του Γιάννη Παναγόπουλου //

•Η συνέντευξη με τον Κωνσταντίνο Τζούμα έγινε πριν 4 καλοκαίρια στο Κολωνάκι. Ο ηθοποιός, συγγραφέας, ραδιοφωνικός παραγωγός έφυγε από τη ζωή στις 25 Ιουνίου 2022.  

Ο Κωνσταντίνος Τζούμας είναι ιδέα πλήρους απασχόλησης. Είναι παροχή υπηρεσίας. Είναι τέχνη σε μόνιμη εφημερία. Η είσοδός του στο καφέ του Κολωνακίου, ναι εκείνο που μάλλον τον έχεις δει να κάθεται δίπλα στον Άγιο Διονύσιο, έμοιαζε μ’ εκείνη θεατρικής σκηνής. Όρισε το τοπίο.

– Έφτασες στο ραντεβού μας και όλοι, μα κυριολεκτικά όλοι, γύρισαν το κεφάλι να σε κοιτάξουν. Τι σου λέει αυτό; Τι σκέφτεσαι γι’ αυτό; 

Θέλω να είμαι επιπόλαιος. Μου αρέσει η ελαφρότητα. Δεν ισχυρίστηκα ότι είμαι βαθυστόχαστος. Έχω βαρεθεί τόσο πολύ τους βαθυστόχαστους ανθρώπους, τις αναλύσεις, τις παρουσιάσεις, την εμβάθυνση στο κείμενο του συγγραφέα ως ηθοποιός…. πω πω πω τόση ενέργεια και άναμμα κεριού και εκστατικότητα για τόσο εφήμερα πράγματα.

-Δεν μπορεί να υπάρξει ασφαλής εμβάθυνση; Πιθανώς χάνεις κάτι κοιτώντας πάντα προς μια μεριά.

Πιθανώς ναι. Πιθανώς χάνω πράγματα. Ποιος είπε ότι είμαι ένα πολυεργαλείο που οφείλει να έχει γνώση από οτιδήποτε συμβαίνει στον πλανήτη; Μερικά πράγματα με αφορούν, μερικά πράγματα όχι.

-Ποια δεν σε αφορούν;

Το να βγαίνω στο δρόμο και να πετάω μολότοφ, να σπάω βιτρίνες για να δηλώσω την αντίθεσή μου με κάτι δεν θα μου πέρναγε ποτέ από το μυαλό. Και οι πόλεις που επιδίδονται σε αυτό μού είναι τρομερά απεχθείς. Δεν θέλω καμιά σχέση με αυτή την πλευρά. Ειδικά το κέντρο της Αθήνας είναι ευάλωτο. Έρμαιο κοινωνικών ομάδων αυτού του τύπου που φυσικά προβάλλουν τα δικά τους εγώ, πολύ ισχυρά εγώ, υπερτροφικά εγώ, αδιαφορώντας για τις συνέπειες που μπορεί να έχουν στις ζωές των άλλων. Πολύς κόσμος από αυτές τις κοινωνικές ομάδες έχει λύσει το οικονομικό του θέμα. Όταν συμβαίνει αυτό έχεις μια ελαστικότητα για αυτά που συμβαίνουν. Από τον Σύριζα μέχρι την τελευταία ακραία ομάδα, ελαφρά την καρδία μπορείς να πεις: “Γιατί όχι να το δοκιμάσουμε αυτό, έχουμε χρόνο”. Αυτό στην τέχνη τα τελευταία χρόνια έχει προκύψει με τη λαίλαπα του μεταμοντέρνου. Το μεταμοντέρνο όπως ξέρεις έχει το μότο “anything goes”. Οτιδήποτε κατέβει από το μυαλό μπορεί να γίνει θέατρο. Θεέ μου, πώς τα βαριέμαι όλα αυτά. Δεν με ενδιαφέρει να βλέπω κλασικό κείμενο πειραγμένο. Παιδιά κάντε κάτι άλλο. Κάντε κάτι δικό σας. Ένα κείμενο που είδατε γραμμένο σε μια εφημερίδα. Ένα ποίημα που σας έκανε εντύπωση. Το επεισόδιο από τη ζωή ενός φίλου σας. Η ζωή είναι γεμάτη μαθήματα. Αν δεν προσέχεις τι συμβαίνει γύρω σου χάνεις μια ευκαιρία να έχεις δωρεάν δάσκαλο. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ξηλώσεις τον Ρωμαίο και Ιουλιέτα, τον Οθέλο για να δηλώσεις κάτι. Βέβαια όλα αυτά γίνονται από ομάδες πολύ νεανικές. Που φαντάζονται πως οτιδήποτε κάνουν θα σοκάρει τους μπουρζουά.

