του Γιάννη Παναγόπουλου //

Ο Αδαμάντιος Καφετζής αγαπά πολύ τη μουσική και εκείνη μεταφράστηκε σε άπειρες ώρες ακρόασης World ήχων, στη δισκογραφική εταιρεία Teranga Beat, σε κυκλοφορίες άλμπουμ που θα βρεις στην Αμερική, στη Γαλλία, στη Benelux, σε αμέτρητα ταξίδια στη Σενεγάλη με σκοπό να ανακαλύψει τους χαμένους μουσικούς θησαυρούς της Αφρικής.

Ο Αδαμάντιος κάθεται απέναντί μου. Είναι 41 ετών. Μεγάλωσε στο Παγκράτι. Πήγε σχολείο στην Πλάκα. Μπορεί να θυμηθεί τη γειτονιά που μεγάλωσε, λέει: «Είχε κάπου στα δώδεκα δισκάδικα. Το χαρτζιλίκι της εβδομάδας πήγαινε στην αγορά δίσκων μουσικής. Έμενα στην οδό Κόνωνος, κάτω από το σπίτι υπήρχε το δισκάδικο “Ήχος”, εκεί αγόραζα μουσική. Μέχρι τα δώδεκα άκουγα Metal. Αν περάσεις τα 16 και συνεχίζεις να ακούς Metal υπάρχει θέμα. Ανησυχητικό θέμα».

 

•Ο Αδαμάντιος δεν είναι απλή περίπτωση ανθρώπου. Δεν τον κλείνεις στο κλισέ «Άνθρωπος της διπλανής πόρτας». Έχει life story διαφορετικό από το δικό σου. Μην ανησυχείς. Όλοι οι άνθρωποι έτσι δεν θα έπρεπε να είναι;

Πάμε παρακάτω. Ο Αδαμάντιος, όπως είπαμε, σήμερα είναι 41 ετών. Μάθαμε τι έκανε ως τα δώδεκά του. Και μετά; Μετά άκουσε όσα περισσότερα είδη μουσικής μπορούσε. Παράλληλα έδωσε εξετάσεις στη Σχολή Καλών Τεχνών. Πέρασε, την τελείωσε. Θυμάται: «Στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 άρχισα να ακούω hip hop. Και επειδή στη γειτονιά που μεγάλωσα είχε πολλούς Αιθίοπες άρχισα να κάνω παρέα μαζί τους. Να πηγαίνω στα σπίτια τους. Να μαθαίνω περισσότερα για τη μουσική τους. Να συχνάζω στα στέκια τους. Πηγαίναμε στο Follie στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και αργότερα, όταν ανακάλυψα το αιθιοπικό εστιατόριο Axum στην Κυψέλη, στην οδό Κέας, άρχισα να συχνάζω εκεί. Η μουσική της χώρας τους με μάγευε. Εκτός από τα παραπάνω σημεία, την ίδια περίοδο πήγαινα στο Hobby στην Πλατεία Αμερικής και στο Lift στην Κυψέλη. Τότε δεν είχαμε ίντερνετ. Η δίψα για να μάθω περισσότερα για τη μουσική της Αφρικής ήταν μεγάλη».

Μπορείς απλά να ακούς μουσική. Και να έχεις πολλούς δίσκους. Μπορείς να έχεις και καλό στέρεο και δυνατά ηχεία. Αυτός ο ανήσυχος Αθηναίος ήθελε κάτι περισσότερο. Να εξερευνήσει τις ρίζες της μουσικής που έδινε τόνο στη ζωή του. Στις αρχές του 2000, στη «Λέσχη του Δίσκου» ο Αδαμάντιος τράκαρε με μια συλλογή δίσκων που θα μπορούσε να την έχει αγοράσει όλη. Ήταν κομμάτι από τη συλλογή άλμπουμ του Κώστα Γιαννουλόπουλου (Jazz fm). Ο Mr. Teranga Beat μας λέει: «Είχα κατασταλάξει πως οι μουσικές από τη Σενεγάλη και το Μάλι ήταν οι αγαπημένες μου. Δεν θα έλεγα τόσο το afro beat του Fela Kuti και της Νιγηρίας. Ήταν αρχές του 2000 όταν σκέφτηκα πως για να ζήσω τη μουσική που μου αρέσει έπρεπε να πάω στην Αφρική. Παράλληλα σπούδαζα στην Καλών Τεχνών. Κάποια στιγμή συναντήθηκα με έναν παλιό συμμαθητή μου. Μου είπε να πάμε στη Σενεγάλη. Είχε συγγενείς που δούλευαν εκεί. Φύγαμε τον Απρίλη του 2003».

