Από τον Γιάννη Παναγόπουλο //
Το ταξί που έχει κολλήσει πίσω δεν λέει να ξεκολλήσει. Νομίζω πως μου κορνάρει από την Πλατεία Αμερικής. Παρέα φτάσαμε στο ύψος του Ο.Τ.Ε. Λίγο πριν, ένα τέταρτο περίπου, είχα μόλις στρίψει από την οδό Λασκαράτου (ηρωικά Άνω Πατήσια) αριστερά, για να πάρω την Πατησίων με κατεύθυνση προς Ομόνοια.
Κάπου εδώ πρέπει να πω πως καθημερινά οδηγώ ποδήλατο. Και επειδή κάποιοι μπορεί να σπεύσουν, λέω πως ξέχωρα από βολικό μέσο μεταφοράς δεν το χρησιμοποιώ ως σινιάλο διαφορετικότητας ή εργαλείο ακτιβισμού ή μέσο αναβίωσης, λέμε τώρα, μιας ξεχασμένης Αθήνας που ήταν περισσότερο φιλική στον άνθρωπο.
Χρησιμοποιώ απλώς ένα ποδήλατο. Όπως χρησιμοποιώ αυτοκίνητο όταν βγαίνω έξω από την πόλη. Ή μετρό όταν βρέχει και θέλω να κατέβω στο κέντρο.
Πάμε πάλι από την αρχή. Το ταξί που έχει κολλήσει πίσω δεν λέει να ξεκολλήσει. Νομίζω πως μου κορνάρει από την Πλατεία Αμερικής, μπορεί και την Πλατεία Κολιάτσου. Τώρα είμαστε στο ύψος που συναντιούνται η Πατησίων με τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Το φανάρι είναι κόκκινο και ρίχνω μια ματιά, μπορεί και θυμωμένη (σίγουρα απ’ εκείνες που ρίχνει όλη η οδηγούσα Αθήνα κάθε φορά που κάποιος της κορνάρει) προς το όχημα που με ακολουθεί με σαδομαζοχιστική ευλάβεια χιλιόμετρα τώρα. Πίσω από το παρμπρίζ βλέπω ταξιτζή που ωρύεται. Με τα χέρια δείχνει πως πρέπει να κυκλοφορώ δεξιά του δρόμου.
Το φανάρι γίνεται πράσινο. Φεύγουμε. Πατάει γκάζι για να φτάσει πιο γρήγορα απ’ όλους (μα καλά οι ΙΧήδες τι του έφταιγαν;) στο επόμενο φανάρι. Η κίτρινη Scoda Octavia ξεχύθηκε στην Πατησίων αφήνοντας ένα μαύρο σύννεφο από την εξάτμισή της για να σταματήσει πρώτη, πρέπει να το παραδεχτώ, από όλα τα υπόλοιπα αυτοκίνητα και εμένα εκατό μέτρα παρακάτω, στο επόμενο φανάρι.
Πριν ανάψει κόκκινο ήμουν δίπλα στο παράθυρο του Φερστάπεν της Πατησίων.
Τον κοίταξα και χαμογέλασα επιστρατεύοντας κάθε διαθέσιμο τόνο ειρωνείας. Εκείνος, έξω φρενών, πάτησε το κουμπί της Scoda Octavia που ανοίγει το παράθυρο.
Ρώτησε: -«Γιατί δεν πας δεξιά;»
Απάντησα: -«Γιατί δεξιά είναι λεωφορειόδρομος».
Ρώτησε: -«Ναι, εκεί να πας».
Απάντησα: -«Δεν γίνεται»
Και οι δυό μας-…αμηχανία.
Ρώτησε-«Αν σε σκοτώσω θα φταίω εγώ;»
Απάντησα-«Ναι»
Το φανάρι ανάβει πράσινο. Φεύγουμε και οι δύο τίγκα στη ζοχάδα. Έχουμε φτάσει πια στη συμβολή των οδών Στουρνάρη και Πατησίων. Ξανασυναντιόμαστε.
Ρώτησε-«Γιατί δεν πας δεξιά ρε;»
Απάντησα-«Γιατί δεξιά είναι λεωφορειόδρομος ρε. Τρόλεϊ και λεωφορεία έχουν προτεραιότητα. Λογικά κανένας δεν πρέπει να παρενοχλεί την πορεία τους ρε!»
Πρότεινε-Αντε γαμήσου.
Ξαναφεύγουμε. Η Πατησίων έχει μπλοκάρει. Φεύγω μπροστά. Ψιλοτρέμω από τα νεύρα. Συνέρχομαι γρήγορα όταν δεν αποφεύγω τη φανταστική λακκούβα που υπάρχει στο ύψος των Σχολών Ξυνή. Μεγάλη στιγμή. Δεν έπεσα από το ποδήλατο, αλλά ήταν σαν να έκανα μακροβούτι στην άσφαλτο. Το καλό ήταν πως ξύπνησα από τα νεύρα τού προηγούμενου κίτρινου ταλιμπάν.
Πέντε λεπτά αργότερα ήμουν στην Ομόνοια. Καβάτζωσα την Αιόλου. Πήγα στη δουλειά μου.
Άγιος στην άσφαλτο της Αθήνας δεν υπάρχει. Σιγά το νέο. Πάμε παρακάτω. Το όχημα που πάω στη δουλειά μου είναι δική μου επιλογή. Μη διαπραγματεύσιμη. Δικαίωμα στον δρόμο έχουν και αυτοί που οδηγούν ποδήλατο. Έτσι δεν είναι; Είναι δικαίωμα μου να κυκλοφορώ στην Αθήνα την ώρα που θέλω χωρίς να ρωτάω κάνέναν για το πού θα πάω, με ποιον τρόπο θα πάω. Τα υπόλοιπα είναι απλά οδοντόκρεμες.