επιμέλεια: Αναστασία Νικολάου

Πολλοί άθεοι θεωρούν ότι η αθεΐα τους είναι προϊόν ορθολογικής σκέψης. Χρησιμοποιούν επιχειρήματα όπως «Δεν πιστεύω στον Θεό, πιστεύω στην επιστήμη» για να εξηγήσουν ότι τα αδιάσειστα στοιχεία, η λογική, και όχι οι πεποιθήσεις για το υπερφυσικό και τα δόγματα, στηρίζουν τη σκέψη τους. Στο ερώτημα γιατί κάποιος γίνεται άθεος, συχνά υπάρχει η απάντηση πως έρχεται κάποια στιγμή συνειδητοποίησης στη ζωή ενός ατόμου όπου η θρησκεία απλώς παύει να έχει νόημα. Αρκετοί θεολόγοι και οι θεϊστές εικάζουν πως πρέπει να είναι λυπηρό το να είναι κανείς άθεος, γιατί θεωρούν ότι οι άθεοι βρίσκονται παγιδευμένοι στον ψυχρό κόσμο του ορθολογισμού και στερούνται τη φιλοσοφική, ηθική, μυθική και αισθητική πληρότητα που βιώνουν οι θρησκευόμενοι.

Η επιστήμη της αθεΐας

Η σύγχρονη επιστήμη καταδεικνύει ότι οι άθεοι δεν είναι πιο ορθολογιστές σε σχέση με τους θεϊστές, αλλά εξίσου επιρρεπείς σε άλλες μη ορθολογικές μορφές γνώσης. Για παράδειγμα, θρησκευόμενοι και μη θρησκευόμενοι άνθρωποι μπορούν να θαυμάζουν και να ακολουθούν χαρισματικά άτομα χωρίς να τα αμφισβητούν, καθώς το μυαλό μας συχνά προτιμά το να έχει δίκιο παρά το να γνωρίζει την αλήθεια.

Οι αθεϊστικές πεποιθήσεις φαίνεται να έχουν λιγότερη σχέση με την ορθολογική έρευνα από ό,τι πιστεύουν οι άθεοι.

Γνωρίζουμε τώρα, για παράδειγμα, ότι τα μη θρησκευόμενα παιδιά από θρησκευόμενες οικογένειες απορρίπτουν τις πεποιθήσεις των γονέων τους για λόγους που δεν έχουν καμία σχέση με νοητικές κατασκευές.

Πολύ πρόσφατη γνωστική έρευνα δείχνει ότι καθοριστικό παράγοντα διαδραματίζει αυτό που κάνουν οι γονείς και όχι από αυτό που λένε. Έτσι, εάν ένας γονιός λέει ότι είναι χριστιανός, αλλά δε ζει μια ζωή σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση και το αντίστοιχο τελετουργικό, τότε τα παιδιά παύουν να αντλούν νόημα από τη θρησκεία.

Ομοίως, οι έφηβοι που σκέφτονται ουσιαστικότερα το θέμα της θρησκείας μπορεί να μην το προσεγγίζουν τόσο ανεξάρτητα, όσο νομίζουν. Τόσο οι άθεοι γονείς όσο και οι θρησκευόμενοι μεταδίδουν με παρόμοιο τρόπο στα παιδιά τους τις πεποιθήσεις, τον πολιτισμό και τα επιχειρήματά τους.

Μερικοί γονείς θεωρούν πως τα παιδιά πρέπει να διαμορφώνουν ανεξάρτητα τις πεποιθήσεις τους, αυτό που κάνουν στη συνέχεια όμως είναι να μεταφέρουν τον τρόπο σκέψης τους για τη θρησκεία, όπως την ιδέα ότι η θρησκεία είναι θέμα επιλογής και όχι θεϊκής αλήθειας. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα παιδιά αυτά σε ποσοστό 95% καταλήγουν να «επιλέγουν» να είναι άθεα.