Και πώς περάσατε εκεί, Αδαμάντιε;
Έπαθα την πλάκα μου. Έκανα σαν μικρό παιδί. Πήγαινα και έβλεπα γκρουπ σε μαγαζιά. Άρχισα να γνωρίζω μουσικούς, να αγοράζω άλμπουμ μουσικής. Δεν είχε σημασία αν τα αγόραζα διπλά ή τριπλά. Κάποια τα πούλαγα όταν ερχόμουν στην Ελλάδα. Έτσι θα χρηματοδοτούσα το επόμενο ταξίδι μου στη Σενεγάλη. Πρέπει να ήταν 2005-2006 όταν άνθρωποι από μικρά δισκογραφικά labels άρχισαν να κυκλοφορούν άλμπουμ-συλλογές με καλλιτέχνες από χώρες της Αφρικής.

Παράτησες τις σπουδές στην Καλών Τεχνών;
Όχι. Τελείωσα τη σχολή το 2008. Άκουγα καλά λόγια, άκουγα παλαμάκια για τη δουλειά μου, αλλά το πράγμα έμενε εκεί. Η πρώτη μου έκθεση έγινε τον Οκτώβρη της ίδιας χρονιάς. Την ίδια περίοδο η Lehman Brothers μόλις είχε χρεοκοπήσει και η Αθήνα καιγόταν από τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου. Έβλεπα πως στην Ελλάδα το πράγμα αγκομαχούσε. Ήταν η περίοδος που είπα πως ήθελα να φτιάξω τη δική μου δισκογραφική εταιρεία. Θα είχε έδρα στο Ντακάρ. Με ενδιέφερε πολύ να κυκλοφορήσω τη μουσική που μου άρεσε στον υπόλοιπο κόσμο.

Τον Αύγουστο του 2009 ο Αδαμάντιος ταξιδέψε γι’ ακόμα μια φορά στο Ντακάρ έχοντας έναν σκοπό: να ανακαλύψει χαμένες μουσικές της Σενεγάλης, να τις κυκλοφορήσει από το δικό του label Teranga Beat. Σ’ εκείνη την πτήση, σ’ εκείνο το ταξίδι, δίπλα του κάθισε ένας Σενεγαλέζος ιδιοκτήτης κλαμπ. Ο Αδαμάντιος θυμάται: «Είχε ένα μαγαζί που σύχναζα. Και όχι μόνο αυτό. Στο αεροπλάνο, τον είδα να μιλά με τον μάνατζερ του Youssou N’ Dour. Πιάσαμε κουβέντα. Του είπα πως πήγαινα στη Σενεγάλη με σκοπό να βρω ηχογραφήσεις συγκεκριμένου καλλιτέχνη. Μου είπε πως το ίδιο βράδυ εκείνος θα έπαιζε στο μαγαζί του. Φτάσαμε στο Ντακάρ. Έχασα, όμως, τη συναυλία. Όπως και αν είχε, είχα αρχίσει να εξοικειώνομαι με τη μουσική κοινωνία της χώρας. Είχα γνωριστεί με τον γιο ιδιοκτήτη κλαμπ που είχε πεθάνει και μου πουλούσε κρυφά δίσκους του. Μια μέρα πηγαίνοντας σπίτι του για να αγοράσω άλμπουμ με περίμενε η μητέρα του και ο μεγάλος του αδελφός. Τους είπα τι θέλω να κάνω. Με οδήγησαν σε ένα δωμάτιο γεμάτο μπομπίνες με ηχογραφήσεις μουσικών. Παράδεισος. Λίγες μέρες μετά επέστρεψα στην Ελλάδα και μετά ξαναπήγα στη Σενεγάλη. Εκτός των άλλων, σε εκείνο το ταξίδι Αθήνα-Ντακάρ οι αποσκευές μου περιελάμβαναν και δύο μπομπινόφωνα. Ένα δικάναλο και ένα τετρακάναλο. Θα άκουγα τις κάπου 200 ηχογραφημένες μπομπίνες. Μόνο δέκα από αυτές είχαν στοιχεία για τους καλλιτέχνες που συμμετείχαν. Νοίκιασα σπίτι και έμεινα στο Ντακάρ δύο μήνες ακούγοντας μουσική σε εξαντλητικούς ρυθμούς. Το πρώτο άλμπουμ που κυκλοφόρησα μέσα από εκείνες τις ηχογραφήσει ήταν του Idrissa Diop μαζί με τους Sahel».

