Του Παύλου Θ. Κάγιου //

Μια από τα ίδια είναι η πέμπτη συνέχεια των «Πειρατών της Καραϊβικής: Η Εκδίκηση του Σαλαζάρ» και το ενδιαφέρον συγκεντρώνουν η αειθαλής Ιζαμπέλ Ιπέρ στο «Σουβενίρ», ο Ρίτσαρντ Γκίρ στο λογοτεχνικό «Δείπνο» και ο Λιβ Σράιμπερ στο «Chuck: Η ιστορία του πραγματικού Rocky Balboa»

«Σουβενίρ»

Ιζαμπέλ Ιπέρ είναι αδιαμφισβήτητα ένας χαμαιλέοντας της υποκριτικής τέχνης καθώς επί 50 κοντά χρόνια και μέσα από τις 100 ταινίες που έχει παίξει, εξακολουθεί και παραμένει στη πρώτη γραμμή των ευρωπαίων σταρ που ασκούν γοητεία στο κοινό και του σινεμά και του θεάτρου. Εδώ, ερμηνεύει τη Λιλιάν, μια ξεπεσμένη και ξεχασμένη τραγουδίστρια που το 1974 κι ως “Laura” πήρε μέρος στον διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision και έχασε με μικρή διαφορά από τους ABBA. Σήμερα συσκευάζει φαγητό σε μια μικρή βιοτεχνία και τίποτα δεν θυμίζει την άλλοτε σταρ. Μέχρι την ημέρα που θα γνωρίσει τον 20χρονο Ζαν που θα μπει στην ζωή της και θα την ερωτευτεί και θα την πείσει να επιστρέψει στην σκηνή προκαλώντας σοκ σε όλο το κοινωνικό περιβάλλον για αυτή την «αφύσικη» ερωτική σχέση. Γαλλικό-βελγική ρομαντική κομεντί με μουσική των Pink Martini και μέγα ατού της την παρουσία της Ιζαμπέλ Ιπερ.

 

-64χρονη και λαμπερή Ιζαμπέλ…

Κι όμως, η Ιζαμπέλ Ιπερ είναι 64 χρονών! Ιζαμπέλ Άν Μαντλέν Ιπέρ είναι ολόκληρο το όνομά της και γεννήθηκε στο Παρίσι στις 16 Μαρτίου 1953 κάνοντας στο σινεμά την πρώτη της εμφάνιση το 1971. Έχει παίξει σε περισσότερες από 100 ταινίες. Φοίτησε στο Ωδείο των Βερσαλλιών καθώς επίσης και στο Εθνικό Ωδείο Δραματικής Τέχνης του Παρισιού (CNSAD). Σπούδασε Σλαβικές και Ανατολικές γλώσσες στη σχολή του Κλισί, από όπου πήρε πτυχίο στη Ρώσικη γλώσσα. Έκανε πρώτα το ντεμπούτο της στην τηλεόραση το 1971 και μετά ένα χρόνο στον κινηματογράφο, με την ταινία «Οι πειρασμοί μιας δεκαεξάχρονης». Για την ερμηνεία της στην ταινία «Για μια νύχτα αγάπης» κέρδισε το Βραβείο BAFTA, ως πρωτοεμφανιζόμενη πρωταγωνίστρια κι έτσι άρχισε η διεθνής αναγνώριση. Συνεργάστηκε με μερικούς από τους σπουδαιότερους Γάλλους σκηνοθέτες όπως ο Ζαν Λυκ Γκοντάρ, ο Αντρέ Τεσινέ, ο Μπερτράν Μπλιέ, ο Μπερτράν Ταβερνιέ και ο Κλοντ Σαμπρόλ. Με τον Σαμπρόλ μάλιστα συνεργάστηκε τακτικά και στα 35 χρόνια γνωριμίας τους πρωταγωνίστησε σε 7 ταινίες του.

