξεσπά ο πόλεμος στην Παλαιστίνη, όπου πραγματικά με συγκλόνισε τόσο πολύ –και ακόμα συμβαίνει αυτό, που θεώρησα δική μου υποχρέωση να μιλήσω για αυτό που συμβαίνει δίπλα μας.  Επηρεασμένοι  από αυτό, εμπνευστήκαμε τη δική μας διασκευή, η οποία μιλάει για όλη αυτή τη φρίκη που συμβαίνει όχι κάποτε αλλά τώρα στις ημέρες και βλέπουμε σε ζωντανή μετάδοση».

Μια Αλίκη λοιπόν όχι στη Χώρα των Θαυμάτων, που έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχουν πολλές τέτοιες (ίσως και καμία) αλλά στη Χώρα του Πολέμου (που υπάρχουν αμέτρητες τέτοιες). Μια Αλίκη που γίνεται Αλισά, χάνεται στην ασχήμια του πολέμου, περιφέροντας στους λαβυρίνθους του τη δική της εσωτερική ομορφιά.  Τα πρόσωπα και οι ήρωες που συναντά, απεκδύονται τη μυθολογική υπόστασή τους και γίνονται πρόσωπα γνώριμα και οικεία, οι έμποροι ψυχών και συνειδήσεων.

Η κάμπια της Αλίκης γίνεται αποδιοπομπαίος τράγος , οι φρουροί γίνονται μπάτσοι, η γάτα μεταλλάσσεται  σε εύπεπτη Britney Spears, οι τρελοκαπελάδες είναι οι τηλεπαρουσιαστές σε προπαγανδιστικά σόου μαζικής κατανάλωσης, ο Ντόντο γίνεται  αρκούδα, η Βασίλισσα μεταμορφώνεται σε μάγισσα, οι αυλικοί είναι  ο Χριστός, ο Βούδας και ο Αλλάχ, και τελικά ο Ύπνος είναι εδώ Θάνατος. «Στο παραμύθι η Αλίκη ξυπνά, ενώ η Αλισά μας πεθαίνει. Η όλη σύλληψη έχει εξελιχθεί όχι μόνο  σε ένα ντελίριο τρέλας και παραλογισμού αλλά και μιας αδυσώπητης βίας. Το παραμύθι πια έχει να κάνει με τον παραλογισμό που κουβαλάει ένας πόλεμος» θα πει ο Γιάννης Κόκας.

Και όλα αυτά συμβαίνουν στη σκηνή του θεάτρου Φούρνος, χωρίς το έργο να χάσει ούτε στάλα από την παιδικότητά του. Η διασκευή του Γιάννη Κόκα έχει πετύχει να συνδυάσει με μια ισορροπία την αφέλεια με τον κυνισμό, δίνοντας επί της ουσίας τη διττή όψη της ίδιας της ζωής μας. «Η παιδική αθωότητα» θα επισημάνει ο Γιάννης Κόκας «θεωρώ ότι κατά ένα τρόπο είναι  η σωτηρία. Και αυτή είναι και η σκηνοθετική οδηγία προς τους ηθοποιούς, ειδικά προς την Μαριλένα (Μπαρταλούτσι) που παίζει την Αλίκη. Να είναι παιδί, αγνή, αθώα, Αυτό το πιστεύω πάρα πολύ και θεωρώ ότι είναι πιο αγνό. Τα παιδιά τα θεωρώ πιο σοφά μέσα στην αφοπλιστική ειλικρίνειά τους από μεγάλους, στρατηλάτες , πρωθυπουργούς και πάσης φύσεως Νετανιάχου» .

Η αλήθεια είναι ότι έχει αγωνία ο σκηνοθέτης για την επιτυχία του εγχειρήματος. Δεν είναι και εύκολο να συνταιριάξεις τον σουρεαλισμό ενός κλασικού παραμυθιού για το οποίο έχουν χυθεί τόνοι από μελάνι προσπαθώντας να το αναλύσουν και να το αποσυμβολίσουν, τις περισσότερες φορές με έναν εξίσου αντι-λογικό τρόπο, καταφεύγοντας σε ψυχαναλυτικές αναφορές.  «Είναι που έχουμε σύμμαχό μας τη σκληρή πραγματικότητα γύρω μας» θα μου πει και θα εξηγήσει «Δυστυχώς ο ίδιος ο πόλεμος ως κατάσταση το πράγμα το κάνει πιο εύκολο. Για παράδειγμα η προπαγάνδα (που αφιερώνουμε σημαντικό κομμάτι στην παράσταση) της θυματοποίησης και των «χιλιάδων νεκρών» είναι εξίσου μια παράλογη κατάσταση για την χειραγώγηση της μάζας και η προσαρμογή της στην παράσταση ήρθε σχεδόν αυτόματα. Η τρέλα και η βία του πολέμου είδαμε ότι κούμπωνε σχεδόν από μόνη της σε αυτό το παράλογο παραμύθι.  Με φρίκη και εμείς συνειδητοποιήσαμε πόσο εύκολα χωράν  σε έναν παιδικό καμβά σιχαμερές καταστάσεις όπως για παράδειγμα η παιδεραστία. Ή ακόμα και το εμπόριο των θρησκειών».