Επιστήμη έναντι πεποιθήσεων

Είναι όμως οι άθεοι περισσότερο πιθανό να ασπαστούν την επιστήμη παρά οι θρησκευόμενοι; Πολλά συστήματα πεποιθήσεων μπορούν να εναρμονιστούν με την επιστημονική γνώση. Ορισμένα είναι έντονα επικριτικά για την επιστήμη και πιστεύουν ότι έχει επηρεάσει πάρα πολύ τη ζωή μας. Άλλα συστήματα πεποιθήσεων ενδιαφέρονται πολύ να μάθουν και να ανταποκριθούν στην επιστημονική γνώση. Αυτή η διαφορά δε σχετίζεται αποκλειστικά με τη θρησκευτικότητα. Στην προτεσταντική παράδοση, για παράδειγμα, βλέπουν τον ορθολογισμό και την επιστημονική σκέψη ως κεντρικά στοιχεία της θρησκευτικής ζωής. Εν τω μεταξύ, μια νέα γενιά μεταμοντέρνων αθεϊστών αναγνωρίζει τα όρια της ανθρώπινης γνώσης και της επιστήμης ως περιορισμένα, ειδικά όταν πρόκειται για υπαρξιακά και ηθικά ζητήματα.

Η ίδια η επιστήμη και η τεχνολογία βεβαίως μπορεί να αποτελέσουν τη βάση μιας σχεδόν θρησκευτικής σκέψης ή κάτι παρόμοιο με αυτό. Για παράδειγμα, η άνοδος του μετανθρωπιστικού ρεύματος, που επικεντρώνεται στην πεποίθηση ότι οι άνθρωποι μπορούν και οφείλουν να υπερβούν την τρέχουσα φυσική τους κατάσταση και τους περιορισμούς της μέσω της τεχνολογίας. Είναι γεγονός πως η τεχνολογική καινοτομία οδηγεί στην εμφάνιση νέων κινημάτων που έχουν πολλά κοινά με τη θρησκευτικότητα.

Για τους άθεους που είναι σκεπτικιστές αναφορικά με τον μετανθρωπισμό, ο ρόλος της επιστήμης δεν συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με τον ορθολογισμό – μπορεί ακόμα να προσφέρει μια αίσθηση πληρότητας σε φιλοσοφικό, ηθικό, μυθικό και αισθητικό επίπεδο.

Η επιστήμη του βιολογικού κόσμου είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα θέμα της περιέργειας του νου. Για ορισμένους άθεους, παρέχει νόημα και παρηγοριά με τον ίδιο τρόπο που μπορεί να έχει η πίστη στον Θεό για τους θεϊστές. Σύμφωνα με την ψυχολογία η πίστη στην επιστήμη αυξάνεται κατακόρυφα μπροστά στο υπαρξιακό άγχος, ακριβώς όπως οι θρησκευτικές πεποιθήσεις εντείνονται για τους θεϊστές σε παρόμοιες περιστάσεις.

Η ιδέα λοιπόν ότι η αθεΐα οφείλεται μονομερώς στον ορθολογισμό αποδεικνύεται ανεπαρκής. Με τον ίδιο τρόπο και ο ορθολογισμός θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αρκετά υπερτιμημένος. Η ανθρώπινη εφευρετικότητα ξεπερνά την ορθολογική σκέψη. Η ικανότητα να λαμβάνουμε γρήγορες αποφάσεις, να ακολουθούμε τα πάθη μας και να ενεργούμε με βάση τη διαίσθηση είναι επίσης σημαντικές ανθρώπινες ιδιότητες και καθοριστικές για την επιτυχία μας.
Είναι χρήσιμο το ότι έχουμε εφεύρει κάτι που, σε αντίθεση με το μυαλό μας, είναι λογικό και τεκμηριωμένο και αυτό είναι σαφώς η επιστήμη. Όταν χρειαζόμαστε κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία, η επιστήμη δύναται να τα παρέχει, εφόσον το θέμα υπόκειται στη δοκιμή, στο πείραμα και την επαλήθευση.

Είναι σημαντικό τέλος ότι σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα η αθεΐα δεν αφορά αποκλειστικά τον ορθολογισμό και ο θεϊσμός τις υπαρξιακές αναζητήσεις αντίστοιχα.

Στον άνθρωπο το λογικό κατοικεί μέσα στο άλογο και το αντίστροφο. Η επιστήμη και η αναζήτηση υπαρξιακού νοήματος δεν αποκλείονται αμοιβαία. Ευτυχώς.