-Η Ιπέρ συνηθίζει να ενσαρκώνει αινιγματικούς και συναισθηματικά απόμακρους χαρακτήρες. Έχει υπηρετήσει όλα τα είδη της Έβδομης Τέχνης, από την κωμωδία, στο κοινωνικό δράμα και από τη λογοτεχνική μεταφορά στο φιλμ νουάρ. Διακρίνεται για τον επαγγελματισμό της και τις τολμηρές και αντισυμβατικές επιλογές της όσον αφορά ασυνήθιστες συνεργασίες με ανεξάρτητους σκηνοθέτες και δύσκολους ρόλους. Ο Τύπος την έχει συχνά χαρακτηρίσει εγκεφαλική ηθοποιό και διανοούμενη αλλά η ίδια αρνείται αυτούς τους χαρακτηρισμούς[1]. Δεν είναι λίγες και οι συνεργασίες της σε διεθνείς παραγωγές με καταξιωμένους σκηνοθέτες, όπως ο Μάουρο Μπολονίνι, οι αδελφοί Ταβιάνι, ο Αντρέι Βάιντα, ο Μίχαελ Χάνεκε κ.ά.

-Σημαντική είναι και η ενασχόλησή της με το θέατρο. Έχει προταθεί 5 φορές για τα θεατρικά βραβεία «Μολιέρος» για την ερμηνεία της σε κλασσικά έργα όπως η “Μήδεια” (2001), η “Έντα Γκάμπλερ” (2005) του Ίψεν κ.α. Το 2013 συμπρωταγωνίστησε με την Κέιτ Μπλάνσετ στο έργο του Ζαν Ζενέ «Οι δούλες»,  σε μια παραγωγή του Θεατρικού Θιάσου του Σίδνεϊ.

Έχει ανέβει το θεατρικό σανίδι και στην Αθήνα, αρχικά το 2008 με το «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μίλερ, στη συνέχεια το 2010 με το «Ένα λεωφορείο, διασκευή του Λεωφορείου ο Πόθος του Ουίλιαμς» και το 2014 με τις «Ψευδοεξομολογήσεις» του Μαριβώ

Το 1999 χρίστηκε Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής.

-Το 2017 βραβεύτηκε με τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ηθοποιού σε δραματική ταινία και με το Βραβείο Σεζάρ Α’ Γυναικείου ρόλου για το Εκείνη, ενώ έλαβε υποψηφιότητα για το Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου.

Σκηνοθεσία: Μπαβό Ντεφουρνέ.

Παίζουν: Ιζαμπέλ Ιπέρ, Κέβιν Αζές, Γιόχαν Αϊσέν.

 

«Το δείπνο»

-Η χορτάτη και βραδείας συναισθηματικής ευαισθησίας Δύση, βρίσκεται κολλημένη στο τοίχο με το περίστροφο στο κρόταφο σ’ αυτό το σκοτεινό, οικογενειακό θρίλερ. Βασίζεται στο ομώνυμο και «αδίστακτο» μυθιστόρημα του Χέρμαν Κόχ και η σκληνοθεσία είναι του Όρεν Μόβερμαν. Σκιαγραφεί την έντονη ​αντιπαράθεση δύο ζευγαριών κατά τη διάρκεια ενός δείπνου σε ένα πανάκριβο εστιατόριο που θέλουν να προστατεύσουν τον μέχρι τώρα «έντιμο βίο τους» που απειλείται με κατάρρευση (το εν λόγω βιβλίο που έχει μεταφραστεί σε 50 χώρες, κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο).
-Όταν ο Σταν Λόχμαν (Ρίτσαρντ Γκιρ) προσκαλεί το μικρότερο αδελφό του Πολ (Στιβ Κούγκαν) και τη σύζυγό του Κλερ (Λόρα Λίνεϊ) να δειπνήσουν μαζί με τη σύζυγό του Κέιτλιν (Ρεμπέκα Χολ) σ’ ένα από τα πιο μοδάτα εστιατόρια της πόλης, για ένα «καυτό» θέμα που όλο αποφεύγουν, όμως, να το αγγίξουν… Τελικά, ο λόγος που ο Σταν τους έχει καλέσει καθίσταται σαφής και αποκαλύπτεται ότι τα δύο ζευγάρια έχουν 16χρονους γιους, οι οποίοι έχουν διαπράξει ένα φρικτό έγκλημα που έχει σοκάρει τη χώρα. Τα αγόρια κατέγραψαν, μάλιστα, το περιστατικό σε βίντεο και το ανέβασαν στο Διαδίκτυο. Παρόλο που οι ταυτότητές τους δεν έχουν ακόμη αποκαλυφθεί, οι γονείς τους πρέπει ν’ αποφασίσουν πως θα χειριστούν την κατάσταση. Καθώς προχωρά η βραδιά, οι βαθιές πεποιθήσεις και η αληθινή φύση των χαρακτήρων αποκαλύπτονται, οι σχέσεις μεταξύ τους θρυμματίζονται και ο καθένας ξεχωριστά αποκαλύπτει πόσο μακριά μπορεί να φτάσει προκειμένου να προστατέψει εκείνους που αγαπά.