-Αυτό δεν έχει τελειώσει; Τι σοκάρει σήμερα;

Μα να σοκάρουν τους μπουρζουά; Πού; Εδώ; Λάθος χώρα! Δεν έχει μπουρζουά. Μακάρι να υπήρχε σύστημα για να το καταργήσουν, να το τινάξουν στον αέρα. Δεν υπάρχει όμως.

•Όταν κάνω εκπομπή στο ραδιόφωνο και λέω αυτά που λέω χρόνια τώρα όλο και κάποιος που εκείνη τη στιγμή άνοιξε το ραδιόφωνο ή κάθεται σε μια οθόνη είναι έτοιμος να κατακρίνει οτιδήποτε ακούει. Αρπάζεται από μια λέξη και θέλει να κάνει θέμα

-Η μη ύπαρξη μπουρζουά σημαίνει και μη παραγωγή τέχνης;

Η τέχνη εδώ είναι «μαζευόμαστε μια ομάδα και κάνουμε ό,τι μας κατεβεί στο κεφάλι». Είναι και κάτι μόδες που κυκλοφορούν μέσα σε αυτή την άβυσσο του διαδικτύου τις οποίες, επίσης, δεν καταλαβαίνω. Όταν κάνω εκπομπή στο ραδιόφωνο και λέω αυτά που λέω χρόνια τώρα όλο και κάποιος που εκείνη τη στιγμή άνοιξε το ραδιόφωνο ή κάθεται σε μια οθόνη είναι έτοιμος να κατακρίνει οτιδήποτε ακούει. Αρπάζεται από μια λέξη και θέλει να κάνει θέμα. Nα πει την άποψή του για το τι είναι ρατσισμός, τι δεν είναι ρατσισμός, πώς να συμπεριφερόμαστε στις γυναίκες, στα παιδιά, στους μετανάστες, στους πρόσφυγες. Είναι απίστευτο αυτό. Μια άβυσσος, ένας βόρβορος. Υποθέτω πως είναι χρήσιμο να γνωρίζεις πώς μπορείς να χρησιμοποιήσεις κάποια πράγματα. Το θέμα είναι να χρησιμοποιήσεις θετικά όλα τα εργαλεία που σου δίνονται. Τις προάλλες γινόταν μια συζήτηση, μια έντονη συζήτηση, για το πόσο άσχετη είναι με τη χρήση των ελληνικών η σημερινή κυβέρνηση. Ένας φίλος είπε πως το θέμα δεν είναι τους αρνητικούς ανθρώπους να τους ρίξουμε στην απομόνωση αλλά το πώς θα γυρίσουμε το αρνητικό σε θετικό. Του απάντησα: Δηλαδή τον Κοσκωτά αντί να τον βάλεις φυλακή να τον έβαζες να δουλέψει στο υπουργείο οικονομικών;

-Έχει μια λογική αυτό.

Αυτός είναι κυρίως ένας αμερικάνικος τρόπος. Οι Αμερικάνοι δεν κάνουν εχθρούς. Τους θέλουν σύμμαχους, συνεργάζονται μαζί τους. Διότι το παγκόσμιο μότο οφείλει να είναι συγκατοίκηση όχι «φύγε εσύ να έρθω εγώ». Πρέπει να μάθουμε να συνεργαζόμαστε. Κάτι τέτοιες σκέψεις κάνω συχνά και πέφτω πάνω σε ιδεοληψίες, σε ξεροκεφαλιές του παρελθόντος.

