κείμενο: Αναστασία Νικολάου //

Η ηθική της υπερπληροφόρησης. Είναι πραγματικά η εποχή του κορονοϊού, η στιγμή του χρόνου στην οποία ο άνθρωπος διερωτάται με ειλικρίνεια για την ύπαρξή του; Αναρωτιέται με περισσότερη από ποτέ τιμιότητα για τον κόσμο του και στέκεται κριτικά απέναντι στον σύγχρονο τρόπο ζωής, τον πολιτισμό, την ηθική και την πολιτική;

1. Η μαζική κινητοποίηση και ευαισθητοποίηση απέναντι στο φαινόμενο της πανδημίας είναι μια ενσυνείδητη προσπάθεια κατανόησης και περιγραφής του ή μια ενστικτώδης αντίδραση σε αυτό, μια αντανακλαστική απάντηση στην επικράτησή του;
2. Στην εποχή της υπερπληροφόρησης, αλλά και της απίστευτης άγνοιας, ο καθένας από εμάς καλείται να διαχειριστεί την πραγματικότητα με όρους που ξεπερνούν τις δυνάμεις του. Με επίκεντρο την πεποίθηση της ύπαρξης ενός υπέρτατου σκοπού, που να δικαιολογεί την πρόσκαιρη παρουσία  του ανθρώπου στον ρευστό τούτο κόσμο, καλούμαστε να ερμηνεύσουμε και να αποκρυπτογραφήσουμε τα πάντα, να λύσουμε τους γρίφους. Κι αν δεν το κατορθώσουμε, τότε θα εφεύρουμε τους μύθους μας.
3. Πού τελειώνει η επιστήμη, η φιλοσοφία και η τεχνική και πού λοιπόν ξεκινά ο μύθος της εποχής; Τα όρια είναι δυσδιάκριτα. Προσκρούοντας στο άγνωστο, στο ανεξήγητο, στο άφατο δεν μας αρκεί απλά να συνεχίσουμε να διερευνούμε, να περιμένουμε στο σωστό χρόνο μέχρι τα πράγματα να είναι στην ώρα τους, έτοιμα να μας φανερωθούν. Αντίθετα θα επιμείνουμε, θα παραβιάσουμε, θα επιχειρήσουμε να επινοήσουμε τελικά αυτό που θα εξηγήσει τα πάντα.
4. Ο κορονοϊός φωτίζει τον περιορισμό μας και αναδεικνύει με έναν τρόπο εντυπωσιακά αυθεντικό την κοινή ανθρώπινη κατάσταση. Ποτέ άλλοτε δεν μας ήταν τόσο σαφές προς τα πού οδεύουμε όλοι μαζί, ακόμα κι αν ακολουθούσαμε διαφορετικές οδούς.
5. Η προσπάθεια να νικήσουμε τον ιό δεν αναιρεί το γεγονός ότι παράλληλα, και με χιλιάδες άλλους τρόπους, η κάθε ασθένεια συνεχίζει να λαμβάνει χώρα. Όμως η προοπτική ενός τέλους είναι πάντοτε πιο συγκλονιστική. Οι μαζικές καταστροφές ενώνουν τους ανθρώπους σε μια κοινή αγωνία, έναν κοινό θρήνο απέναντι στην διάσταση της τραγικότητας της ύπαρξης, της επίγνωσης δηλαδή του αναπόδραστου του θανάτου.
6. Η ζωή, όπως μας δόθηκε, προνοηματοδοτημένη και ερμηνευμένη, ταυτόχρονα απρόβλεπτη και μυστηριώδης, είναι τόσο εύκολο να χωρέσει σε βολικές και φίλιες για τον καθένα αναγνώσεις του κόσμου. Όσοι οι άνθρωποι τόσες και οι πραγματικότητες. Το άγχος να ταυτιστούμε με τους άλλους μέσα από κοινά βιώματα και αναφορές μάς οδηγεί συχνά να κατασκευάζουμε ψεύδη, να κατοικούμε μέσα σε αυτά, να θέλουμε να φυλακίσουμε και άλλους μέσα στα πιστεύω μας και εν τέλει να μετέλθουμε κάθε μέσου προκειμένου να κυριαρχήσει η δική μας ματιά.
7. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποτυπώνεται έντονα ο τρόπος που προσωπικές απόψεις ζητούν να επιβληθούν, να καταργήσουν τον διάλογο, τη διαφορετικότητα. Ζούμε τη βία της φιλοσοφίας: “Η πραγματικότητα είναι μία και είναι η δική μου”. Απέναντι σε αυτόν τον ηθικό παραλογισμό και διανοητικό παροξυσμό κάθε φωνή λογικής, κάθε διάθεση συνομιλίας, χάνεται. Εκεί φανερώνεται και εκεί εμπεδώνεται ο λόγος, η ιδεολογία και η αισθητική του φασισμού της διπλανής πόρτας.
8. Ναι, αυτού που θέλει μόνο να καταστρέψει το διαφορετικό, αυτό που δεν κατανοεί, που δεν έχει καμία επιθυμία να γνωρίσει. Αυτού που εναντιώνεται στην ευημερία, στην εύρεση λύσεων, στη συλλογικότητα και στο κοινό καλό. Θέλει εντέλει να υπακούσει στα πιο ποταπά ένστικτα υπηρετώντας κάθε είδους συμπλέγματα. Η κρίση της πανδημίας φώτισε το πόσο κάθε σύστημα σπασμωδικά και άκριτα προσπαθεί να διαιωνίσει τον εαυτό του, αλλά και τη δυσκολία να απαγκιστρωθούμε από τις βεβαιότητες του μικρόκοσμού μας, να αγκαλιάσουμε το άγνωστο και ίσως ο ένας τον άλλον.