Σκηνοθεσία – Σενάριο: Όρεν Μόβερμαν

Παίζουν: Ρίτσαρντ Γκιρ, Ρεμπέκα Χολ, Λόρα Λίνεϊ, Στιβ Κούγκαν, Κλοέ Σεβινί

 

«Οι πειρατές της Καραϊβικής 5: Η Εκδίκηση του Σαλαζάρ

-Τη κότα που γεννά τα χρυσά αυγά έχουν βρει οι πολυεθνικές που βρίσκονται στην παραγωγή των σίκουελ των «Πειρατών της Καραϊβικής» κι εδώ στο πέμπτο και 3D μέρος -“Pirates of the Caribbean: Salazar’s Revenge” , όπως είναι ο επίσημος τίτλος του- η επανάληψη, η πλήξη και η αδιαφορία διατρέχει τα πλάνα της από την αρχή μέχρι το τέλος. Κι ας έρχονται κι άλλοι διάσημοι σταρ να πλαισιώσουν τον Τζόνι Ντεπ ο οποίος συνεχίζει να κάνει τις ίδιες ειρωνικές κι αφελείς μούτες όπως και στα προηγούμενα φιλμ της σειράς. Εδώ, ο Κάπταιν Τζακ Σπάροου θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον διαβολικό καπετάνιο Salazar -που υποδύεται ο Χαβιέ Μπαρδέμ– και το πλήρωμα του, που μόλις έχει δραπετεύσει από το Τρίγωνο των Βερμούδων. Ο Salazar είναι αποφασισμένος να σκοτώσει κάθε πειρατή που είναι ζωντανός. Και η σούπερ ψηφιακή τεχνολογία με την παντελή έλλειψη σκηνοθετικής ματιάς και σεναριακής πρωτοτυπίας, «σκηνοθετεί» ένα αφόρητα βαρετό κατασκεύασμα που το διεκπεραιώνουν σκηνοθετικά οι νορβηγοί Γιόακιμ Ρόνινγκ, Έσπεν Σάντμπεργκ που σε τίποτα δε θυμίζουν την σκηνοθετική πρωτοτυπία του Γκορ Βερμπίνσκι στο αρχικό φιλμ της σειράς. Ακόμα και το κουφό «πέρασμα» των Ορλάντο Μπλουμ, Κίρα Νάιτλι δεν προσδίδει καμία επιπλέον … γοητεία.

Σκηνοθεσία: Γιόακιμ Ρόνινγκ, Έσπεν Σάντμπεργκ

Παίζουν: Τζόνι Ντεπ, Χαβιέ Μπαρδέμ, Τζέφρι Ρας, Στέφεν Γκράχαμ, Κάγια Σκολεντάριο, Μπρέντον Τουέιτς

 

«Aquarius»

-‘’Η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δικιά σου μελαγχολία’’ και μια 65χρονη χήρα και συνταξιούχος κριτικός μουσικής, η Κλάρα, είναι η τελευταία κάτοικος του Aquarius, ενός ιστορικού κτιρίου που χτίστηκε τη δεκαετία του ’40 στο παραθαλάσσιο Ρεσίφε της Βραζιλίας. Όλα τα γειτονικά κτίσματα έχουν ήδη πουληθεί σε μια πολυεθνική που έχει άλλα σχέδια για την περιοχή. Η Κλάρα έχει ορκιστεί ότι θα αφήσει το σπίτι της μόνο αν πεθάνει. Η ένταση που δημιουργείται, διαταράσσει την καθημερινότητα της και την κάνει να σκεφτεί τους αγαπημένους της ανθρώπους, το παρελθόν και το μέλλον της. Βραζιλιάνικη παραγωγή με τη διάσημη βραζιλιάνα ηθοποιό Σόνια Μπράγκα να αποδεικνύεται η ιδανική πρωταγωνίστριά της .

«Το έβρισκα πολύ ενδιαφέρον οι πρωταγωνιστές μου να είναι ένας άνθρωπος κι ένα κτίριο που έχουν την ίδια ηλικία και βρίσκονται και οι δύο υπό κάποιου είδους απειλή» έχει πει ο σκηνοθέτης. «Η ταινία» υπογράμμισε, «προέκυψε έπειτα από σειρά γεγονότων, μεταξύ των οποίων τα αμέτρητα τηλεφωνήματα που έχω δεχτεί για πιστωτικές κάρτες, ασφάλιση, καλωδιακή ή συνδρομή σε περιοδικά. Ένοιωθα υπό επίθεση από μια αγορά που θέλει να αναγκάσει τον κόσμο να αγοράσει πράγματα που δε θέλει».

Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιο

Ο σκηνοθέτης Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιο γεννήθηκετο 1968 στο Ρεσίφε –τη πόλη που πρωταγωνιστεί και στη ταινία του- της βορειοανατολικής Βραζιλίας όπου μεγάλωσε κι εξακολουθεί να ζει μέχρι σήμερα. Το Aquarius είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία στη καριέρα του, ενώ έχει σκηνοθετήσει πολλά ντοκιμαντέρ και πειραματικές ταινίες.

Σόνια Μπράγκα

Η Σόνια Μπράγκα γεννήθηκε το 1950 κι έκανε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο στην ταινία O BANDIDO DA LUZ VERMELHA πριν γίνει διάσημη στη Βραζιλία για τις τηλεοπτικές σαπουνόπερες. Το 1976 έγινε παγκοσμίως γνωστή με το Η Ντόνα Φλόρα και οι δύο σύζυγοι της του Μπρούνο Μπαρέτο. Το 1980 μετακόμισε στο Χόλιγουντ για να συνεργαστεί με τους Ρόμπερτ Ρέντφορντ και Κλιντ Ίστγουντ, ενώ συμμετείχε και σε πολλές τηλεοπτικές σειρές, συμπεριλαμβανομένου τουSEX AND THE CITY.

Σκηνοθεσία: Κλέμπερ Μεντόσα Φίλιο, Παίζουν: Σόνια Μπράγκα, Μέβε Τζίνκιγκς

 

«Chuck: Η ιστορία του πραγματικού Rocky Balboa»

-Το φιλμ αφηγείται την ιστορία του αληθινού Ρόκι που έκανε διάσημο –και πολυεκατομμυριούχο- τον Σιλβέστερ Σταλόνε. Ο εν λόγω κύριος ήταν ο Τσακ Ουέπνερ, ένας πωλητής αλκοολούχων ποτών από το Νιου Τζέρσεϊ, ο οποίος κατάφερε να αντέξει 15 γύρους στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Βαρέων Βαρών του 1975 εναντίον του διασημότερου μποξέρ όλων των εποχών, Μοχάμεντ Άλι. Στα δέκα χρόνια του ως μπόξερ, ο Ουέπνερ υπέστη οκτώ σπασμένες μύτες, δύο knockouts και συνολικά 313 ράμματα. Αλλά οι σκληρότερες μάχες που έδωσε ήταν έξω από το ρινγκ, ζώντας μια επική ζωή γεμάτη ποτά, ναρκωτικά, άγριων θηλυκών και με πολλά σκαμπανεβάσματα.

Ο Λιβ Σράιμπερ υποδύεται τον Rocky.

Ο Μάικ Τόλιν και ο Τζεφ Φέουρζεγκ πήραν τα πνευματικά δικαιώματα για τη βιογραφία του Ουέπνερ περίπου μία δεκαετία πριν και αμέσως ο Λιβ Σράιμπερ προτάθηκε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο. «Πριν κάποια χρόνια, ο Μάικ Τόλιν μου έφερε να δω το ντοκιμαντέρ που είχε κάνει με τον Τζεφ για τον Τσακ Ουέπνερ, με τίτλο “O αληθινός Rocky. Μου είπαν ότι ήθελαν το ντοκιμαντέρ να γίνει ταινία. Μου άρεσε πολύ η ιστορία καθώς λατρεύω το box, οπότε είπα στον Mike ότι ήθελα να γνωρίζω πως θα εξελιχθούν τελικά τα πράγματα», σχολιάζει ο Σράιμπερ.

«Είναι μία ιστορία για έναν άντρα που από τη μία περνούσε κρίση ταυτότητας και από την άλλη προσπαθούσε να τιθασεύσει τον ναρκισσισμό του» συμπληρώνει. «Ο Τσακ βίωσε την επιτυχία από τη μια στιγμή στην άλλη και αυτό το γεγονός πυροδότησε μία σειρά από απρόσμενες καταστάσεις. Είναι περίεργο και πολύπλοκο πράγμα η φήμη».