-Επιμένεις πως είσαι άνθρωπος που στέκεται στη ρηχότητα; Aκούγοντάς σε δεν έχω την αίσθηση του ρηχού ανθρώπου.

Δεν είμαι ο Δασκαλάκης του MΙT…

-Πρέπει να είσαι εκείνος για να έχεις δικαίωμα στο βάθος μιας άποψης;

Φυσικά. Εσύ και εγώ μιλάμε και νομίζουμε πως συνεννοούμεθα ή τουλάχιστον έτσι ελπίζουμε. Δεν είναι κακό αυτό.

-Αναφέρθηκες στη λαίλαπα του μεταμοντέρνου. Η ένταξη του ντοκουμέντου στην τέχνη, η έκθεσή του στα μουσεία, τι σου λέει;

Μου λέει πως είναι ένα ντοκουμέντο το οποίο φιλοδοξεί να μπει στην πινακοθήκη των έργων τέχνης αλλά τέχνη δεν είναι. Αλλά το ίδιο ισχύει και για την Γκουέρνικα. Ως ντοκουμέντο τη βλέπω. Τέχνη είναι άλλο πράγμα. Τέχνη είναι να παίρνεις ένα γεγονός και να το κάνεις κάτι άλλο. Αυτό είναι τέχνη. Δεν βλέπω σαν τέχνη τη σφαίρα που σε “αργή κίνηση” βλέπουμε να ξεκοιλιάζει έναν στρατιώτη με τα αίματα να χύνονται δεξιά και αριστερά. Σχεδόν από τον αιώνα μας αλλά και από πιο πριν, μετά από τους ντανταϊστές, στις αρχές του εικοστού αιώνα, έχει ξεχαστεί η ομορφιά. Απίστευτο και όμως πρωταγωνιστεί η ασχήμια. Ό,τι πιο ακραίο σε γκριμάτσα, σε κακοτεχνία, σε διαστρέβλωση. Το βλέπω στο θέατρο και στο σινεμά, στις ταινίες που προτιμούνται για Όσκαρ. Όλοι οι χαρακτήρες είναι δυσλειτουργικοί, έχουν μια αρρυθμία. Αφήνω στην άκρη αυτόν τον αόριστο ουμανισμό γύρω από το τι πρέπει να συμπεριλάβουμε στην τέχνη γιατί παρακολουθώ την ασχήμια σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια. Ερχόμενος στο ραντεβού μας, στο μετρό παρέλασαν από μπροστά μου τρεις ευτραφείς ζητιάνοι. Είχες δει ποτέ στο παρελθόν ευτραφείς ζητιάνους; Μιλούσαν για να μας προϊδεάσουν για το τι καπνό φουμάρουν με ειδική προφορά και πάρα πολύ κακά ελληνικά. Ήταν εφοδιασμένοι με σμαρτ φόουν. Μου υπενθύμιζαν πως η ζωή μιμείται την κακή τηλεόραση. Μου έκανε τρομερή εντύπωση όλο αυτό. Έρχεσαι να ζητιανέψεις από εμένα που δεν έχω καν ένα κινητό;

•Δεν έχω πρόβλημα να υποδυθώ τον συγγραφέα. Άλλωστε και στα τρία βιβλία που έχω βγάλει αυτό κάνω. Υποδύομαι τον συγγραφέα. Ραδιόφωνο κάνω ως ηθοποιός όχι ως κοινωνιολόγος, δημοσιογράφος ή ό,τι άλλο.

-Έχεις γράψει τρία βιβλία. Ρόλος ήταν αυτό;

Δεν έχω πρόβλημα να υποδυθώ τον συγγραφέα. Άλλωστε και στα τρία βιβλία που έχω βγάλει αυτό κάνω. Υποδύομαι τον συγγραφέα. Ραδιόφωνο κάνω ως ηθοποιός όχι ως κοινωνιολόγος, δημοσιογράφος ή ό,τι άλλο. Είμαι ιδιοσυγκρασιακός ηθοποιός, είρων εκ φύσεως και συγγραφέας εξ ενστίκτου, όπως έχει πει και η συνάδελφός σου Τίνα Μανδηλαρά. Σε αυτά θα μπορούσα να προσθέσω το καλόγουστος κλέφτης. Δεν πιστεύω σε καμία παρθενογένεση. Όλα, ακόμα και τα μεγαλειώδη κείμενα, από κάπου έχουν πάρει ερέθισμα.