Και πραγματικά η παράσταση της ομάδας Άλμπατρος, καταπατά σχεδόν με θράσος όλα όσα έχουν γραφτεί προσπαθώντας να εξηγήσουν το παραμύθι, προσεγγίζοντας την ιστορία με τα όπλα του ανθρωπισμού και της περισυλλογής πάνω σε βαθιά κοινωνικά ζητήματα, με τρόπο ειλικρινή χωρίς αυτά να χρησιμοποιούνται ως άλλοθι της παράστασης. Εδώ έχουμε ένα έργο που φέρνει το παραμύθι σε μια σύγχρονη και βαθιά επίκαιρη πρόσληψη του, η οποία παρόλη την «ενήλικη» ανάγνωσή του, μπορεί να μυήσει παιδιά και εφήβους στα μύχια ενός θεάτρου που δεν είναι μόνο εύπεπτο, ανώδυνο και διασκεδαστικό αλλά διευρύνει ορίζοντες και ανοίγει συζητήσεις. Οι συμβολισμοί  του έργου αναδύονται μέσα στους χυμούς και την πυκνότητά τους όχι χάριν της όποιας φαντασμαγορίας αλλά μέσα από την βαθιά ουμανιστική απόδοσή του.

Όπως για παράδειγμα η φράση «Τελείωσε ο πόλεμος μπαμπά. Τελείωσε» που ακούγεται στην παράσταση . «Θα ήθελα πάρα πολύ να είχα τη δυνατότητα να βάλω αυτόν τον υπότιτλο όχι μόνο στην παράστασή μας, αλλά και στην καθημερινότητά μας» θα μου απαντήσει κλείνοντας την συζήτηση μας  ο σκηνοθέτης. «Με συγκινεί πολύ αυτή η φράση παρόλο που γνωρίζω πολύ καλά πως αυτή η αισιόδοξη προοπτική δεν υπάρχει. Το αντίθετο μάλιστα… Φοβάμαι ότι θα έρθουν πολύ χειρότερα. Και για να είμαι ειλικρινής  τη βάζω στην παράσταση γιατί θέλω να το πιστέψω ότι κάποτε θα υπάρξει . Γιατί θέλω να τη ζήσω αυτήν την προοπτική έστω και αν είναι μια θεατρική μυθοπλασία. Άλλωστε γι αυτό κάνω θέατρο. Το θέατρο  είναι ο δικός μου κόσμος της Αλίκης. Η δική μου τρύπα που με καταπίνει, που χάνομαι και βρίσκομαι σε αυτό, που ξεφεύγω από το σημερινό κόσμο» .

Η παράσταση έχει πρεμιέρα Τετάρτη 24 Ιανουαρίου στο Θέατρο Φούρνος και θα παίζεται  κάθε Τρίτη και Τετάρτη στις 21:00. Εισιτήρια μπορείτε να προμηθευτείτε ΕΔΩ

Κείμενο/Σκηνοθεσία: Γιάννης Κόκας
Βοηθός Σκηνοθεσίας: Κατερίνα Μπησάρα
Μουσική: Χρήστος Παπαδόπουλος
Χορογραφίες: Λιλιάνα Κρυσταλλίδου
Τραγούδια: Ιόλη Σιφονίου
Φωτισμοί: Απόστολος Τσατσάκος
Σκηνικά- Κοστούμια Μαύρα Καζάκη
Φωτογραφιες: Βασίλης Γιαννόπουλος
Γραφιστικά Άγγελος Μπάλλας
Σχεδίαση Αφίσας: Λυδία Καλαμάντη
Επικοινωνία: Γιώτα Δημητριάδη
Παίζουν:
Μαριλένα Μπαρταλούτσι
Μαριαλένα Γαριού
Γιάννης Κόκας
Δήμητρα Παπουρτζή
Μαρίνος Ορφανός

Θέατρο Φούρνος
Μαυρομιχάλη 168, Αθήνα 114 72
Τηλέφωνο: 21 0646 0748