Και μετά;
Μετά σκέφτηκα πως το να κυκλοφορώ άλμπουμ καλλιτεχνών θα μπορούσε να συνοδευτεί και με το στήσιμο μιας μπάντας. Οι Sahel ήταν μια καλή ευκαιρία να το κάνω αυτό. Ήταν ένα γκρουπ 13 κορυφαίων μουσικών που κυκλοφόρησε μόνο ένα άλμπουμ και είχε στήσει κάποτε ο Σενεγαλέζος πολυεκατομμυριούχος Diouga Kebe. Ήθελε οι Sahel να εκπροσωπήσουν τη Σενεγάλη στον πυγμαχικό αγώνα που θα έδινε ο Μοχάμεντ Άλι με τον George Foreman, τον γνωστό Rumble in the Jungle, στην Κινσάσα του Ζαΐρ στις 30 Οκτωβρίου 1973. Τελικά οι Sahel δεν έπαιξαν αλλά είχα τις ηχογραφήσεις τους. Άρχισα να ψάχνω τους μουσικούς του γκρουπ. Κυκλοφόρησα μια συλλογή με δουλειά τους το 2010 και αμέσως μετά ξαναέστησα τη μπάντα. Ξεκινήσαμε πρόβες. Βρήκα ολλανδό ατζέντη. Μας έκλεισε συναυλίες. Κάναμε περιοδεία στην Ευρώπη. Παίξαμε στο Womex της Θεσσαλονίκης το 2012 και, την ίδια χρονιά, στο Skopje Jazz Festival. Το όλο «σχέδιο» είχε μεγάλη επιτυχία. Όμως κάποια στιγμή ο Ολλανδός παραιτήθηκε από την εταιρεία Rasa που μας έκλεινε συναυλίες. Αποφάσισε να φτιάξει τη δική του εταιρεία, να εστιάσει την προσοχή του σε μια μπάντα από την Κορέα που είχε αναλάβει προσωπικά.

Δεν συνέχισες με τους Sahel;
Άρχισα να ψάχνω δεξιά και αριστερά για ατζέντη που θα μου έκλεινε συναυλίες ανεπιτυχώς. Κάποια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνό μου. Ήταν μια σκηνοθέτις που γυρνούσε ένα ντοκιμαντέρ για τη μουσική της Σενεγάλης. Μου είπε πως είχε ακούσει τη δουλειά της μπάντας μου και πως θα ήθελε να πάρει μέρος στο πρότζεκτ. Πίστεψα πως ήταν η ευκαιρία που έψαχνα. Έκανα λάθος. Όταν είπα στους μουσικούς να ξαναπαίξουμε, μου ζήτησαν ένα εξωφρενικό ποσό. Προσπάθησα να τους πείσω πως δεν θα έπαιρναν τα λεφτά που ζητούσαν με τίποτα. Δεν έκαναν πίσω. Τελειώσαμε.