-Σε μετρώ σαν ένα από τους σκεπτόμενους ανθρώπους της πόλης. Το κάνω όχι μόνο για όσα λες, αλλά γιατί έρχεσαι σε κριτική με τον εαυτό σου ή αυτοσαρκάζεσαι. Αυτό είναι συνειδητή διαδικασία;

Αρχικά νομίζω πως προέκυψε από τον θάνατο της μητέρας μου. Ήμουν δεκαπέντε ετών. Προφανώς μου στοίχισε αλλά παρίστανα τον αδιάφορο. Δεν ξέρω γιατί υιοθέτησα την αδιαφορία απέναντι στα αισθήματα. Τα σνόμπαρα, κρατιόμουν σε απόσταση από αυτά. Δεν άφηνα να με πάρουν από κάτω, ίσως για να μην πονέσω. Τόσο απλά. Το μόνο που είχα ως μότο, αν υποτεθεί πως είχα ένα, ήταν το: ¨Να μην το κάνουμε θέμα”. Ελάτε να κάνουμε αυτό που είναι να γίνει, το θετικό και το αισιόδοξο, χωρίς να το κάνουμε θέμα. Μετρ σε αυτό είναι η αδελφή μου η Δέσποινα. Σπούδασε νομικά, όταν κατάλαβε πως δεν της αρέσει ο χώρος αυτός πήγε στις εκδόσεις. Τώρα είναι είναι στον οργανισμό που λέγεται “Διοτίμα”. Φροντίζει τις γυναίκες που δεν είχαν καλή τύχη, να το πω κομψά, που έχουν κακοποιηθεί. Είναι και νομικός οπότε τους είναι πολύτιμη. Ε λοιπόν, η αδελφή μου έχει γίνει υπέροχος άνθρωπος. Έγινε καλύτερη από ό,τι ήταν. Έχει εσωτερικό φως. Κάνει κάτι χρήσιμο, κάνει κάτι το οποίο έχει ενδιαφέρον και κυρίως δεν το κάνει θέμα ποτέ. Είναι από τους ανθρώπους που θα ήθελα να είμαι. Σε μένα έχει προκύψει μια υπερέκθεση μέσω του ραδιοφώνου, της τηλεόρασης, της ηθοποιίας. Αν λάμπεις όλοι έρχονται δίπλα σου και τι καταπληκτικά και το το ένα και το άλλο. Βαρετά πράγματα δηλαδή. Είναι πολύ πιο όμορφο να κάνεις πράγματα χωρίς να το παίρνει χαμπάρι κανένας. Έπρεπε να είχα σκεφτεί καλύτερα το θέμα της υπερέκθεσης, της ηθοποιίας. Θα μπορούσα να είχα διαλέξει κάτι άλλο. Μεταφραστής ας πούμε ή βοηθός σκηνοθέτη, ούτε καν σκηνοθέτης… στο βάθος κήπος δηλαδή. Όταν με επαινούν λέω πως πρόκειται περί λάθους ή περί παρεξήγησης. Δεν έχω κάνει κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια γι’ αυτό που κάνω. Μου είναι, απλά, εύκολο. Υπάρχουν άνθρωποι που από το υστέρημά τους κάνουν άλματα και υπάρχουν άνθρωποι που αυτό το έξτρα το “έχουν”. Συγχέουμε τη λέξη θυσία. Πρέπει να ζήσουμε. Αφήστε τις θυσίες για την τέχνη, την οικονομία. Καμιά θυσία. Να ζήσουμε ζωντανά, επικοινωνιακά, άμεσα, ευαίσθητα, με χιούμορ. Η συγκατοίκηση, ένα εξαιρετικό πράγμα. Δεν χρειάζεται να κάνουμε θυσίες γι’ αυτό.