Τα σκηνοθετικά ηνία ανέλαβε ο Φιλίπ Φαλαρντό, τονίζοντας: «Δεν είναι μία ακόμη ιστορία για το box, ή για τον άνθρωπο που ενέπνευσε τον Σταλόνε να γράψει τον Rocky. Είναι μία ταινία που συναισθηματικά μιλάει σε πολύ κόσμο. Δεν γνωρίζω πολλά για τον κόσμο του box, οπότε είμαι αυτός που κοιτάει από έξω προς τα μέσα. Έχω, με άλλα λόγια, την ίδια ματιά με το κοινό. Επίσης, θέλαμε μια αυθεντική εικόνα για τη ζωή ενός boxer. Ίσως όχι τόσο εντυπωσιακή όσο παρουσιάζεται σε άλλες ταινίες, αλλά εξίσου αληθινή».

Ο Φαλαρντό αποκαλύπτει ότι ο Σράιμπερ ήταν κάτι παραπάνω από πρόθυμος να «φάει» μερικές αληθινές γροθιές μέσα στο ρινγκ, κάτι που είναι εντελώς ανήκουστο στις χολιγουντιανές παραγωγές.

«Ασχολούμαι με το box πάνω από 15 χρόνια και το λατρεύω. Μεγάλο μέρος της προετοιμασίας είχε να κάνει με το βλέπω και να ξαναβλέπω τους αγώνες του Τσακ, να τον συναντήσω αυτοπροσώπως και να τον γνωρίσω καλύτερα. Και τον ίδιο και την Λίντα. Προσπάθησα να γίνω ένα με αυτούς», λέει ο Σράιμπερ.

 

«Η Απεργία»

Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία -1924- του Σεργκέι Αϊζενστάιν γεμάτη συμβολισμούς και αντιθέσεις. Αφηγείται τη διενέργεια και καταστολή μιας απεργίας κάνοντας χρήση του μεταφορικού μοντάζ, δημιουργώντας εντυπώσεις μέσα από τη διαδοχική διαλεχτική σύγκρουση των εικόνων με στόχο τον προβληματισμό – σοκ – του θεατή και τη δημιουργία της σύνθεσης.

Κατά τη διάρκεια της τσαρικής κυριαρχίας στην Ρωσία, οι εργαζόμενοι ενός εργοστασίου είναι εν βρασμώ, προς κήρυξη μεγάλης απεργίας. Οι εργοδότες τους στέλνουν κατασκόπους δικούς τους και της κυβέρνησης, για να δουν τί μπορεί να κάνουν.

-Το φιλμ διαθέτει ένα συναρπαστικό μοντάζ που στάθηκε κινηματογραφική καινοτομία. Ειδικά, το μοντάζ της κυνικής σφαγής των απεργών από τις τσαρικές δυνάμεις καταστολής και η εικόνα της σφαγής ενός βοδιού, συνιστά εκδήλωση του μεταφορικού σχήματος του διανοητικού μοντάζ, στοιχείο που, για πρώτη φορά, δίνει τη δυνατότητα στο φιλμ να επικοινωνεί με τους δικούς του όρους.

Η ταινία γυρίστηκε με πενιχρό κεφάλαιο, αλλά η τεχνική του Αϊζενστάιν, που ήταν μόλις 26 χρονών, είναι ολοζώντανη, ήδη, από το πρώτο της δείγμα. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης τη χαρακτηρίζει «κινηματοθεατρικό» έργο και τη διαιρεί σε έξι πράξεις.

Και ο ίδιος ο Αϊζενστάιν είχε πει για τη πρώτη του ταινία: “Απεργία: αδέξια, αιχμηρή, απροσδόκητη, αμετανόητη, ασυνήθιστα εγκυμονούσα με σχεδόν όλα εκείνα που επρόκειτο να αναδειχθούν στην ωριμότητά μου στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της δουλειάς μου”.

Και ο ιστορικός του σινεμά Κίθ Ρίντερ είχε γράψει:«Το φιλμ αφηγείται την ιστορία μιας απεργίας που καταπνίγηκε, μ’ ένα ποιοτικά διαφορετικό τρόπο απ’ ό, τι έκανε ο μέχρι τότε κινηματογράφος».

Σκηνοθεσία: Σεργκέι Αϊζενστάιν. Παίζουν: Αλεξάντερ Αντόνοφ, Ιβάν Κλιούβκιν, Γκριγκόρι Αλεξαντρόφ.