Αλήθεια σου λέω. Δεν θα μπορούσα, δεν θα μπορούσες να είσαι ο Αδαμάντιος. Έχεις φανταστεί ποτέ να χαθείς σε κλαμπ του Ντακάρ απλά και μόνο για να βρεις μουσικούς, διπλής ηλικίας από τη δική σου, να τους πείσεις πως αξίζει ο κόπος να ξαναπαίξουν μουσική μετά από 30 χρόνια; Ο Αδαμάντιος το έκανε. Πόσο σπάνιο. Μας λέει: «Μετά την απόπειρά μου να συνεχίσουμε τους Sahel αισθάνθηκα απογοητευμένος. Δεν ήθελα όμως να παρατήσω το όλο πράγμα. Από εκείνες τις μπομπίνες που είχα ακούσει κάποτε είπα να προσεγγίσω, το 2013, τους Dieuf – Diel de Thiès. Μια πολυμελή μπάντα, 13 μουσικοί, από την πόλη Thiès στη Σενεγάλη. Ήταν ένα ιστορικό γκρουπ. Είχε υπέροχο ήχο. Όταν μετά από 35 χρόνια ξαναβρέθηκε να κάνει πρόβες, το αποτέλεσμα ήταν μαγικό. Τελικά είναι εκείνοι που παίζουν στο ντοκιμαντέρ που σου έλεγα. Ξέρεις, πριν πάω στη Σενεγάλη είχα δει διάφορες συναυλίες. Τίποτα δεν συγκρινόταν με το πάθος και τη δυναμική των αφρικανών μουσικών. Όσα κάνουν οι rock Star της Δύσης είναι απλά αστειότητες μπροστά τους. Θεωρώ πως μια μπάντα από τη Δύση δεν θα μπορούσε ποτέ να συγκριθεί με την ενέργεια που καταθέτουν οι αφρικανοί μουσικοί στη σκηνή».

Τι θέλεις από το παρόν;
Μάλλον κουράστηκα με όλο αυτό το πηγαινέλα στην Αφρική. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, εκεί οι μουσικοί κατάλαβαν από πολύ νωρίς αυτό που αρχίζει να γίνεται εδώ. Συνδύασαν τη μουσική τους με την jazz, το funk, τη soul. Πιστεύω πως η καλύτερη, δυνατή, μουσική στον κόσμο βγήκε στη Σενεγάλη, το Μάλι, την Αιθιοπία, το Κονγκό και τη Γουινέα τη δεκαετία του ‘70. Κατά τα άλλα αν με ρωτήσεις τι είναι η Αφρική, γενικά, για τον πλανήτη, θα σου απαντήσω ο σκουπιδοτενεκές του. Οι καταστάσεις που επικρατούν εκεί είναι τραγικές. Και τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει. Σ’ αυτό ευθύνη δεν έχει μόνο η Δύση αλλά και οι ίδιοι οι Αφρικανοί. Δεν είναι τυχαίο πως πολλοί από αυτούς όταν φεύγουν από εκεί καταφέρνουν ζηλευτά πράγματα. Όμως με ρώτησες κάτι άλλο. Για το σήμερα. Ξέρεις, εδώ και δυο-τρία χρόνια με ενδιαφέρει η παραδοσιακή ελληνική μουσική. Ποτέ δεν έγινε μια σοβαρή προσπάθεια να συνδυαστεί με άλλες μουσικές συμπεριφορές. Αυτό με ενδιαφέρει πια. Θεωρώ πως αν γίνει αυτό υπάρχει κοινό εκεί έξω που θα ήθελε να το ακούσει.

Η παραδοσιακή αφρικάνική μουσική πια είναι είδος πρώτης ανάγκης για τη κλαμπ μουσική. Αυτό πώς σου ακούγεται;

Το θεωρώ απόλυτα λογικό και πιστεύω πως είναι κάτι που άργησε πολύ να συμβεί. Είναι πολύ μπροστά στους ρυθμούς σε σχέση με τη Δύση οπότε είναι πάρα πολύ εύκολο αυτοί οι ρυθμοί να μπουν κάποια στιγμή μέσα στην κλαμπ μουσική. Νομίζω πως τα επόμενα χρόνια η αφρικάνικη ηλεκτρονική μουσική θα κατακτήσει ολοκληρωτικά τα κλαμπ γιατί έχει πολλά πλεονεκτήματα σε σχέση με αυτή της Δύσης. Ακόμα βρισκόμαστε σε ένα αρχικό στάδιο, ρυθμοί πιο σύνθετοι όπως αυτοί της Σενεγάλης και κάποιων άλλων χωρών π.χ. δεν έχουν κάνει ακόμα την εμφάνισή τους σωστά στην ηλεκτρονική μουσική ή είναι ακόμα δυσνόητοι στο ευρύ κοινό. Νομίζω ότι έχουν πολλά ακόμα να κατακτήσουν και κάποια στιγμή ίσως αυτό λειτουργήσει σαν οδοστρωτήρας, να μην αφήνει περιθώριο σε τίποτα άλλο.

Συχνά παίζεις μουσικής σαν D.J. Σε κλάμπ. Γιατί ονόμασες τα σετ σου Hybrid Grooves;
Γιατί η μουσική που παίζω είναι ένα υβρίδιο. Πιστεύω όλες οι μουσικές είναι υβρίδια, όλες δανείζονται, παντρεύουν και εξελίσσουν διαφορετικά πράγματα, ακόμα και οι καθαρά παραδοσιακές. Αλλά στην δική μου περίπτωση είναι ξεκάθαρα υβριδικές μουσικές.

Ποιο είναι κατά τη γνώμη σου το πιο αφρικάνικο σημείο στην Αθήνα και γιατί;
Ο Ελαιώνας, εκεί που βρίσκονται τα πρακτορεία, στα στενάκια των οδών Αγ. Άννης, Ορφέως, Πολυκάρπου κτλ, είναι ό,τι πιο κοντά μπορείς να ζήσεις στην Αφρική, μια καθημερινή κυρίως καλοκαίρι. Όπου σε ένα δρομάκι που δύσκολα χωράει ένα αυτοκίνητο μπαίνουν 2 νταλίκες σε διπλή κατεύθυνση και απλά κολλάνε και απλά περιμένεις καμία ώρα να βρεθεί μια μαγική λύση μέσα στη ζέστη, τη σκόνη και το καυσαέριο.

Δώσε μου το δικό σου Τοπ 5 με τα άλμπουμ μουσικής που καθόρισαν τη μαύρη κουλτούρα. Μπορούμε να έχουμε σε κάθε άλμπουμ και μια πρόταση που να απαντά το “γιατί” διάλεξες τα συγκεκριμένα άλμπουμ;

Πολύ δύσκολη ερώτηση, γιατί πολύ απλά δεν πιστεύω πως υπάρχει κάτι τέτοιο. Θα δώσω όμως 5 δίσκους που πιστεύω σημαντικούς είτε για εμένα είτε για άλλους ιστορικούς λόγους. Μπορεί πριν 2 χρόνια να έβαζα άλλους και σε άλλα 2 κάποιους διαφορετικούς.

1. Prince Nico Mbarga & Rocafil Jazz* ‎– Sweet Mother
Πολύ απλά γιατί είναι ο δίσκος με τις περισσότερες πωλήσεις στην Αφρική όλων των εποχών, 13.000.000 LPs, ο λόγος κυρίως επειδη έχει το κομμάτι Sweat Mother και η μητέρα είναι κάτι πολύ σημαντικό σε όλη την Αφρική για κάθε οικογένεια.

2. Ambassadeur International* ‎– Mandjou
Ο καλύτερος δίσκος του ιστορικού συγκροτήματος και ενός από τους μεγαλύτερους τραγουδιστές στον πλανήτη Salif Keïta. Το ομόνυμο κομμάτι έχει και το καλύτερο solo Hammond στην ιστορία της παγκόσμιας μουσικής, κατά τη γνώμη μου πάντα.

3. Fẹla* And The Africa 70 ‎– Sorrow, Tears & Blood
Ο Βασιλιάς της Afro Beat σε ένα σημαδιακό δίσκο. Πραγματικό διαμάντι.

4. Le Grand Maître Franco* Et Son Tout Puissant O.K. Jazz* ‎– Mario
Δεν είναι ο καλύτερος δίσκος του μεγαλύτερου μουσικού στον πλανήτη (αυτό είναι πραγματικότητα και όχι γνώμη), αλλά είναι αυτός που τον έκανε ξανά νούμερο 1 μετά από κάποια χρόνια που είχε χάσει τη δόξα του.

5. KOKOKO! ‎– Fongola
Είναι η μουσική του μέλλοντος, τα συνδυάζει όλα, τα έχει όλα, σε μια άψογη ισορροπία. Ένα πολύ ολοκληρωμένο project, η επιτομή της υβριδικότητας!

 

πηγή: Athens Voice